Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

27.6.11

Ο Γιώργος Στεφανόπουλος (καθηγητής του Μ.Ι.Τ.) μιλάει στο filomatheia.blogspot.com


Ημερομηνία συνάντησης: 19/6/11
Τόπος Συνάντησης: Μουσείο Ακρόπολης

Φίλες και φίλοι τα μέλη της Λ.Ο.Γ. συνάντησαν στο μουσείο της Ακρόπολης τον καθηγητή του Μ.Ι.Τ. κ. Γιώργο Στεφανόπουλο για μια συνέντευξη από καρδιάς. Πιστέψτε μας πως έχουμε ακόμα λόγους σας Έλληνες να ήμαστε υπερήφανοι. Αυτό που δεν μπορούν να μας δώσουν οι Έλληνες πολιτικοί μας το δίνουν απλόχερα οι Έλληνες της διασποράς που ανήκουν στην μικρή δημιουργική Ελλάδα. Είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε και να συνομιλήσουμε με έναν από αυτούς. Είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε έναν υπέροχο άνθρωπο, έναν καταπληκτικό επιστήμονα, έναν ΔΑΣΚΑΛΟ πραγματικό, έναν Έλληνα υπερήφανο.
Καλή ανάγνωση.

Κύριε Στεφανόπουλε συνήθως η πρώτη μας ερώτηση είναι η ίδια και αφορά τα παιδικά χρόνια. Θα θέλαμε λοιπόν να μας πείτε τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια.
Θυμάμαι τους γονείς μου που μου έλεγαν να προσπαθήσω να είμαι πολύ καλός μαθητής γιατί αυτό θα μου άνοιγε στο μέλλον όλες τις πόρτες του κόσμου. Επίσης θυμάμαι τον εαυτό μου να θέλει να είναι μέλος της ομάδας των συμμαθητών μου και όχι ξεκομμένος από αυτούς, να διασκεδάζω μαζί τους, να κάνουμε τις ζαβολιές, να παίζουμε και γενικότερα να συμμετέχω στις παρέες. Επίσης προσπαθούσα να είμαι καλός και στις εξωσχολικές δραστηριότητες. Ασχολήθηκα πολύ με την κολύμβηση και κατάφερα μια φορά να πάρω την τρίτη θέση στους πανελλήνιους αγώνες στο ύπτιο. Επίσης έπαιζα water polo, ήταν μια συνεχής προσπάθεια για να παραμείνω ανάμεσα στους πρώτους.
Και η πιο τραυματική εμπειρία εκείνων των χρόνων;
Υπήρξαν κανά δυο. Όταν ήμουν πολύ μικρός η οικονομική μας κατάσταση ήταν καλή, θα θεωρούσε κανείς πως ήμασταν μια οικογένεια μεσοαστική. Αργότερα όμως οι δουλειές του πατέρα μου έπεσαν, το εισόδημα ελαττώθηκε πάρα πολύ, θυμάμαι που πηγαίναμε με το μπλοκάκι στο φούρνο ή στον μανάβη στο οποίο έγραφε το ποσό και κάθε τέλος του μήνα πήγαινε ο πατέρας μου και ξεπλήρωνε. Αυτό μου κακοφαινόταν και όσο περνούσαν τα χρόνια τα πράγματα χειροτέρευαν. Μετά πέθανε και ο πατέρας μου και δεν είχαμε πια εισόδημα κανένα παρά μόνο ένα ελάχιστο ποσό που δεν έφτανε ούτε για το γάλα. Έχοντας ζήσει όλα αυτά, είπα κάποια στιγμή στον εαυτό μου ότι δεν θα επιτρέψω ποτέ –όσο εξαρτάται από εμένα – να έχουν τα παιδιά μου ανάλογη οικονομική κατάσταση. Αυτό μου έγινε έμμονη ιδέα από την αρχή που έκανα οικογένεια, η διασφάλισή τους. Όταν χάσαμε τον πατέρα μου χάσαμε το πηδάλιο. Εκεί είναι που η μητέρα μου έπαιξε τρομερό ρόλο και για τα τρία αδέλφια. Έπαιξε και τον ρόλο του πατέρα και όπως είπα στην κηδεία της σαν λέαινα προστάτευε τα παιδιά της.
Ο κύριος Σπύρος μας μίλησε για την μητέρα σας με τα καλύτερα λόγια. Θέλουμε να μας πείτε πως ένιωσε όταν της είπατε μιας και ήσασταν το πρώτο παιδί πως θα πάτε στην Αμερική.
Με ενθάρρυνε, δεν είχε κανένα δισταγμό , το θεώρησε απολύτως φυσιολογικό. Της είχα πει τι ήθελα να κάνω, ποια ήταν τα όνειρά μου και μου είπε: αυτό θα κάνεις. Ίσως η ίδια πίστευε πως αυτό ήταν κάτι προσωρινό και πως θα γύρναγα, όταν μάλιστα τελείωσα το διδακτορικό μου με κυνήγαγε για να γυρίσω, παρακολουθούσε μάλιστα ποια θέση ανοίγει στο πολυτεχνείο. Εγώ από την μητέρα μου μάθαινα τι θέσεις ανοίγουν στο πολυτεχνείο. Άνοιξε μια θέση λοιπόν 3 χρόνια αφού είχα τελειώσει το διδακτορικό μου και υπέβαλα υποψηφιότητα. Δεν με εξέλεξαν, τότε ήταν φοβερά πολιτικοποιημένα τα πάντα. Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό πολύ ενδιαφέρον που έχει σχέση και με την μη επιλογή μου. Όταν ήμουν στο Πολυτεχνείο ως φοιτητής δεν συμμετείχα στα πολιτικά, μια μέρα όμως αποφάσισα να παρευρεθώ στην συνέλευση των χημικών μηχανικών, θα πρέπει να ήμουν στο δεύτερο έτος. Σε κάποια στιγμή σηκώνω το χέρι μου για να πω κάτι σε σχέση με την συζήτηση που γινόταν και τότε γυρίζει προς το μέρος μου κάποιος που καθόταν μπροστά μου και μου λέει βρίζοντας "σκάσε ρε .....". Δεν κατάφερα να συγκρατηθώ και του δίνω μια γροθιά στο πρόσωπο και όταν σηκώθηκε άρχισε να φωνάζει:"Διεπράχθη τραμπουκισμός!" Δηλαδή η πιο χαρακτηριστική κατηγορία της εποχής εκείνης ήταν να σε αποκαλέσουν τραμπούκο. Aυτό σήμαινε πως ήσουν φασίστας κλπ., ενώ εγώ του έριξα την μπουνιά γιατί με έβρισε. 10 χρόνια μετά από αυτό το περιστατικό και ενώ εγώ είμαι υποψήφιος, αυτός από τον Καναδά έστελνε γράμματα για να δείξει πως εγώ είμαι τραμπούκος. Τα γράμματα τα έστελνε στην επιτροπή που θα έκανε την επιλογή κι έτσι λοιπόν οι καθηγητές της επιτροπής δεν τόλμησαν να με επιλέξουν. Οι υποψήφιοι ήμασταν 3 και δεν επέλεξαν τελικά κανέναν αφήνοντας την θέση κενή. Τρία χρόνια αργότερα με επέλεξαν τελικά αφού η έδρα είχε μείνει κενή και ήμουν ο μόνος που είχα τα προσόντα. Μιλάμε για το 1980. Ήμουν καθηγητής στο Πολυτεχνείο από το 1980 έως το 1984. Ήρθα για να μείνω δεν ήρθα για να φύγω. Εκείνη την περίοδο γνώρισα την γυναίκα μου, γεννήθηκε ο γιος μου και ο λόγος που αποφάσισα να ξαναφύγω είναι επειδή τα πράγματα είχαν φθάσει στο απροχώρητο. Ήμουν ο νεότερος καθηγητής που είχαν εκλέξει ποτέ. Τότε ήταν οι έδρες, παίρνοντας έδρα τότε, γινόσουν μικρός βασιλίσκος.
Πόσο δύσκολο ήταν για σας να προσαρμοστείτε στα νέα δεδομένα, και τι ήταν αυτό που σας ενθουσίασε κατά την άφιξή σας στην Αμερική;
Αρχικά πήγα στον Καναδά, ήταν το 1970, μιλάμε για την περίοδο της Χούντας, η κατάσταση στην Ελλάδα δεν μου άρεσε, δεν αισθανόμουν άνετα, ήθελα να πάω κάπου που να μπορώ να εργαστώ ελεύθερα. Ο Καναδάς ήταν ανοιχτός, έδινε βίζες μετανάστη εύκολα, οπότε πήρα υποτροφία έκανα αίτηση και μου έδωσαν μεταναστευτική βίζα. Έφτασα στον Καναδά σαν μετανάστης. Ο Καναδάς είναι μια εξαιρετική χώρα από πολλές απόψεις. Το πρώτο συναίσθημα που ένιωσα όταν έφθασα ήταν αυτό της απέραντης ελευθερίας. Ξαφνικά είχα έναν κόσμο ολόκληρο δικό μου να κάνω ότι θέλω. Αυτό το αίσθημα ελευθερίας που ένιωθα εκεί σε σχέση με την Ελλάδα ήταν κάτι ανεπανάληπτο. Βέβαια αυτό το συναίσθημα μπορεί κάποιος να το κακομεταχειριστεί αλλά αν είσαι πειθαρχημένος μπορεί πραγματικά να το ευχαριστηθείς και εκεί είναι που η μητέρα μας βοήθησε, μας είχε μάθει πειθαρχία, προσωπική πειθαρχία. Μετά από έναν χρόνο στον Καναδά αποφάσισα να φύγω γιατί ήθελα να εργαστώ με κάποιον καθηγητή στην Αμερική. Πήγα στο πανεπιστήμιο της Φλόριντας. Επίσης και αυτή η εποχή είναι ενδιαφέρουσα 1971-1974, είναι η εποχή των χίπηδων. Ξαφνικά βρέθηκα σε ένα περιβάλλον που πάει κανείς στο πανεπιστήμιο και βλέπει τους χίπηδες, μακρυμάλληδες να καπνίζουν μαριχουάνα σαν να μην συμβαίνει τίποτα, καταλαβαίνετε πόσο παράξενος κόσμος ξαφνικά ανοίχτηκε μπροστά μου.
Κύριε Γιώργο αυτό ήταν θετικό ή αρνητικό;
Ήταν θετικό από την άποψη ότι είδα έναν τελείως άλλο κόσμο και αρνητικό γιατί υπήρχαν διαβολοπαγίδες όπου και αν στρεφόταν κανείς. Αν δεν είχε κάποιος πειθαρχία, το να χάσει τον εαυτό του σε εκείνο το κλίμα δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο εύκολο ήταν. Τα κατάφερα και επέζησα, οι σπουδές μου ανέβαιναν συνεχώς, η ερευνητική μου δουλειά έγινε πιο εντατική, δούλευα, ευχαριστιόμουνα, είχα φτιάξει πολύ καλές φιλίες, μάλιστα οργάνωσα και ένα γκρουπ λαϊκών χορών στο πανεπιστήμιο όπου κάθε Παρασκευή μαζευόμασταν και χορεύαμε. Έμαθα βουλγάρικους, ρουμάνικους, ελληνικούς χορούς, εκεί έγινα και πολύ καλός χορευτής. Έβλεπα τα παιδιά να κοιτάζουν προς τα εμπρός και να δημιουργούν, είχα πια ξεφύγει από εκείνη την κακομοίρικη νοοτροπία του που θα πάω και πως θα βολευτώ. Άνοιξε μπροστά μου ένας νέος κόσμος. Για να τα βγάλω πέρα πούλαγα εφημερίδες, ξεκίναγα στις 04:00 το πρωί έως τις 07:00 με ένα αυτοκινητάκι που μου έδιναν και μοίραζα τις εφημερίδες. Από την κάθε εφημερίδα κέρδιζα 10 σεντς. Αυτό με βοήθησε να κάνω και κάποια αποταμίευση ώστε σε λίγο καιρό να αγοράσω το πρώτο μου αυτοκίνητο που ήταν και το πρώτο στην οικογένεια, ένα Opel Kadett. Όταν κάθομαι τώρα και σκέφτομαι τι ήταν αυτό που μου έδινε τη δύναμη να προχωράω συνεχώς καταλήγω πάντα στο ίδιο πράγμα. Σε περίπτωση αποτυχίας είχα πάντα ένα αποκούμπι, μπορούσα να γυρίσω πίσω στην Αθήνα στην κ. Ελισάβετ και να μην χαθώ. Ξέρετε πόση δύναμη δίνει να ξέρεις ότι όταν τα πάντα αποτυγχάνουν εσύ μπορείς να γυρίσεις πίσω σε ένα μέρος και να πατήσεις. Όταν αισθάνεσαι αυτή την σιγουριά τότε δεν σε σταματάει τίποτα. Έτσι σκεφτόμουν την εποχή εκείνη.
Ο κύριος Σπύρος μας διάβασε ένα μικρό απόσπασμα από την ομιλία σας στην κηδεία της μητέρας σας όπου είπατε μεταξύ άλλων " δε θα είχαμε φθάσει εδώ που φθάσαμε αν δεν είχε φροντίσει η μητέρα μας ώστε νωρίς, από μικρά παιδιά να μας μυήσει στην λογοτεχνία, ελληνική και παγκόσμια, στην κλασσική μουσική και φυσικά στην επιμέλεια των μαθημάτων μας". Θέλουμε λοιπόν να σας ρωτήσουμε πόσο εφικτό είναι αυτό σήμερα όταν και οι δύο γονείς τρέχουν από το πρωί έως το βράδυ για να τα βγάλουν πέρα, και πόσο η τεχνολογία είναι θετικός ή ανασταλτικός παράγων;
Το να ασχολείται έστω ένας γονιός με τα παιδιά δεν νομίζω πως είναι δύσκολο κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Εκείνο που χρειάζεται κανείς να φτιάξει είναι μια οργανωμένη ζωή στην οικογένεια. Π.χ. στην Αμερική όταν έρχονται οι γονείς από τις δουλειές το βραδύ κάθονται όλοι μαζί γύρω από το τραπέζι να φάνε. Την ώρα του φαγητού θα συζητήσουν τι έζησε ο καθένας κατά την διάρκεια της ημέρας, θα σχολιάσουν τα πολιτικά, μπορεί ένας να πει για ένα βιβλίο που έχει διαβάσει να έχουν δηλαδή μια συζήτηση σαν οικογένεια. Αυτό φτάνει, είναι μια καλή αρχή για να δουλεύει η οικογένεια σαν μια ομάδα και όλα τα μέλη να είναι μαζί και να μιλάνε ο ένας στον άλλον. Άμα είναι μαζί και μιλάει μόνο ο ένας δεν γίνεται έτσι δουλειά. Δεν γνωρίζω πως μπορεί ο καθένας να το πετύχει αυτό, δεν μπορώ να δώσω μια πεπατημένη αλλά πρέπει να υπάρχει η διάθεση του να το επιτύχει κανείς. Ξεκινάει βέβαια πάντα από τους γονείς. Αυτοί πρέπει να μυήσουν τα παιδιά σε αυτό που σας περιγράφω. Η μητέρα μου, ο τρόπος που είχε ήταν αυταρχικός. Δούλεψε με εμάς αλλά δεν δουλεύει με όλα τα παιδιά, χρειάζεται λοιπόν να το προσεγγίσει ο καθένας διαφορετικά και όταν δεν επιτυγχάνει να αλλάξει τακτική γιατί αν χάσει αυτή την ευκαιρία όταν μεγαλώσουν τα παιδιά θα έχουν χαθεί πολλά. Η μητέρα μου απλά μας εισήγαγε με τον τρόπο της στην λογοτεχνία και στην κλασσική μουσική, πχ της άρεσαν τα βαλς, έτσι μας μύησε στον Στράους. Από εκεί και πέρα εμείς συνεχίσαμε, το σημαντικό ήταν να μας εισάγει στον κόσμο αυτό και με τον τρόπο της το πέτυχε. Σχετικά με την ερώτηση για την τεχνολογία θέλω να σας πω πως έχω μεγάλο σεβασμό για την τεχνολογία και παρά τα μειονεκτήματα και τις αδυναμίες που μπορεί κανείς να της βρει η εξέλιξη είναι πάντα θετική. Θέλω να σας ρωτήσω κάτι: Μήπως γνωρίζετε ποια ήταν η τεχνολογία που είχε την μεγαλύτερη επίδραση στην ιστορία της ανθρωπότητας κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα;
Ήταν η τεχνολογία η οποία συνέθεσε την αμμωνία από άζωτο και υδρογόνο, μια από τις πιο δύσκολες αντιδράσεις που μπορεί να γίνει είναι αυτή. Αυτό έγινε στην Γερμανία το 1912. Τι ήταν λοιπόν το τόσο σπουδαίο; Τα λιπάσματα!!!! Εάν δείτε την εξέλιξη της παραγωγής της αμμωνίας από το 1912 μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα και αν δείτε την παράλληλη αύξηση του πληθυσμού των ανθρώπων θα καταλάβετε γιατί. Αυτή η τεχνολογία ήταν σταθμός στην αύξηση της μακροζωίας και του πληθυσμού. Ένα άλλο παράδειγμα της τεχνολογίας είναι η Βιοτεχνολογία που με τα φάρμακα μας επιτρέπει σήμερα να καταπολεμάμε ασθένειες οι οποίες ήταν ανίατες.

Αν υποθέσουμε πως είχατε ένα μαγικό ραβδάκι τι ήταν αυτό που θα αλλάζατε πρώτα στην ελληνική παιδεία; Το άσυλο, τα κτήρια, τους δασκάλους-καθηγητές, την νοοτροπία;
Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση! Αν είχα πάντως τέτοιο ραβδάκι θα ήθελα να αλλάξω τα μυαλά των παιδιών που σπουδάζουν, να το δουν αυτό σαν ευκαιρία να γίνουν κάτι, να ξεχωρίσουν, μέσα από το πανεπιστήμιο, μέσα από τις σχέσεις τους με τους συμμαθητές τους, με τους καθηγητές τους, να βγάλουν βασικά από το μυαλό τους ότι πάνε για κάποιο χαρτί. Το χειρότερο πράγμα που μπορεί ένα παιδί να κάνει είναι να πάει στο πανεπιστήμιο για να πάρει ένα χαρτί, γιατί αν ο στόχος είναι αυτός τότε έχουν μπει όλα σε στραβό δρόμο. Αυτό λοιπόν θα έκανα θα προσπαθούσα να αλλάξω την νοοτροπία γιατί πάει κάποιος στο πανεπιστήμιο.
Ποια είναι τα συναισθήματα και οι ευθύνες ενός πανεπιστημιακού δασκάλου που έχει καταφέρει να διδάσκει αν όχι στο κορυφαίο, σε ένα από τα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου;
Οι μαθητές μου ήταν πάντα το αντικείμενο της προσοχής μου και της αγάπης μου, όλα τα συναισθήματα και οι σκέψεις μου είναι γύρω από το πώς μπορώ να τους βοηθήσω, να τους διδάξω με τον καλύτερο τρόπο. Θα σας δώσω ορισμένα παραδείγματα για να καταλάβετε τι εννοώ. Διδάσκω μαθήματα σαν αυτά που παίρνετε όλοι, έχω γράψει βιβλία τα οποία θα τα διαβάσουν, σημειώσεις που τους δίνω όταν μπαίνω στην τάξη. Δεν τους λέω σήμερα θα σας διδάξω το κεφάλαιο 1 και το κεφ. 2 και να αρχίσω να πηγαίνω μέσα από τα κεφάλαια του βιβλίου αναμασώντας το υλικό που είναι στο βιβλίο μου. Αυτό θεωρώ πως οι ίδιοι θα καθίσουν να το διαβάσουν και συνήθως τους ζητώ να το έχουν διαβάσει από πριν ώστε στην τάξη μέσα να τους ρωτάω, δηλαδή να γίνεται συζήτηση μαζί τους. Η διδασκαλία δεν είναι μονόλογος είναι διάλογος, μαθαίνεις όταν δεν καταλαβαίνεις κάτι και στο απαντάει ο άλλος, μόνο τότε μαθαίνεις. Εάν μπω εγώ στην τάξη και αρχίσω από το Α μέχρι το Ω των δύο κεφαλαίων και πας εσύ μετά στο σπίτι με ένα βουνό ερωτήματα, έχω κάνει την δουλειά μου; Γιατί εσύ μετά εμφανίζεσαι στο διαγώνισμα με το βουνό των ερωτημάτων και δεν ξέρεις πώς να απαντήσεις σε κανένα από τα ερωτήματα του διαγωνίσματος. Στην τάξη προσπαθώ από πριν να τους απαντήσω τα καίρια ερωτήματα στα κεφάλαια του βιβλίου και το πιο σημαντικό από όλα να τους εξάψω τον ενθουσιασμό. Για αυτό τους μαθαίνω όλους με τα μικρά τους ονόματα. Οι σπουδαστές αντιδρούν θετικά σε αυτό, νιώθουν πως κάποιος τους προσέχει, κάποιος ενδιαφέρεται για αυτούς. Και οι ίδιοι αρχίζουν να νιώθουν διαφορετικά. Οπότε προσπαθώ να τους διδάξω ενθουσιασμό. Κατόπιν η πόρτα μου είναι συνέχεια ανοιχτή και όταν θέλουν να ρωτήσουν κάτι είμαι πάντα στην διάθεσή τους. Οργανώνω το μάθημα ώστε να έχουν περισσότερα εργαστήρια στα οποία σε μικρότερα τμήματα απαντούν στις ερωτήσεις τους, προσπαθώ να τους νουθετήσω σχετικά με το τι επαγγελματικές γραμμές θα τους ενδιέφεραν να ακολουθήσουν. Έχω στην τάξη ανάλογα με το μάθημα από 20 έως και 80 παιδιά. Από τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις της ζωής μου ενώ έχω γράψει βιβλία, έχω δημοσιεύσει εργασίες πολλές, έχω πάρει τόσα βραβεία, η μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι από τους μαθητές μου. Θα σας πω ένα παράδειγμα, διδάσκω και προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς, με τους τελευταίους να είναι άμεσα συνδεδεμένοι μαζί μου, κάνουν το διδακτορικό τους μαζί μου, έχω λοιπόν 40 που έχουν κάνει το διδακτορικό τους μαζί μου εκ των οποίων οι 20 είναι καθηγητές σε άλλα πανεπιστήμια, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν μαθητές δικούς τους, οι οποίοι κάνανε δικούς τους μαθητές. Εάν βάλετε όλο αυτό το δένδρο, είναι περίπου 500 άτομα στην περιοχή την δικιά μου και πιθανόν να μην υπάρχει άλλος στον κόσμο που να έχει τέτοιου είδους ακαδημαϊκό δένδρο. Αυτό για μένα είναι μεγάλη περηφάνια. Πριν από 3 χρόνια οργανώθηκε ένα συνέδριο στην Φιλαδέλφεια επί της επετείου των 100 χρόνων του Ινστιτούτου Χημικών Μηχανικών και 2 δύο μέρη του συνεδρίου ήταν αφιερωμένα σε μένα γιορτάζοντας την 60η μου επέτειο και φτιάξανε ένα τεράστιο πόστερ στο οποίο είναι αυτά τα 500 άτομα οργανωμένα όχι σαν δένδρο αλλά σαν ένα ηλιακό σύστημα, δηλαδή εγώ είμαι στο κέντρο, οι δικοί μου μαθητές είναι η πρώτη σειρά πλανητών και ο κάθε μαθητής που πήγε στα ακαδημαϊκά είναι ο ίδιος στο κέντρο ενός άλλου συστήματος πλανητών. Όταν κοιτάζω αυτό το ποστερ λέω στον εαυτό μου: Γιώργο άξιζαν όλα αυτά που έκανες, και το λέω αυτό γιατί σήμερα στην Αμερική το κέντρο της προσοχής δεν είναι οι μαθητές, είναι η έρευνα που κάνουν οι καθηγητές να βγάλουν όλα τα μεγάλα πράγματα που κανείς άλλος δεν τα ξέρει. Τα κάνω και τα έχω κάνει και εγώ αυτά και τα έχουν αναγνωρίσει αλλά δεν κάθομαι να τους λέω έχω κάνει αυτό το μεγάλο επίτευγμα ή το άλλο, κοιτάξτε λέω τους μαθητές μου, αυτοί τα έχουν κάνει.
Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος τομέας της επιστήμης και τεχνολογίας για τον οποίο εκδηλώνετε περισσότερο ενδιαφέρον;
Σήμερα οι τεχνολογίες που έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον είναι εκείνες που σχετίζονται με την παραγωγή ενέργειας με διαφορετικούς τρόπους, είτε πρόκειται για φωτοβολταϊκά που θα μετατρέψουν τον ήλιο σε ηλεκτρική ενέργεια, είτε μετατρέπουν την βιομάζα σε καύσιμα, είτε την γεωθερμική ενέργεια σε ηλεκτρισμό, είτε μετατρέπουν τα σκουπίδια σε καύσιμα. Οτιδήποτε έχει να κάνει με την ενέργεια σήμερα έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία. Έχετε καταλάβει τι ακριβώς γίνεται σήμερα με την ενέργειά; Οι κινέζοι σήμερα είναι 1.300.000.000 άνθρωποι και καταναλώνουν περίπου το 1/10 της ενέργειας που καταναλώνει ένας Αμερικάνος. Όπως αναπτύσσονται αυτοί οικονομικά σε λίγα χρόνια θα καταναλώνουν το 1/5 του Αμερικανού, για πολλαπλασιάστε αυτό το νούμερο με το 1.300.000.000 για να δείτε τι είδους απαιτήσεις ενεργειακές θα χρειαστούν στο μέλλον. Και αν σε αυτό το νούμερο προσθέσουμε και το 1.2000.000.000 της Ινδίας καταλαβαίνετε το τεχνολογικό ενδιαφέρον. Οι απαιτήσεις για ενέργεια από τον πληθυσμό της γης είναι φοβερές. Και αν σκεφτούμε πως σε 20-30 χρόνια ο πληθυσμός της γης θα είναι 9 δις είναι εύκολο να καταλάβει ο καθένας την ανάγκη για παραγωγή εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Το δεύτερο που συνδέεται πολύ στενά με την ενέργεια είναι το νερό, έχετε σκεφθεί πόσο μεγάλο πρόβλημα είναι το νερό; (Σπύρος -Λέτε πολλές συρράξεις στο μέλλον μεταξύ χωρών να είναι για το νερό;) Μα ήδη σήμερα γίνονται τεράστιες διελκυστίνδες διπλωματικές για το νερό, δεν υπάρχει αρκετό για τις ανάγκες του κόσμου. Το τρίτο είναι τα τρόφιμα. Έχετε διαβάσει στις εφημερίδες πως το κόστος των τροφίμων αυξάνει συνεχώς σε όλο τον κόσμο. Ο αριθμός των πεινασμένων αυξάνει. Ποιος θα προσφέρει την τροφή; Υπάρχουν διάφορες εταιρίες αμερικανικές που σου λένε γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα. Στην Ευρώπη υπάρχει μεγάλη αντίσταση και σκεπτικισμός σχετικά με τα μεταλλαγμένα. Τι θα γίνει όμως στο μέλλον που η τροφή δεν θα είναι αρκετή για να θρέψει τον πληθυσμό; Όπως γνωρίζετε οι αποδόσεις ανά επιφάνεια γης των μεταλλαγμένων είναι 4 και 5 φορές πιο πάνω από τις υπάρχουσες. Εξ’ ορισμού δεν μπορούμε να τα απορρίψουμε. Το θέμα βέβαια είναι τι γίνεται με τους κινδύνους που εγκυμονούν, θα πρέπει να κοιτάξουμε πως θα το απαντήσουμε αυτό το ερώτημα. Οπότε ενέργεια, φαγητό, νερό και όλες οι τεχνολογίες γύρω από αυτά έχουν πολύ μεγάλη σημασία για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και κατόπιν έχουμε όλα τα φαρμακευτικά για την καταπολέμηση των ασθενειών. Άλλη σειρά επίσης τεχνολογιών που θα ελαττώσει το κόστος και θα κάνει τα φάρμακα πιο προσβάσιμα. Για τις χώρες που έχουν αναπτυχθεί όπως Ευρώπη, Β. Αμερική, Ιαπωνία είναι η ποιότητα ζωής, είναι το περιβάλλον, είναι ο καθαρός αέρας. Ποιες τεχνολογίες μπορούν να τα βελτιώσουν, όλα αυτά σήμερα εκ του αποτελέσματος προωθούνται από μεγάλες εταιρίες. Δεν γνωρίζω αν σας έχει πει ο κ. Σπύρος για το ταξίδι μου στην Ιαπωνία, ήταν το 2000. Με κάλεσαν να γίνω ο Chief Τechnology Οfficer για το γκρουπ εταιριών της Mitsubishi Chemical μια τεράστια εταιρία. Είχα δηλαδή σαν προϋπολογισμό για έρευνα και τεχνολογία ένα δις δολάρια όταν η Ελλάδα σαν χώρα για έρευνα και τεχνολογία ξοδεύει 120.000.000, δηλαδή 8 φορές πιο πάνω και μιλάμε για μία εταιρία. Ασχολήθηκα με διάφορα πράγματα, εκ των οποίων το ένα ήταν να μαζέψω κοινωνιολόγους, οικονομολόγους, ιστορικούς, καλλιτέχνες στην Ιαπωνία. Πήγαμε σε ένα θέρετρο για τρεις μέρες και τους είπα πέστε μου πως θα είναι ο κόσμος και ποιες θα είναι οι ανάγκες του το 2030, πέστε μου τι θα πρέπει να γνωρίζουμε εμείς σαν εταιρία για τις ανάγκες του κόσμου το 2030 ώστε να κάνουμε τις κατάλληλες τεχνολογίες, και βγήκαν φοβερά πράγματα. Όλες αυτές τις προτάσεις τις μετέτρεψα σε ερευνητικά προγράμματα τα οποία γίνονται σήμερα. Οι τεχνολογίες σε αυτούς τους πέντε τομείς που σας είπα, περιβάλλον, υγεία, ενέργεια, τροφή και νερό είναι που θα κατευθύνουν τα επόμενα 50 χρόνια. Όσοι από εσάς ασχοληθείτε με αυτό το φάσμα όλα θα προχωράνε υπέρ σας.
Ποια είναι η γνώμη σας για την σημερινή-πολύ άσχημη- κατάσταση που περνάει η πατρίδα μας; Και ποιοι είναι οι κυρίως υπαίτιοι για αυτό;
Ένα από τα πιο διδακτικά σημεία που θα πρέπει να μάθετε είναι να ρωτήσετε τον κ. Σπύρο να σας πει ποιος ήταν ο τρόπος σκέψης των ανθρώπων της γενιάς του την περίοδο του ’50 με ’70 που η Ελλάδα έβγαινε από τον πόλεμο και το χειρότερο από τον εμφύλιο. Όλοι κοίταζαν προς το μέλλον και είχαν ελπίδες για οικονομική ανάπτυξη, για καλύτερο βιοτικό επίπεδο, διασφάλιση των παιδιών τους, για ένα σπίτι, μια δουλειά, για ένα καλύτερο αύριο. Την εποχή εκείνη οι άνθρωποι δεν περίμεναν κανέναν να τους δώσει τίποτα, επεδίωκαν την δημιουργία. Αυτό σήμερα έχει χαθεί και γιατί έχει χαθεί; Εδώ φτάνουμε στο πολιτικό σκέλος. Αυτό που θα σας πω είναι καθαρά προσωπική μου γνώμη, πιθανόν να διαφωνείτε θα προσπαθήσω όμως να σας την εξηγήσω. Κατά την γνώμη μου ο μεγαλύτερος καταστροφέας της σύγχρονης Ελλάδας είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο πατέρας του σημερινού Πρωθυπουργού, γιατί όταν ήρθε έκανε το εξής εγκληματικό. Ήταν η εποχή εκείνη που επί Κων. Καραμανλή η Ελλάδα είχε μπει στην Ε.Ε. Εκείνη την περίοδο επί Παπανδρέου πια η Ευρωπαϊκή κοινότητα είχε δώσει πάρα πολλά χρήματα στην Ελλάδα για να κατασκευάσει λιμάνια, δρόμους, σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία δηλαδή για επενδύσεις υποδομής στην αγροτική παραγωγή, στην βιομηχανία που χωρίς αυτές τις υποδομές δεν μπορείς να φτιάξεις μια οικονομία. Και αυτός τι έκανε; Τα έδωσε σε μισθούς και συντάξεις, δημιούργησε μια κομματική πελατεία η οποία τον κράτησε στην διακυβέρνηση για πολλές τετραετίες και όταν άλλαξε η κυβέρνηση και ήρθε η Ν. Δημοκρατία ακολούθησε την ίδια τακτική αφού είχε ήδη παγιωθεί μια κατάσταση και απλά την ακολούθησε. Αυτό τράβηξε 30 χρόνια δηλαδή μέχρι τις μέρες μας, όλοι μάθαμε ότι κάποιος μας δίνει χωρίς να προσφέρουμε. Άρα τόσα χρόνια ζούσαμε με δανεικά, και το χειρότερο είναι που εκείνος ο πακτωλός χρημάτων της Ε.Ε. δεν πήγε σε υποδομές. Με όλες αυτές τις συμπεριφορές φθάσαμε σήμερα στο σημείο που βρισκόμαστε. Άρα για να βγούμε από την κρίση την σημερινή θα πρέπει να ξεβολευτούμε. Χαριτολογώντας θα σας πω το εξής, εσείς τα παιδιά θα πρέπει να πλακώσετε στο ξύλο τους γονείς σας! Καταλαβαίνετε με ποιόν τρόπο το λέω, αναφέρομαι σε αυτούς που σας κατέστρεψαν το μέλλον.
Κύριε καθηγητά γιατί οι Έλληνες στο εξωτερικό διαπρέπουν ενώ εντός κυριαρχεί η αναξιοκρατία, το ρουσφέτι, η μιζέρια γιατί η μικρή δημιουργική Ελλάδα είναι εκτός Ελλάδας; Τι φταίει;
Το έχω συζητήσει πάρα πολλές φορές και το έχω δει τόσο έντονα που δεν μπορείτε να φανταστείτε. Θα ξεκινήσω με ένα πολύ απλό παράδειγμα, εδώ στην Ελλάδα κάθεσαι στην ουρά και ξέρεις πάντα πως κάποιος άλλος θα την παρακάμψει και θα μπει μπροστά από εσένα. Σε παίρνω και σε πάω στην Βοστώνη και σε βάζω σε μια γραμμή. Εκεί ποτέ δεν σκέφτεσαι να κοροϊδέψεις τους άλλους και να μπεις πιο μπροστά γιατί υπάρχουν κάποιοι κανόνες και τους γνωρίζουν όλοι. Έχετε σκεφθεί πόσο αναιδείς είναι αυτοί που βάζουν το αυτοκίνητό τους πάνω στο πεζοδρόμιο; Πόσο αναιδείς είναι αυτοί οι οποίοι καταπατούν τον δημόσιο φυσικό χώρο που ανήκει σε όλους μας; Ε... αυτά δεν συμβαίνουν έξω, υπάρχουν κανόνες για όλους. Τον Έλληνα αν τον βάλεις σε αυτό το περιβάλλον με τους κανόνες μεγαλουργεί γιατί κουβαλάει μια δύναμη μέσα του που του επιτρέπει να δημιουργεί. Θα σας φέρω ένα ιστορικό παράδειγμα. Επί τουρκοκρατίας οι Έλληνες της διασποράς διέπρεπαν παντού, στις τέχνες, στα γράμματα, στο εμπόριο γιατί κινούντο σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτός ο Ελληνισμός ήταν τόσο δυνατός, τόσο δημιουργικός, τόσο οικονομικά εύρωστος και ας μην ξεχνάμε πως αυτοί ήταν που ξεκίνησαν και χρηματοδοτούσαν τον αγώνα της απελευθέρωσης. Για αυτό οι Έλληνες όταν βρεθούν σε ένα περιβάλλον που υπάρχουν κανόνες και δεν καταναλώνουν τις δυνάμεις τους για το πώς θα κοροϊδέψει ο ένας τον άλλον διαπρέπουν και μεγαλουργούν. Ρίξτε μια ματιά γύρω σας για να δείτε πως παραβιάζουν όλοι οι διαμαρτυρόμενοι την ζωή των άλλων που θέλουν να πάνε κάπου, ο καθένας που έχει ένα παράπονο μπορεί να κλείσει τους δρόμους και θέτει υπό ομηρία όλους τους άλλους. Όταν ξέρουμε πως και να παραβιάσουμε τους κανόνες δεν πρόκειται να τιμωρηθούμε θα συνεχίσουμε να τους παραβιάζουμε. Αν όμως ξέρεις πως παραβιάζοντας τους οι άλλοι θα αντιδράσουν τότε θα το ξανασκεφτείς. Να γιατί υπάρχει αυτή η διαφορά, αυτό είναι το μυστικό.
Κύριε καθηγητά, δεν είναι κρίμα που τα καλύτερα μυαλά φεύγουν εκτός Ελλάδας; Πως θα αλλάξει η χώρα όταν τα πιο παραγωγικά και αξιόλογα άτομα είναι εκτός;
Θα μου επιτρέψετε να κάνω μια διαφοροποίηση και να τονίσω την σημασία του ατόμου σε σύγκριση με το σύνολο. Προσπάθησε εσύ να γίνεις όσο πιο καλός μπορείς οπουδήποτε μπορείς εδώ ή έξω και έτσι θα συμβάλλεις στο καλύτερο του συνόλου. Εάν προσπαθήσεις να καταναλώσεις τη ζωή σου για να βελτιώσεις το σύνολο έχεις καταναλώσει την ίδια σου την ζωή.
Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο, ποιος είναι ο αγαπημένος σας ποιητής-συγγραφέας-ζωγράφος, το αγαπημένο μέρος όταν επισκέπτεστε την πατρίδα;
Έχω ορισμένα βιβλία τα οποία υπεραγαπώ, το κορυφαίο από αυτά το οποίο το έχω διαβάσει αρκετές φορές είναι του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες "100 χρόνια μοναξιάς
", σας το συνιστώ με όλη μου την καρδιά, είναι ανεπανάληπτο έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ένας άλλος συγγραφέας που αγαπώ και τον είχα γνωρίσει τα χρόνια που ήμουν στην Ιαπωνία είναι ο Ιάπωνας Haruki Murakami. Έχει γράψει μια σειρά βιβλίων που σας συνιστώ επίσης να διαβάσετε. Η σειρά περιλαμβάνει το "Νορβηγικό Δάσος", το "Κουρδιστό πουλί" και το "Νότια των συνόρων, Δυτικά του ήλιου". Ο συγγραφέας σε αυτό το βιβλίο έχει πετύχει μια μετάβαση στην ζωή του πρωταγωνιστή που δεν καταλαβαίνεις πότε είσαι στον φανταστικό κόσμο και πότε στον πραγματικό και το έχει κάνει επίτηδες για να δείξει ότι όλοι μας έχουμε αυτούς τους δύο κόσμους που συνυπάρχουν. Από τους κλασικούς μου αρέσουν τα "Σταφύλια της οργής" του Στάινμπεκ και του Ντοστογιέφσκι οι "Αδελφοί Καραμαζώφ". Από τους ζωγράφους με ενθουσιάζει ο Πικάσο, δεν ξέρω για πιο λόγο αλλά όταν είδα την Γκουέρνικα ένιωσα ένα πολύ περίεργο συναίσθημα σαν κάποιος να με έχει αρπάξει από τον λαιμό. Επίσης μου αρέσουν οι γιαπωνέζοι χαράκτες με τις απλές γραμμές. Όσο για το αγαπημένο μου μέρος αυτό είναι η οδός Φωτομάρα στον Νέο Κόσμο γιατί είναι ένα σημείο αναφοράς. Εκεί έμενε η μητέρα μου, εκεί είχε ο κ. Σπύρος την Αμβροσία εκεί τον πρωτογνώρισα. Το μόνο σπίτι που ξέρω εγώ στην ζωή μου είναι αυτό. Δεν είχαμε ποτέ άλλο. Και στην Καλαμάτα που μέναμε, μέναμε σε ωραία σπίτια αλλά ήταν νοικιασμένα. Το μόνο δικό μας σπίτι ήταν αυτό στην Φωτομάρα, έχω μια αγάπη και μια τρυφερότητα για αυτό. Επίσης η Μάνη μου αρέσει πολύ και η Καλαμάτα.

Ο Σεφέρης είχε πει "όπου και αν πάω η Ελλάδα με πληγώνει" εσάς σας πληγώνει;
Πάντα δυστυχώς! Κανένας Έλληνας που ξέρω δεν αποκόπτεται από την Ελλάδα ποτέ και όλοι λένε θα γυρίσω πίσω σε 3 χρόνια σε 5 σε 10 χρόνια, κανένας δεν λέει δεν θα γυρίσω ποτέ. Και όταν σκέφτεται για την Ελλάδα όλες τις ελληνικές εκφάνσεις αισθάνεται αυτόν τον πόνο είτε γιατί δεν είναι κοντά της είτε γιατί τον πληγώνουν αυτά που ακούει για εκείνη αλλά αυτό που με πληγώνει περισσότερο από όλα είναι όταν έρχομαι και βλέπω αυτούς που ήξερα σαν υπερήφανους Έλληνες με το κεφάλι ψηλά να έχουν χάσει την κατεύθυνσή τους. Αυτό με πληγώνει πάρα πολύ.
Όταν βρίσκεσtε στο εξωτερικό νιώθετε υπερήφανος που είσαστε από την Ελλάδα;
Πάντα! Κατ’ αρχήν με καταλαβαίνουν και από την προφορά μου, δεν έχω συστηθεί ποτέ ως Αμερικανός. Όταν συστήνομαι ως Τζορτζ Στεφανόπουλος, με ρωτάνε είστε από την Ελλάδα; Ναι λέω και νιώθω μεγάλη περηφάνια που είμαι Έλληνας.
Πιστεύετε ότι η κρίση που περνάμε μπορεί να οδηγήσει κάποια μέρα σε μια αληθινή αναγέννηση της κοινωνίας; Αν ναι με ποιον τρόπο;
Αναπόφευκτα το θεωρώ δεδομένο. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα συμβεί, απλώς είναι ζήτημα πόσο γρήγορα ή πόσο αργά. Χρειάζεται να υπάρξει πολύς πόνος πριν χτιστεί κάτι νέο δεν γίνεται διαφορετικά και τον πόνο αυτόν θα τον νιώσουνε πολλές οικογένειες οι οποίες έχουν κάποιο εισόδημα αυτή τη στιγμή, κάτι για να βάλουν στο τραπέζι της οικογένειάς τους. Δεν ξέρω ακριβώς πως θα γίνει αυτό, πως θα επιλυθεί, εάν ο πόνος αυτός είναι βαθύς και για σύντομο χρονικό διάστημα θα είναι καλύτερα. Όσο πιο παρατεταμένος θα είναι τόσο το χειρότερο αλλά θα μου πεις για τον άνθρωπο που θα χάσει την δουλειά του και η οικογένειά του θα μείνει επί ξύλου κρεμάμενη για αυτούς τι μπορώ να πω; Αντιμετωπίστε τον πόνο με ψηλά το κεφάλι; Δεν φτάνει αυτό. Ένα είναι σίγουρο πάντως, οι αλλαγές που έχουν δρομολογηθεί είναι ανεπίστρεπτες και ελπίζω πως εσείς θα ζήσετε σε έναν κόσμο καλύτερο.
Αν αρχίζατε από την αρχή τι είναι αυτό που θα αλλάζατε στην ζωή σας και στις σπουδές σας;
Προχθές είχα πάει σε ένα πάρτυ ενός ξαδέλφου μου και πιάσαμε την κουβέντα και του λέω: το μόνο πράγμα που μπορώ να πω για την ζωή μου είναι ότι αν ξανάρχιζα θα έκανα τα ίδια πράγματα, αισθάνομαι ευχαριστημένος με το τι έχω κάνει. Ίσως ακούγεται λίγο αλαζονικό αλλά δεν έχω μεταμέλειες για το τι θα μπορούσα να κάνω και δεν έκανα.
Από την εμπειρία σας πως κρίνετε το επίπεδο των ελληνικών πανεπιστημίων σε σχέση με εκείνων του εξωτερικού?
Τα τελευταία 10-15 χρόνια έχει υποστεί τέτοιου είδους καθίζηση που είναι φριχτό, σε πονάει να το βλέπεις. Η δουλειά που γίνεται στα πανεπιστήμια, το επίπεδο μόρφωσης που έχουν τα παιδιά όταν τελειώνουν τις σπουδές τους, είναι εντυπωσιακά φτωχό παρά τις τρομερές επενδύσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες καταστάσεις που είναι λαμπρά παραδείγματα προόδου, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα προόδου που έχω ζήσει είναι η ΑΣΟΕΕ. Την θυμάμαι όταν ήμουν εγώ στο πολυτεχνείο που ήταν η σχολή που πήγαιναν αυτοί που δεν μπορούσαν να πάνε πουθενά αλλού. Σήμερα όμως έχει τέτοιους ανθρώπους και προγράμματα που έχει γίνει ένα διαμαντάκι. Υπάρχουν και άλλα παραδείγματα δεν είναι το μοναδικό ιδιαίτερα στα περιφερειακά πανεπιστήμια, έχω ζήσει επίσης την δημιουργία μια καινούργιας σχολής Χημικών Μηχανικών στην Πάτρα η οποία εξελίχθηκε σε μια αριστουργηματική σχολή. Έχω ζήσει όμως και την φοβερή κατάπτωση της σχολής Χημικών Μηχανικών στο Πολυτεχνείο.
Ποια είναι η αποστολή του εκπαιδευτικού συστήματος, ποιος ο τελικός στόχος της αποστολής και ποια η αποστολή του εκπαιδευτικού;
Η αποστολή του εκπαιδευτικού είναι να φτιάξει την νέα γενιά, να την μορφώσει έτσι ώστε να είναι άνθρωποι που θα μπορούν να σταθούν στα πόδια τους και σαν άτομα γενικότερα αλλα και σαν επαγγελματίες σε ειδικούς τομείς αργότερα. Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι εκεί που επενδύει μια γενιά για την επόμενη, εκεί που οι γονείς πληρώνουν για να φτιαχτούν τα παιδιά τους και διαβολίζομαι μερικές φορές που τα παιδιά πάνε στο πανεπιστήμιο και νομίζουν πως είναι ιδιοκτησία τους, πρέπει να καταλάβουν πως είναι περαστικοί και πως αύριο θα είναι κάποιοι άλλοι εκεί.
Ο Έλληνας της νέας εποχής παράγει πολιτισμό ή μένει προσκολλημένος σε μια ρητορική ελληνικότητα; Και αν είναι προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Έλληνας σήμερα.
Πολύ βαριά ερώτηση….αλλά ας πιάσουμε το πρώτο της κομμάτι. Να σας ρωτήσω εγώ, για πείτε μου, ποιος από τους σύγχρονους μουσικοσυνθέτες στέκει σήμερα στο ύψος του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη και δεν εννοώ στην Ελλάδα μόνο, εννοώ στην Ευρώπη και παγκόσμια. Ένα άλλο παράδειγμα, ποιος Έλληνας συγγραφέας έχει το επίπεδο και την αναγνωρισημότητα που είχε ο Καζαντζάκης όταν ζούσε, και ποιος ποιητής σήμερα έχει την αντίστοιχη του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου σε διεθνές επίπεδο; Πάρτε επίσης μια άλλη περιοχή κοιτάξτε πόσοι επιτυχημένοι Έλληνες επιστήμονες, ακαδημαϊκοί υπάρχουν ανά τον κόσμο, κάτι αντίστοιχο δεν βλέπω στις τέχνες. Όσο για το άλλο ερώτημά σας, όλοι οι Έλληνες που ξέρω είναι υπερήφανοι που είναι Έλληνες, είναι υπερήφανοι για λόγους που όλοι ξέρουμε και προέρχονται κυρίως από την διασύνδεση με το αρχαίο κάλλος. Επίσης είμαι περήφανος γιατί υπάρχει μεγάλος αριθμός διαπρεπόντων Ελλήνων καθηγητών στην Αμερική. Θέλω να σας πω ένα παράδειγμα από τους μαθητές μου στο πολυτεχνείο. Την πρώτη μου χρονιά είχα μια τάξη μαθητών εκ των οποίων σήμερα οι 12 από αυτούς είναι καθηγητές στην Αμερική, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Τι λέει αυτό; Λέει τι επεδίωκαν τα παιδιά τότε, σήμερα δεν μπορούν να μπουν καν στο μεταπτυχιακό τμήμα του Μ.Ι.Τ. για σπουδές. Μας έχουν ξεπεράσει οι Τούρκοι. Αυτό που έβλεπα παλιά στα δικά μας παιδιά, να μασάνε σίδερα, το βλέπω σήμερα στους Τούρκους. Τα βλέπω και τα θαυμάζω αυτά τα παιδιά, μου θυμίζουν τα παιδιά που έβλεπα τα περασμένα χρόνια που ερχόντουσαν από την Ελλάδα. Αυτοί έχουν το νεύρο, την λαχτάρα, την δίψα, το πάθος. Τα παιδιά τα δικά μας δεν έχουν την δύναμη να τους τραβάει προς τα εμπρός.
Θα θέλατε να μας διηγηθείτε την πιο ευχάριστη και την πιο δυσάρεστη εμπειρία που έχετε ζήσει κατά την διάρκεια της καριέρας σας;
Δεν νομίζω πως υπάρχει μια που να υπερκαλύπτει όλες τις άλλες. Υπάρχει μεγάλη σειρά από ευχάριστες εμπειρίες. Όταν εξελέγη στην ακαδημαϊκή κοινότητα ήταν κάτι που με συγκίνησε φοβερά. Η πιο δυσάρεστη ήταν όταν έχασα την πεθερά μου, σε νεαρή ηλικία από καρκίνο, με αγάπαγε πολύ. Μια άλλη ευχάριστη στιγμή ήταν όταν παραβρέθηκα στην γέννηση της κόρης μου και ο γιατρός μου έδωσε το ψαλίδι για να κόψω τον ομφάλιο λώρο. Όταν την πήρε η γυναίκα μου στην αγκαλιά της μου είπε: έχεις πεντάμορφη κόρη, της είπα έχει γαλανά μάτια; Γιατί περίμενα να έχει γαλανά σαν και εμένα, για την ώρα μου λέει ναι αργότερα δεν ξέρω αν θα αλλάξουν. Παρέμειναν γαλανά και πανέμορφα και όποιος την δει μένει άναυδος από τα μπλε μεγάλα μάτια της.

Κύριε καθηγητά εκ μέρους της Λογοτεχνικής Ομάδας σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που ανοίξατε την καρδιά σας, ήταν για εμάς συγκλονιστικά αυτά που μας είπατε και πιστέψτε μας ήμαστε υπερήφανοι που ήσαστε Έλληνας. Σας ευχόμαστε καλό ταξίδι επιστροφής και ελπίζουμε στο μέλλον να σας ξανασυναντήσουμε.

Ευχαριστώ παιδιά για την ευκαιρία που μου δώσατε να σας συναντήσω και να συζητήσουμε όλα αυτά που έχετε στο μυαλό σας και όπως έλεγα και στον Σπύρο θεωρώ αυτό που έχετε ξεκινήσει με την ιστοσελίδα κάτι πολύ εξαιρετικό και ελπίζω να την εμπλουτίζετε και να την επεκτείνετε. Να την φέρνετε στην γνώση όλο και πιο πολλών ανθρώπων γιατί αλήθεια είναι ένα διαμαντάκι.
Κύριε Γιώργο σας ευχαριστώ και είμαι σίγουρος πως κάπου εδώ ανάμεσα μας ήταν και η μεγάλη απούσα, η μητέρα σας. Αν μπορούσαμε να την δούμε θα βλέπαμε να έχει ένα πλατύ χαμόγελο για αυτή την συνάντηση.
Σπύρο είμαι και εγώ σίγουρος πως ήταν κάπου εδώ, τέτοιες ευκαιρίες δεν τις άφηνε να πάνε χαμένες.
Φίλες και φίλοι σήμερα ο κ. καθηγητής Γιώργος Στεφανόπουλος μας άνοιξε την καρδιά του, τον ευχαριστούμε και εμείς από καρδιάς και ειδικότερα εγώ ευχαριστώ και την κ. Ελισάβετ. Ευτυχώς που υπάρχουν αυτοί οι Έλληνες και μας κάνουν υπερήφανους.
Υ.Γ. Αξίζει τον κόπο να κυνηγάει κανείς όνειρα άσχετα αν κάποια από αυτά παραμείνουν άπιαστα.
Στην συνέντευξη παραβρέθηκαν οι: Έφη, Μίνα, Δήμητρα, Ηρώ, Δέσποινα, Βασιλική, Παναγιώτης και ο Mr. Pepos

9.5.11

Ποίηση ενός Γοργογυραίου, του Ηλία Στεργιόπουλου.

Ηλίας Στεργιόπουλος, συγγραφέας, ποιητής, άνθρωπος. Φίλες και φίλοι πιο παλιά όταν σας παρουσιάσαμε το καταπληκτικό βιβλίο του Ηλία Στεργιόπουλου “Πετρώνουν τα δάκρυά μας;” σας είχαμε υποσχεθεί πως προσεχώς θα σας παρουσιάσουμε και ποιήματά του. Σας παρουσιάζουμε σήμερα μερικά και ελπίζουμε να ταξιδέψετε και εσείς σε όμορφες, πονετικές εικόνες όπως τις έπλασε ο ποιητής.
Ηλία σ’ ευχαριστούμε!
Θάλασσα

Αχ, βρε θάλασσα πλατιά!
Μιλάς πολύ σιγά, αχνά, κρυφά
εγώ να σ’ αγναντεύω, σ’ ακρομένουμαι βουβά
απ’ τη μεριά του κάμπου να νιώθω τη μαγεία.
Μίλα μου λίγο δυνατά,
μίλα μου πιο πονετικά, κρίνε μου.
Δεν ξέρω την καρδιά σου.
κι έχεις πολλές, μου λένε.
Εσύ, την ξέρεις τη δικιά μου;

Δώσ’ μου σταλιές απ’ το αλμυρό σου δάκρυ,
στεγνώσανε τα μάτια μου,
και κλαίει μόνο η καρδιά μου.
Δώσε μου ακόμα μια καρδιά με την απλοχεριά σου
κι ας κλαίει δίχως δάκρυ.

Στην αγκαλιά σου ακόμα δε θα καταφύγω,
δε θα εισδύσω στα άδυτά σου,
δεν είμαι ένα απ’ τα παιδιά σου.
Πρέπει ακόμα εδώ να ζήσω
εδώ που’ ναι η μεριά του κάμπου
που έχει πάντα φως-
δεν μου ταιριάζει όμως το γλυκό του δάκρυ.

Αχ, βρε θάλασσα πλατιά!
Μην με πλανέψεις.
Αν με λυπάσαι, δώσ’ μου μια καρδιά,
να’ χω το αλμυρό σου δάκρυ έστω-
χάρη θα στο χρωστώ.
Κι ίσως κάποτε να’ ρθω να σε βρω,
για να ξοφλήσω τη χάρη.

Έχει ο κόσμος και καλούς! Αυτούς δεν τους φοβάμαι! 
αυτοί δεν ξέρουν να μισούν, αγαπούν μόνο- 
ακόμα και στα άδυτά σου. 
Αν μου δώσεις την καρδιά τους,
Θα επιστρέψουν στη ζωή και πάλι θα πονούν
μαζί με τους δικούς μου πόνους.

Αυτό δε θέλω να συμβεί, 
μα οι κακοί πληθαίνουν
και θα σου πουν, «πάρε την καρδιά μου»,
ώστε να βγουν απ’ τ’ άδυτά σου. Πονώ, 
αλλά αρνούμαι το κακό που θα’ χουν 
να μου δώσουν. Μπορεί να σε πλανέψουν. 

Αχ, βρε θάλασσα! Οι κακοί μυριάδες
θα βγουν από τα άδυτά σου να κλέψουν 
το φιλότιμο και τη συμπόνια, ακόμα και 
να σε πλανέψουν με τη μάσκα τους.
Ποιος θέλει όμως το μίσος τους να σπείρουν;

Αχ, βρε θάλασσα πλατιά!
Παζάρια μην μου κάνεις.
Αν γίνω κτήμα σου,
πολλά μυστικά θα σου προσφέρω,
τρέμω και τη δική σου απλοχεριά.
Με πρόδωσαν στη ζωή κάποιοι καλοθελητές
πολλούς από δαύτους έχεις στα σπλάχνα σου.
Μην ξεστομίσεις μυστικά καλοκρυμμένα
άλλα πικρά, άλλα βαριά.
Μπορεί κι αθώους να σκοτώσουν.

Αχ, βρε θάλασσα πλατιά!
Συναλλαγή δεν κάνω,
θα προσανατολιστώ προς τη μεριά του κάμπου,
δεν θα εισδύσω στ’ άδυτά σου
κι ας κλαίει μόνη η καρδιά μου.
Με το δισάκι μου αγκαλιά, 
γεμάτο πόνους, μυστικά
κάποτε θα γείρω να ξαπλώσω 
στη βαθιά κοίτη του κάμπου,
εκεί πέρα να ξενοιάσω.
Ο τοίχος 

Μόνος ήθελα να περνώ πότε μέρα πότε
νύχτα έξω απ’ το καμένο σπίτι,
να κοιτώ με το μυαλό,
να στοχαστώ, να μη μιλώ,
ν’ αναπολώ.
Τι έγινε κάποτε εδώ;

Να ένας τοίχος πέτρινος που έμεινε ορθός
κι εγώ τον κοιτώ και μένω σιωπηλός˙
κι αυτός, πότε αγριωπός, πότε πονεμένος,
να φύγει ήθελε από κει. 
Κι από τα σωθικά του έβγαινε καημός.

Κάποιες φορές επήγαινα κοντά του,
χάιδευα με το χέρι μου το κρύο, πέτρινο κορμί του.
- Πάρε με, μου λέει.

- Πώς να σε σηκώσω; 
Δεν βλέπεις την καμπουριασμένη μου ψυχή;
Μόνο μ’ αυτή μπορούσα να σε κουβαλήσω μαζί μου.

Τότε μου έβαλε στη μία χούφτα μου
ένα κομμάτι πέτρας από το κορμί του.
Μου το’ κλεισε. Μου το’ σφιξε.
- Πονάω, είπα.

- Θέλω να πονέσεις, 
γιατί κι εσύ με πόνεσες,
ράγισες το πέτρινο κορμί μου
και για να μπορέσεις, φεύγοντας, να ρίξεις
την πέτρα πίσω σου.

- Γιατί πονάς και δεν μπορώ˙
έχω το δικό μου πόνο. Δεν έριξα
την πέτρα πίσω μου ποτέ να μη γυρίσω.
Την έχω, την κρατώ. Μαζί μου
θα την διατηρώ φυλαχτό μου ακριβό.

Δε μου φταίει ο τόπος, το χωριό,
αυτό το πονεμένο κι άτυχο Γοργογύρι.
Βρέθηκε στο μάτι του πιο άγριου κυκλώνα.




Του χρόνου δε θα’ μαστε μαζί



Κράτα πριν το ταξίδι μου το μακρινό,
πάρε δυο λόγια απ’ το τραγούδι μου,
βάλε δυο λόγια κι απ’ το δικό σου τραγούδι.

Πάρε απ’ το λαιμό μου τη φλέβα
που πάλλεται για σένα.
Θα’ χεις ζεστασιά απ’ τους σφυγμούς μου.

Κράτα το άλλοτε ερωτικό βλέμμα μου,
για ν’ ανταμώσει με τα μάτια σου.
Θα χαίρομαι να μου μιλάς
κι εγώ να σ’ ακούω συνεχώς…

Μου έλεγες και μου έγραφες όμορφα λόγια,
ερωτικά τα τελευταία χρόνια μας.
Είχες αγκαλιά τη στοργή, αγκάλιαζες
όμως κι εμένα. Στο προσκεφάλι μου’ βρεχες 
συχνά το χέρι. Εσύ κοιμόσουν
κι έτρεχε ζωντανό το δάκρυ σου,
πικρό και ζεστό- μακριά μου ο εφιάλτης πια.

Μου φώναζες στον ύπνο σου: «γιατί», «γιατί».
Άλλες φορές: «μη» και «μαζί, μαζί».
Τίποτα δε θυμόσουν το πρωί.
Το ξημέρωμα δε σ’ έσκιαζε, οι νύχτες μόνο
σε βασάνιζαν. Το βλέμμα σου στις γρίλιες.

Όταν θάμπιζε το φως, μ’ ένα χαμόγελο 
καλωσόριζες την καινούρια μέρα.

Μου’ δινες δύναμη να κρατηθώ.

«Μπορώ ν’ αναστηθώ. Δε λιποψυχώ.
Ήσουν δίπλα μου˙ αυτό το έχω φυλαχτό,
δεν το ξεχνώ. Τώρα όμως, καλέ μου, 
χρυσαυγέ μου, νιώθω ότι κρυώνω κι ας είναι
Αλωνάρης μήνας. Αποφεύγω όμως να το παραδεχτώ.

Αλλά εσύ το βλέπεις και σήμερα, 
του Προφήτη Ηλία. Έλα, έλα να σε φιλήσω! 
Χρόνια πολλά για 
τη γιορτή σου. Του χρόνου
δε θα’ μαι πια μαζί σου.
Να συνεχίσεις τη ζωή».

"Μαζί θα είμαστε. Μαζί.
Το στόμα μου ακουμπώ στο λαιμό σου,
η φλέβα σου πάλλεται στα χείλη μου.
Σου εκφράζω δύο λόγια απ’ το τραγούδι μου.

Στύλωσα πάνω στο βλέμμα σου το δικό μου 
επίμονα κι όταν θα πλημμυρίζει φως, θα 
ενώνεται με το δικό σου φως που
μου προσφέρει τη ζωή. Φως από τη μέρα σου,
μ’ όλους τους ήλιους αγκαλιά.

Θυμάσαι; Τους έδινες απλόχερα σε μένα,
ώσπου σιγά σιγά έχανες το φως, τη ζεστασιά
μες στην καυτή τη μέρα.
Μάθανε τα μάτια σου να με κοιτούν, να μου 
μιλούν, να αγαπούν, να μην ξεχνούν.
Σ’ αυτό το ταξίδι μαζί θα
νοσταλγούμε με το βλέμμα σου.

Θυμήσου πως ακούσαμε την πρώτη ερωτική
φωνή σου. Ερωτευτήκαμε, οργώσαμε
τη γη, στήσαμε το πρώτο σπιτικό μας μαζί.
Μαζί αφουγκραζόμασταν το πρώτο μας παιδί,
της κόρης τους παλμούς. Υποδεχτήκαμε και 
το πικρό φεγγάρι. Μαζί τρομοκρατήσαμε την
παγανιά του Χάροντα κι έχασε το δρεπάνι.

Στον ύπνο μου θα καρτερώ.
Μαζί θα κάνουμ’ όνειρα, ώστε να κρατηθώ.
Μαζί θα λέμε «νύχτωσε κι αύριο θα χιονίσει».

Μαζί το βλέμμα μας στον ουρανό με
στόμα ανοιχτό, γεμάτο απ’ τις νιφάδες του
χιονιά. Μαζί θα αφηγούμαστε τα βραδινά μας
όνειρα. Μαζί στο ταβερνιό- 
απέναντί μου εσύ.

Μαζί στο μαξιλάρι σου, το χέρι μου εκεί.
Θα προχωρήσω στη ζωή.
Μαζί σ’ ανάσες δύσκολες, στους εφιάλτες
της μέρας και της νύχτας.

Αλλά όταν θα’ ρθω να σε βρω, εκεί
δε θα’ μαστε μαζί.

Μάλωσα μ’ Εκείνον.
Δε θέλω τη συγχώρεση. Σε πόνεσε εδώ.
Μαζί…Μαζί…Μαζί…"




Με κύματα τα βράχια



Οι ουρανοί πλαντάξανε. Σύραν μαζί τ’ αστέρια.
Μια καγκελόπορτα γυρίζει σα βεντάλια.
Ξεκούρδιστα γραμμόφωνα θρηνούν
της Κυριακής τη συννεφιά και οι φραγκοσυκιές
με τους χαλύβδινους καρπούς 
κάνουνε θρύψαλα τα βράχια.

Τι έγινε; Γιατί;
Αλλάξανε οι σχηματισμοί;
Τα μνήματα βουλιάξανε στο χώμα και οι
χαράδρες φτάσανε στης θάλασσας τον Άδη.
Δίχως νερό τσαλαβουτούν τα ψάρια 
κι άλλα υδρόβια. Αέρηδες, ατμός 
εξαϋλώνονται πολλά, ίσια 
στο στερέωμα, πάνε να βρουν τ’ αστέρια.

Πού είναι οι άνθρωποι; Πού λουφάζουν;

Πουλιά πετούν χωρίς φτερά, ίσκιος κύκλωσε
το τόξο του ήλιου, πυκνός καπνός, πνιγηρός. 
Χωρίς φεγγάρια οι νυχτιές 
μήτε κι αστέρια οι ουρανοί. Η πούλια 
κι ο αυγερινός πλαντάξανε 
στο κλάμα. Ποτάμια δάκρυα χύνουνε 
να σβήσουνε τη λάβα. Ο Ήφαιστος λωλάθηκε, 
τη σφύρα του μασάει. Την τρίαινά του
κάρφωσε στην καρδιά ο Ποσειδώνας και το
συμβούλιο που κάλεσε δεν είχε απαρτία.

Μόλις ο γκιώνης μίλησε, κανείς δεν τον ακούει.
Δεν έχει κάπου να σταθεί, τα άκρα του 
λειωμένα, τον ψάχνει η γριά μοίρα του 
που ήξερε τους λόγους.
Τα λέγανε, «πού και πώς», όμως 
οι άνθρωποι κουκιά αλλού εσπέρνανε, ήταν
αργά, για να προλάβουνε τέτοια συμβάντα.

Τα δάση φλέγονται, μεμιάς αντάρα στάχτη
γίνονται, κατρακυλούν στ’ άδεια ποτάμια.

Μαγκανοπήγαδα ψάχνουν νερό και
φέρνουνε τα ερυθρά μαντάτα.

Πονά! Πονά! Η παντογέννα όμως σφίγγει
τη μήτρα της να μη χαθεί το τελευταίο
κύτταρο και νεκρωθεί για πάντα. 

Οι πάγοι με περιτύλιγμα ατσαλιού, βουνά
ισοπεδώνουνε στο διάβα τους, εκτάσεις. Στα έγκατα
της γης πιστοί φρουροί θα μείνουν. Μες στον 
πυρήνα τους πήραν σημάδια ζωής.

Θα περιμένουν την εντολή του Σύμπαντος να 
ξαναφυτρώσουν φοίνικες, αμυγδαλιές και κρίνα.

Δεν ήρθε το ξημέρωμα, 
δεν έρχεται η νύχτα.
Τα μεταλλικά πουλιά ανήμπορα καταγής, 
ακίνητα από την έλλειψη αέρα. 
Αλλού ακούγονται βροντές, αλλού 
φωνές ανήκουστες. Ξεκούμπωτοι γυρνούν 
και οι συρμοί των τρένων, στεφάνια
από τις ράγες τους σε διαδρομή ακαθόριστη.

Οι αφεντάδες κρύφτηκαν κάτω απ’ 
τ’ αρχοντικά της γης εσαεί πια. 
Ο χειμώνας κύλησε στο άγνωστο μαζί με 
τα ποτάμια. Εξαϋλώνονται νερά, 
πτηνά και άνθρωποι αντάμα.

Οι βάρκες φέρετρα φτηνά, πλημμυρίζουν από
καυτά κοράλλια κι ο βαρκάρης 
άφαντος μαζί με τα κουπιά του. Οι άγκυρες
καραβοκύρηδες πετούν ψηλά, 
σέρνουν και τ’ άρμενα μαζί τους. 
Ένα καράβι μπάρκαρε
να πάρει επιβάτες. Όμως τα διαβατήρια 
χάσανε, δεν ξέρουν τ’ όνομά τους. 
Πολλοί ανεπιθύμητοι, άλλοι δε δέχονται 
να πλεύσουν σε θάλασσα χωρίς
νερό, με κύματα τα βράχια- μάταια τάζουν 
παράδες, οικόπεδα, ακόμα και πετρέλαια.

Το νου τους χάσαν οι φτωχοί,
Σταυροκοπιούνται μες στην πηχτή αντάρα, δεν
ξέρουν πού έκαναν κακό. Εκεί, στο πλάνταγμα του
ουρανού όλοι στοιβάζονται να μπουν. 
Πιο κάτω υπάρχει γάργαρο νερό
να ξεδιψούν, να πλύνουν τις πληγές τους.

Έτσι τους λέγανε εδώ της γης οι λαοπλάνοι.
Όμως σαν φτάσουνε στο πλάνταγμα του
ουρανού, δε θα’ χει κανείς τη χάρη. Θα’ ναι
δεκτοί κι οι αμαρτωλοί. 

Θα βγουν από το άνοιγμα 
του αιθέρα, θα’ χουν ταχύτητα φωτός.
Μισοκαμμένοι και νεκροί θα σεργιανούν στο άπειρο.




Το νυχτοπούλι



Θαμπό το ραγισμένο τζάμι.
Θαμπό το φως στη μουχλιασμένη κάμαρα. Το νυχτοπούλι
ψάχνει στα έσω του τζαμιού να διακρίνει
τη μοναχοκόρη που θρηνεί την ώρα που γεννήθηκε 
και εύχεται η άλλη ώρα να μην αργήσει να’ ρθει. 

Μισοστριφογυρνά στο στουπιασμένο στρώμα,
τραγότσιλο το σκέπασμα, δεν την ενοχλεί στα πόδια. 
Πόσο θα ήθελε σαν τότε να νιώθει τ’ αγκυλώματα!

Αχ, και πόσο θα’ θελε να γυρίσει εκείνη η ώρα, που η μάνα της 
της σκέπαζε τα γόνατα στο μαλακό της μισοφόρι,
νανούριζε την κόρη και περνούσε η ατέλειωτη, παγωμένη νύχτα.
Η μάνα της πήρε το μισοφόρι κι έφυγε.
Έμεινε η κόρη μοναχή στη μουχλιασμένη κάμαρα, 
να προσπαθεί κι απόψε να βγει απ’ το κορμί της.
Θέλει να τρέξει, ν’ ανεβεί στην κερασιά μαζί με τον καλό της 
κι ανάμεσα στις φυλλωσιές να πίνουν το χυμό τους.

Και προσπαθεί και προσπαθεί. Ασάλευτη. 
Το νυχτοπούλι χώνει το ράμφος του στο ραγισμένο τζάμι . 
Ανησυχεί. Γιατί η κόρη απόψε αργεί να φορέσει τα καλά της;

H κερασιά αφύλλωτη την κόρη αφουγκράζεται να’ ρθει. 
θ’ ανοίξει τα φύλλα της καρδιάς της να σκεπάσει την κόρη με τον αγαπημένο της.
Το νυχτοπούλι ακίνητο. Κοιτά την κόρη που προσπαθεί να σηκωθεί, 
να βγει απ’ το ραγισμένο τζάμι.
Με τα φτερά του ανοιχτά μαζί της θα πετάξει.

Ξάφνου στην κάμαρα το σφύριγμα του τρένου δυνατό! 
Σπάει και το ραγισμένο τζάμι! Το νυχτοπούλι από ένστικτο 
πετά και κάθεται στον ώμο της αλαφιασμένης κόρης.

Το τρένο σέρνονταν στις ράγες. Πήρε τη μάνα της και 
τον Κοσμά μαζί του. Τα πόδια της άφαντα κι έμεινε με το μισό 
κορμί της, ανάπηρη! Η Δάφνη αγκαλιάζει, σφίγγει το νυχτοπούλι 
και ξεψυχά κι αυτό μαζί της.




Σιμά μας...



Το φως σιμά μας πέρασε κι άφησε απλόχερα τη θέρμη του 
σε σένα. Σου κουβέντιασε, σ’ αγκάλιασε,
έθρεψε την ψυχή σου.
Όμως μην ξεχαστείς στα ταξίδια του νου, θα φύγει 
η ζεστασιά απ’ την καρδιά σου και το φως, αλάργα θα διαβεί 
να ζεστάνει άλλες καρδιές.

Ίσως χαθεί για πολλούς χρόνους. Ώσπου θα θυμηθεί που 
με το φως του ζέστανες μόνο το νου κι άφησες 
απ’ έξω στο αγιάζι την καρδιά σου...

Το ίδιο φως δεχτήκαμε μαζί και περπατήσαμε
σ’ ακρογιαλιές και στου βουνού τη χάρη. Ανέβηκες
στους πρόποδες του φεγγαριού και στου 
Θερμαϊκού τα κάλλη!

Τα φυσικά στολίδια σ’ αγκάλιαζαν, σε πίστεψαν από καρδιάς. 
Όμως μην ξεχαστείς στα ταξίδια του νου. Το φως αλάργα 
θα διαβεί, θα κάνει χρόνους να φανεί και συ στους πρόποδες 
του φεγγαριού δεν θα’ χεις κάπου να σταθείς. 
Θα χάσεις την καρδιά σου .

Το ίδιο φως δε ζέστανε θαρρώ
τα σωθικά μου, ίσως απάλυνε τον πονεμένο, 
τον ταραγμένο νου• είναι απέραντη η παγωνιά μου.

Μαζί με σένα και το φως φτάσαμε 
στους πρόποδες του φεγγαριού• μου 
ζεστάνατε το νου, την ψυχή
και τα σωθικά μου. Όμως η λάμψη του ήταν αχνή. 

Δε φταις εσύ, ούτε το φως. Άλλα μου έσκαψαν 
την καρδιά, από την κούνια μου κληρονομιά!
Το φως, προσπέρασε, με κοίταξε, μου χαμογέλασε
Πονετικά. Δεν είχε λόγια να μου πει, ξέρει ακόμα την πληγή.




Τραλαλούν τον «Άγιο το Χριστό»



Χωρίς φτερά θα σηκωθώ. Δώσε μου το χέρι σου να κρατηθώ, 
δε θέλω ν’ αποκάμω στο ίσιωμα του κάμπου. 
Πρέπει να σύρω το σταυρό εκεί που με προστάζουν.
Πες το κι συ, περαστικέ, στον «Άγιο σου» και στο «Χριστό» 
λίγη πνοή να δώσουν εδώ στους άσπιλους να κρατηθούν. 

Ούτε τον «Άγιο» τους μπορώ ούτε τον θέλω το «δικό τους το Χριστό».
Κι αυτοί δε θέλουν να με ξέρουν, ούτε ζητώ τη χάρη τους, γιατί θα μολυνθώ.
Θα προτιμήσω το σταυρό.
Οι δυνάστες της γης περνούν, βλέπουν και φεύγουν 
τις ικεσίες των βασανισμένων λαών τις βαφτίζουν υστερίες, 
αντικρίζουν τον πόνο και γελούν. Δεν κατανοούν πως δάκρια και πόνοι 
σμίξανε στο δύσβατο του δρόμου;

Αγκομαχώ, μα θα τον σύρω το σταυρό στο ύψωμα που οριοθετούν.
Μόνος μου θα καρφωθώ, μόνος μου θα πιω χολή, αντί νερό.
Μα ρωτήστε, σας παρακαλώ, ποιοι μας φόρτωσαν το σταυρό;

Πού είναι αυτοί; Πού κρύβονται; 
Κανείς τους δε θα σύρει έστω ένα σταυρό στο ίσιωμα του κάμπου.
Με τη χαρά φιλιώσανε και με τον «Άγιο τους» και το «Χριστό» τους 
προσπερνούν χωρίς ν’ αφουγκρασθούν,
χωρίς να δούνε το βλαστό που κρέμεται στο αποξηραμένο στήθος.

Στο άδικο μυριάδες οι σταυροί, ως και ανάποδα χωμένοι μες στο χώμα.
Καταβολάδες γίνανε, υπόγειες στοές πνιγμένες στο αίμα 
κατατρεγμένων άδικα, λεπρών στιγματισμένων, φθισικών.
Κλώνοι αμέτρητοι, μανάδες με αποξηραμένα στήθη.
Το έλεος εκλιπαρούν, χωρίς νερό πως θα το πιουν;

Δίνουν και παίρνουν οι αστραπές στον καθάριο ουρανό.
Κουλοί, τυφλοί σέρνουν σταυρούς,
βροχή από μέταλλο ποτίζει τα βουνά και τα λαγκάδια.
Λίγο πιο δω, λίγο πιο κει καρπίζουν λεμονιές, δροσίζουν τα 
λαρύγγια των ισχυρών που τραλαλούν τον «Άγιο το Χριστό»! 

Οι κλώνοι τους τρέφονται πνιγμένοι μες στο γάλα! 
Λέοντες με σάρκες πλαδαρές, πολλοί μαζί κι αντάμα 
ξαναδονούν τις σάρκες τους. Θεές πέφτουν χωρίς τα πανωφόρια τους 
και είναι τα στήθη τους στητά χωρίς 
οι κλώνοι τους να νιώσουν για μια φορά τη ρόγα . 

Οι ισχυροί γελούν, πατούν δικαίους και προσπερνούν,
λίγο πιο δω, λίγο πιο κει που’ ναι καθάριος ουρανός. 
Ξανά βροχή από μέταλλο τρυπά το απλωμένο χέρι του βλαστού 
και του σκελετωμένου γέροντα,
που ψάχνει την υπόγεια στοά του να κρυφτεί.

Μα ο σταυρός στην πόρτα δε χωρά!
Το αποξηραμένο στήθος έτσι γεννήθηκε,
έτσι θα χαθεί. Δεν είναι ράτσα αυτή,
δε θα μπορέσει ούτε ο βλαστός της τη ρόγα της να τη χαρεί. 
Το γάλα της στυφό και μολυσμένο!

Δε νοιάζονται, δε σκιάζονται. Επικαλούνται δήθεν 
τον «Άγιο το Χριστό». Το έργο τους θαρρούν πως έχει ανθρωπισμό. 
Ξανά παραπέρα τη γη θα ξαναματώσουν. Πασχίζουν 
το χώμα ο ήλιος να το δει, πριν ο σποριάς το οργώσει,
για να καρπίσουν οι σταυροί αγκαθερούς βλαστούς.
Αλλού ο ήλιος θα’ ναι καυτερός, αλλού η νύχτα μέρα, αλλού 
βροχές μεταλλικές με τον καθάριο ουρανό ν’ αστράφτει, να βροντά. 

Αλλού ανάκατες κραυγές τρυπούν τη γη, βαθιά τραβούν 
ευθείες κάθετες. Θέλουν στα σπλάχνα της να μπουν 
και οι μεταλλικές βροχές δεν πρέπει να στερέψουν 
δε θα μπορούν τη γη να την τρυπούν. Το χώμα θα πετρώσει. 
Αντιμιλούν, παραληρούν. 

Σαν τη Βαβυλωνία απέραντη ο πύργος τους 
θα καταρρεύσει. Άσπιλοι, γέροντες και φθισικοί θ’ αναστηθούν 
οι κλώνοι τους θ’ ανταμωθούν με τον αληθινό Θεό.

Ο ήλιος θα καρπίσει το χώμα κι ο ζευγάς το σπόρο του 
με τον Χριστό του οδηγό δικαίως θ’ απολαύει. 
Θα’ ρθει βροχή με γάργαρο νερό. Οι κλώνοι πάλι θα βλαστήσουν και 
το βυζί της μάνας τους δεν θα’ ναι πια στυφό.
Τότε εκείνοι πάλι θα σταυρώσουν το Χριστό;

19.4.11

Καλό σου ταξίδι Νίκο Παπάζογλου, σ' ευχαριστούμε.

Αύγουστος

Μα γιατί το τραγούδι να 'ναι λυπητερό
με μιας θαρρείς κι απ' την καρδιά μου ξέκοψε
κι αυτή τη στιγμή που πλημμυρίζω χαρά
ανέβηκε ως τα χείλη μου και με 'πνιξε
φυλάξου για το τέλος θα μου πεις

Σ' αγαπάω μα δεν έχω μιλιά να στο πω
κι αυτό είναι ένας καημός αβάσταχτος
λιώνω στον πόνο γιατί νιώθω κι εγώ
ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος
κουράγιο θα περάσει θα μου πεις

Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό

Σε ποιαν έκσταση απάνω σε χορό μαγικό
μπορεί ένα τέτοιο πλάσμα να γεννήθηκε
από ποιο μακρινό αστέρι είναι το φως
που μες τα δυο της μάτια πήγε κρύφτηκε
κι εγώ ο τυχερός που το 'χει δει

Μες το βλέμμα της ένας τόσο δα ουρανός
αστράφτει συννεφιάζει αναδιπλώνεται
μα σαν πέφτει η νύχτα πλημμυρίζει με φως
φεγγάρι αυγουστιάτικο υψώνεται
και φέγγει από μέσα η φυλακή

Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράχτης έλουζε
καθώς έσκυβε πάνω μου χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό
Νίκος Παπάζογλου (1948-2011)