Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

25.2.17

Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης: συνέντευξη στη Βερονίκη Δαλακούρα

Κύριε Ιωαννίδη, ζείτε και εργάζεστε πολλά χρόνια στην Αμερική. Η ιατρική ως επιστήμη σάς κέρδισε, ενώ παράλληλα η αγάπη και η αφοσίωσή σας στην ποίηση μας έδωσε τα τελευταία χρόνια δύο σημαντικά όσο και «ιδιαίτερα», ως προς το περιεχόμενό τους, βιβλία: την Τοκάτα για την κόρη με το καμένο πρόσωπο (Κέδρος, 2012) και τις Παραλλαγές πάνω στην τέχνη της φυγής και ένα απονενοημένο ριτσερκάρ (Κέδρος, 2014). Πιστεύετε ότι η επιστήμη μπορεί να μετουσιωθεί σε τέχνη; Ποια είναι τα όρια ανάμεσά τους;

Βλέπω την επιστήμη και την τέχνη σαν δυο συμπληρωματικές μεθόδους. Προσωπικά θα ένιωθα πολύ φτωχός αν έπρεπε να στερηθώ κάποια από τις δύο. Η επιστήμη στηρίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα και λογική τεκμηρίωση, ενώ η τέχνη αναδύει υποκειμενισμό και αισθητική τεκμηρίωση. Έχουν λοιπόν διαχωριστικά όρια, αλλά δεν αντιμάχονται. Μάλιστα, τόσο η καλή επιστήμη όσο και η καλή τέχνη έχουν τον κοινό παρονομαστή ότι ενδιαφέρονται για την υψηλή ποιότητα και δεν συμβιβάζονται διόλου ως προς αυτό το αίτημα. Και οι δύο αποτελούν ένα κυνήγι δυνάμει απόλυτης αλήθειας που γίνεται με περιορισμένα, ανθρώπινα μέσα. Τα έργα μου δεν είναι αυτοβιογραφικά memoirs, αλλά όλοι αναπόφευκτα χρησιμοποιούμε προσωπικές εμπειρίες στο εργαστήρι μας. Κινούμενος στον χώρο της έρευνας, της ιατρικής και της επιστήμης, θα ήταν αδύνατο να απαρνηθώ αυτά τα βιώματα. Για παράδειγμα, μεταλλαγμένες ιατρικές εμπειρίες επανέρχονται συχνά στα κείμενά μου, είτε πρόκειται για τον εφημερεύοντα αφηγητή στο Ξένο Ημερολόγιο (Παραλλαγή 5), είτε πρόκειται για τον αφηγητή σε πολλά αποσπάσματα της Τοκάτας, που γίνεται μάρτυρας της αδυναμίας της ιατρικής μπροστά στην αρρώστια και τον θάνατο. Τόσο ο ιατρός όσο και ο ερευνητής όσο και ο ποιητής προσπαθούν τελικά να διασώσουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου – κάτι διόλου εύκολο ομολογουμένως. Στις Παραλλαγές πάνω στην τέχνη της φυγής και ένα απονενοημένο ριτσερκάρ, οι (εξ)ερευνητές παντός είδους βρίσκονται διαρκώς στο κέντρο της σκηνής. Για παράδειγμα, το ριτσερκάρ είναι ως γνωστόν μουσική σύνθεση, συμπληρωματική της φυγής (φούγκας). Οι Παραλλαγές μιλούν για τη φυγή και την (εξ)ερεύνηση που ίσως οδηγήσει στην επιστροφή, αλλά μπορεί να οδηγήσει και στην καταστροφή. Η ρίζα του ricercar είναι η λέξη ricerca, η ίδια λέξη που σημαίνει έρευνα. Το βιβλίο λοιπόν απευθύνεται σε ανθρώπους που αναζητούν –είτε στον φυσικό κόσμο είτε στον εαυτό τους– και δεν μένουν ικανοποιημένοι μέχρι να βρουν αυτό που αναζητούν, «οπότε χάνονται για τα καλά», όπως παραδέχεται η Παραλλαγή 164. Αυτοί οι εξερευνητές συνήθως βρίσκονται σε κατάσταση διαρκούς φυγής, εξορίας, αυτοεξορίας. Ίσως λοιπόν δεν είναι παράξενο που η Παραλλαγή 38Α περιέχει επίσης συστηματικά στατιστικά δεδομένα για τους 336 Έλληνες επιστήμονες με τη μεγαλύτερη απήχηση στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, στη μεγάλη πλειοψηφία τους αυτοεξόριστοι από την Ελλάδα. Ο κατάλογος (10 σελίδες ενός πυκνού αρχείου Excel με δεδομένα από τη βάση Google Scholar και ηλεκτρονικές διευθύνσεις από το Διαδίκτυο) είναι αντίστοιχος θεματικά με τον κατάλογο των νηών στην Ιλιάδα, όπου εμφανίζονται όλοι οι Αχαιοί ήρωες μαζί με πόσα πλοία φέρνει ο καθένας στην Τροία ή με τον κατάλογο των βασιλόπουλων που συμμετέχουν στην γκιόστρα στον Ερωτόκριτο. Τον 21ο αιώνα θα ήταν ετεροχρονισμένο να μιλάει κανείς για Αχαιούς ήρωες με φάσγανα και βασιλόπουλα με κοντάρια. Οι σύγχρονοι ήρωες ίσως είναι εξόριστοι διωγμένοι (εξ)ερευνητές του κόσμου (επιστήμονες) και του εαυτού τους (διανοητές, συγγραφείς, απλοί άνθρωποι).
Τόσο ο ιατρός όσο και ο ερευνητής όσο και ο ποιητής προσπαθούν τελικά να διασώσουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου – κάτι διόλου εύκολο ομολογουμένως.
Μπαίνω στον πειρασμό να αναφερθώ στα προηγούμενα ποιητικά σας βιβλία, τα οποία με απασχολούν εδώ και καιρό. Το πρώτο, Ιφίνοος Ανύμενος, εκδόθηκε το 1989, το δεύτερο, Επάρνητος Φωτοθύτης την επόμενη χρονιά και Η κοίμηση της Ταξιδένιας το 1991. Το διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την Τοκάτα, ως χρόνος αντικειμενικός και υποκειμενικός, η επαγγελματική σας ενασχόληση, η απουσία σας από την πατρίδα, επέδρασαν καταλυτικά σε μια αισθητική αλλαγή πορείας. Έχω δίκιο;
Νομίζω ότι υπάρχει συνέχεια σε αυτά τα βιβλία, ακόμα και αν η ζωή μάς επιφέρει αναπόφευκτα ασυνέχειες που μας (εκ)παιδεύουν. Άρχισα να γράφω «ποίηση» όταν ήμουν οχτώ χρονών και είχα «έτοιμο» το πρώτο βιβλίο μου πολύ γρήγορα – ευτυχώς δεν το δημοσίευσα! Μετά ταλαιπώρησα πολύ τον εαυτό μου στην ποιητική γραφή στην εφηβεία μου για πάνω από μια δεκαετία διερχόμενος πολλαπλών μιμήσεων, μεταφράσεων και άλλων χαριεντισμών με πολλούς διάσημους ποιητές. Ευτυχώς και αυτές οι προπονήσεις παραμείνανε σε βαθιά συρτάρια. Όμως ο Ιφίνοος, ο Επάρνητος και η Κοίμηση της Ταξιδένιας που ακολούθησαν θεωρώ ότι είχαν πλέον λόγο υπάρξης έξω από το γυμναστήριο της ποιητικής και χαίρομαι που δημοσιεύτηκαν, ειδικά μάλιστα με τις υπέροχες λιθογραφίες του αείμνηστου δασκάλου μου, Βασίλη Χάρου, έστω και σε μικρό κύκλο. Αν και εμφανίστηκαν με αποστάσεις ετήσιες, στην πραγματικότητα με απασχόλησαν εντατικά έξι χρόνια, από το 1984 έως το 1990. Αποτελούν μια ενιαία τριλογία που την ονομάζω «Τριλογία της Αφαίας Ιφινόης» και δεν αποκλείω κάποια στιγμή να τα ξαναδημοσιεύσω ως ένα βιβλίο. Το 1990 είχα πλέον φύγει από την Ελλάδα, είχα αποφασίσει ότι θα συνεχίσω να γράφω με τις υψηλότερες δυνατές ποιοτικές απαιτήσεις από τον εαυτό μου. Το αυστηρό μνημόνιο που αυτοεπέβαλα ήταν ότι στην τέχνη θα έπρεπε να καταδυθώ και να μην επιτρέψω στο υποβρύχιο να αναδυθεί σε δημόσια θέα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Λατίνος ποιητής συμβουλεύει δέκα χρόνια, αλλά θεώρησα ότι έπρεπε να διπλασιάσω αυτό το προτεινόμενο διάστημα κατάδυσης και αναμονής. Με απωθούσε η μετριότητα, η επιδειξιομανία, ο συρφετός αλληλοχειροκροτητών. Αποφάσισα να ξανα-αναδυθώ στην τέχνη δημόσια, όταν πλέον όχι μόνο είχα ταξιδέψει αυτοεξόριστος επί δέκα χρόνια, αλλά και είχα επιστρέψει στην Ελλάδα και είχα ήδη ξεκάνει τους μνηστήρες (ή έστω με είχαν ξεκάνει εκείνοι) ζώντας άλλα δέκα χρόνια σε κατάσταση εσωτερικής εξορίας, και είχα ξαναφύγει (πάλι!) για το εξωτερικό. Όλα αυτά τα χρόνια δούλευα. Η Τοκάτα, οι Παραλλαγές και το Tractatusγια την έκτη φήμη(που έπεται στο μέλλον) αποτελούν συνέχεια της «Τριλογίας της Αφαίας Ιφινόης», ακόμα και αν μεσολαβούν ως ρήξεις αυτές οι αυτοεξορίες. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα παρακολουθήσει για παράδειγμα ότι η αφιέρωση της Κοίμησης («Στην Εύα, δεκαεννιά ετών νεκρή – και σε όσους φεύγουν μόνοι») επανέρχεται στο Απόσπασμα 11.35 της Τοκάτας. Ή θα παρατηρήσει ότι ο Αποχαιρετισμός με τον οποίο τελειώνει η Κοίμηση («Ο χαλκός της αυγής μου μέσα στα μεσάνυχτα του New Haven») συνδέεται με την Επιστροφή στο New Haven, με την οποία τελειώνουν εναγωνίως οι Παραλλαγές. Επίσης, θα παρατηρήσει ότι ήδη από τον Ιφίνοο με ενδιαφέρει η ολική αρχιτεκτονική της σύνθεσης – όχι μόνο ο ένας σημαδιακός στίχος ή το μικρό ποίημα (που φυσικά είναι πολύ σημαντικά εργαλεία), αλλά και η μεγαλύτερη, συνολική εικόνα και η γεωμετρία της κατασκευής της. Ή πάλι, η εναλλαγή μεικτών τεχνικών και διαφορετικών εκφραστικών μέσων ήδη εμφανίζεται στον Ιφίνοο με τις παρεμβολές των Αμειψιρρυσμιών και των Ημερολογίων. Η Ελεγεία για ένα χειμώνα σε ένα ανύπαρκτο νησί (το δεύτερο μέρος της Τοκάτας) γράφτηκε χρονικά αμέσως μετά την Κοίμηση και φαίνεται η αισθητική γειτνίαση των κειμένων, ακόμα και αν μεσολάβησε η επεξεργασία μιας εικοσαετίας. Φυσικά όμως και υπάρχει εξέλιξη και ενσωμάτωση νέων πειραματισμών. Για παράδειγμα, ο Κανόνας πάνω στο ύφος του Henry Purcell της Τοκάτας γράφτηκε αρχικά την ίδια περίπου εποχή με την Κοίμηση, αλλά υπέστη πολλαπλές ζηλωτικές αναδιαρθρώσεις μέσα στην επόμενη εικοσαετία, ώστε να αποτελέσει μια ολική σύνοψη αναφοράς (και την καρκινική αναστροφή της στο τέλος του βιβλίου) για ολόκληρη την Τοκάτα. Τα Αποσπάσματα (το τρίτο μέρος της Τοκάτας) ήταν αυτά που συνετρίβησαν περισσότερο ίσως από όλα μέσα σε αυτή την εικοσαετία, ελπίζω η συντριβή τους (αν όχι κονιορτοποίηση) να ήταν καλή. Η αρίθμησή τους σε κεφάλαια από 1 έως 27 δείχνει ότι αποτελούν τα απομεινάρια από 27 μικρά βιβλία, μερικά των οποίων εξαφανίστηκαν τελείως αφήνοντας πίσω μόνο κενές σελίδες, ενώ άλλα έχουν απομείνει σαν κορυφές-νησίδες σε ένα καταποντισμένο αρχιπέλαγος. Οι Παραλλαγές έχουν το πλεονέκτημα ότι έχουν γραφεί (και ξαναγραφεί), όταν πλέον είχα υποστεί ακόμα περισσότερα ποιητικά κατάγματα, έχοντας πλέον την εμπειρία χρήσης όλων των προηγούμενων τεχνικών και, ευτυχώς, είχα ακόμα τη διάθεση να πάθω ηλεκτροπληξίες και με καινούργιες τεχνικές.
Τα ποιήματά σας δεν είναι εύκολη δουλειά για τον αναγνώστη. Υπάρχουν κείμενα απλά και πηγαία, άλλα είναι όμως δυσνόητα, όχι για την ερμητικότητά τους –αυτό συμβαίνει συχνά στην ποίηση και της προσδίδει ιδιαίτερη γοητεία–, αλλά εξαιτίας του πλήθους των ονομάτων, τοποθεσιών, συχνά τεχνικής ορολογίας, και ίσως (όχι μόνο προσωπικών) κωδίκων. Ποια είναι η αντίληψή σας για το ποιητικό κείμενο (text) γενικότερα και πώς νομίζετε ότι μπορεί να λειτουργήσει; Μήπως βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα φαινόμενο μεταμοντέρνας καθαρής ποίησης;
Νομίζω πως η έννοια της καθαρής ποίησης έχει διανύσει πολύ μεγάλο δρόμο από τις αφετηρίες της στον Mallarmé και στον Valery, ώστε είναι δύσκολο κάποιος να χρησιμοποιήσει πλέον τον όρο με υψηλή ειδικότητα σήμερα. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να πετύχω ό,τι είναι αισθητικά πιο άρτιο, χωρίς κανέναν απολύτως συμβιβασμό. Όλα τα μέσα προς επίτευξη αυτού του σκοπού είναι θεμιτά, είτε από τεχνικής απόψεως (ποίηση, πρόζα, ποιητική πρόζα, διήγημα, στατιστικά δεδομένα, και όχι μόνο), είτε από την πλευρά της σχέσης του λόγου με το νόημα (άμεση ή υπονοούμενη ή ντετερμινιστικά χαοτική, και όχι μόνο). Τα ονόματα, οι τοποθεσίες, οι αναφορές σε έργα μουσικής, ζωγραφικής ή αρχιτεκτονικής, ο βομβαρδισμός της σελίδας με ιστορικές αναφορές, αριθμούς, αναζητήσεις Google, στατιστικά σύννεφα, δειγματοληψίες και πίνακες, η τεχνική ορολογία και οι πολυσχιδείς κωδικοί λειτουργούν σαν μηχανές αναφορικότητας μέσα στο κείμενο. Με ενδιαφέρει ένα έργο να έχει μέγιστη συνεκτικότητα σε πολλαπλά επίπεδα. Ορισμένα κείμενα ίσως μοιάζουν με δωμάτια στα οποία υπάρχουν πολλαπλές καταπακτές, συνειδητά τοποθετημένες και διαθέσιμες για όποιον θέλει να πέσει μέσα τους. Αυτό δίνει και τη δυνατότητα πολλαπλών αναγνώσεων, που όμως δεν είναι τυχαίες, αλλά μαθηματικά καταστρωμένες παγίδες για τον αναγνώστη. Πρόθεσή μου είναι αν ένας αναγνώστης αποφασίσει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο κέιμενο, το κείμενο να συνεχίσει να τον ανταμείβει με περισσότερα ευρήματα και να μην εξαντλείται στην πρώτη επιφανειακή ή δεύτερη ή έστω τρίτη ανάγνωση. Πολλές από τις παγίδες και τις καταπακτές είναι δύσκολο να ανιχνευτούν και προορίζονται ως bonus για τους πραγματικά επίμονους και απαιτητικούς. Άλλες όμως είναι τοποθετημένες κατάμεσα στο κέντρο του κειμένου, οπότε ο αναγνώστης είναι υποχρεωμένος να ασχοληθεί μαζί τους. Όταν εμφανίζονται έτσι, ίσως να μοιάζει σαν να έχει γίνει κατολίσθηση βράχων και έχει κοπεί ο δρόμος. Κάποιοι ίσως εγκαταλείψουν. Με ενδιαφέρουν πάντως οι αναγνώστες που δεν θέλουν να επαναπαυθούν στα εύκολα, αλλά ζητούν περισσότερα. Αυτούς ελπίζω να μην τους απογοητεύσω.
Θα ήθελα να παρέμβω με μια επιπλέον ερώτηση, σχετικά με την εξωστρέφεια που υπάρχει και απαιτείται στην επιστήμη και το κλείσιμο, την εσωστρέφεια που είναι απαραίτητη στην τέχνη, εννοώ βέβαια την ποίηση. Μήπως αυτές οι δύο καταστάσεις έρχονται σε σύγκρουση, και αν ναι, ποια λύση δίνουμε;
Νομίζω ότι αυτή η σύγκρουση δεν είναι αναπόφευκτη, δεν βλέπω αναγκαία κάποια αντίφαση. Σέβομαι την ανάγκη κάποιας εσωτερικότητας στην ποιητική τεχνική, την ανάγκη να σέβεσαι τον εαυτό σου και την τέχνη σου. Αυτό είναι προϋπόθεση για να σεβαστείς και τους άλλους που θα εκτεθούν στο έργο σου. Όμως η έννοια της απόλυτα εσώκλειστης, πλήρως ιδιωτικής ποίησης δεν με γοητεύει, μάλιστα πιθανόν είναι κάτι που δεν μπορεί καν να υπάρξει. Όσο για την επιστήμη, όντως η εξωστρέφεια ή καλύτερα ο «κοινοτισμός» (communalism κατά τον Merton) είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της: τη γνώση τη μοιράζεσαι με την ευρύτερη (επιστημονική) κοινότητα, ανήκει σε όλους. Όμως κι εδώ, αντιστρόφως, υπάρχει συχνά εσωστρέφεια. Μερικές φορές η εσωστρέφεια είναι απόλυτα χρήσιμη, όταν αναζητείς κάποιες νέες λύσεις ή πας να θέσεις νέα ερωτήματα. Η αφετηρία της επιστημονικής ανακάλυψης ίσως έχει ρίζες αντίστοιχες με αυτές της δημιουργικής ποίησης και χρειάζεται κάποια μορφή εσωστρέφειας ή τουλάχιστον ησυχίας. Αυτή η ησυχία δεν είναι, βέβαια, ζήτημα έλλειψης ντεσιμπέλ ή μηδενικής πυκνότητας συνανθρώπων στο περιβάλλον. Τόσο στην επιστήμη όσο και στην ποίηση, νέες ιδέες μού έχουν έρθει τόσο σε έρημες τοποθεσίες, όπως στη Σίκινο ή στους Αντίπαξους, αλλά και σε πυκνά συγχρωτισμένους χώρους, όπως σε στενά καθίσματα αεροπλάνων με τριακόσιους επιβάτες τριγύρω. Το πόθεν έσχες των ιδεών, τόσο στην επιστήμη όσο και στην τέχνη, παραμένει μυστήριο. Θέλω απλώς να πω, τελικά πρέπει να είμαστε έτοιμοι και διαθέσιμοι. Άλλοτε πάλι η επιστημονική εσωστρέφεια είναι κακώς εννοούμενη, π.χ. όταν επιστημονικά ευρήματα αποκρύπτονται, επειδή δεν συμφέρουν τους χρηματικούς χορηγούς ή τους υποστηρικτές κάποιας θεωρίας. Ένα μέρος της επιστημονικής μου δουλειάς αναφέρεται ακριβώς στο πώς μπορούμε να διορθώσουμε την κακώς εννοούμενη εσωστρέφεια στην επιστήμη και να οδηγηθούμε σε μεγαλύτερη διαφάνεια, ακρίβεια και συνεκτικότητα. Οι ίδιοι στόχοι (διαφάνεια, ακρίβεια και συνεκτικότητα) αποτελούν στόχους και της ποιοτικής λογοτεχνίας.

Πηγή Βερονίκη Δαλακούρα.
Ανιχνεύτρια η Μελισσάνθη του Πεπέ.

Ποια είναι η κόρη με το καμένο πρόσωπο; ΙΩΑΝΝΗΣ Π.Α. ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή «Τοκάτα για την κόρη με το καμένο πρόσωπο» του Ιωάννη Π.Α. Ιωαννίδη (Κέδρος, 2012),  «να μια ευκαιρία», σκέφτηκα, «να μιλήσουμε για ποίηση», δηλώνοντας από την αρχή πως παραθέτω απλώς κάποιες σκέψεις μου, ως αναγνώστρια  - και μόνον - ποιημάτων.
Τοκάτα, (toccata) είναι ένας μουσικός όρος για μια σύνθεση σε ελεύθερο στιλ, η οποία στοχεύει να αναδείξει  την επιδεξιότητα αυτού που παίζει το όργανο. Θα έλεγα πως, ως μέρος του τίτλου της συλλογής του Ιωαννίδη, υποδηλώνει και την «επιδεξιότητα» του  ίδιου στο χειρισμό της γλώσσας και των συμβόλων, δύο από τα απαραίτητα στοιχεία για να γράψει κανείς ποίηση.
Δεν σας κρύβω ότι μόλις έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο το κοίταξα με επιφύλαξη. Κι αυτό γιατί πρόκειται για έναν τόμο 362 σελίδων.
Να όμως, σ’ ένα τυχαίο άνοιγμα (σελ. 25), έτσι όπως ξεφυλλίζουμε αδιάφορα ένα βιβλίο που δεν πρόκειται να διαβάσουμε, οι λέξεις με αιχμαλωτίζουν:

Αν έσκαψες με τα δάχτυλα βαθιά στην άμμο
ν’ ανάψεις ένα μικρό κερί
κείνη τη νύχτα που φύσαγε στην παραλία
Κι αν το σκέπασες με τα χέρια σου προσεκτικά
κι αν έσβησε
κείνη τη νύχτα που φύσαγε δεν έπρεπε να κλάψεις…»


Αυτό το μικρό κερί, σύμβολο της μοναχικής προσπάθειας, μοτίβο το οποίο επαναλαμβάνεται και παρακάτω, με άγγιξε. Έτσι άρχισα να διαβάζω κι ένοιωσα τα ποιήματα του Ιωαννίδη να με ανεβάζουν. Ο Γιώργος, όμως, ο οποίος πατά και με τα δυο του πόδια πάνω στη Γη, με ρώτησε:
 «Μα, καταλαβαίνεις τι θέλει να πει ο ποιητής;»
Ομολογώ πως δεν είμαι σίγουρη αν αυτό που κατάλαβα είναι το ίδιο μ’ αυτό που εννοεί ο ποιητής. 
Αλλά τι σημασία έχει; Από τη στιγμή που μ’ αρέσει να διαβάζω το ποίημα, δονεί κάποιες χορδές μέσα μου, μου δημιουργεί συναισθήματα, με συγκινεί, αποκτά ένα ιδιαίτερο νόημα για μένα, πειράζει αν μου διαφεύγει αυτό που εννοούσε ο ποιητής όταν το έγραφε; 

Από τη στιγμή που τα έβγαλε από μέσα του ο ποιητής και τα κοινοποίησε, τα ποιήματα ταξιδεύουν. Είναι τα πουλιά,  που τα κρατούσε φυλακισμένα και τα έτρεφε με την αμβροσία της ψυχής του, τα πότιζε με το αίμα της καρδιάς του και κάποια στιγμή άνοιξε το κλουβί και τ’ άφησε ελεύθερα. 
Από κει και πέρα δεν μπορεί να ελέγξει πώς και για ποιους θα τραγουδήσουν και ποιους θα συγκινήσουν τα τραγούδια τους. Κάθε αναγνώστης τα δέχεται και τα ερμηνεύει ανάλογα με τις δικές του καταβολές, το πολιτιστικό του υπόβαθρο, την συναισθηματική του κατάσταση και τις ανάγκες του.
Κάποτε η Κική Δημουλά  μιλώντας  σε μαθητές Λυκείου για την Ποίηση,  είπε
(το βρήκα στο Διαδίκτυο και το παραθέτω με κάθε επιφύλαξη, αν και μοιάζει για δικό της):

«Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί που κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό το δέντρο είναι το ποίημα

Ευλογημένοι αυτοί που μπορούν και φτιάχνουν ένα δέντρο μέσα στην έρημο. Τυχεροί όμως κι εμείς που βρίσκουμε το δέντρο, ξαποσταίνουμε στον ίσκιο του κι ακούμε το κελάδημα του πουλιού. Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί αισθανόμαστε όμορφα.
Διαβάζοντας, για παράδειγμα, το «Κανόνας στο ύφος του Henry Purcell», όπου αναφέρεται για πρώτη φορά η «κόρη με το καμένο πρόσωπο» δεν ξέρεις τι να υποθέσεις. Η ερωτική ατμόσφαιρα που αποπνέουν τα ποιήματα σου αφήνει την αίσθηση ότι πρόκειται για έναν έρωτα που χάθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Διαβάζοντας όμως  όλη τη συλλογή, καθώς και μια συνέντευξη του Ιωαννίδη στο Κ της Καθημερινής,  αρχίζεις να αμφιβάλλεις. Δεδομένου του «έρωτά» του για την πατρίδα μας και τις πολλές αναφορές του στην κατάντια της, υποψιάζεσαι πως μπορεί να πρόκειται για αλληγορία. Ίσως, η κόρη με το καμένο πρόσωπο να είναι η Ελλάδα.

Φυσικά υπάρχει η πιθανότητα να ισχύουν και τα δύο. Διαλέγετε και παίρνετε.

Και πότε θα λέγατε ότι ένα κείμενο είναι ποίημα; Μόνο όταν είναι γραμμένο με τη μορφή στίχων;
Τότε η μισή συλλογή δεν θα ήταν ποιητική, καθώς είναι γραμμένη σε πεζό λόγο. Άλλοτε μακροσκελή. Κι άλλοτε σύντομο: με τη μορφή αριθμημένων αποσπασμάτων, σαν σπαράγματα αρχαίων αγγείων, τα οποία καλείσαι ως άλλος αρχαιολόγος /συντηρητής να βάλεις στη θέση τους ή να τα συμπληρώσεις με τη φαντασία σου, ή να τ’ αφήσεις απλά να αιωρούνται, όπως τα έριξε ο ποιητής, ακούγοντας την εσωτερική μουσική τους.
Ακριβώς αυτή η μυστική μουσική, που «παίζει» κάτω από τις γραμμές και τις λέξεις, είναι που κάνει ένα κείμενο, έμμετρο ή πεζό, ποίημα.
Πρέπει, άραγε, ν’ ακούει κανείς τον απόηχο του λόγου άλλων ποιητών όταν διαβάζει ένα ποίημα; Όπως εδώ, (σελ. 30), για παράδειγμα, όπου ο Ιωαννίδης  ξεκάθαρα συνομιλεί με τον Ελύτη:

«Χαίρε η πρωτοστάτης του μαρασμού, η τροφός της πείνας
Χαίρε κεφάλαιο της πενίας, χαίρε κεφαλαίο του Τίποτα…»

Μα το έχει πει  ο Σεφέρης: «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας». Κι ο ποιητής είναι υποχρεωμένος να επικοινωνεί με τα λόγια των προγενέστερων, αλλά και των σύγχρονών του ποιητών.
Πολλοί φαντάζονται τους ποιητές αποκομμένους απ’ τον πραγματικό κόσμο, να ενδιαφέρονται για κάποιες άπιαστες πνευματικές σφαίρες ή κλεισμένοι στον εαυτό τους να νοιάζονται μόνο για τους δικούς τους καημούς.
Ναι, ο ποιητής πρέπει «να στηρίζει το ένα του πόδι έξω απ’ τη γη», το άλλο όμως πρέπει να πατά πάνω της και ν’ αντλεί απ’ τα γεγονότα και τους ανθρώπους γύρω του. Αλλιώς δεν θα μπορούσε ο Ιωαννίδης, ο οποίος είναι γιατρός - καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ και “ο πλέον τολμηρός διανοητής επιστήμονας για το 2010”, σύμφωνα με το περιοδικό Atlantic  να γράψει τον σπαραγμό του για την ανημποριά του επιστήμονα μπροστά στον ανθρώπινο πόνο και το θάνατο: 
«και πάλι θα σε φωνάξουν στις τέσσερις το πρωί για να μπεις μέσα στο θάλαμο, να την κρατήσεις απ’ τους ώμους και να τη φωνάξεις με το όνομά της, έπειτα να δεις τις κόρες που δεν αντιδρούν στο φως, να βεβαιωθείς πως δεν έχει σφυγμό και με σχολαστικότητα ν’ ακουμπήσεις το στηθοσκόπιο στο θώρακα – σιωπή, όλα είναι εντάξει» (σελ.105)
την πίκρα του για την κατάντια της χώρας μας (σελ. 293), 
«…- ο τόπος μου
πεθαίνει ακαριαία εδώ κι αιώνες
το σάπιο βαθυσκάφος κατεβαίνει ξεδιάντροπα, μολύβι
προς το βυθό, αράγιστο
στις τόσες ατμόσφαιρες αλήθειας…»
θυμίζοντάς μου το παράπονο ενός άλλου ποιητή, συμπατριώτη μου, του Δημ. Παπακωνσταντίνου :
«Η Ελλάδα, δεν είναι να τη ζεις,
Να την ονειρεύεσαι, μόνο»
ή την οργή του απέναντι στο πανεπιστημιακό κατεστημένο (σελ. 294)…
«…γράφω σε μια γλώσσα που απέτυχα
να μιλήσω, να πείσω οποιονδήποτε, να δω κάτι
να μένει στα πρακτικά της συνέλευσης
πριν τα ροκανίσουν τα ποντίκια κι η ιστορία –
δε συμβιβάστηκα, έπεσα όρθιος, δε μετάνοιωσα…»
Ίσως  οι πολλές αναφορές του στο θέμα αυτό είναι και το μόνο σημείο, όπου βρίσκω μια υπερβολή - μια εμμονή, θα έλεγα-  αλλά, φαίνεται πως ο άνθρωπος έχει "κάψει" κι ο ίδιος το πρόσωπό του, όταν ήρθε σε επαφή με την ελληνική πραγματικότητα και τα περίφημα ελληνικά πανεπιστήμια.
«…Ποιήματα φαίνεται γράφουν μόνον οι χαμένοι
Και ειδικά όσοι μπορούν τουλάχιστον να αναγνωριστούν
Μ’ αυτόν τον περιζήτητο τίτλο  
Απ’ την ομήγυρη
 διαβάζω στη σελ. 44. 
Μα είναι φανερό πως παρά την πικρία του, ο Ιωαννίδης δεν κατατάσσει τον εαυτό του στους «χαμένους», γιατί κανείς ποιητής δεν είναι ποτέ «χαμένος» και γιατί όσοι διαβάζουμε ποίηση μόνον κερδισμένοι μπορούμε να είμαστε, ασχέτως με το τι πιστεύει η «ομήγυρη».
Πηγή: Ρέα Σταθοπούλου.
Ανιχνεύτρια η Μελισσάνθη του Πεπέ.

Γάιος Μάρκιος Κοριολανός χάρη στον κ. Γιάννη Ιωαννίδη. ένας κορυφαίος Έλληνας επιστήμονας.

Ο Γάιος Μάρκιος Κοριολανός (Gaius Marcius Coriolanus, 527 π.Χ. - ...) ήταν Ρωμαίος στρατηγός. Έλαβε το τοπωνυμικό παρατσούκλι του "Κοριολανός" λόγω της εξαιρετικής ανδρείας του, όταν κυρίευσε τα Κορίολα (Corioli), πόλη των Ουόλσκων, το 493 π.Χ.[1]. Ήταν όμως οργίλος και δεν είχε την πραότητα και την ανεξικακία ούτε του Θεμιστοκλή, ούτε του Αριστείδη. Ο Κοριολανός έγινε αρχηγός των ακραίων αριστοκρατικών και με την ιδιότητα αυτή υποκίνησε πολλές αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις και ενέργειες, όπως π.χ. αντιτάχθηκε στη διανομή σικελικού σταριού στον λαό σε περίοδο λιμού και, αυταρχικός όπως ήταν, πρότεινε στη Σύγκλητο την κατάργηση του θεσμού των δημάρχων. Εξαιτίας της πολιτικής του έγινε μισητός στο λαό. Οι δικτατορικές ενέργειές του και η τυραννική του συμπεριφορά εξόργισαν τους συμπολίτες του, γι' αυτό και τον εξόρισαν από τη Ρώμη. Γεμάτος από το πάθος της εκδίκησης, ο Κοριολανός κατέφυγε στους Ουόλσκους, που ήταν εχθροί των Ρωμαίων, έγινε αρχηγός τους και ξεκίνησε εναντίον της πατρίδας του.

Όταν έφτασε έξω από τη Ρώμη και απειλούσε να την καταστρέψει, οι Ρωμαίοι κατατρομαγμένοι έστειλαν διάφορες πρεσβείες για συμφιλίωση. Ο Κοριολανός όμως ήταν άκαμπτος. Τότε πήγε στο στρατόπεδό του η μητέρα του και του είπε γονατιστή:
- Κοριολανέ, αν επιμένεις να μπεις εχθρικά στη Ρώμη, θα πατήσεις πρώτα στο πτώμα της μητέρας σου. Γιατί δεν μπορώ να ανεχθώ να είναι το παιδί μου ο καταστροφέας της πατρίδας του.

Ο Κοριολανός ανασήκωσε τη γονατισμένη μητέρα του και αγκαλιάζοντάς την της απάντησε:
- Νίκησες, μητέρα, ευτυχισμένη νίκη για την πατρίδα, αλλά καταστρεπτική για τον γιο σου. Φεύγω μακριά από τη Ρώμη, νικημένος από τη μητέρα μου.

Και αμέσως έλυσε την πολιορκία της Ρώμης[2]. Ο Πλούταρχος αναφέρει πως οι Ουόλσκοι τον σκότωσαν, όταν επέστρεψε, γιατί θεώρησαν πως τους εξαπάτησε. Άλλοι λένε πως έζησε κι άλλο και πως έγραψε κι ένα επίγραμμα για τη δύσκολη ζωή ενός γέροντα εξόριστου.
Στην ύστερη αρχαιότητα, ήταν γενικά αποδεκτό από τους ιστορικούς ότι ο Κοριολανός ήταν ένα πραγματικό ιστορικό πρόσωπο και εμφανίστηκε μια συναινετική αφηγηματική ιστορία της ζωής του, την οποία επανέλαβαν κορυφαίοι ιστορικοί όπως ο Τίτος Λίβιος, ο Πλούταρχος και ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς. Πιο πρόσφατες μελέτες έχουν εκφράσει αμφιβολίες για την ιστορικότητα του Κοριολανού, απεικονίζοντάς τον είτε ως μια εντελώς θρυλική προσωπικότητα ή, τουλάχιστον, αμφισβητώντας την ακρίβεια της συμβατικής ιστορίας της ζωής του ή τη χρονική αλληλουχία των γεγονότων[3].
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, στους προγόνους του περιλαμβάνονται εξέχοντες πατρίκιοι, ακόμα κι ένας βασιλιάς της Ρώμης.
Η ιστορία του είναι η βάση της τραγωδίας Κοριολανός, που γράφτηκε από τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, καθώς και μιας σειράς άλλων έργων, συμπεριλαμβανομένης και της Εισαγωγής Κοριολανός του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν.
Πηγή: Βικιπαίδεια.
Ανιχνεύτρια η Μελισσάνθη του Πεπέ.

Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης: Στην Ελλάδα επικρατεί πνευματική γεροντοκρατία. Ένας κορυφαίος Έλληνας της μικρής δημιουργικής Ελλάδας του εξωτερικού.

«Η ανάληψη της ατομικής ευθύνης είναι η σημαντικότερη πολιτική πράξη. Δεν μπορεί να υπάρξει και να αναπτυχθεί με άλλο τρόπο μια κοινωνία. Πρέπει ως πολίτες να είμαστε υπερήφανοι και υπόλογοι για τις πράξεις μας. Αλλιώς η κοινωνία θα βυθιστεί στο τέλμα», λέει ο Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης. Οι συμμαθητές του στο περιοδικό της αποφοίτησης από το λύκειο τον ζωγράφισαν κάτω από μια στοίβα βιβλίων, να λέει στον βιβλιοθηκονόμο που έφερνε καινούργια βιβλία μέσα σε ένα καρότσι: «Και έλα πίσω σε 30 λεπτά να πάρεις αυτά εδώ και να μου φέρεις τα υπόλοιπα». Εξι χρόνια μετά, αποφοίτησε πρώτος από την Ιατρική Σχολή Αθηνών με το... αστρονομικό 9,4! Το φαντάζεται κάποιος; Οι βαθμολογικές  «απώλειές» του για τον μέσο όρο του πτυχίου ήταν λιγοστά 9άρια. Κατόπιν έκανε ένα εντυπωσιακό «ταξίδι» σε ορισμένα από τα σπουδαιότερα πανεπιστήμια του κόσμου (ενδεικτικά, Harvard, Tufts, Johns Hopkins, Stanford) και το 2010 το περιοδικό The Atlantic τον επέλεξε ως τον πιο τολμηρό επιστήμονα-διανοούμενο, λέγοντας πως είναι «ένας από τους σύγχρονους επιστήμονες με τη μεγαλύτερη επιρροή». 

Σήμερα, το ταξίδι του συνεχίζεται με εκατοντάδες διαλέξεις ανά τον κόσμο ετησίως, με εκατοντάδες δημοσιεύσεις, με έρευνα και διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο Stanford. Η κουβέντα μαζί του ήταν απολαυστική, με έντονο ρυθμό, με διηγήσεις για τους Ελληνες πολιτικούς και την επίσκεψή του πριν από πολλά χρόνια σε υπουργό Υγείας που όλη την ώρα έπαιζε με το κομπολόι του. «Μάλλον ήθελε να με συναντήσει ως ένα περίεργο ον. Ηταν παραιτημένος άνθρωπος. Η εικόνα του ανθρώπου που παίρνει μια καρέκλα εξουσίας για να γιορτάσει την παραίτησή του από την ουσιαστική ενεργό δράση είναι θλιβερή».
Στην Ελλάδα, έξω από τη μικρή πανεπιστημιακή κοινότητα της Ιατρικής, ο Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης δεν είναι γνωστός. «Τη διεθνή αναγνωρισιμότητα στον επιστημονικό μου χώρο την απέκτησα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Κατόπιν έφυγα στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα δεν έχω γίνει γνωστός γιατί δεν έχω κάνει δημόσιες σχέσεις στη ζωή μου. Ισως να φταίει και η εικονική πραγματικότητα στην οποία ζει η ελληνική πολιτική και επιστημονική ζωή. Υπάρχουν πανεπιστημιακοί που θεωρούνται στην Ελλάδα ηγέτες, φωστήρες. Ομως, διεθνώς δεν έχουν επιστημονική επιρροή, είναι παντελώς άγνωστοι. Ζουν μέσα στη “φούσκα” της ελληνικής πραγματικότητας, που ανακυκλώνει τους μέτριους», λέει και θυμάται την πρώτη του επαφή με τον συνδικαλισμό στην Ιατρική. «Πηγαίνοντας στη σχολή, περνούσα από μία καφετέρια με μπιλιάρδα. Εκεί ξόδευαν την ώρα τους πολλοί συμφοιτητές μου, που ήταν ενταγμένοι σε κομματικές νεολαίες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν, για τον οποίον κάποια χρόνια μετά μετείχα στο εκλεκτορικό σώμα που τον έκρινε για μία θέση λέκτορος στο πανεπιστήμιο. Ημουν ο μόνος που έδωσα αρνητική ψήφο. Εέιτα από καιρό τον είδα βουλευτή. Οι καταστροφείς πήγαιναν να σώσουν τη χώρα!»
Και συνεχίζει με ένταση: «Οι βουλευτές και υπουργοί οφείλουν να μπορούν να κατανοήσουν το τοπικό και το παγκόσμιο γίγνεσθαι και γι’ αυτό πρέπει να κατανοούν την επιστημονική πληροφορία. Και στο εξωτερικό δεν βρίσκω τεράστια πολιτικά αναστήματα, αλλά τουλάχιστον ορισμένοι πολιτικοί στη Δύση έχουν το γνώθι σαυτόν και συμβουλεύονται τους τεχνοκράτες. Ειδικά όμως στην Ελλάδα, στα αξιώματα αναρριχώνται εκείνοι που έχουν καλοπιάσει την κομματική ιεραρχία, ανεξαρτήτως κόμματος. Εκείνοι των οποίων οι περγαμηνές είναι πρωτίστως κομματικές. Δεν τους ενδιαφέρει η επιστήμη τους ή, ευρύτερα, ο επαγγελματικός τους χώρος – αντιθέτως, άγονται και φέρονται από όσους μπορούν να τους δικτυώσουν κομματικά ή κοινωνικά. Είναι γενικότερο πρόβλημα, τις συνέπειες του οποίου ζουν τώρα οι Ελληνες, ότι οι πολιτικοί προέρχονται και αναδεικνύονται μέσα από αυτήν τη σάπια ζύμωση. Ξέρετε, οι μέτριοι έχουν μεγάλη ανθεκτικότητα σε αυτές τις καταστάσεις και... κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει. Οι καλοί –και φυσικά όχι μόνον στο ελληνικό πανεπιστήμιο– τηρώντας τις αρχές τους είναι δύσκολο να ανεχθούν καταστάσεις αλαζονείας, ευτέλειας, αναξιοπρέπειας και στο τέλος “αποχωρούν”».
– Περιγράφεται μία αδιέξοδη κατάσταση;
– Δεν είναι όλα χαμένα. Οι Eλληνες που έχουν κάνει καριέρα στο εξωτερικό, επίσης εκείνοι που διαπρέπουν στην Ελλάδα, δείχνουν ότι υπάρχει η δυνατότητα οι άριστοι να επιβιώσουν. Και μαζί με αυτούς οι νέοι, που βλέπουν τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής, μπορούν να βρουν τις διεξόδους. Βασικό για μένα είναι ο καθένας να αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις του. Είναι στάση ζωής. Υπάρχουν πολλοί ήρωες γύρω μας που ποδοπατούνται από τους μέτριους και καταφέρνουν ακόμη να σηκωθούν.
Το πτυχίο στα σκουπίδια και το πανεπιστημιακό 5
Γλαφυρή είναι η διήγησή του για την περιπέτεια του πτυχίου του που... ανασύρθηκε από τα σκουπίδια. Είχε πάει στο Harvard και περίμενε να σταλεί επισήμως στην Ιατρική Αθηνών από τις ΗΠΑ η αναγνώριση του πτυχίου, ώστε να μπορεί να ασκήσει την ιατρική. Στο τηλέφωνο η Γραμματεία στην Αθήνα ισχυριζόταν ότι δεν έλαβε τίποτα. Επειτα από έξι άκαρπες εβδομάδες, πήρε το αεροπλάνο και γύρισε να ψάξει ο ίδιος. Γέρνοντας στον πάγκο της Γραμματείας είδε ένα μεγάλο φάκελο να προεξέχει στον κάδο απορριμμάτων. Hταν το πτυχίο του. Ευτυχώς! Για δύο μήνες δεν είχαν μαζευτεί τα σκουπίδια... «Χαρακτηριστικό των ελληνικών ΑΕΙ είναι η ετερογένεια. Μπορεί να αντιμετωπίσεις καταστάσεις όπως αυτή που μου έτυχε, αλλά και ευγενέστατους ανθρώπους να σε εξυπηρετήσουν. Μπορεί να συναντήσεις παγκοσμίως κορυφαίους πανεπιστημιακούς και ολοκληρωμένα μηδενικά», λέει.
Σύμφωνα με τη βάση επιστημονικών αναφορών Google Scholar, πάνω από 1.200 νέες αναφορές γίνονται κάθε μήνα στο έργο του στη βιβλιογραφία, μεγαλύτερος αριθμός από οποιονδήποτε έχει διατελέσει ποτέ καθηγητής ελληνικού ΑΕΙ. Ρωτώ την άποψή του για τις διεθνείς κατατάξεις πανεπιστημίων. «Eχουν σημαντικά προβλήματα αξιοπιστίας. Oλοι ξέρουν ποια είναι τα κορυφαία 50 πανεπιστήμια. Από ’κει και πέρα, ανάλογα με τα κριτήρια που προτάσσει κάθε κατάταξη, μπορεί ένα ΑΕΙ να εκτιναχθεί περιέργως. Για παράδειγμα, όταν η κατάταξη της Σαγκάης άρχισε να χρησιμοποιεί ως κριτήριο πόσους επιστήμονες κορυφαίας επιρροής έχει ένα πανεπιστήμιο, ένα σαουδαραβικό ΑΕΙ χρημάτισε αδρά κορυφαίους επιστήμονες απλώς για να το δηλώσουν ως δεύτερο ίδρυμά τους, με αποτέλεσμα να καταταχθεί μπροστά από το Πρίνστον στα Μαθηματικά», απαντάει και προσθέτει: «Είμαι φανατικά οπαδός της αξιολόγησης, αλλά πρέπει κάθε ΑΕΙ να ξέρει τι θέλει να πετύχει και να αξιολογείται για την αποτελεσματικότητά του ως προς τον στόχο του. Οι κατατάξεις δεν αποδίδουν την τεράστια ετερογένεια των ελληνικών ΑΕΙ. Ο μέσος όρος 5 δεν εκπροσωπεί ούτε το 10 ούτε το 0».
Το τελευταίο του βιβλίο «Παραλλαγές πάνω στην τέχνη της φυγής και ένα απονενοημένο ριτσερκάρ» (εκδόσεις «Κέδρος») μιλάει για τη φυγή από μία πραγματικότητα που πληγώνει και για το δέλεαρ επιστροφής. «Η λογοτεχνία με απορροφά εξίσου με την επιστήμη. Το βιβλίο απευθύνεται γενικότερα σε ανθρώπους που αναζητούν. Προσπάθησα να συνθέσω μια πολυεπίπεδη σύγχρονη Οδύσσεια, που διερευνά τόσο το μέλλον όσο και το παρελθόν. Το μέλλον είναι, βεβαίως, απρόβλεπτο, αλλά ακόμη πιο απρόβλεπτο είναι το παρελθόν όταν προσπαθούμε να συνειδητοποιήσουμε τι ακριβώς συνέβη».
Το ακαδημαϊκό κατεστημένο επιβραβεύει τους επιστημονικά «νεκρούς»
«Στην Ιατρική Σχολή όταν ήμουν στην Αθήνα μαράζωνα. Δεν διάβαζα τα βιβλία που μας έδιναν στο πανεπιστήμιο γιατί ήταν απαρχαιωμένα. Hμουν συνεχώς στο Εθνικό Iδρυμα Ερευνών και μελετούσα ξένη βιβλιογραφία», λέει ο Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης, ο οποίος είχε δείξει από νωρίς την πορεία που επρόκειτο να ακολουθήσει. Αποφοίτησε πρώτος από το σχολείο του, κερδίζοντας πολλά βραβεία και το πρώτο βραβείο της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας το 1984. Κατόπιν αποφοίτησε πρώτος στο έτος του από την Ιατρική Αθηνών με βαθμό 9,4 και ακολούθησε μία εντυπωσιακή διαδρομή στο διεθνές επιστημονικό στερέωμα με θέσεις σε μεγάλα ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα και σημαντικές διακρίσεις.
– Γιατί δεν μείνατε στην Ελλάδα;
– Στην Ελλάδα υπάρχει έντονη γεροντοκρατία, όχι μόνον ηλικιακή, αλλά κυρίως πνευματική. Το ακαδημαϊκό κατεστημένο της χώρας, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις του, ουσιαστικά δεν αποδέχεται τους νέους και επιβραβεύει τους επιστημονικά «νεκρούς». Πολλοί επιστήμονες φτιάχνουν ένα καβούκι και κλείνονται για να διαφυλάξουν τη θέση τους. Αυτή η κατάσταση απέχει παρασάγγας από το μοντέλο λειτουργίας των ισχυρών ΑΕΙ, όπου προέχει η αξιοκρατία και η καινοτομία. Στο Στάνφορντ, εάν είσαι 20 χρόνων, μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο με μία μόνο ιδέα, γιατί βρίσκεις πρόσφορο έδαφος γύρω σου να το κάνεις και όχι μόνο εμπόδια. Στην Ελλάδα, ένας νέος με οράματα και ιδέες που θα βρεθεί σε ένα καθημαγμένο πανεπιστήμιο –με ό,τι αυτό, ρεαλιστικά και μεταφορικά, σημαίνει–, ένας νέος που θα δει ότι όσοι είναι άριστοι και θέλουν την αξιοκρατία γελοιοποιούνται και απομονώνονται, λογικό είναι να φύγει.
– Πώς κρίνετε την ελληνική πολιτική σκηνή; Στην «Κ» δημοσιεύθηκε έρευνά σας που ήταν καταπέλτης για την επιστημονική επάρκεια και αριστεία μιας πλειάδας πολιτικών προσώπων.
(Κοντοστέκεται, χαμογελάει, παίρνει χρόνο.)
– Το πανεπιστήμιο είναι ισχυρό πεδίο εξουσίας και αποτυπώνει, σε μικρογραφία, εν πολλοίς όλο το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Στην Ελλάδα αφήνουμε να βγουν στην επιφάνεια οι συνδικαλιστές, οι ποδοσφαιριστές, οι τραγουδιστές, αλλά όχι οι πραγματικά νέοι. Η χώρα που θα αναδείξει ανθρώπους με φρέσκο λόγο, οράματα και αξίες θα είναι πραγματικά κερδισμένη. Απορώ πώς δεν το έχουμε κατανοήσει εν μέσω μιας τέτοιας πολυεπίπεδης κρίσης που περνάει η χώρα. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες πάσχουν επίσης από διανοητική δυστοπία και μετριοκρατία, οπότε ο διεθνής συναγωνισμός είναι χαμηλός σήμερα: αν η Ελλάδα έδινε λόγο στους άξιους, θα βρισκόταν στην κορυφή και όχι ουραγός της Ευρώπης.
– Βρισκόμαστε μπροστά σε μία πιθανή εκλογική μάχη. Πώς κρίνετε την ελληνική πολιτική σκηνή;
– Δεν θα μιλήσω για κόμματα, δεν ανήκω σε κανένα κόμμα, είμαι με οποιονδήποτε έχει να πει κάτι νέο και θα εργαστεί με υπευθυνότητα και επιστημονική τεκμηρίωση για να το υλοποιήσει. Με ενοχλεί η στάμπα. Αλλά βλέπω ότι η Δεξιά βρίσκεται σε μία κατάσταση αφασική. Από πλευράς δημιουργικότητας και οράματος βρίσκεται σε αρνητικές τιμές, ούτε καν μηδενικές. Το Κέντρο είναι ανύπαρκτο. Οσο για την Αριστερά, είναι από τους πιο εκφυλισμένους όρους, παρότι δυνητικά θα μπορούσε να είναι δύναμη ζωτικότητας και ανατροπής. Διακρίνω στην ελληνική Αριστερά τον ίδιο συνδικαλιστή που μου έκλεινε το αμφιθέατρο με καταλήψεις στα χρόνια της σχολής. Είμαι απογοητευμένος με την ελληνική πολιτική σκηνή, παρότι... ποιος μπορεί να πάψει να ελπίζει για το καλύτερο;
– Πρόσφατα, μικρή ομάδα φοιτητών άδειασε μία σακούλα με σκουπίδια στο γραφείο του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών, διαμαρτυρόμενη για την έλλειψη υπηρεσίας καθαριότητας στο ίδρυμα με αποτέλεσμα τα σκουπίδια να στοιβάζονται.
– Το διάβασα... Και στη στάση των φοιτητών αλλά και των πρυτανικών αρχών διακρίνω μία διάθεση να μην αναλάβουν τις ευθύνες τους. Οι φοιτητές σε ένα οργανωμένο πανεπιστήμιο θα έπρεπε να αποβληθούν για την πράξη τους. Και οι πρυτανικές αρχές, από την άλλη, θα έπρεπε να παραιτηθούν για την κατάσταση στο ίδρυμα. Οι κινήσεις και των δύο πλευρών είναι αποκρουστικά θεαματικές, είναι μεγάλα λόγια. Και όταν έλθει η ώρα που κάποιος πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του, δεν το κάνει. Λες και όλα να είναι μια παρωδία που παίζουν σήμερα και αύριο θα την ξαναπαίξουν.
– Ο πρύτανης οφείλει να είναι καλός πρωτίστως στη διοίκηση ή στην επιστήμη του;
– Ο πρύτανης πρέπει να μεταλαμπαδεύει την αριστεία σε όλα τα επίπεδα. Ομως, με δεδομένο ότι συνηθίζεται κάποιος να γίνεται πρύτανης μετά μία επιστημονική διαδρομή, πρέπει να αρχίσουμε από την επιστημονική αριστεία. Αλλιώς, τι πρότυπο θα δώσει στο ίδρυμά του;
– Θα επιστρέψετε κάποτε στην Ελλάδα;
– Μου αρέσει να μη μένω στάσιμος, να αναιρώ, να εντοπίζω και να διορθώνω τα λάθη μου. Αναζητώ νέες ιδέες και πηγαίνω εκεί που θα τις βρω. Αυτό δίνει ζωή στον επιστήμονα. Σας απάντησα;
Η συνάντηση
Αρχικά ήθελε να προτιμήσουμε ένα εστιατόριο στη Βουλιαγμένη για να εκμεταλλευθεί την ηλιόλουστη ημέρα για ένα μπάνιο στη θάλασσα. Του άλλαξε τη γνώμη μια αιφνίδια υποχρέωση στο κέντρο της Αθήνας. Επιλέξαμε το εστιατόριο It στην οδό Σκουφά 29, στο Κολωνάκι. Ο χώρος, ιδιαίτερα φρέσκος, με εντυπωσιακά χρώματα στη διακόσμηση, ενώ επίσης πολύ φιλόξενοι είναι οι άνθρωποι του καταστήματος. Τα πιάτα γευστικότατα: αραβική πίτα με χούμους από ταχίνι και καρότο, ψαρονέφρι με γάλα καρύδας και χόρτα, πολύσπορη σαλάτα με πέστροφα. Το γεύμα έκλεισε με κερασμένο ελληνικό καφέ. Ο λογαριασμός ήταν 21,8 ευρώ.
Oι σταθμοί του
1965
Γεννιέται στη Νέα Υόρκη.
1984
Αποφοιτά πρώτος από το Κολλέγιο Αθηνών.
1990
Αποφοιτά πρώτος από την Ιατρική Αθηνών. Ειδίκευση σε παθολογία, λοιμωξιολογία, κλινική επιδημιολογία σε Harvard και Tufts.
1996
Πρόεδρος καθηγητής στο Johns Hopkins και μετά σε Tufts, Harvard και Imperial College.
2003
Καθηγητής στην Ιατρική Σχολή Ιωαννίνων.
2007
Ευρωπαϊκό βραβείο αριστείας.
2010
Το περιοδικό Τhe Atlantic τον χαρακτηρίζει ως τον πλέον τολμηρό επιστήμονα-διανοητή.
2010
Καταλαμβάνει την έδρα C.F. Rehnborg Πρόληψης Νοσημάτων στο Stanford.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. 
Ανιχνεύτρια η Μελισσάνθη του Πεπέ.

24.2.17

Αριστοτέλης – Αυτά είναι τα 12 χαρακτηριστικά του υπεράνθρωπου.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός ''ιδανικού ''ανθρώπου” ή Υπεράνθρωπου κατά τον Αριστοτέλη;
“Όμως ο ιδανικός άνθρωπος κατά τον Αριστοτέλη -ο μεγαλόψυχος δεν είναι ένας απλός μεταφυσικός φιλόσοφος.
Δεν εκθέτει τον εαυτό του σε κίνδυνο για ασήμαντους λόγους… αφού ελάχιστα είναι τα πράγματα που θεωρεί πολύτιμα. Όμως θα διακιν­δυνεύσει για έναν σημαντικό σκοπό, και θα είναι έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του, αφού πιστεύει ότι δεν αξίζει τον κόπο να προστατεύει κανείς τη ζωή του με οποιοδήποτε τίμημα.
Του αρέσει να ευεργετεί, αλλά ντρέπεται να τον ευεργετούν, γιατί το πρώτο είναι ένδειξη ανωτερότητας και το δεύτερο κατωτερότητας…
Δεν ανταγωνίζεται τους άλλους για τα κοινά αντικείμενα της φιλοδοξίας, ούτε πηγαίνει εκεί όπου άλλοι κατέχουν την πρώτη θέση…
Πρέπει να εκδηλώνει ανοιχτά και την αγάπη και το μίσος, αφού η απόκρυψη δείχνει δειλία…
Δεν μπορεί να αφήσει τη ζωή του να στρέφεται γύρω από κάποιον άλλο, εκτός αν είναι ένας φίλος, γιατί μια τέτοια συμπεριφορά θα ήταν δουλική…
Σπάνια θαυμάζει κάτι, αφού τίποτα δεν είναι σπουδαίο γι’ αυτόν…
Ούτε είναι μνησίκακος, γιατί δεν είναι ένδειξη μεγαλόψυχου ανθρώπου το να θυμάται τις αδικίες που έχει υποστεί αλλά το να τις παραβλέπει…
Δεν μιλά για τους ανθρώπους, ούτε για τον εαυτό του ούτε για τους άλλους, γιατί δεν επιθυμεί ούτε να επαινούν αυτόν ούτε να ψέγουν τους άλλους. Και ο ίδιος ούτε επαινεί ούτε κακολογεί, ούτε καν τους εχθρούς του, παρά μόνο αν προσβληθεί…
Για αναπόφευκτα ή ασήμαντα ζητήματα δεν διαμαρτύρεται ούτε ζητά βοήθεια, αφού μόνο όποιος τα θεωρεί σοβαρά θα φερόταν έτσι…
Η κίνησή του είναι αργή, η φωνή του βαριά και τα λόγια του μετρημένα. Γιατί δεν βιάζεται αυτός που ελάχιστα ζητήματα θεωρεί σοβαρά, ούτε εξάπτεται εκείνος που τίποτα δεν θεωρεί σπουδαίο. Γιατί στη βιασύνη και στην έξαψη οφείλεται η στριγκή φωνή και η βιασύνη…
Υπομένει κάθε είδους ατυχίες με αξιοπρέπεια, και κάνει πάντα ό,τι καλύτερο μπορεί ανάλογα με τις συνθήκες, όπως ο ικανός στρατηγός χρησιμοποιεί με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τις δυνάμεις που έχει στη διάθεσή του…
Είναι ο καλύτερος φίλος του εαυτού του, και του αρέσει η απομόνωση, ενώ ο άνθρωπος χωρίς αρετή ή ικανότητες είναι ο χειρότερος φίλος του εαυτού του και φοβάται τη μοναξιά.
Αυτός, λοιπόν, είναι ο Υπεράνθρωπος του Αριστοτέλη

11.2.17

13/02/2008 - 13/02/2017 9 χρόνια μετά. Γειά σου Παππούλη.

Νικόλαος Σπυρίδωνα Γκοβίνας 15/08/1920-13/02/2008
Στα χέρια της μητέρας μου
κοιμόταν ο πατέρας μου
και η ζωή ξημέρωνε στα παιδικά μου μάτια
και το πρωί που έφευγε
μια ακτίνα του ήλιου ξέφευγε

και χόρευε στο βήμα του αργά στα σκαλοπάτια.
Στο μεσιανό του δάχτυλο
μια φαγωμένη βέρα
κι ανάμεσα στα χείλη του μια ήσυχη γραμμή
δε μίλαγε, μα δάκρυζε
στην πρώτη καλημέρα

λόγια είναι τα δάκρυα κρυμμένα στο κορμί.
Τους δρόμους που περπάταγε
ασίκικα τους πάταγε
κι ας ήταν ο πατέρας μου σκαρί συνηθισμένο
στους ουρανούς τώρα αρμενίζει
και το σακάκι του ανεμίζει
καιρός πάει που έφυγε, μα εγώ τον περιμένω

Ποίηση: Ηλίας Κατσούλης
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

10.2.17

Πώς να κερδίσεις τις μάχες σου – 20 πολύτιμες συμβουλές από τον Θουκυδίδη. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ήταν η μεγαλύτερη συμφορά που χτύπησε όλες τις πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Η Αθήνα ηττήθηκε και κυριεύτηκε από τους Πελοποννήσιους, αλλά και η Σπάρτη δεν ωφελήθηκε από την νίκη της. Τόσο πολύ είχε εξαντληθεί από τον πολύχρονο πόλεμο που αναγκάστηκε να αποδεχτεί τη διαιτησία του μεγαλύτερου εχθρού των Ελλήνων, του Πέρση βασιλιά. Μέσα από τα γεγονότα αυτού του φρικτού εμφυλίου πολέμου, ο Θουκυδίδης καταγράφει τη συμπεριφορά των αντιπάλων και αντλεί πολύτιμα συμπεράσματα, χρήσιμα όχι μόνο στον πόλεμο, αλλά και στις καθημερινές μάχες της ζωής.
Ο καλός σχεδιασμός
Ο πόλεμος δεν διεξάγεται τόσο με τα όπλα όσο με τα χρήματα (1.83 – Ομιλία του Αρχίδαμου)
Με τον πιο ασφαλή τρόπο ζει εκείνος που έχει μεταμεληθεί τις λιγότερες φορές επειδή χαρίστηκε στους εχθρούς του. (1.34 –  Ομιλία των Κερκυραίων)
Ισχυρότερος είναι εκείνος που αντιμετωπίζει τον εχθρό του με σωφροσύνη από εκείνον που ασυλλόγιστα του επιτίθεται βίαια (3.48 – Ομιλία Διόδοτου)
Ο πόλεμος συμβαίνει ότανρ οι μεν θεωρούν το κέρδος από αυτόν μεγαλύτερο από τα δεινά που θα φέρει, οι δε προτιμούν να υποστούν τους κινδύνους του πολέμου από μία άμεση ζημιά. Αν όμως αυτές οι επιδιώξεις εμφανιστούν σε ακατάλληλη εποχή, τότε είναι ωφέλιμες οι συμβουλές για διαπραγματεύσεις.
Είναι στην ανθρώπινη φύση να θέλει κάποιος να εξουσιάζει εκείνον που μένει απαθής και να αμύνεται όταν δέχεται επίθεση (4.59,61 – Ερμοκράτης από τις Συρακούσες)
Κανείς δεν αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τον σχεδιασμό και την εκτέλεση ενός έργου, αλλά όταν σχεδιάζουμε νιώθουμε ασφαλείς, ενώ κατά την εφαρμογή του σχεδίου εξ αιτίας του φόβου υστερούμε.  (1.120 – Ομιλία των Κορινθίων)
Είναι ανοησία να εκστρατεύει κανείς εναντίον τέτοιων εχθρών που ακόμα και αν τους κατακτήσει δεν θα κατορθώσει να τους εξουσιάσει, ενώ αν δεν τους κατακτήσει δεν θα είναι πια στην ίδια θέση που ήταν πριν την επιχείρηση.
Εκείνα που προκαλούν περισσότερο τον θαυμασμό είναι όσα παραμένουν σε απόσταση και η φήμη τους δεν έχει επαληθευτεί. (6.11 – Ο Νικίας στην Εκκλησία του Δήμου)
Ο ψυχολογικός παράγοντας
Πολλοί, ενώ ήταν ακόμα σε θέση να προβλέψουν σε τι κινδύνους  πάνε να μπλέξουν, τους παρέσυρε η ισχύς μιας γοητευτικής λέξης, της λεγόμενης ντροπής, και αφού νικήθηκαν από αυτήν, με τη θέλησή τους έπαθαν συμφορές ανήκεστες και επέφεραν στον εαυτό τους ατίμωση, η οποία επειδή ήταν αποτέλεσμα της μωρίας τους, αποδείχθηκε πιο ταπεινωτική από εκείνη που θα προκαλούσε η κακοτυχία.  (5.111 – Οι Αθηναίοι στους Μηλίους)
Δεν αληθεύει πως θυσιάζει ευκολότερα τη ζωή του εκείνος που είναι δυστυχής και δεν ελπίζει σε καλύτερη τύχη. Την θυσιάζουν εκείνοι που κινδυνεύουν να εξευτελιστούν περισσότερο, αν προσπαθώντας να σώσουν τη ζωή τους νικηθούν. Για τον άνδρα με γενναίο φρόνημα χειρότερος είναι ο εξευτελισμός της δειλίας από τον γενναίο και απρόσμενο θάνατο. (2.43– Ομιλία Περικλή)
Συνήθως, οι πολιτείες που αποκτούν αιφνιδίως ευημερία, γίνονται αλαζονικές. Πιο ασφαλές είναι να έρχεται η ευημερία με μέτρο και όχι ξαφνικά στους ανθρώπους, και θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ευκολότερη η αντίσταση στις δυσχέρειες από τη διαφύλαξη της ευτυχίας (3.39 – Ομιλία Κλέωνα)
Εκείνοι που φοβούνται εξαιτίας της καχυποψίας τους, παρασύρονται προσωρινώς από ευχάριστα λόγια, αλλά όταν φτάσει η ώρα της δράσης, ενεργούν σύμφωνα με το συμφέρον τους  (6.83 – Εύφημος ο Αθηναίος στους Συρακούσιους)
Φαίνεται πως οι άνθρωποι όταν αδικούνται οργίζονται περισσότερο απ’ όταν δέχονται βία. Διότι στην πρώτη περίπτωση θεωρούν πως εξαπατήθηκαν από ισάξιό τους, ενώ στη δεύτερη υποτάσσονται σε ανώτερό τους. (1.77 – Ομιλία Αθηναίων)
Από τη φύση τους οι άνθρωποι υποχωρούν ευκολότερα σε έναν μετριοπαθή εχθρό και να αγωνίζονται πεισματικά εναντίον εκείνου που είναι ανένδοτος, ακόμα κι αν αυτό είναι παράλογο. (4.19 – πρέσβεις των Σπαρτιατών)
Η λήψη αποφάσεων
Στη λήψη ορθών αποφάσεων δύο είναι πιο βλαπτικά στοιχεία: η βιασύνη και η οργή. Η πρώτη συντροφεύεται από την ανοησία και η δεύτερη από την αμορφωσιά και την στενομυαλιά. (3.42 – Ομιλία Διοδότου)
Ο καλός πολίτης δεν πρέπει να εκφοβίζει εκείνους που έχουν αντίθετη γνώμη, αλλά να τους κερδίζει με επιχειρήματα. (3.42 – Ομιλία Διόδοτου)
Εκεί όπου προβλέπονται σπουδαία βραβεία για την ανδρεία, εκεί βρίσκονται οι άριστοι πολίτες. (2.46 – Επιτάφιος λόγος Περικλή)
«Εκείνος που γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, αλλά δεν είναι ικανός να το εξηγήσει σαφώς στους άλλους, είναι σαν να μην έχει σκεφτεί τίποτα.
Εκείνος που έχει και τα δύο, αλλά δεν αγαπά την πατρίδα του, επίσης δεν μπορεί να συμβουλέψει ορθά.
Αν αγαπά και την πατρίδα του, αλλά δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στο χρήμα, για να το κερδίσει, μπορεί να πουλήσει τα πάντα.» (2.60 – Ομιλία Περικλή)
Η νεότητα και το γήρας, χωριστά το ένα απ’ το άλλο δεν κατορθώνουν τίποτα. Η δύναμη προέρχεται από την ανάμειξη της κρίσης του ανώριμου, του μέσου και του ακριβούς. (6.18 – Αλκιβιάδης στην Εκκλησία του Δήμου)
Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο της Αθήνας, αλλά καταγόταν από τη Θράκη, όπου διέθετε μεγάλη πατρική περιουσία (κτήματα και χρυσωρυχεία). Ήταν συγγενής του ήρωα του Μαραθώνα, Μιλτιάδη και του Κίμωνα. Όταν ήταν 30 περίπου ετών, στα πρώτα χρόνια του πολέμου που περιγράφει, προσβλήθηκε και από τον μεγάλο λοιμό που οδήγησε στον θάνατο το 25% του πληθυσμού της Αθήνας. Ευτυχώς, ήταν από τους τυχερούς και επέζησε. Το 424 π.Κ.Χ, όταν, ως στρατηγός, απέτυχε να σώσει την Αμφίπολη από τους Σπαρτιάτες  οι Αθηναίοι τον εξόρισαν. Μεγάλη τύχη για εμάς, διότι στα είκοσι χρόνια της εξορίας του είχε όλο τον χρόνο να ταξιδέψει και να γράψει την πολύτιμη ιστορία του. Σύμφωνα με την παράδοση πέθανε, μάλλον από κάποια ασθένεια, το 399 π.Κ.Χ, τον ίδιο χρόνο που πέθανε ο Σωκράτης και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αρχέλαος. Το πιθανότερο όμως είναι πως πέθανε τέσσερα χρόνια αργότερα, ενώ δούλευε ακόμα το βιβλίο του. Η τελευταία φράση που έγραψε ήταν «Όταν τελειώσει ο χειμώνας, μετά από αυτό το καλοκαίρι, ολοκληρώνεται το 21ο έτος του πολέμου». Δεν πρόλαβε να περιγράψει εκείνον τον χειμώνα, τον οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έξι χρόνια του πολέμου περιγράφει στην ιστορία του ο Ξενοφών.
Πηγή: Αντικλείδι

Παλαμήδης – Ο εξυπνότερος των Ελλήνων. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Ο Παλαμήδης ήταν ήρωας της Τρωικής εκστρατείας, εφευρέτης, συγγραφέας και δημιουργός. Ήταν γιος του Ναύπλιου και της Ησιόνης και ξεχώριζε για τη σοφία του. Στον Παλαμήδη αποδίδονται η επινόηση των μέτρων και των σταθμών, η διαίρεση του έτους σε ώρες ημέρες και μήνες και η εφεύρεση διαφόρων παιχνιδιών (επιτραπέζιων και στρατηγημάτων) που ονομάζονται και του Παλαμήδους ή αθύρματα ή πεσσοί ή πεττοί.
Το όνομα Παλαμήδης   
Όπως είναι γνωστό τα ονόματα που έδιναν οι πρόγονοί μας στα νεογέννητα παιδιά τους κατά την τελετουργία της ονοματοθεσίας τους, εξέφραζαν κατά κανόνα την επιθυμία τους για την πραγματοποίηση κάποιας ευχής των γονέων, που θα αφορούσε στα χαρίσματα και τις ιδιότητες που θα τα χαρακτήριζαν στην μετέπειτα ζωή τους ή για να διαπρέψουν στο επαγγελματικό στάδιο που θα ακολουθούσαν.
Ο βασιλιάς Ναύπλιος όπως φαίνεται ήθελε ο πρωτότοκος γιος που θα τον διαδεχόταν να είναι προικισμένος με σοφία, επινοητικότητα, και πρακτικό νου. Γι’ αυτό του έδωσε το όνομα Παλαμήδης (παλάμη + μήδομαι).[1]

Και όπως αποδείχθηκε ο Παλαμήδης ανταποκρίθηκε στις ευχές του ονοματοθέτη του, αφού τίμησε επάξια αυτό το τόσο αντιπροσωπευτικό γι’ αυτόν όνομα, στο οποίο πρόσωπο και δράση ταυτίζονται. Και ήταν ο πρώτος αλλά και ο μοναδικός στην Ιστορία που είχε αυτό το όνομα, από τα πανάρχαια χρόνια.
Το όνομα λοιπόν Παλαμήδης συνδυάζει την πρακτική (παλάμη) με την πνευματική (μήδης) σοφία.
Από την προηγούμενη ανάλυση προκύπτει επομένως η εικόνα μιας ηγεμονικής μορφής που εμπνέει σεβασμό και επιβάλλεται στους άλλους χάρη στις ικανότητές της να απλουστεύει και τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα, δίνοντας σοφές πρακτικές λύσεις.[2]  
Εφηβικά χρόνια  
Ο Ναύπλιος, καθώς προόριζε τον πρωτότοκο γιο του για διάδοχό του στον θρόνο, φρόντισε να του δώσει όλα τα εφόδια που θα τον έκαναν ηγέτη αντάξιο της θεογέννητης προγονικής κληρονομιάς και του τόπου του. Γι’ αυτό, όπως ήταν συνήθεια των τότε ηγεμόνων, όταν ο Παλαμήδης έφτασε στο στάδιο της εφηβείας, τον έστειλε στον Κένταυρο Χείρωνα, τον σοφό παιδαγωγό του Πηλίου, κοντά στον οποίο μαθήτευαν όλες οι γενιές των ηρώων, που το όνομα τους έμεινε αθάνατο.
 «Το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στον κατάλογο των διάσημων μαθητών του Χείρωνα, δείχνει ότι ο ήρωας είχε καταξιωθεί ως ισότιμος με τους πιο γνωστούς ήρωες της ελληνικής μυθολογίας».  [3]
Ο Φιλόστρατος στον Ηρωικό (IX, 1) τον παρουσιάζει όμοιο με άνθρωπο (ανθρώπω όμοιον) που τον διέκρινε σοφία στα λόγια και στα έργα. Είχε ποικίλες κυνηγετικές γνώσεις, δίδασκε τις τέχνες του πολέμου, εκπαίδευε γιατρούς και μουσικούς και διαμόρφωνε δίκαιους χαρακτήρες. Εκεί συναντήθηκε με τους άλλους βασιλικούς γόνους των Αργοναυτών και κατοπινούς αρχηγούς των Αχαιών, που μαζί πρωταγωνίστησαν στην Τροία.
Κοντά στον Χείρωνα ο Παλαμήδης διδάχτηκε την τέχνη του πολέμου μαζί με τον Αχιλλέα, τον Νέστορα, τον Οδυσσέα τον Διομήδη, τον Αντίλοχο τον Αινεία, τον Πάτροκλο, τον Πρωτεσίλαο και τους Αίαντες, και την ιατρική, με συντροφιά τους γιους του Ασκληπιού Μαχάονα και Ποδαλείριο, αλλά και τον Αχιλλέα. Εκτός από την χειρουργική διδάχτηκαν την χρήση των βοτάνων του βουνού, για να καταπραΰνουν τους πόνους και να γιατρεύουν τις πληγές. Τους δίδαξε ακόμη ο Χείρων την αστρονομία, τη μουσική, τη μαντική και κυνηγετική τέχνη.
Επιστρέφοντας στο Ναύπλιον μετά την μαθητεία του κοντά στον σοφό δάσκαλο, άρχισε να δείχνει τα μοναδικά χαρίσματα με τα οποία ήταν προικισμένος. Μιλούσαν με θαυμασμό γι’ αυτόν και γρήγορα η φήμη του ως «πεπαιδευμένου και λογίου σοφού», εφευρετικού νου και ετοιμοπόλεμου, πέρασε τα σύνορα της Ναυπλίας.
Πως ήταν ο Παλαμήδης  
 Ο Φιλόστρατος[4] και ο Α. Σταγειρίτης, μας δίνουν μια περιγραφή του Παλαμήδη, όπως την αφηγήθηκε ο πρώτος νεκρός του Τρωικού πολέμου Πρωτεσίλαος:
«Το ύψος του ήταν σχεδόν σαν του μεγάλου Αίαντα και η ομορφιά του εφάμιλλη με του Αχιλλέα, του Αντιλόχου, του Πρωτεσίλαου, – όπως λέει ο ίδιος- και του Τρωαδίτη Εύφορβου.  
Είχε γένια απαλά που σχημάτιζαν σιγά σιγά βοστρύχους, μαλλιά κοντά και τα φρύδια έδιναν ευγένεια στη μορφή του, ήταν ευθύγραμμα και έσμιγαν πάνω από τη συμμετρική και καλοσχηματισμένη μύτη του. Το βλέμμα του στις μάχες ήταν σταθερά προσηλωμένο και φοβερό, στην ανάπαυλα της μάχης φιλικό και οι ματιές γεμάτες καλοσύνη˙ λένε μάλιστα πως είχε τα μεγαλύτερα μάτια απ’ όλους τους ανθρώπους.  
Λέει ακόμα ότι ο Παλαμήδης γυμνός ήταν κάτι ανάμεσα σε βαρύ και ελαφρύ αθλητή και το κεφάλι του ήταν πιο ωραίο από τους χρυσούς πλοκάμους του Ευφόρβου. Είχε ρυπαρή κόμη και αυτό οφειλόταν στο ότι κοιμόταν όπου τύχαινε, γιατί παραμελώντας τελείως τον εαυτό του, έστρεφε όλη την φροντίδα του σε πολέμους φάλαγγες και την σωτηρία του στρατού. Πολλές φορές μάλιστα σε περιόδους ανακωχής, κατασκήνωνε στην κορυφή της Ίδης, διότι οι σοφοί από τις κορυφές μπορούν να μελετούν και να κατανοούν τα ουράνια φαινόμενα.  
Δεν είχε ακόλουθο ούτε κάποια δούλα ούτε Τέκμησσα ή Ίφη[5] για να τον λούζει ή να του στρώνει το κρεβάτι, αλλά όλα τα έκανε μόνος του και χωρίς τα απαραίτητα σκεύη.  
Όταν κάποτε του είπε ο Αχιλλέας «Παλαμήδη, ο κόσμος θα σε θεωρήσει αγροίκο επειδή δεν έχεις κάποιον να σε υπηρετεί», απάντησε: «Κι αυτά Αχιλλέα τι είναι;» απλώνοντας του τα δυο του χέρια».  
Επίσης και ο Αθαν. Σταγειρίτης (Ωγυγία Βίβλος Γ’σελ.460 ), γράφει:
«Ο Παλαμήδης ήτο μακρόσωμος, λευκός, ξανθοκόμης και πιναροχαίτης (με ρυπαρή κόμη), επειδή δεν εφρόντιζε περί καλλωπισμού, αλλά περί πολέμου και φαλαγγών και σωτηρίας των στρατιωτών».  
Στη Λέσχη των Κνιδίων που υπήρχε στους Δελφούς, ο Παλαμήδης ήταν ο μοναδικός ήρωας του Τρωικού πολέμου που εικονιζόταν χωρίς γενειάδα:  
«Πάνω απ’ την Κασοτίδα είναι ένα κτίριο με τοιχογραφίες του Πολυγνώτου.  Είναι αφιέρωμα των Κνιδίων και ονομάζεται από τους κατοίκους των Δελφών Λέσχη, επειδή τα παλιά χρόνια σ’ αυτό το κτίριο συνήθιζαν να συχνάζουν και να συζητούν για τα σοβαρότερα θέματα για τις μυθικές ιστορίες… Μέσα σ’ αυτό το οίκημα, ολόκληρη η ζωγραφιά προς τα δεξιά, παριστάνει την άλωση της Τροίας και τον απόπλου των Ελλήνων. Όλοι αυτοί εκτός του Παλαμήδη εικονίζονται με γενειάδα.» [6] 
Τρωικός Πόλεμος  
Όπως μας πληροφορεί ο Δίκτυς, στην Αυλίδα θεωρήθηκε ο πλέον άξιος να αντικαταστήσει τον Αγαμέμνονα, ιδιαίτερα χάρη στα πνευματικά και ηγετικά του προσόντα. Όταν τα πλοία με τα αχαϊκά στρατεύματα αναχωρούσαν για την Τροία, οι αρχηγοί της στήριξαν τις περισσότερες ελπίδες τους για νικηφόρα έκβαση της επιχείρησης στην σύνεση και ιδιοφυΐα του Παλαμήδη.
Με την αποβίβαση των Αχαιών στα Τρωικά παράλια και από τις πρώτες εχθροπραξίες, ο εφευρετικός νους, η οργανωτική και στρατηγική μεγαλοφυΐα του Παλαμήδη, κυριάρχησαν, επισκιάζοντας τους άλλους ηγέτες. Φροντίζει για το στόλο, για τα οχυρωματικά του έργα, επιθεωρεί τις φρουρές.
Πρώτη του φροντίδα ήταν η κατασκευή ενός ισχυρού αμυντικού τείχους, που θα αναχαίτιζε τις επιθέσεις των Τρώων και θα εμπόδισε την πρόσβασή τους προς το μέρος που είχαν αγκυροβολήσει τα αχαϊκά πλοία.
Πριν από κάθε μάχη εκπονούσε το σχέδιο διεξαγωγής της και τον τρόπο παρατάξεως των στρατευμάτων, για να εξασφαλίσει την νικηφόρα και με τις λιγότερες απώλειες έκβαση της. Όπως γράφουν ο Φιλόστρατος στον «Ηρωικό» και ο Αθ. Σταγειρίτης στην «Ωγυγία», παραμελούσε τελείως τον εαυτό του, και το μόνο που τον απασχολούσε, κυρίως στις παραμονές των μαχών, ήταν ο σχεδιασμός της, ώστε να έχει αίσια έκβαση και η σωτηρία των ανδρών.
Ως πολεμικός αρχηγός παρατάσσει και ενθαρρύνει τον ναυπλιακό στρατό για τη μάχη, πολεμά με γενναιότητα αλλά και σύνεση. Γι’ αυτό ακόμη και ο Αχιλλεύς επιζητούσε να τον έχει κοντά του στις μάχες και στις εκστρατείες κατά των νησιών και των παραθαλασσίων πόλεων και χαιρόταν όταν πολεμούσαν ο ένας πλάι στον άλλον.
Ανάμεσα στον Παλαμήδη και τον πιο γενναίο ήρωα του Τρωικού πολέμου είχε αναπτυχθεί μια στενή φιλική σχέση και συνεργασία. Είχαν αναλάβει τις εκστρατείες που πραγματοποιούσαν οι Αχαιοί στα περίχωρα της Τροίας και σύμφωνα με τον Όμηρο (Ιλ. I, 328-9) – που παραλείπει όπως πάντα τη συμμετοχή του Παλαμήδη – είχαν εκπορθήσει 23 πόλεις:
«Όταν ο Αχιλλεύς ετοίμαζε την εκστρατεία κατά των νησιών και των παραθαλασσίων πόλεων, ζήτησε να εκστρατεύσουν οι Αχαιοί μαζί με τον Παλαμήδη. Ο Παλαμήδης πολεμούσε με γενναιότητα και σύνεση, ενώ ο Αχιλλέας ήταν ασυγκράτητος και η υπερβολική ορμή του τον οδηγούσε σε αταξία. Γι’ αυτό χαιρόταν όταν πολεμούσε μαζί του ο Παλαμήδης, διότι συγκρατούσε την ορμητικότητά του και του υποδείκνυε πως πρέπει να πολεμά.  
Έμοιαζε με θηριοδαμαστή που μπορεί να ηρεμεί και να ξεσηκώνει γενναίο λιοντάρι και όλα αυτά τα έκανε χωρίς να αφήνει τη θέση του, αλλά τοξεύοντας ταυτόχρονα και προφυλασσόμενος από τα βέλη, αποκρούοντας με την ασπίδα του και καταδιώκοντας τα στίφη των εχθρών».[7] 
Με τις ιατρικές του γνώσεις αντιμετώπισε αποτελεσματικά μια θανατηφόρα επιδημία λοιμού που μάστιζε την γύρω περιοχή και απειλούσε με αφανισμό τον αχαϊκό στρατό. Με την επινόηση των φρυκτωριών εγκατέστησε ένα πρωτοποριακό για την εποχή του δίκτυο επικοινωνίας με τις Μυκήνες και αναδείχθηκε ο πρόδρομος των τηλεπικοινωνιών.
Παράλληλα ο Παλαμήδης συνέχισε να έχει την επιμελητεία, την ευθύνη δηλαδή του επισιτισμού όλου του στρατεύματος, που ήταν μία ακόμη αιτία της σύγκρουσης του με τον Οδυσσέα.
Με τις διάφορες εφευρέσεις του, απαυγάσματα της «εντέχνου σοφίας» του, πρόσφερε παραμυθία, ψυχαγωγία και ειρηνική απασχόληση στους πολεμιστές, όταν δεν βρίσκονταν στα πεδία των μαχών, απομακρύνοντας τα δυσάρεστα επακόλουθα των επιδημιών που ενέσκηπταν στο στρατόπεδο και της απραξίας: Έριδες, κρούσματα απειθαρχίας, κρίσεις νοσταλγίας της πατρικής γης.

Ο Παλαμήδης ήταν «ο από μηχανής θεός», η προσωποποίηση της ευρηματικότητας με μοναδική ικανότητα να δίνει την ιδανικότερη λύση και στην πιο δύσκολη κατάσταση, τόσο στο πεδίο της μάχης όσο και εκτός του πολέμου. Κάθε φορά που οι Αχαιοί συναντούσαν κάποιο δύσκολο εμπόδιο που τους έφερνε σε αδιέξοδο και άλλοτε σε απόγνωση, πρόστρεχαν στον Παλαμήδη. Και αυτός απλούστευε και το πιο δύσκολο πρόβλημα με τον δικό του ιδιοφυή τρόπο που άλλος δεν μπορούσε: Με την επινόηση μιας νέας εφευρέσεως, γέννημα της ιδιοφυίας του, που είχε χαρακτηριστικό της την σφραγίδα της τελειότητας.
Και όταν οι έγνοιες του πολέμου του άφηναν για λίγο ελεύθερο τον σοφό νου, τότε έστρεφε το πρόσωπό του ψηλά στον έναστρο ουρανό, από όπου «τήν κατάληψιν των μετεώρων εντεύθεν από των υψηλοτάτων οί σοφοί ποιού­νται…»,Άλλοτε πάλι αποθανάτιζε τις ηρωικές πράξεις που ζούσε σε έπη με συντροφιά τον μαθητή του Κόριννο, ή σκυμμένος στους άβακες, στοχαζόταν και σχεδίαζε γράμματα, αριθμούς, πεσσούς, για να κάνει καλύτερη την ζωή των ανθρώπων.
Με τις τόσες υπηρεσίες που προσέφερε, είχε κερδίσει την αγάπη και τον σεβασμό όλων των ανδρών. Ο Αχιλλεύς και ο Αίας τον τιμούσαν ως ίσο τους και είχαν συνδεθεί με στενή φιλία μαζί του.
Προκάλεσε όμως το μίσος του Οδυσσέα όταν αποκάλυψε ότι η παραφροσύνη του ήταν τέχνασμα για να αποφύγει τον πόλεμο αλλά και τον φθόνο του, καθώς ο Οδυσσεύς ένιωθε μειωμένος μπροστά στη σοφία και την στρατηγική ιδιοφυία του Παλαμήδη στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου:   
«τά δέ Παλαμήδους ούκ ακήκοας πάθη;
Τούτον γάρ δή πάντες υμνούσιν
ώς διά σοφίας φθονηθείς υπό Οδυσσέως απόλλυται». [8] 
Για τα παθήματα του Παλαμήδη δεν έχεις ακούσει;  
Γιατί γι’ αυτόν όλοι συνέθεσαν ύμνους,  
ότι χάθηκε, επειδή φθονήθηκε από τον Οδυσσέα για τη σοφία του.  
(ελεύθερη απόδοση)
Χρησιμοποιώντας ο Οδυσσεύς τις προσφιλείς του μεθόδους της δολοπλο­κίας και της διαβολής, κατόρθωσε να τον παρουσιάσει ένοχο εσχάτης προδοσίας, με αποτέλεσμα τον ατιμωτικό και μαρτυρικό θάνατο του σοφού παλικαριού.
 Ο θάνατος του Παλαμήδη 
 Η αρχή της αιτίας που προκάλεσε τον άδικο και ατιμωτικό θάνατο του Παλαμήδη, ξεκινά από το αδυσώπητο μίσος του φθορέα ηρώων και εχθρού των αρίστων Οδυσσέα, στο οποίο προστέθηκε στη συνέχεια και ο φθόνος. Η ευκαιρία που αναζητούσε ο Οδυσσέας για να εξολοθρεύσει τον Παλαμήδη με δολοπλοκίες δεν άργησε να του δοθεί.
Κάποτε ο Οδυσσέας αιχμαλώτισε ένα δούλο που έφερνε χρυσάφι στο σύμμαχο των Τρώων, Σαρπηδόνα, τον αρχηγό των Λυκίων. Υποχρέωσε τότε το δούλο να γράψει στη γλώσσα του ένα γράμμα, στο οποίο ο Πρίαμος απευθυνόμενος στον Παλαμήδη έλεγε πως είχε στείλει όσα είχαν συμφωνήσει και πως τον ευχαριστούσε που είχε βοηθήσει τους Τρώες. Άφησε το δούλο να φύγει, αλλά έστειλε κάποιον που τον σκότωσε πριν προλάβει να απομακρυνθεί πολύ.
Έστειλε μήνυμα κατόπιν στον Αγαμέμνονα πως είχε δει σημαδιακό όνειρο που του υποδείκνυε να μετακινηθεί όλος ο στρατός από τις μόνιμες εγκαταστάσεις του σε άλλη θέση για στρατιωτικές ασκήσεις. Στο διάστημα που έλειπε ο στρατός, ο Οδυσσέας έβαλε κάποιον να θάψει το χρυσάφι που πήρε από το δούλο στη σκηνή του Παλαμήδη. Όταν βρέθηκε το πτώμα του δούλου και διαβάστηκε η επιστολή που ήταν γραμμένη στη γλώσσα του, κινήθηκαν, όπως ήταν φυσικό, υποψίες εναντίον του Παλαμήδη.

Για να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, διέταξε ο Αγαμέμνονας, με υπόδειξη φυσικά του Οδυσσέα, να γίνει έρευνα στη σκηνή του Παλαμήδη. Το χρυσάφι που βρέθηκε θαμμένο εκεί αποτελούσε αδιάσειστη απόδειξη της ενοχής του ήρωα.
Συγκροτήθηκε αμέσως δικαστήριο που τον κήρυξε ένοχο προδοσίας και τον καταδίκασε σε θάνατο δια λιθοβολισμού, χωρίς να του επιτρέψουν το στοιχειώδες δικαίωμα να υπερασπισθεί την αθωότητα του.
Έτσι αναπολόγητος ο αθώος σοφός ήρωας, μετά από τις τόσες υπηρεσίες που πρόσφερε σε ηγεμόνες και στρατό, οδηγήθηκε στον τόπο του θανάτου, σπιλωμένος από την επαχθή κηλίδα του προδότη.
Μόνο ο στρατός του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα παρατάχτηκε για τον λιθοβολισμό του Παλαμήδη. Οι άλλοι άνδρες αρνήθηκαν να πάρουν μέρος και παρακολουθούσαν με την ψυχή πλημμυρισμένη από οργή και θλίψη για την ανόσια πράξη.
Η άκρατη φιλαρχία του Αγαμέμνονα και ο φόβος απώλειας της εξουσίας, το σκοτάδι της ψυχής, η πανουργία και η προσφιλής συνήθεια του Οδυσσέα να εξυφαίνει υποχθόνια τεχνάσματα για να εξοντώνει τους καλύτερούς του, με συνεργό το φθονερό Διομήδη, σε μια ανίερη συμμαχία, είχαν υπερισχύσει  μπροστά στην αρετή, την πνευματική υπεροχή και την καθαρότητα της σοφίας του Παλαμήδη.

 Η εκδίκηση του Ναυπλίου  
Το δεύτερο πιο τραγικό πρόσωπο της σκευωρίας, ήταν ο αδελφός του Παλαμήδη Οίαξ. Γνωρίζοντας καλύτερα από κάθε άλλον ότι ο αδελφός του έπεσε θύμα άθλιας πλεκτάνης, ζητούσε να πάρει εκδίκηση, αλλά ήταν ανήμπορος, μπροστά στους πανίσχυρους συνωμότες. Τον ναυπλιακό στρατό διοικούσε τώρα ο Διομήδης, ύστερα από εντολή του Αγαμέμνονα. Η μόνη του ελπίδα ήταν να βρει τρόπο να πληροφορήσει τον πατέρα του Ναύπλιο, για τον φρικτό θάνατο του αθώου Παλαμήδη.
Ο γερο θαλασσοπόρος και παλιός πειρατής,[9] θα εύρισκε τον τρόπο να εκδικηθεί και να πάρει πίσω το αίμα του παιδιού του. Κατά τραγική ειρωνεία, ο μόνος τρόπος που μπορούσε να επικοινωνήσει με την μακρινή πατρίδα ήταν οι φρυκτωρίες, που είχε εφεύρει ο σοφός αδελφός του. Έπρεπε όμως να έχει την άδεια του Αγαμέμνονα, που τώρα ήταν ο χειρότερος εχθρός του.
Καθώς τριγυρνούσε περιφρονημένος και αποξενωμένος στην παραλία γύρω από τα ναυπλιώτικα πλοία, το αδελφικό δαιμόνιο μίλησε μέσα του! Μάζεψε μερικά κουπιά και έπιασε να χαράζει με το ξίφος του στο πλατύ μέρος τους την θλιβερή είδηση . Έπειτα τα έριχνε ένα ένα στη θάλασσα, με την ελπίδα ότι κάποιο θα έφτανε στα χέρια του βασιλιά πατέρα τους.
Πράγματι ένα κουπί έφτασε μέχρι τις ακτές της Εύβοιας όπου βρισκόταν ο Ναύπλιος. Διαβάζοντας το χαραγμένο οδυνηρό μήνυμα, επιβιβάστηκε σ’ ένα πλοίο και ξεκίνησε για την Τροία. Εκεί παρουσιάστηκε στους υπαίτιους και απαίτησε να αποκαταστήσουν την τιμή του παιδιού του. Συνάντησε όμως την σκαιή συμπεριφορά του Αγαμέμνονα και των συνενόχων του. Όσο για τους άλλους ηγεμόνες, κανένας δεν τολμούσε να εναντιωθεί στον βασιλιά αρχιστράτηγο και να αγνοήσει τις διαταγές του.
Έχοντας πειστεί ο Ναύπλιος για την αθωότητα του παιδιού του, πήρε τον Οίακα και έφυγε, αφού έδωσε όρκο ότι θα τιμωρήσει σκληρά τους συνωμότες προκαλώντας τους όσο πιο πολύ κακό μπορούσε.

Φτάνοντας στην πατρίδα έβαλε αμέσως σε εφαρμογή τα εκδικητικά του σχέδια. Η πρώτη του ενέργεια ήταν να περιέρχεται τα παλάτια των ενόχων βασιλιάδων που πολεμούσαν στην Τροία, και να τους κατηγορεί παντού, και πρώτα στις γυναίκες τους, τις οποίες παρακινούσε να απιστήσουν, φανερώνοντας τους ότι οι άνδρες τους είχαν συνάψει σχέσεις με άλλες γυναίκες και παλλακίδες, τις οποίες μάλιστα θα έφερναν μαζί τους όταν θα επέστρεφαν.
Το ίδιο έκανε και ο Οίαξ, αρχίζοντας από την Κλυταιμνήστρα. Τα αποτελέσματα αυτών των διαβημάτων ήταν ολέθρια για τους ένοχους ηγεμόνες…
Όταν τελείωσε ο πόλεμος και γύριζαν οι Αχαιοί στις πατρίδες τους νικητές, έβαλε τους άνδρες. του να ανάβουν μεγάλες φωτιές στις βραχώδεις και απόκρημνες ακτές του Καφηρέα, που ήξερε ότι ήταν ο θαλασσινός δρόμος της επιστροφής τους.
Αυτές οι φωτιές ήταν παγίδες που παραπλανούσαν τα πλοία που περνούσαν. Οι κυβερνήτες οδηγούσαν προς το μέρος τους τα πλοία, πιστεύοντας ότι είναι υπήνεμοι όρμοι, με αποτέλεσμα να συντρίβονται πάνω στους κοφτερούς βράχους. Όσοι ναυαγοί γλίτωναν και τα κύματα τους έβγαζαν στη στεριά, έβρισκαν πιο φρικτό θάνατο. Οι άνδρες του Ναυπλίου τους κομμάτιαζαν με τα ξίφη τους.
Από τότε έμεινε παροιμιώδης η φράση «Ναυπλίου Ευβοϊκά πυρπολήματα»,που συνήθιζαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας όταν τις νύχτες έβλεπαν φωτιές στις παραλίες.
Ανεβασμένος σ’ έναν ψηλό βράχο ο Ναύπλιος «ώς θαλάσσιος δαίμων»[10]όπως τον χαρακτήρισαν όσοι γνώρισαν την κακή πλευρά του, παρακολουθούσε με άγρια ικανοποίηση τον χαλασμό των καραβιών και τον εξολοθρεμό των ανδρών.
Ανάμεσα στα λίγα πλοία που γλίτωσαν από την εκδικητική μανία του Ναυπλίου ήταν και του Οδυσσέα, αυτό που ήθελε να συντριβεί όσο κανένα άλλο. Την τελευταία στιγμή απομακρύνθηκε, παρασυρμένο από αντίθετο άνεμο.
Όταν είδε ο Ναύπλιος ότι ο κύριος υπεύθυνος για τον θάνατο του παιδιού του σώθηκε, κυριευμένος από απελπισία ρίχτηκε στη θάλασσα, για να βρει το ίδιο τέλος με τα θύματά του. Όσο για τον Οδυσσέα, βρήκε την τιμωρία που του άξιζε από τον Ποσειδώνα.

Ο θεός της θάλασσας οργισμένος όχι εξαιτίας του ανθρωποφάγου Πολύφημου που θέλει ο Όμηρος, αλλά για τις δολοπλοκίες που είχε εξυφάνει σε βάρος του Παλαμήδη, που όπως είδαμε ήταν απόγονός του, αφού τον καταδίκασε να θαλασσοδέρνεται δέκα ολόκληρα χρόνια, του έστειλε τέλος μέσα από το θαλασσινό βασίλειό του τον θάνατο.
Η ιστορία του Ναυπλίου, του τραγικού πατέρα, που τόσο σκληρά τον χτύπησε η μοίρα ενώ πλησίαζε στη δύση της ζωής του, δεν άφησε ασυγκίνητους τους τρεις μεγάλους τραγικούς ποιητές μας. Τα έργα όμως που έγραψαν γι’ αυτόν, είχαν την ίδια τύχη με αυτά που είχαν θέμα τον Παλαμήδη, εκτός από ελάχιστα αποσπάσματα.
Οι εφευρέσεις του Παλαμήδη
Τον σοφό γιο του Ναυπλίου και τραγικό ήρωα του Τρωικού πολέμου Παλαμήδη, εκτός από την ενασχόλησή του με τις επιστήμες και την επική ποίηση, του αποδίδεται και ένας μεγάλος αριθμός σπουδαίων εφευρέσεων, προϊόντων της εντέχνου σοφίας του, με χαρακτηριστικό τους την άμεση πρακτική εφαρμογή.
Οι εφευρέσεις του αυτές τον έχουν κατατάξει μεταξύ των πρώτων ευρετών όπως ονομάστηκαν μυθικά αλλά και ιστορικά πρόσωπα, θεοί και ήρωες, στους οποίους αποδόθηκαν διάφορες εφευρέσεις, όπως ο Απόλλων, ο Ήφαιστος, ο Ερμής, η Εργάνη Αθηνά, ο Λίνος, ο Δαίδαλος, ο Προμηθεύς, ο Φορωνεύς κ. ά.
Υπήρξε ιατρός, αστρονόμος και άριστος εποποιός, αλλά όπως μας πληροφορεί το λεξικό Σουίδα και η αρχαία παράδοση, τα έπη του εξαφανίστηκαν από τους απογόνους του Αγαμέμνονος δια βασκανίαν δηλ. από ζηλοφθονία.
Εφεύρε ακόμη την αλφαβητική γραφή, και τους αριθμούς, τους πεσσούς και τους κύβους, τα μέτρα και τα σταθμά, επινόησε τις φρυκτωρίες, τον άβακα, τα νομίσματα και την υποδιαίρεση του χρόνου.

 Το τέλος μιας ένδοξης γενιάς
Μετά τον τραγικό χαμό του Παλαμήδη και του βασιλιά πατέρα του, στο Ναύπλιο κυβερνούσαν τα παιδιά που είχαν απομείνει, ο Οίαξ και ο Ναυσιμέδων. Αλλά η κακοδαιμονία που μάστιζε τον Ναυπλιακό οίκο δεν έλεγε να τελειώσει. Ο Ορέστης θεωρούσε τον βασιλιά Ναύπλιο και τον Οίακα υπεύθυνους για τον θάνατο του πατέρα του, επειδή είχαν ξελογιάσει την μητέρα του και την είχαν παρακινήσει στην απιστία. Αφού γύρισε στις Μυκήνες και τιμώρησε τον φονιά του πατέρα του, θέλησε να αποτελειώσει το εκδικητικό έργο του, ξεκληρίζοντας και αυτήν την εχθρική του γενιά.
Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι τα αδέλφια είχαν συμμαχήσει με τον Αίγισθο. Μία παλαιότερη τραγωδία του Στησιχόρου που λίγα αποσπάσματά της έχουν διασωθεί, ανέφερε ότι ο Οίαξ είχε πάρει γυναίκα του την κόρη του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας Ηριγόνη. Η ευκαιρία του δόθηκε όταν στις μάχες που ακολούθησαν, τα αδέλφια παρατάχθηκαν στο πλευρό του Αίγισθου. Εκεί έπεσαν πολεμώντας από το σπαθί του Πυλάδη.
Στην Πινακοθήκη της Ακρόπολης των Αθηνών, υπήρχε μια ζωγραφική σύνθεση, που εικονίζε τον Ορέστη να θανατώνει τον Αίγισθο και τον Πυλάδη τους γιους του Ναυπλίου:
 «Υπάρχει επίσης αριστερά των Προπυλαίων κτίριο με ζωγραφιές… εδώ ανάμεσα στις ζωγραφιές, είναι και αυτή που παριστά τον Ορέστη να φονεύει τον Αίγισθο και τον Πυλάδη να σκοτώνει τα παιδιά του Ναυπλίου, που ήλθαν σε βοήθεια του Αιγίσθου».[11]
Η θεογέννητη Ναυπλιώτικη δυναστεία που είχε ξεκινήσει από τον γιο του Ωκεανού Ίναχο, πρόγονο της Αμυμώνης και αυτή με τον Ποσειδώνα γέννησε τον πρώτο Ναύπλιο, βρήκε αυτό το οικτρό και άδοξο τέλος, από τον δολοπλόκο Οδυσσέα που έκανε την αρχή, για να συνεχίσει η μισητή απ’ τους θεούς γενιά των Ατρειδών.
Πηγή: Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης», Προοδευτικός Σύλλογος Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», Ναύπλιο, 2003.
Aνιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.