Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

14.3.17

Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου

Η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου (National Gallery) ιδρύθηκε το 1824 και στεγάζει σήμερα μια από τις πλουσιότερες συλλογές πινάκων σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι 2.300 πίνακες που διαθέτει καλύπτουν την περίοδο από τα μέσα του 13ου αιώνα έως το 1900.[1] Βρίσκεται στην Πλατεία Τραφάλγκαρ στο Λονδίνο. Τα έργα που διαθέτει θεωρείται ότι ανήκουν στο Βρετανικό λαό και γι' αυτό η είσοδος στην Πινακοθήκη είναι δωρεάν (αυτό δεν ισχύει για τις ειδικές περιστασιακές εκθέσεις που διοργανώνει). 
Σύντομη ιστορία
Το 1824 το Βρετανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε τη δαπάνη 57.000 λιρών για την αγορά της ιδιωτικής 
συλλογής των πινάκων του τραπεζίτη Τζον Τζούλιους Ανγκερστάιν (John Julius Angerstein). Η συλλογή περιελάμβανε 38 πίνακες, οι οποίοι θα αποτελούσαν τον πυρήνα μιας νέας εθνικής συλλογής, η οποία θα χρησίμευε ως όργανο μόρφωσης και απόλαυσης για όλους τους πολίτες. Η συλλογή επρόκειτο να εκτεθεί στην οικία του Ανγκερστάιν (στον αρ. 100 της Παλ Μαλ) μέχρι να βρεθεί κατάλληλο κτίριο για τη στέγασή της. Σε σύγκριση όμως με εθνικές πινακοθήκες άλλων χωρών, η έκταση της οικίας κρίθηκε ανεπαρκής και προκάλεσε τα ειρωνικά και επικριτικά σχόλια του τύπου.[2] Επιπλέον, καθώς η συλλογή αυξανόταν μέσω νέων αποκτημάτων, ο χώρος ήταν ανεπαρκής για την έκθεση των πινάκων. Έτσι το 1831 αποφασίστηκε, ύστερα από πολλές συζητήσεις, η κατασκευή κτιρίου στην πλατεία Τραφάλγκαρ, ένα σημείο της πόλης προσβάσιμο από όλους, στη θέση των παλαιών Βασιλικών Στάβλων (King's Mews). Το νέο κτίριο, κατασκευασμένο από τον αρχιτέκτονα Ουίλιαμ Ουίλκινς (William Wilkins) άνοιξε τις πύλες του το 1838. Για την κατασκευή ο Ουίλκινς χρησιμοποίησε οκτώ κολώνες προερχόμενες από το παρακείμενο Carlton House που κατεδαφίστηκε το 1826.
Αρχικά το κτίριο της Πινακοθήκης στέγαζε και τη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών (Royal Academy of Arts), η οποία μετακινήθηκε σε δικό της κτίριο το 1869. Το ίδιο έτος όμως τέθηκε θέμα περί καταλληλότητας του κτιρίου και ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα E.M. Barry η μελέτη κατασκευής νέου κτιρίου. Τελικά αποφασίστηκε το κτίριο να παραμείνει αλλά να κατασκευαστεί επέκταση με νέα πτέρυγα, η οποία ολοκληρώθηκε το 1876 με την προσθήκη επτά νέων αιθουσών και του σημερινού θόλου. Νέα επέκταση έγινε το 1907 με την κατεδάφιση των παραπηγμάτων στην πίσω αυλή του κτιρίου και την ανέγερση πέντε νέων αιθουσών.
Το 1985 ο Λόρδος Σένσμπουρι (Lord Sainsbury of Preston Candover) πρότεινε να χρηματοδοτήσει, μαζί με τους αδελφούς του, την ανέγερση νέας πτέρυγας, η οποία κατασκευάστηκε πλάι στο ήδη υπάρχον κτίσμα, έλαβε το όνομα "πτέρυγα Σένσμπουρι" και παραδόθηκε το 1991.
Σήμερα η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου διαθέτει αίθουσες συνολικού εμβαδού 46.396 τετ. μ.[2]
Β' Παγκόσμιος ΠόλεμοςΠολύ πριν ξεκινήσουν οι τρομοκρατικοί βομβαρδισμοί του Λονδίνου από τη Λουφτβάφε οι Βρετανοί, φοβούμενοι μέχρι και γερμανική απόβαση στα νησιά τους, άρχισαν να εξετάζουν το μέλλον της Πινακοθήκης. Ο τότε διευθυντής της Κένεθ Κλαρκ (Kenneth Clark) έκανε σαφές ότι τα αριστουργήματα που περιλαμβάνονταν στη συλλογή δεν ήταν ασφαλή και έπρεπε να απομακρυνθούν από το κτίριο. Όταν η προοπτική πολέμου με τη Ναζιστική Γερμανία έγινε πλέον σαφής οι 50 πρώτοι πίνακες απομακρύνθηκαν από την πινακοθήκη και μεταφέρθηκαν στο Μπανγκόρ της Ουαλίας (30 Σεπτεμβρίου 1938). Μετά τη Συμφωνία του Μονάχου, οι πίνακες επανήλθαν σχεδόν αυθημερόν. Ένα σχεδόν έτος αργότερα το ενδεχόμενο εκκένωσης της Πινακοθήκης έγινε εκ νέου πραγματικότητα: Δέκα ημέρες πριν την κήρυξη πολέμου μεταξύ Βρετανίας - Γερμανίας, όλοι οι πίνακες απομακρύνθηκαν από το κτίριο και μεταφέρθηκαν:
  • Στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Ουαλίας στο Μπανγκόρ
  • Στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ουαλίας στο Αμπερίστουϊδ (Aberystwyth)
  • Στο κάστρο Κάρναρβον (Caernarvon Castle)
  • Στο κάστρο Πένρυν (Penrhyn Castle)
  • Στο Τραουσγκουθ (Trawsgoed) (Ουαλία)[3]
Οι θέσεις αυτές θεωρήθηκαν προσωρινές και ακολούθησαν συσκέψεις σχετικά με το πού έπρεπε να φυλαχθούν τα πολύτιμα έργα τέχνης. Υπήρξε ακόμη και σκέψη μεταφοράς τους στον Καναδά, ιδέα που απορρίφθηκε. Τελικά επιλέχθηκε το εγκαταλελειμμένο ορυχείο "Manod" στην περιοχή του Φεστίνιοχ (Ffestiniog), στις στοές του οποίου αποθηκεύτηκαν, καλά συσκευασμένοι, όλοι οι πίνακες.[1].
Όπως απέδειξαν τα γεγονότα, η κίνηση εκκένωσης της πινακοθήκης ήταν σωστή: Στις 12 Οκτωβρίου 1940 μια ισχυρή βόμβα ρίφθηκε στο κτίριο, με αποτέλεσμα την ολική καταστροφή της αίθουσας 10, ακριβώς αυτή στην οποία στεγάζονταν τα έργα του Ραφαήλ. Κατά τη διάρκεια συναυλίας στο κτίριο εξερράγη δεύτερη, μικρότερη βόμβα, η οποία είχε ριφθεί σε προηγούμενη επίθεση, αλλά δεν είχε εκραγεί.[3] Το κτίριο συνέχισε να χρησιμοποιείται, κύρια ως συναυλιακός χώρος και χώρος διαλέξεων, καθ' όλη τη διάρκεια του Πολέμου. Με τη λήξη του διαπιστώθηκε ότι ούτε ένας από τους υαλοπίνακες της οροφής δεν είχε απομείνει ανέπαφος και πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι την πλήρη αποκατάστασή του.
Από το 1942 και καθώς οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου είχαν αραιώσει σημαντικά, ορισμένα έργα άρχισαν να μεταφέρονται για προσωρινή έκθεση και πάλι στο κτίριο. Κάθε βράδυ τα αποσπούσαν από το χώρο έκθεσης και τα μετέφεραν στον υπόγειο θωρακισμένο χώρο για πλήρη ασφάλεια. Στις 17 Μαΐου 1945 άρχισαν να μεταφέρονται σταδιακά τα έργα τέχνης στο κτίριο, του οποίου οι ζημίες αποκαταστάθηκαν επίσης σταδιακά.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος

MOYΣΕΙΟ ΟΥΦΙΤΣΙ ΦΛΟΡΕΝΤΙΑ

Το Ουφίτσι (Uffizi) είναι ανάκτορο της Φλωρεντίας που στεγάζει ένα από τα παλαιότερα μουσεία - πινακοθήκες στον κόσμο, την Galleria degli Uffizi. Τα έργα που εκτίθενται στο μουσείο καλύπτουν χρονικά την περίοδο από τον 13ο μέχρι τον 18ο αιώνα και συνθέτουν μία από τις σημαντικότερες συλλογές αναγεννησιακής τέχνης. 
Ιστορία
Η κατασκευή του παλατιού Ουφίτσι ξεκίνησε το 1560 από τον Τζόρτζιο Βαζάρι κατόπιν παραγγελίας του δούκα της Τοσκάνης Κόζιμο Α' των Μεδίκων και ολοκληρώθηκε το 1581. Μέρος των θησαυρών της οικογενείας των Μεδίκων είχε διασκορπιστεί κατά τη διάρκεια της εξορίας της και ανακτήθηκε εν μέρει από τον Κόζιμο Α΄ κατά την περίοδο της ηγεμονίας του (1532-74). Αρχικά, το παλάτι είχε ως στόχο να στεγάσει γραφεία (uffizi). Μετά το θάνατο του Βαζάρι και του Κόζιμο το 1574, την ολοκλήρωση του έργου ανέλαβε ο αρχιτέκτονας Μπερνάρντο Μπουονταλέντι κάτω από την επίβλεψη του δούκα Φραντσέσκο Α΄ των Μεδίκων, ο οποίος αποφάσισε το 1581 να μεταφέρει τη συλλογή του έργων τέχνης και πολύτιμων αντικειμένων από το studiolo (σπουδαστήριο) που είχε φτιάξει στο Παλάτσο Βέκιο, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο του Ουφίτσι, τη λεγόμενη Tribuna. Τα επόμενα χρόνια, η συλλογή του Ουφίτσι εμπλουτίστηκε σημαντικά. Το 1677, ο Κόζιμο Γ΄ μετέφερε επίσης ένα τμήμα της συλλογής αρχαίων αγαλμάτων των Μεδίκων από τη Ρώμη στο Ουφίτσι. Μετά τη διαδοχή της δυναστείας των Μεδίκων από αυτή των Αψβούργων, κατά την ηγεμονία του Πέτρου Λεοπόλδου (1765-1790), ξεκίνησε μία σημαντική προσπάθεια ανασυγκρότησης των συλλογών της πινακοθήκης και η ταξινόμηση των έργων ανάλογα με την καλλιτεχνική σχολή που εκπροσωπούσαν. Στο έργο αυτό είχε συμβολή ο ιστορικός τέχνης αββάς Λουίτζι Λάντσι.
Η Τριμπούνα (Tribuna) του Ουφίτσι
Η Tribuna του Uffizi είναι ένα οκταγωνικό δωμάτιο[1] και είναι το παλαιότερο τμήμα της γκαλερί στην Φλωρεντία. Σχεδιάστηκε το 1584 από τον Bernardo Buontalenti για τον Φραντσέσκο Α΄ των Μεδίκων, με σκοπό να φιλοξενήσει τις αρχαιολογικές συλλογές και το περιεχόμενο του Σπουδαστηρίου του Παλάτσο Βέκιο (Palazzo Vecchio). Αργότερα όλα τα πολύτιμα εκθέματα από τις συλλογές των Μεδίκων μεταφέρθηκαν εκεί. Θεωρείται, σαν ο πρώτος χώρος στην ιστορία που πληρούσε τα πρότυπα μουσείου με αποτέλεσμα να λειτουργήσει σαν οδηγός για τα σύγχρονα κέντρα τέχνης των διαφόρων ιδρυμάτων. Ο περίπλοκος διάκοσμος της οκταγωνικής αίθουσας αντικατοπτρίζει μια αλληγορία του σύμπαντος, εκθέτοντας σε καίριες θέσεις τα τέσσερα στοιχεία: αέρας, γη, νερό, φωτιά:
  • Ο ανεμοδείκτης στον φεγγίτη στην οροφή της αίθουσας αναφέρεται στον αέρα.
  • Ο θόλος που είναι καλυμμένος με κοχύλια και φίλντισι αναφέρεται στον ουράνιο θόλο και κατ’ επέκταση στο νερό.
  • Η κόκκινες ταπισερί που καλύπτουν τους τοίχους αναφέρονται στη φωτιά.
  • Το δάπεδο που είναι από πέτρα και μάρμαρο αναφέρεται στη γη.
Και όλα αυτά τα στοιχεία υποτάσσονται στην γνώση του ανθρώπινου όντος, το οποίο με την δεξιοτεχνία του τα μετατρέπει σε πολύτιμα αντικείμενα τέχνης. Στο κέντρο του δωματίου ήταν ένας οκταγωνικός ναΐσκος διακοσμημένος με πολύτιμους λίθους και χρυσό ενώ στους τοίχους ήταν τοποθετημένοι οι καλύτεροι ζωγραφικοί πίνακες της εποχής. Τα γλυπτά της αρχαιότητας είχαν την δική τους θέση στο χώρο καθώς υπήρχαν θήκες και ράφια για να εκτίθενται αρχαία κοσμήματα, πολύτιμοι λίθοι και καμέες.
Η Πινακοθήκη 
Toν Ιούλιο του 1737 πεθαίνει ο Τζαν Γκαστόνε των Μεδίκων ( Gian Gastone de' Medici), τελευταίος στη σειρά της διαδοχής στη δυναστεία των Μεδίκων. Μένει μόνη κληρονόμος η αδελφή του Άννα Μαρία Λουΐζα (Λουδοβίκα)των Μεδίκων (Anna Maria Luisa ( Ludovica ) de 'Medici ). Τότε, όλα τα υπάρχοντα των Μεδίκων, συμπεριλαμβανομένων κτηρίων, χρημάτων, κοσμημάτων και συλλογών έργων τέχνης αλλά και εδαφών του πρώην Δουκάτου του Ουρμπίνο, περιέρχονται στην Άννα Μαρία Λουδοβίκα (Πριγκίπισσα του Παλατινάτου) . Η ιδία, ήταν λάτρης της τέχνης και βλέποντας την κατάσταση των άλλων Βασιλικών Οίκων, οι οποίοι έχουν ξεπουλήσει κυριολεκτικά όλους τους καλλιτεχνικούς και τους πολιτιστικούς θησαυρούς τους, δείχνει διορατικότητα και με μια αξιοσημείωτη πράξη της υπογράφει το γνωστό οικογενειακό σύμφωνο Patto di Famiglia σε συνεργασία με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τον Φραγκίσκο της Λωρραίνης. Σύμφωνα με αυτό υπάρχει απαράβατος όρος ότι όλη η προσωπική περιουσία των Μεδίκων, που παραχωρήθηκε από την ιδία στην δυναστεία της Λορένης δεν θα μεταφερθεί ποτέ έξω από τη Φλωρεντία[2]. Έτσι ξεκινά η ιστορία της Πινακοθήκης Ουφίτσι[3] η οποία έγινε δημοσίως προσβάσιμη το 1769, αν και ήταν ανοιχτή για το κοινό, κατόπιν αίτησης, ήδη από το 16ο αιώνα. Μετά την ένωση της Ιταλίας το 1861, γλυπτά και άλλα έργα τέχνης μεταφέρθηκαν από το Ουφίτσι σε άλλα μουσεία της πόλης, με αποτέλεσμα να περιοριστεί η συλλογή της κυρίως σε έργα ζωγραφικής. Το 1993, ορισμένες αίθουσες της πινακοθήκης υπέστησαν φθορά από έκρηξη βόμβας και ειδικότερα η αίθουσα Νιόβη.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Ανιχνευτής ο Poof.

ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΟΥ ΠΡΑΔΟ

Το Μουσείο του Πράδο (ισπ. Museo del Prado) είναι ένα περίφημο μουσείο τέχνης που βρίσκεται στη Μαδρίτη. Κατέχει μια από τις σπουδαιότερες συλλογές τέχνης του κόσμου, και συγκεκριμένα ένα μεγάλο πλήθος πινάκων από τον 14ο ως τις αρχές του 19ου αιώνα.
ΙστορίαΣτεγάζεται σε κτήριο που κατασκευάστηκε από τον Κάρολο Γ', στα πλαίσια του κατασκευαστικού του έργου που είχε σκοπό να αναδείξει τη Μαδρίτη. Η λέξη «prado», που στα ισπανικά σημαίνει «λιβάδι» χαρακτήρισε ολόκληρη την περιοχή του Μουσείου. Το κτήριο αυτό χρησιμοποιήθηκε και από τον Ναπολέοντα για τις ανάγκες του ιππικού και του πυροβολικού του.
Ιδρύθηκε ως Μουσείο ζωγραφικής και γλυπτικής. Μετά την εκθρόνιση της Ισαβέλλας Β΄ το 1868, το Μουσείο εθνικοποιήθηκε και απέκτησε το σημερινό του όνομα. Στέγασε αρχικά τη βασιλική συλλογή τέχνης, αλλά γρήγορα αποδείχτηκε μικρό, οπότε και επεκτάθηκε το 1918. Κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, κατόπιν σύστασης της Κοινωνίας των Εθνών, 353 πίνακες μαζί με άλλα έργα τέχνης στάλθηκαν στη Βαλένθια. Αργότερα κατέληξαν στη Γενεύη, από όπου επέστρεψαν στο Μουσείο με νυχτερινά τρένα μέσω γαλλικού εδάφους, μόλις ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Εκθέματα Αν και ιδρύθηκε ως Μουσείο ζωγραφικής και γλυπτικής, το Πράδο περιλαμβάνει σήμερα και πάνω από 5.000 σχέδια, 1.000 νομίσματα και μετάλλια, καθώς και περίπου 2.000 διακοσμητικά αντικείμενα. Τα γλυπτά του υπολογίζονται γύρω στα 700 και οι πίνακες ζωγραφικής, στους οποίος χρωστάει και τη διεθνή του αίγλη, γύρω στους 8.600. Πρόκειται για έργα των Βελάθκεθ, Γκόγια, Ελ Γκρέκο, Καραβάτζιο, Ρέμπραντ, κ.ά. Στο Μουσείο εκτίθενται περίπου το ένα τρίτο των πινάκων που κατέχει, έτσι λοιπόν τα εκθέματα εναλλάσσονται.
Το πιο γνωστό έργο που εκτίθεται στο Μουσείο είναι το «Las Meninas» του Βελάθκεθ. Ο Βελάθκεθ όχι μόνο παραχώρησε στο Μουσείο τα εκπληκτικά του έργα, αλλά δραστηριοποιήθηκε ενεργά στο να συγκεντρώσει στο Μουσείο έργα ιταλών καλλιτεχνών. Η περίφημη «Γκουέρνικα» του Πάμπλο Πικάσο εκτέθηκε στο Πράδο μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την επιστροφή της στη χώρα, αλλά αργότερα μεταφέρθηκε στο Μουσείο Τέχνης Βασίλισσα Σοφία, όπου διαμορφώθηκε ο κατάλληλος χώρος για να εκτεθεί ένας τόσο τεράστιος πίνακας.
Σημαντικό τμήμα των πινάκων του Μουσείου ανήκουν στη χρονική περίοδο από το 15 έως το 17ο αιώνα μ.Χ., μια περίοδο που ονομάζεται «η Χρυσή περίοδος της Ισπανίας».
Συνδυάζοντας τις επισκέψεις στο Μουσείο του Πράδο με αυτές στο γειτονικό Μουσείο Thyssen-Bornemisza και στο Εθνικό Μουσείο «Κέντρο Τέχνης Βασίλισσα Σοφία», ο επισκέπτης αποκτά μια σφαιρική αντίληψη της δυτικοευρωπαϊκής τέχνης μέχρι τις μέρες μας, εφάμιλλη με αυτήν που προσφέρουν τα άλλα μεγάλα μουσεία του κόσμου.

MOYΣΕΙΟ ΤΟΥ ΛΟΥΒΡΟΥ

Το μουσείο του Λούβρου (γαλλικά: Musée du Louvre) είναι ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα μουσεία τέχνης στον κόσμο. Βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού, στις όχθες του Σηκουάνα και εκθέτει 35.000 έργα τέχνης - το 8% των αποκτημάτων του, που υπολογίζονται στα 445.000 κομμάτια. Οι μόνιμες συλλογές του μουσείου καταλαμβάνουν συνολικά έκταση 60.600 τετραγωνικών μέτρων και ανάμεσα σε αυτές είναι και οι ελληνικές, που καλύπτουν[1] 25 αίθουσες ή χώρους. 
Η ονομασία
Το Λούβρο αρχικά ήταν αμυντικό φρούριο και υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ονομασία του. Σύμφωνα με την πρώτη, ονομάστηκε Λούβρο λόγω του τοπωνυμίου της περιοχής όπου οικοδομήθηκε - αυτή λεγόταν Lupara. Πιθανολογείται ότι η περιοχή ονομαζόταν έτσι επειδή είχε πολλούς λύκους (στα λατινικά lupus και το θηλυκό, δηλαδή λύκαινα, στην καθομιλουμένη της εποχής εκείνης στη Γαλλία, λεγόταν lupara)[2]. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι η ονομασία προέρχεται από την σαξωνική λέξη lauer ή lower, η οποία στα ελληνικά αποδίδεται ως "οχυρωμένο φρούριο".[3] Τρίτη εκδοχή: από τη φράση "L'oeuvre" για το αριστουργηματικό έργο, που όμως δεν είναι ιδιαίτερα πιθανή, αφού το κτίσμα αναφέρεται ως Λούβρο ήδη από το 1200, όταν ακόμα στο φρούριο δεν υπήρχε καμία συλλογή.
Οι πρώτες συλλογέςΤο Λούβρο έγινε μουσείο μετά την Γαλλική επανάσταση. Μέχρι τότε ήταν ανάκτορο των βασιλέων της Γαλλίας και πιο πριν απλώς φρούριο. Συγκεκριμένα το κτίριο που σήμερα στεγάζει το μουσείο οικοδομήθηκε σταδιακά στο πέρασμα των αιώνων αλλάζοντας σημαντικά μορφή ανάλογα με τις χρήσεις του.
Αρχικά, το 1190, οικοδομήθηκε εκεί ένα μεγάλο οχυρό από τον βασιλιά Φίλιππο Β΄ Αύγουστο. Άλλαξε πολύ η αρχιτεκτονική και η μορφή του απ'τους διαδόχους προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως ανάκτορο, καθιστώντας το σημαντικά πολυτελέστερο και πιο καλλιτεχνικό. Παράλληλα, με το πέρασμα των αιώνων, οι βασιλείς της Γαλλίας φρόντιζαν να αποκτούν και διάφορα πολύτιμα αντικείμενα - άλλα ήταν λάφυρα πολέμων και άλλα αγορές ή δωρεές προς αυτούς. Τα αντικείμενα αυτά, στην πλειοψηφία τους ζωγραφικοί πίνακες, αποτέλεσαν σταδιακά τη λεγόμενη "βασιλική συλλογή" που υπήρξε και ο αρχικός πυρήνας του μουσείου όταν αυτό από ανάκτορο μεταβλήθηκε σε κέντρο τέχνης και μουσείο μετά τη γαλλική επανάσταση.
Τα πρώτα έργα σε είδος συλλογής άρχισαν ουσιαστικά να συγκεντρώνονται γύρω στο 1500 από τον Φραγκίσκο Α΄. Ο Φραγκίσκος ήταν εκείνος που απέκτησε (το 1519) τη Τζοκόντα του Λεονάρντο ντα Βίντσι όπως και την "Ωραία Κηπουρό" και την "Αγία Οικογένεια" του Ραφαήλ. Επί Φραγκίσκου αποκτήθηκε η προσωπογραφία του (έργο του Τιτσιάνο) και ο "Ευαγγελισμός" του Φρα Μπαρτολομέο. Ο Φραγκίσκος επίσης επέκτεινε σημαντικά τις πτέρυγες του χώρου για να προβάλλεται πιο λαμπρά η βασιλική συλλογή. Το 1549 δημιουργήθηκε μια μεγάλη αίθουσα εορτασμών (αλλά που χρησίμευσε αργότερα και ως δικαστήριο) και που είναι σήμερα η "Αίθουσα των Καρυάτιδων" - φιλοξενεί πιστά αντίγραφα των Καρυάτιδων και πολλά πρωτότυπα έργα της αρχαιότητας. Το 1553 ολοκληρώθηκε η αίθουσα που οδηγούσε τότε στον προθάλαμο του βασιλιά και που σήμερα είναι η αίθουσα ετρουσκικών αρχαιοτήτων. Το Λούβρο ξαναπήρε ώθηση το 1600 επί Ερρίκου Δ', ο οποίος αύξησε τη συλλογή (κυρίως πινάκων ζωγραφικής) και έφτασε αυτή να αριθμεί τότε 200 ξεχωριστά έργα.
Αυτό που σήμερα στο μουσείο ονομάζεται "Στοά του Απόλλωνα" δημιουργήθηκε περίπου το 1602 από την σύζυγο του Ερρίκου Δ΄, τη Μαρία των Μεδίκων, που θέλησε εκεί να διαμορφώσει μια αίθουσα τέχνης με προσωπογραφίες βασιλέων και την ονόμασε "Αίθουσα των Πινάκων". Το 1639 προστέθηκε στο κτίσμα ο "Πύργος του Ρολογιού".
Η "βασιλική συλλογή" αυξήθηκε σημαντικά και επί Λουδοβίκου ΙΓ΄, χάρη όμως μάλλον στον καρδινάλιο Ρισελιέ παρά στον ίδιο. Ο Ρισελιέ είχε αποκτήσει μια μεγάλη προσωπική συλλογή έργων τέχνης και με το θάνατό του το 1642 αυτή πέρασε ως κληροδότημα στον βασιλιά της Γαλλίας και από αυτόν στη βασιλική συλλογή. Ανάμεσα στα έργα που είχε αποκτήσει ο Ρισελιέ και σήμερα ανήκουν στο Λούβρο ήταν και το "Δείπνο στην Εμμαούς", του Βερονέζε. Το 1625 στη βασιλική συλλογή (και σήμερα στου μουσείου του Λούβρου) προστέθηκαν 24 πίνακες του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς με θέμα τη ζωή της Μαρίας των Μεδίκων συζύγου του Ερρίκου Δ΄.
Σημαντική ώθησηΌταν πέθανε ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ ανέλαβε τα ηνία της χώρας ουσιαστικά ο καρδινάλιος Μαζαρέν (Μαζαρίνος), ο οποίος κατάφερε να εμπλουτίσει σημαντικά το Λούβρο. Το 1661 πέθανε ο Μαζαρέν και την ίδια χρονιά εκδηλώθηκε στα ανάκτορα μεγάλη πυρκαϊά που απείλησε και τη βασιλική συλλογή. Στη συνέχεια ανέλαβε πλήρως τη διακυβέρνηση της χώρας ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ που ήταν επίσης φιλότεχνος. Θεωρείται ότι για τη βασιλική συλλογή σημαντικότεροι υπήρξαν ο Φραγκίσκος ο Α΄, ο Λουδοβίκος ο ΙΔ΄ και αργότερα ο Ναπολέων. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ ανέθεσε στον πρωθυπουργό του Ζαν Μπατίστ Κολμπέρ να κάνει συστηματικά αγορές και να ψάχνει ευκαιρίες. Επί της βασιλείας του το Λούβρο απέκτησε, το 1662, τη συλλογή του τραπεζίτη Jabach -σε αυτήν περιλαμβάνονταν 60 έργα τέχνης, μεταξύ των οποίων πολλά έργα των Βερονέζε και Τιτσιάνο. Δέκα χρόνια αργότερα η βασιλική συλλογή εμπλουτίστηκε με άλλα 101 έργα, ανάμεσα στα οποία ήραν "Η Υπαίθρια συναυλία" και "Ο άνθρωπος με το γάντι" του Τιτσιάνο καθώς και "Η κοίμηση της Θεοτόκου", του Καραβάτζο. Το 1678 ολοκληρώθηκε η μεγάλη Τετράγωνη Αυλή ύστερα από εργασίες 18 ετών. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για το μετέπειτα μουσείο του Λούβρου, όμως παράλληλα ο Λουδοβίκος αποφάσισε να μετακινηθεί στο ανάκτορο των Βερσαλλιών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το κτίριο του Λούβρου να παραμεληθεί -κάποιες πτέρυγές του κυριολεκτικά αφέθηκαν να καταρρεύσουν. Ο Κολμπέρ προσπάθησε να περισώσει τη βασιλική συλλογή αλλά ματαιοπονούσε γιατί άλλα κομμάτια μεταφέρθηκαν τότε στις Βερσαλλίες και άλλα σε ιδιωτικές κατοικίες ευγενών.
Όταν πέθανε ο Λουδοβίκος ο ΙΔ΄ η κατάσταση επιδεινώθηκε, γιατί ο διάδοχός του Λουδοβίκος ο ΙΕ΄ καθιέρωσε να δανείζει ή να νοικιάζει σπουδαία έργα τέχνης σε διάφορους αριστοκράτες ώστε να διακοσμούν τις αίθουσες των κατοικιών τους.
ΠροεπαναστατικάΤο 1750 ο αδελφός του Πομπαντούρ, μαρκήσιος Ντε Μαρινί (De Marigny) κατάφερε να συγκεντρώσει περίπου 110 από τα διάσπαρτα αριστουργήματα και το 1769, ο κόμης De Angiviller, υπεύθυνος τότε της "Βασιλικής Αίθουσας Πινάκων" έπεισε τον Λουδοβίκο ΙΕ' ότι η συλλογή θα έπρεπε πια να αξιοποιηθεί και για το κράτος. Επίσης τον έπεισε ότι το Λούβρο θα έπρεπε σταδιακά να μετατραπεί σε μουσείο. Το σχέδιο δεν προχώρησε ιδιαίτερα, ώσπου ανέβηκε στο θρόνο ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ που άφησε περισσότερες πρωτοβουλίες στον κόμη και αυτός τότε άρχισε νέες αγορές και διοργάνωσε "Σαλόνια" ή εκθέσεις. Από αυτές το Λούβρο απέκτησε πολλά έργα του Ζακ Λουί Νταβίντ και γενικά χάρη στον κόμη η συλλογή εμπλουτίστηκε με 250 έργα Φλαμανδών και Ολλανδών δημιουργών.
Η Γαλλική ΕπανάστασηΗ επανάσταση υπήρξε σταθμός για το Λούβρο, αφού χάρη σε αυτήν αποφασίστηκε το κτιριακό συγκρότημα να μετατραπεί οριστικά σε μουσείο και να ονομαστεί "Κεντρικό Μουσείο των Τεχνών", "Μουσείο της Δημοκρατίας" και μετά "Γαλλικό Μουσείο". Άρχισε να λειτουργεί ως μουσείο τον Αύγουστο του 1793. Τα ¾ των εκθεμάτων του προέρχονταν από τις βασιλικές συλλογές του παρελθόντος και το υπόλοιπο 1/4 προερχόταν από την κατασχεθείσα εκκλησιαστική περιουσία και τη δήμευση της περιουσίας των ευγενών της χώρας.
Ο ΝαπολέωνΟ Ναπολέων ονειρευόταν να δημιουργήσει στο Παρίσι το μεγαλύτερο μουσείο στον κόσμο. Τα εκθέματα του μουσείου εμπλουτίστηκαν πράγματι εντυπωσιακά με τους Ναπολεόντειους πολέμους οι οποίοι απέφεραν αναρίθμητες αρχαιότητες από την Ιταλία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Αίγυπτο, τη Μέση Ανατολή και άλλες περιοχές. Ο Ναπολέων καθιέρωσε μάλιστα στους όρους ειρήνης να προβλέπεται η πολεμική αποζημίωση σε είδος και, συγκεκριμένα, σε έργα τέχνης που εκτιμούνταν από Γάλλους ειδικούς.
Ανάμεσα σε όσα πήρε ο Ναπολέοντας ήταν και μια τεράστια ελαιογραφία του Πάολο Βερονέζε σε καμβά, «Ο Γάμος στην Κανά», διαστάσεων 9 Χ 6 μέτρων, που κοσμούσε ιταλικό μοναστήρι και την οποία ο Γάλλος ηγέτης έκοψε στα δυο ώστε να μπορέσει να τη μεταφέρει στο Παρίσι –το έργο δεν επιστράφηκε ποτέ στην Ιταλία παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν αργότερα στο Λούβρο. Πέρα από όσα πήρε ο Ναπολέοντας κάνοντας «αφαίμαξη» ειδικά στις ιταλικές συλλογές γλυπτών και ζωγραφικής, σημαντική εισροή εκθεμάτων σημειώθηκε και χάρη στις ανασκαφές που έγιναν με πυρετώδεις ρυθμούς από Γάλλους αρχαιολόγους κατά τον 19ο αιώνα στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Αίγυπτο και στη Μέση Ανατολή.
Το 1797 άνοιξε η "Στοά του Απόλλωνα" και δύο χρόνια αργότερα η "Μεγάλη Στοά" με έργα κυρίως Φλαμανδών και Ολλανδών ζωγράφων, ενώ το 1800 λειτούργησε για πρώτη φορά και το τμήμα έργων τέχνης που δεν είχε συγκροτηθεί αποκλειστικά από ζωγραφικούς πίνακες -ουσιαστικά το τμήμα ελληνικών αρχαιοτήτων. Το 1803, το μουσείο διέθετε 19 αίθουσες και ονομαζόταν "Μουσείο Ναπολέοντα" -όμως αυτή η ονομασία δεν άντεξε στο χρόνο. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό το 1815, οι περισσότεροι λαοί που είχαν χάσει έργα τέχνης, απαίτησαν να τους επιστραφούν. Οι επιμελητές του Λούβρου έκρυψαν τότε πολλά έργα τέχνης στις ιδιωτικές συλλογές τους, ώστε να μην απογυμνωθεί το Λούβρο πλήρως από τα ξένα έργα τέχνης που εξέθετε. Τα άλλα κράτη πληροφορήθηκαν τον "ελιγμό" των διευθυντών του Λούβρου και έστειλαν στο Λονδίνο διπλωματικές αποστολές με στόχο την αναζήτηση βοήθειας από τους Βρετανούς. Με την πίεση που ασκήθηκε, το Λούβρο αναγκάστηκε να αποδώσει αρκετά έργα, παρότι κάποια από αυτά είχαν ουσιαστικά διασωθεί ή αποκατασταθεί από τους φροντιστές του μουσείου. Τότε το Λούβρο αναγκάστηκε να αποδώσει πάνω από 5.000 αντικείμενα τέχνης. Μετονομάστηκε για άλλη μια φορά και τώρα λεγόταν "Βασιλικό Μουσείο".
Στη συνέχεια ο εμπλουτισμός του συνεχίστηκε, αλλά αυτή τη φορά όχι πλέον με πίνακες, αλλά με αποκτήματα από ανασκαφές που γίνονταν με πυρετώδεις ρυθμούς σε όλες τις μεσογειακές χώρες και στη Μέση Ανατολή.
Το 1824 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Γαλλικής Γλυπτικής που σήμερα λέγεται "Τμήμα Γλυπτικής του Λούβρου", όπου και εκτίθενται οι "Σκλάβοι" του Μιχαήλ Αγγέλου. Το 1847 έγιναν τα εγκαίνια της "Ασυρριακής Αίθουσας"[4] που μετέπειτα αποτέλεσε τον πυρήνα του τμήματος Ανατολικής Τέχνης. Το 1850 το μουσείο διέθετε πλέον 44 αίθουσες.
Ο Ναπολέων Γ' (1852-1857)προχώρησε σε ριζική ανακαίνιση του Λούβρου μετονομάζοντας το σε "Αυτοκρατορική Πόλη" και δημιουργώντας "Μουσείο Ηγεμόνων"
Νεότερα χρόνιαΗ συλλογή του Λούβρου εμπλουτίστηκε σημαντικά το 1863, με την απόκτηση της συλλογής του μαρκησίου Gian Pietro Campana, που έφερε από τη Ρώμη χιλιάδες αντικείμενα τέχνης -ανάμεσά τους 646 έργα ζωγραφικής, αρχαία ελληνικά αγγεία, ετρουσκικές τερακότες, γλυπτά κ.α. Λίγο αργότερα, το 1869, το Λούβρο αποκτά τη συλλογή του Louis la Caze, τμήμα της οποία ήταν και "Η Βηθσαβέε με το γράμμα του Δαβίδ" του Ρέμπραντ.
Πολλά έργα προστέθηκαν μεταξύ 1852 και 1870, με αποτέλεσμα το Λούβρο να βρεθεί στα τέλη του αιώνα αυτού με 20.000 νέα αποκτήματα στις διάφορες συλλογές του. Κάποια έργα αποτελούσαν και δωρεές ιδιωτών όπως η Πιετά της Villeneuve-lès-Avignon. Το 1863 μια εκστρατεία απέφερε στους Γάλλους τη Νίκη της Σαμοθράκης. Αν και το έργο τέχνης είχε καταστραφεί σημαντικά, θεωρήθηκε ένα από τα σημαντικότερα αποκτήματα και τέθηκε σε περίοπτη θέση από το 1884. Το μουσείο απέκτησε επίσης χιλιάδες έργα παίρνοντας τις συλλογές Durand, Salt και Drovetti.
Το 1870 με την ανακήρυξη της Γ Δημοκρατίας το Λούβρο έγινε κρατική περιουσία και ονομάστηκε "Εθνικό Μουσείο του Λούβρου". Η φωτιά της Κομμούνας κατά την εξέγερση του 1871 στο ανάκτορο του Κεραμεικού, το οποίο επικοινωνούσε με μουσειακούς χώρους, προκάλεσε αρκετές καταστροφές αλλά οι περισσότερες ζημίες ήταν αποκαταστάσιμες. Αποφασίστηκε έκτοτε να απομακρυνθούν από το μουσείο όλες οι ξένες προς αυτό υπηρεσίες - έμεινε μόνον μια υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών στην πτέρυγα Ρισελιέ.
Το 1888 προστέθηκαν τα ευρήματα του Γάλλου αρχαιολόγου Marcel Dieulafoy από τα Σούσα του Ιράν.
Το 1914 λόγω του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου το μουσείο έκλεισε για να ξανανοίξει σταδιακά μετά το 1918. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο η επέκταση του μουσείου επιβραδύνθηκε σημαντικά με εξαίρεση τη δωρεά του Ρότσιλντ Το 1922 άρχισε να λειτουργεί η πτέρυγα στην οποία εκτίθενται αντικείμενα Ισλαμικής τέχνης.Στο μεταξύ αποφασίστηκε το μουσείο να μη φιλοξενεί εκθέματα που είχαν φιλοτεχνηθεί μετά το 1848.
Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος το Λούβρο άδειασε για άλλη μία φορά και έμειναν εκεί μόνον έργα που ήταν δευτερεύουσας αξίας ή ήταν αδύνατον να μετακινηθούν. Η Τζοκόντα λέγεται πως "πέρασε" 4 χρόνια μέσα σε ένα φορτηγό, το οποίο μετακινείτο διαρκώς. Γενικά όλα τα πολύτιμα εκθέματα πακεταρίστηκαν πυρετωδώς μέσα σε δύο μέρες και φορτώθηκαν σε εκατοντάδες φορτηγά που ξεκίνησαν προς πολλούς διαφορετικούς και μυστικούς προορισμούς ώστε τα έργα να μην καταστραφούν από βομβαρδισμούς αλλά και γενικά το μουσείο να μην απογυμνωθεί από λεηλασίες. Τα περισσότερα εκθέματα μεταφέρθηκαν κυρίως σε φρούρια (châteaux) της περιοχής του Λίγηρα (Loire). Με τη λήξη του πολέμου άρχισε και η επάνοδος των έργων στο Λούβρο.
Σε όλο αυτό το διάστημα συνεχιζόταν και ο εμπλουτισμός του μουσείου, με αξιολογότερο απόκτημα τη συλλογή Walter Guillaume το 1966, που περιλάμβανε 145 έργα των Ανρί Ματίς, Πικάσο, Αμεντέο Μοντιλιάνι, Ουτριλό κ.α.
Το 1961 η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα απομακρύνει οριστικά από τους χώρους του Λούβρου το Υπουργείο Οικονομικών, επεκτείνοντας έτσι τους χώρους του Μουσείου. Το 1964, με εντολή του τότε υπουργού Πολιτισμού Αντρέ Μαλρώ (André Malraux) εκσκάπτεται μια (ξηρή) τάφρος γύρω από το Μουσείο. Η οριστική αποχώρηση του Υπουργείου, ωστόσο, γίνεται το 1981 με εντολή του Προέδρου Φρανσουά Μιτεράν (Francois Mitterrand), ο οποίος παρουσιάζει και το μεγάλο σχέδιο ανασυγκρότησής του ολοκληρωτικά πλέον ως Μουσείου. Η επιμέλεια ανανέωσής του ανατίθεται στον σινοαμερικανό αρχιτέκτονα Ιεό Μινγ Πέι, στον οποίο ανήκει και η σχεδίαση της γυάλινης πυραμίδας που κοσμεί σήμερα την είσοδο στο Μουσείο.
Η συλλογή του επαυξάνεται συνεχώς και το 1986 εμφανίζεται κρίση χώρου. Για την αντιμετώπισή της πολλά εκθέματα μεταφέρονται από το Λούβρο στο νεοδημιουργηθέν Μουσείο Ορσέ (Musée d'Orsay). Το 1997 ξεκινά η δεύτερη φάση αναδιοργάνωσης του Μουσείου με άνοιγμα νέων χώρων.
Το σημερινό Λούβρο διαθέτει τέσσερις πτέρυγες, οι οποίες ονομάζονται Denon, Richelieu, Sully και Napoléon. Η είσοδος των επισκεπτών γίνεται πλέον υπόγεια και όχι από τις θύρες των προσόψεων (πιθανότατα για λόγους ασφαλείας).
Πηγή: Βικιπαίδεια
Ανιχνευτής ο Poof.

MOYΣΕΙΟ ΕΡΜΙΤΑΖ

Το Ερμιτάζ (ρωσ.: Эрмитаж) αποτελεί το μεγαλύτερο και ένα από τα παλαιότερα μουσεία στον κόσμο, καθώς και ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της Αγίας Πετρούπολης. Φιλοξενείται σε ένα συγκρότημα έξι κτιρίων, τα παλαιά Χειμερινά Ανάκτορα, στις όχθες του ποταμού Νέβα. Ανάμεσα στα σημαντικά εκθέματα του μουσείου, περιλαμβάνεται η συλλογή έργων δυτικοευρωπαϊκής τέχνης με έργα των Λεονάρντο ντα Βίντσι, Ωγκύστ Ροντέν, Πάμπλο Πικάσσο, Ανρί Ματίς, Πωλ Γκωγκέν, Πωλ Σεζάν, Κλωντ Μονέ, Ρέμπραντ και άλλων. Φιλοξενούνται ακόμα εκθέματα από την αρχαία Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Ρώμη, καθώς και μεγάλες συλλογές ειδών κοσμηματοποιίας. Ο συνολικός αριθμός των έργων που ανήκουν στις συλλογές του Ερμιτάζ ξεπερνούν τα 3.000.000.
Η λέξη ερμιτάζ (hermitage) είναι γαλλική, εκ παραφθοράς της ελληνικής λέξης ερημητήριο. Με τον όρο αυτό αποκαλούσαν οι Γάλλοι οποιαδήποτε εξοχική ή απόκεντρη κατοικία κυρίως για μονήρη ανάπαυση ή αναψυχή. Γνωστότερο τέτοιο ερημητήριο στη Γαλλία ήταν ο παλαιός πύργος που κτίσθηκε το 1225 από τον ιππότη Γκάσπαρ ντε Σπέριμπεργκ, στην αριστερή όχθη του Ροδανού, στη πεδιάδα Μονμαρσύ, σε μια γραφική οινοπαραγωγική περιοχή της οποίας τα κρασιά είναι ονομαστά. Σ΄ αυτό το ερημητήριο διέμεινε επίσης και ο Ρουσσώ.
Ιστορία Το Ερμιτάζ ιδρύθηκε ουσιαστικά από την Μεγάλη Αικατερίνη στα 1764, επί σχεδίων του Γάλλου αρχιτέκτονα Βαλλέν ντε λα Μοντ όταν απέκτησε μαζικά 200 έργα ζωγραφικής. Ρώσοι πρέσβεις έλαβαν στη συνέχεια εντολή να αγοράσουν τις σημαντικότερες συλλογές έργων τέχνης που προσφέρονταν προς πώληση. Αρχικά, τα έργα αποτελούσαν ιδιωτική συλλογή της αυτοκράτειρας και διατηρούνταν στα Χειμερινά Ανάκτορα, αρχιτεκτονικό έργο του Μπαρτολομέο Ραστρέλι, την περίοδο 1754-1762. Το 1783 ξεκίνησε επίσης η κατασκευή του Θεάτρου Ερμιτάζ, ένα από τα σημερινά κτίρια του μουσείου, η οποία ολοκληρώθηκε το 1787.
Ερμιτάζ
Μετά το θάνατο της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας, τα χειμερινά ανάκτορα εγκαταλείφθηκαν ως αυτοκρατορική κατοικία από τον διάδοχο της, Πέτρο Α', ο οποίος δεν στήριξε την ενίσχυση του μουσείου, εμπλουτίζοντας τη συλλογή του μόνο με δύο νέους πίνακες. Αντιθέτως, οι διάδοχοί του, έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στο Ερμιτάζ και τα επόμενα χρόνια, επί αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου Α' και του Νικολάου Α' η συλλογή έργων του εμπλουτίστηκε σημαντικά με νέα έργα τέχνης, καλύπτοντας ακόμα και περιόδους της αρχαιότητας. Προκειμένου να στεγαστούν κατάλληλα, ο Νικόλαος Α' παρήγγειλε στον Γερμανό αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε, που είχε χαράξει το σχέδιο της Αθήνας ως νέας πρωτεύουσας), την κατασκευή ενός νέου κτιρίου (Νέο Ερμιτάζ), το οποίο εγκαινιάστηκε τελικά στις 5 Φεβρουαρίου του 1852 και αποτέλεσε το πρώτο μουσείο της Ρωσίας, ανοιχτό σε επισκέπτες.
Δυστυχώς στη περίοδο της Ρωσικής επανάστασης, το αυτοκρατορικό Ερμιτάζ υπέστη μεγάλη καταστροφή αν και κηρύχθηκε δημόσιο μουσείο, ενώ μετά το τέλος της, φιλοξένησε το Μουσείο της Οκτωβριανής Επανάστασης στα Χειμερινά Ανάκτορα, το οποίο έκλεισε στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Την διετία 1932-1934, έργα από τις συλλογές του Ερμιτάζ πωλήθηκαν, με πρωτοβουλία της Σοβιετικής κυβέρνησης για την εξεύρεση χρημάτων. Εκτιμάται ότι 2.880 πίνακες κλάπηκαν και ένα μικρό μέρος εξ αυτών συμμετείχαν σε δημοπρασίες, μεταξύ αυτών και πίνακες που θεωρούνται σήμερα κλασικοί [1]. Την ίδια περίοδο, έργα μεταφέρθηκαν από το Ερμιτάζ σε άλλα ρωσικά μουσεία όπως το Μουσείο Πούσκιν στη Μόσχα. Η απώλεια έργων συνεχίστηκε σε μικρότερη κλίμακα και τα επόμενα χρόνια, μέχρι τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου, το 1945. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το μουσείο αφού πρώτα εκκενώθηκε, υπέστη νέες ζημιές, ενώ σημαντικό μέρος από τις συλλογές του διασώθηκε και φυλάχτηκε μέχρι την επαναλειτουργία του.
Τα τελευταία χρόνια, από το 1990 το Ερμιτάζ απέκτησε τη παλιά του αίγλη ακολουθώντας μια μητροπολιτική πολιτιστική ανάπτυξη υιοθετώντας μία σειρά από πρωτοβουλίες συνεργασιών και φιλόδοξων πολιτιστικών προγραμμάτων. Τον Ιούνιο του 2000, υπογράφτηκε συμφωνία μελλοντικής συνεργασίας του Ερμιτάζ με το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ, ενώ στις 25 Νοεμβρίου του 2000, εγκαινιάστηκε ειδική πτέρυγα στο ανάκτορο Σόμερσετ του Λονδίνου, με έκθεση έργων που ανήκουν στις συλλογές του Ερμιτάζ. Από τις 24 Φεβρουαρίου του 2004, λειτουργεί επίσης το Ερμιτάζ του Άμστερνταμ, το οποίο αποτελεί παράρτημα του μουσείου στην ολλανδική πόλη.
Πηγή: Βικιπαίδεια.
Ανιχνευτής ο Poof.

12.3.17

26 ΜΑΡΤΙΟΥ ΜΙΑ ΝΕΑ ΒΟΛΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΟΝ ΛΟΦΟ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συνοδοιπόροι, και συνπεριπατητές σας καλημερίζω.
Σας αποστέλω σήμερα λίγες πληροφορίες για τον επόμενο περίπατό μας. Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος τι θα λέγατε να επισκεφθούμε τους πιο κάτω προορισμούς  στις 26 Μαρτίου; Η πιο ωραία ημερομηνία θα ήταν η 21τη Μαρτίου αλλά δυστυχώς δεν  είναι Κυριακή. Ο λόγος που κάνει την 21τη ως πιο ιδανική είναι γιατί όπως ήδη θα γνωρίζετε είναι η παγκόσμια ημέρα ποίησης, αφού όμως αυτό δεν είναι εφικτό θα πράξουμε το αυτονόητο, θα κάνουμε την ημέρα του περιπάτου και ημέρα ποίησης. Κάποια από τα μέλη θα μας διαβάσουν ποιήματα. Ελπίζω πως θα είναι μαζί μας κάποιες από τις μούσες της ΟΚΡΑ-ΛΟΓ-ΟΜΑ.Σ για να διαβάσουν ΚΑΒΆΦΗ, ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ, ΔΗΜΟΥΛΑ, ΓΟΥ'Ι'ΤΜΑΝ, ΝΕΡΟΥΔΑ, ΣΑΠΦΩ, ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ κ.π.α. Μια καλή ιδέα θα ήταν αν κάποιο μέλος έχει κάποιο αγαπημένο ποίημα θα ήταν πολύ όμορφο να μας το διαβάσει στον λόφο των Μουσών. ( Αυτές ήταν τότε οι Μούσες

1. Η Μούσα Κλειώ, η οποία ανακάλυψε την Ιστορία (και την κιθάρα). Η ιστορία ονομαζόταν Κλειώ, επειδή αναφέρεται στο Κλέος (που ανήκει στους ήρωες του παρελθόντος), που μας διηγούνται οι συγγραφείς μέσα από τα βιβλία. Σύμφωνα με την παράδοση, η Κλειώ κατηγόρησε την Αφροδίτη επειδή ερωτεύθηκε τον “Aδωνη. Η Αφροδίτη ανταπέδωσε: Την οδήγησε στο σπίτι του Πίερου και την έκανε να τον ερωτευθεί. Η Κλειώ με τον Πίερο γέννησε τον Υάκινθο. Με το Μάγνητα (πατέρα του Πίερου) γέννησε τον Ιάλεμο, τον Υμέναιο και το Λίνο. Ζωγράφιζαν την Κλειώ δαφνοστεφανωμένη και με πορφυρό ένδυμα. Στο δεξί της χέρι κρατούσε μία σάλπιγγα και στο αριστερό ένα βιβλίο, που έγραφε Κλειώ Ιστορία. Στα πόδια της υπήρχε το Κιβώτιο της Ιστορίας.

2. Η Μούσα Ευτέρπη, η οποία ανακάλυψε διάφορα μουσικά όργανα, τα μαθήματα, και τη διαλεκτική. Τα μαθήματα τέρπουν τους ανθρώπους, αλλά και..«είναι εύτερπεϊς οί λόγοι των πεπαιδευμένων». Η Ευτέρπη με το Στρυμόνα γέννησε το Ρήσσο. Τη ζωγράφιζαν δαφνοστεφανωμένη να παίζει αυλό ή να τον κρατά. Δίπλα της βρισκόταν όργανα μουσικά και κείμενα, ο Έρωτας και δένδρα με τον τραγουδιστή Τέττιγα (τζιτζίκι).

3. Η Μούσα Θάλεια ήταν Έφορος της Κωμωδίας. Ανακάλυψε την κωμωδία, τη γεωμετρία, την αρχιτεκτονική και τη γεωργία. Ήταν προστάτισσα και των Συμποσίων. Το όνομα Θάλεια = θάλλειν τα φυτά, ή από του Θάλεια στα (συμπόσια) ή… επειδή θάλλουσιν εις πολλούς αιώνας οί έπαινούμενοι δια των ποιημάτων… Έλεγαν πως ο Παλαίφατος ήταν γιος της. Τη ζωγράφιζαν στεφανωμένη με κισσό, νέα και χαμογελαστή, να κρατά κωμική μάσκα. Άλλες φορές δαφνοστεφανωμένη με πράσινο πανωφόρι και την επιγραφή Θάλεια Κωμωδίαν.

4. Η Μούσα Μελπομένη ήταν προστάτιδα της Τραγωδίας, επειδή αυτή την επινόησε, της ρητορικής και της μουσικής μελωδίας (μολττήν). Ονομάστηκε Μελπομένη από την λέξη μολττήν … επειδή δι αυτής μέλπουσιν οι άνθρωποι όλοι τους αγαθούς. Η Μελπομένη με τον Αχελώο, κατά μία παράδόση, γέννησε τις Σειρήνες. Τη ζωγράφιζαν να φορεί μάσκα τραγωδίας, θυμωμένη, δαφνοστεφανωμένη με σκήπτρο, ρόπαλο στα χέρια και την επιγραφή Μελπομένη Τραγωδίαν.

5. Η Μούσα Τερψιχόρη επινόησε το χορό, την άρπα και την παιδεία. Ονομάστηκε Τερψιχόρη, επειδή ετέρπετο, ευχαριστιόταν με το χορό. Ίσως και από τη μάθηση (που τέρπει τους ακροατές). Στην παράδοση αναφέρεται πως γέννησε με το Στρυμόνο το Ρήσο και με τον Άρη το Βίστωνα ή ακόμη με τον Αχελώο τις Σειρήνες. Την Τερψιχόρη ζωγράφιζαν δαφνοστεφανωμένη και με προμετωπίδιο να κρατά άρπα και να χορεύει χαρούμενη, ενώ τα πόδια της μόλις να ακουμπούν τη γη και με την επιγραφή Τερψιχόρη λύραν.

6. Η Μούσα Ερατώ είναι η ευρέτρια των ερωτικών ποιημάτων, του γάμου, (και της ποιήσεως, της μουσικής και της διαλεκτικής). Το όνομα Ερατώ από το έρεσθαι και από τη λέξη έρως και εραστής. Τη ζωγράφιζαν καθιστή, να φορά ροδοστέφανο (στεφάνι από τριαντάφυλλα), με τη λύρα και το τόξο του έρωτος στα χέρια και την επιγραφή » Ερατώ Ψάλτριαν». Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ξεκινά το τρίτο κεφάλαιο του τέταρτου μέρους στα Αργοναυτικά με: …«Και τώρα Μούσα Ερατώ, έλα κοντά μας και πες μας πώς ο Ιάσονας … έφερε το χρυσόμαλλο Δέρας… από τον ερωτά του στη Μήδεια … γιατί έχεις τις χάρες της Κύπριδας Αφροδίτης… και φέρνεις τη μαγεία στα ανύπαντρα κορίτσια…».

7. Η Μούσα Πολυμνία (ή Πολυάμνια). Το όνομα Πολυμνία από το πολύς και ύμνος, επειδή υμνεί πολλούς ανθρώπους ή από το πολλών και μνήμη, επειδή μνημονεύει πολλούς στην ιστορία. Ήταν προστάτισσα των θεϊκών ύμνων αλλά και της υποκριτικής μίμησης, της γεωμετρίας, της ιστορίας, της γραμματικής κ.ά. Την ζωγράφιζαν να κοιτά προς τον Ουρανό με στεφάνι από δάφνη και μαργαριτάρια στο κεφάλι, λευκό φόρεμα, με τη λύρα στα χέρια της και την επιγραφή Πολυμνία Μύθους.

8. Η Μούσα Ουρανία ήταν προστάτισσα των Ουρανίων Σωμάτων και γενικά της ατρονομίας που ανακάλυψε. Σύμφωνα με την παράδοση με το Διόνυσο γέννησε τον Υμέναιο και με τον Απόλλωνα το Λίνο. Ζωγράφιζαν την Ουρανία στεφανωμένη με αστέρια και προμετωπίδιο, μπλε φόρεμα, μπροστά της τρίποδα που επάνω είχε την ουράνια σφαίρα και διαβήτη.

9. Η Μούσα Καλλιόπη ήταν η ανώτερη και επισημότερη από τις άλλες αδελφές της Μούσες. Συνόδευε τους βασιλείς και τους ανώτατους άρχοντες για να επιβάλλει με τα λόγια της υποταγή και δικαιοσύνη. Η Καλλιόπη ήταν προστάτιδα των ηρωικών ποιημάτων και της ρητορικής. Ονομάστηκε Καλλιόπη, επειδή είχε καλή ωραία όψη, πρόσωπο. Την ονόμαζαν και Καλλιέπειαν, επειδή ήταν ευρέτρια της ποίησης. Σύμφωνα με την παράδοση η Καλλιόπη γέννησε τον Ορφέα, τις Σειρήνες, τον Κυμόθεο κ.ά. Ζωγράφιζαν την Καλλιόπη νέα και ωραία, με άνθη στο κεφάλι ή κισσό, στο δεξιό χέρι να κρατά δάφνες και στο αριστερό δύο βιβλία, πολλές φορές την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.)

τώρα,  ο Poof! έχει προσθέσει μερικές ακόμα, 10. Η Μούσα Διοτίμα, 11) η Μούσα Άλκηστη, 12) η Μούσα Αλκμήνη, 13) η Μούσα Πανδώρα, 14) η Μούσα Αρμονία, 15) η Μούσα Λυδία, η Μούσα Ναυσικά, η Μούσα Διώνη.)

Σημείο συνάντησης καλό θα είναι να είναι ξανά η είσοδος του Μουσείου από την πλευρά της Αρεοπαγίτου, στα σκαλιά όχι κάτω. Περισότερες πληροφορίες θα σας στείλω προσεχώς. Απαραίτητη θεωρώ την παρουσία της αρρηφόρου Αλκμήνης, της Διοτίμας, της Άλκηστης, και ίσως αυτή τη φορά να έχουμε μαζί μας και την Αγγελική-Αρμονία και όχι μόνο. Σας χαιρετώ προς ώρας, θα επανέλθω σύντομα εφόσον οριστικοποιηθή η ημερομηνία. Είναι απλά ένα πλάνο που ελπίζω να υλοποιηθεί. Αυτή τη διαδρομή την έχω ξανακάνει με ωραία παρέα, και είναι καταπληκτική. Εννοείται πως το να βρεθούμε στην ΠΝΥΚΑ αυτό από μόνο του είναι ενα σημαντικότατο γεγονός. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.
Λόφος Φιλοπάππου, η ονομασία από το 117 μ.Χ. του χαμηλού (147 μ.) λόφου ΝΔ της Ακρόπολης, όταν εκεί κτίστηκε το ταφικό μνημείο του Ρωμαίου Φιλέλληνα Γάιου Φιλοπάππου.Ένας φιλήσυχος λόφος, ιδανικός για περίπατο. Έτσι νομίζετε; Κι όμως, ο λόφος Φιλοπάππου, είναι ένας τόπος «μυστηρίου» συνδεδεμένος με θρύλους, αναπάντητα ερωτήματα, παγανιστικές τελετές και τις εννέα Μούσες.
Λόφος Μουσών, η ονομασία μέχρι το 117 μ.Χ. Λόφος των Μουσών ή Μουσείο, δηλαδή, ο ναός των Μουσών. Αυτόν τον λόφο με θέα την Ακρόπολη, διάλεξαν οι κάτοικοι της Αρχαίας Αθήνας για να κτίσουν -στην κορυφή του-, ναό προς τιμή των αγαπημένων τους ομαδικών θεοτήτων, των Μουσών, προστάτιδων των γραμμάτων και των τεχνών.
Θησείο, Αρχαία Αγορά και ΝΔ της Ακρόπολης ο αφιερωμένος στις Μούσες λόφος των Μουσών. Τόπος λατρείας, λοιπόν, των Μουσών στην αρχαία Αθήνα, ο χαμηλός αυτός λόφος ανατολικά του λόφου της Πνύκας και, παγανιστικές τελετές, διαγωνισμοί ποίησης και τραγουδιού στις σπηλιές του λόφου και στο ναό τους, στη θέση του οποίου κτίστηκε αργότερα το μνημείο Φιλοπάππου.
Ο ιστορικός Παυσανίας αναφέρει πως στη θέση αυτή υπήρχε ο τάφος του ποιητή Μουσαίου μαθητή του Ορφέα, που δίδασκε εκεί τους στίχους του δασκάλου του, εξ ου και η ονομασία Μουσείο, αλλά αυτή η άποψη δεν ευσταθεί και μένουμε στο Λόφο των Μουσών με τον ναό των εννέα κοριτσιών θεοτήτων και προστάτιδων της πνευματικής δημιουργίας που με την σειρά τους και αυτές τις προστάτευε ο ….. προστάτης των ποιητών, ο Θεός Απόλλωνας. Ας τις γνωρίσουμε…..
Κόρες του Δία, θεού του Σύμπαντος οι Μούσες γεννήθηκαν προς τιμή της νίκης του πατέρα τους κατά των Τιτάνων, ζούσαν στο βουνό των Θεών, τον Όλυμπο και εκεί τραγουδούσαν στον πατέρα τους Δία υπέροχες μελωδίες – ύμνους παίζοντας λύρα. Κορυφαία η Καλλιόπη μούσα – προστάτιδα της ηρωικής ποίησης, η Μελπομένη της τραγωδίας, η Ερατώ της ερωτικής ποίησης, η Κλειώ της Ιστορίας, η Ουρανία μούσα της Αστρολογίας, η Πολύμνια, η Τερψιχόρη, η Ευτέρπη, η Θάλεια ….
9 Μούσες, 9 Θεές, προστάτιδες των τεχνών, ο ναός τους στο λόφο της αρχαίας Αθήνας καταστράφηκε, Μουσείο σαν λέξη και σαν Ναός – χώρος προστασίας έργων τέχνης υπάρχει, που; Σ’ όλη τη γη. Το όνομά τους πέρασε στην αθανασία…..
Περνάμε στη στοά στη δυτική πλευρά του λόφου; Καλύτερα όχι. Είναι ανεξερεύνητη, όπως και 2 σπήλαια εκεί κοντά της. Απομεινάρια αρχαίων κτισμάτων 2ου και 3ου μ.Χ. αι., δεξαμενές, πηγάδια και, η Φυλακή του Σωκράτη.
Ναι, σ’ αυτό τον λόφο, όπως αναφέρει η πινακίδα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, έζησε φυλακισμένος λίγο πριν τον θάνατό του ο φιλόσοφος Σωκράτης.
ΚΙΜΩΝΕΙ ΜΝΗΜΑΤΑ γραμμένο στα ευρήματα τάφου που όλοι θέλουμε να πιστεύουμε σαν τάφο του Ολυμπιονίκη της Αθήνας Κίμων, η αρχαιολογική όμως Υπηρεσία το αμφισβητεί. (Στην κοίλη οδό σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν ο τάφος του Κίμωνα). Ίσως, κάπου εκεί κοντά. 
Παραδόσεις, θρύλοι με ξωτικά και δαιμόνια να ζουν στην σπηλιά του Σωκράτη όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Λαογραφία» ο γνωστός λαογράφος του περασμένου αιώνα Νικόλαος Πολίτης, άλλος θρύλος μιλάει για υπόγειο θησαυρό στη σπηλιά της δυτικής πλευράς του λόφου και, είναι μύθος ή πραγματικότητα αυτό που αναφέρει στην αναρτημένη στου Φιλοπάππου ταμπέλα της;
Εδώ, σ’ αυτό το λόφο, σήμερα μικρό πνεύμονα πρασίνου για τους σύγχρονους Αθηναίους, οι αρχαίοι  Αθηναίοι πολέμησαν και νίκησαν τις μυθικές αμαζόνες στο πέρασμά τους από την αττική Γη.
Γι αυτούς που δεν πιστεύουν ότι απλά ο λόφος των Μουσών, ο λόφος Φιλοπάππου, είναι ένας φιλήσυχος τόπος περιπάτου και μόνο αυτό, αλλά αποδέχεται τη σαγήνη του μυστηρίου που καλύπτει τον λόφο, πριν φύγουν από την περιοχή, μία βόλτα στην γειτονική Ακρόπολη όπου πρόσφατα άλλο ένα «μυστήριο», βρήκε την λύση του. Εμπειρία μοναδική. Σας μιλάω για την ……
MIKROMERIA ACROPOLITANA, το φυτό που φύεται μόνο στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και πουθενά αλλού στον κόσμο. Παράξενη Ιστορία; Ναι.
Για έναν αιώνα η Μικρομέρια είχε χαθεί. Την χαρακτήρισαν «φυτό- φάντασμα», εξαφανισμένο είδος. Ξαφνικά, το 2004 …. Ξαναφύτρωσε. Με ύψος μόλις 20 εκ., άνθη ροζ από Μάιο-Ιούνιο και, το πολυετές φυτό-«μύθος», ζει και πάλι στα βράχια της Ακρόπολης…
Το φυτό-«μύθος» που δεν ήταν …. Μύθος. Γιατί, λοιπόν, να μην πιστέψουμε και τους μύθους του Λόφου των Μουσών;
Πηγές: www.kathimerini.gr Πάπυρος/Αρχαιότητα Περιοδικό «Μυστική Ελλάδα»,

2) Ο θανατοποινίτης Σωκράτης μιλάει μέσα απ’ τη φυλακή του για τις αιώνιες αλήθειες το Θεό τη δικαιοσύνη την αρετή.
Μετά το τέλος της δίκης οι Αθηναίοι άργησαν να διαλυθούν, σχημάτισαν έξω από το δικαστήριο μπουλούκια και συζητούσαν την απόφαση. Ανάμεσά τους πέρασε ο Σωκράτης, περιτριγυρισμένος από άγριους Σκύθες τοξότες. Πίσω του ακολουθούσαν οι φίλοι. Δύο τρείς ακόμα κλαίγανε. Άκουσε τους λυγμούς τους, κοντοστάθηκε και τους είπε: «Τί είν’ αυτά τα καμώματα; Δεν ξέρετε πως, αφότου γεννήθηκα, είχα καταδικαστεί να πεθάνω; Τώρα που με περιμένουν γερατειά και βάσανα, πρέπει να χαίρεστε πως θα τ’ αποφύγω».
Αλλά ένας Σκύθης τον έσπρωξε να βαδίσει και δεν είπε τίποτ’ άλλο. Σε λίγο η συνοδεία έφτασε στη φυλακή, που δεν απείχε πολύ από την Ηλιαία. Στην πόρτα τον χαιρέτισαν οι δικοί του συγκινημένοι. Η Ξανθίππη, καθώς τον αγκάλιασε, πρόφερε μέσα στ’ αναφιλητά της:
- «Φρενιάζω να ξέρω πως σε θανατώνουν άδικα».
Ο Σωκράτης της χάιδεψε τρυφερά την πλάτη κι αποκρίθηκε:
- «Μήπως θα προτιμούσες, καλή μου, να ήμουνα ένοχος;» Και γέλασε. Έκανε με το χέρι σε όσους τον ακολουθούσαν ένα χαιρετισμό και μπήκε στη φυλακή. Τον κάθισαν οι Σκύθες σε κρεβάτι κι ο δεσμοφύλακας του αλυσόδεσε το δεξί πόδι, λες κι ήταν κακούργος. Το κελί του φαρδύ, μα σκοτεινό. Εκεί θάμενε ο Σωκράτης είκοσι οκτώ μέρες, ώσπου να γυρίσει το ιερό πλοίο από τη Δήλο, γιατί, όσο βαστούσε το προσκύνημα, απαγορευόταν να εκτελεστούν κατάδικοι. Φυσικό λοιπόν θα ήταν να δικαστεί ο φιλόσοφος όταν θα τέλειωναν τα πανηγύρια, μα οι κατήγοροί του, που είχανε καλά οργανωθεί, βιάστηκαν να τον δικάσουν. Αυτό θυμίζει τη βιασύνη των Ιουδαίων, που σταύρωσαν τον Ιησού Χριστό λίγες ώρες πριν από τη γιορτή του Πάσχα. Ο Σωκράτης, μόνος στα σκοτεινά, δοκίμασε να συλλογιστεί τη δραματική μέρα που πέρασε, μα, κουρασμένος καθώς ήταν, γρήγορα αποκοιμήθηκε. Σαν μπήκε τα ξημερώματα λίγο φώς από το παραθυράκι του κελιού, ξύπνησε. Έκανε να μετακινηθεί, όμως η αλυσίδα τον πόνεσε κι ένιωσε πως ήτανε φυλακισμένος. Έφαγε το ξερό ψωμί που τούφερε ο δεσμοφύλακας και πάλι ξαναθυμήθηκε τη χτεσινή μέρα. Δεμένος και μόνος, αυτός που από το το πρωί ως το βράδυ τριγύριζε το Άστυ κυνηγώντας την ανθρώπινη παρουσία, στοχαζόταν τώρα ότι καλά φέρθηκε στο δικαστήριο.«Κάθε υποχώρησή μου θάφερνε ζημιά στο μέγα έργο που ανέλαβα. Σημασία έχει η τελική νίκη, όχι ο προσωρινός αγώνας. Σωστά πεισμάτωσα τους Ηλιαστές, για να με καταδικάσουν. Εξαιτίας του θανάτου μου πολλοί θα βρίσκονται, κάθε γενεά, για να μελετάν τη διδαχή μου, στον αιώνα τον άπαντα. Κάθε Αθηναίος χωριστά ήτανε φίλος μου. Όλοι μαζί με καταδίκασαν, γιατί τ’ ανθρώπινο κοπάδι δυναστεύει όποιον θελήσει να ταράξει τις ταπεινές του τάσεις».
Τη σκέψη του την έκοψε κρότος από κουδούνια βοδιών, που τα οδηγούσαν, πρωί-πρωί, στη βοσκή. Η μοναξιά τον έκανε να χαίρεται και τον παραμικρότερο αντίλαλο που ερχόταν απ’ έξω. Και φωνή μικροπωλητή, που διαλαλούσε μελόπιτες, και πέρασμα κάρου όλα ευχάριστα. Ωστόσο, η μεγάλη του χαρά ήταν ο ερχομός των μαθητών. Ο ίδιος είχε πιά σβήσει για τον κόσμο, τελευταία του ελπίδα να εξαπλωθούν οι αρχές του, απόμειναν εκείνοι. Στην αρχαιότητα οι κατάδικοι είχαν το δικαίωμα να δέχονται κάθε μέρα επισκέψεις, όσοι μάλιστα ήταν φυλακισμένοι μ’ ελαφρότερες ποινές, μπορούσαν στις δύο μεγάλες γιορτές, Διονύσια και Παναθήναια, να τριγυρίζουν λεύτεροι όσο να νυχτώσει, αρκεί να δίνανε το λόγο της τιμής τους πως δε θα δραπέτευαν. Μόλις γινόταν οχτώ η ώρα το πρωί, άνοιγε ο δεσμοφύλακας το κελί του Σωκράτη και μπαίναν οι φίλοι και μαθητές του. Τις ώρες που περνούσαν κοντά του δοκίμαζαν παράξενα συναισθήματα. Μόλο που γνώριζαν πως σύντομα θα χάνανε το δάσκαλό τους, που τόσο τον αγαπούσαν, δεν αισθάνονταν λύπη. Μπροστά τους έστεκε ένας Σωκράτης που συζητούσε πάντοτε με το ίδιο κέφι πού έδειχνε στην αγορά. Πλησίαζε το Χάρο με τόση σιγουριά, ώστε τους έδινε την εντύπωση πως τον οδηγούσε στον Άδη κάποια θεία θέληση που του εξασφάλιζε την ευτυχία στον άλλο κόσμο.Δεν νιώθαν όμως ούτ’ ευχαρίστηση, γιατί τους σκέπαζε το πένθος. Ενώ γελούσαν με τις ειρωνείες του φιλόσοφου, τύχαινε αμέσως να στενοχωρηθούν, μόλις άλλη φράση τους ξαναγύριζε στην πραγματικότητα. Βλέποντας την αδιαφορία τους, συλλογίζονταν: «εμείς είμαστε τρελοί  κάν αυτός;»
Ο Σωκράτης είχε καταφέρει να κάνει τη φυλακή του φιλοσοφική σχολή.

3) ΠΝΥΚΑ
Η χρήση της μεγάλης ημικυκλικής έκτασης, στο παρελθόν ερμηνεύθηκε με διάφορες θεωρίες, πριν ταυτισθεί με την Πνύκα, δηλαδή την θέση όπου συνεκαλείτο η Εκκλησία του Δήμου, δηλαδή η Συνέλευση των Αθηναίων.
Τα λείψανα που βρέθηκαν στη μεγάλη θεατροειδή έκταση έδειξαν ότι η Πνύκα είχε τρεiς οικοδομικές περιόδους. Στην πρώτη περίοδο, η φυσική πλαγιά του λόφου χρησιμοποιήθηκε ως κοίλο του θεάτρου. Η επιφάνεια ομαλοποιήθηκε με τη λατόμευση σκληρού ασβεστόλιθου, ενώ στη βόρεια πλευρά κατασκευάσθηκε ένας ευθύς αναλημματικός τοίχος. Στη δεύτερη περίοδο, η διευθέτηση του χώρου του ακροατηρίου ήταν πολύ διαφορετική. Ενας ψηλός ημικυκλικός αναλημματικός τοίχος κτίσθηκε στα βόρεια και ο προσανατολισμός ήταν αντίθετος σε σχέση με την προηγούμενη φάση. Η προσέγγιση γινόταν από δύο κλίμακες πλάτους 3.90μ.
Η Πνύκα της τρίτης περιόδου είχε το ίδιο σχέδιο, σε μεγαλύτερη κλίμακα. Ο μεγάλος αναλημματικός τοίχος κατασκευάσθηκε από μεγάλους κιβόλιθους που λατομήθηκαν στο χώρο, ενώ στα νότια διαμορφώθηκε το νέο βήμα.
Ανασκαφές διενεργήθηκαν από την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία το 1910. Τότε επιβεβαιώθηκε οριστικά η ταύτιση της θέσης με την Πνύκα, όπου συνεκαλείτο η Εκκλησία του Δήμου. Μεγάλης κλίμακας ανασκαφές πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες περιόδους μεταξύ 1930 και 1937 από τον Η. Α. Thompson σε συνεργασία αρχικά με τον Κ. Κουρουνιώτη και αργότερα με τον R. L. Scranton, οι οποίες συνέτειναν στην γνώση της ιστορίας και της αρχιτεκτονικής της Πνύκας και στην κατανόηση της τοπογραφίας της ευρύτερης περιοχής.
Τα σημαντικότερα μνημεία και αρχιτεκτονικά σύνολα της Πνύκας είναι:
- Οι δύο μεγάλες στοές που πλαισιώνουν την νότια πλευρά του ευρύχωρου επιπέδου πάνω από το βήμα. Οι στοές δεν μνημονεύονται στις αρχαίες πηγές και είναι βέβαιο ότι ουδέποτε τελείωσαν. Προορίζονταν να προστατεύουν τους ανθρώπους σε άσχημες καιρικές συνθήκες. Το διατείχισμα στην ίδια περιοχή, περιέτρεχε κατά τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. το πίσω μέρος των ατέλειωτων στοών.
- Το μεγάλο ορθογώνιο λάξευμα πάνω από το βήμα, για τον βωμό του Διός Αγοραίου ανήκει επίσης στην τρίτη περίοδο, όπως οι στοές (330-326 π.Χ.). Στην εποχή του Αυγούστου ο βωμός μετακινήθηκε στην Αγορά και τοποθετήθηκε, μπροστά από το Μητρώο.
- Το μεγάλο λάξευμα (19Χ13 μ.) μεταξύ των δύο στοών, ανήκει επίσης στην τρίτη περίοδο. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς, αποτελεί την θεμελίωση του προπύλου για ολόκληρο το αρχιτεκτονικό συγκρότημα, ο προγραμματισμός του οποίου αποδίδεται στον Λυκούργο. Τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, εμπόδισαν την αποπεράτωση του προγράμματος.
- Το ιερό του Διός Υψίστου. Έγινε γνωστό το 1803 από ενεπίγραφα πλακίδια που βρέθηκαν στις ανασκαφές του λόρδου Aberdeen΄s κοντά στο βήμα της Πνύκας. Εχει διατηρηθεί το δάπεδο του παλαιού ιερού, οι κλίμακες και ένας αριθμός κογχών στον κάθετα λαξευμένο βράχο. Η μεγάλη ορθογώνια κόγχη, όπου ήταν τοποθετημένο το λατρευτικό άγαλμα του θεού, ανήκει προφανώς στην ρωμαϊκή περίοδο

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΝΥΚΑ
Η Πνύκα (αρχαία ελληνικά η Πνύξ, της Πνυκός ή Πυκνός) είναι η θέση - περιοχή όπου συγκαλούνταν η Εκκλησία του δήμου, δηλαδή η συνέλευση των Αθηναίων, στην Αρχαία Αθήνα, από τον 6ο αιώνα μέχρι το τέλος του 4ο αιώνα π.Χ.. Βρίσκεται στο μέσον της κατά διεύθυνση βορρά-νότου λοφοσειράς έναντι και δυτικά της Ακρόπολης και μεταξύ των ακραίων υψωμάτων, του λόφου Νυμφών (βόρειο άκρο) και λόφου Μουσών ή Φιλοπάππου (νότιο άκρο).[1]
Από το αρχαίο βήμα του ιερού χώρου αυτού αγόρευσαν σπουδαίοι πολιτικοί, στρατηγοί και ρήτορες όπως ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, ο Περικλής, ο Δημοσθένης, ο Αισχίνης αλλά και στη σύγχρονη εποχή ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Όλος ο σημερινός αρχαιολογικός χώρος της Πνύκας, στην αρχαιότητα, αποτελούσε επίσης σπουδαίο ιερό χώρο, που ήταν αφιερωμένος στον «Πατέρα ανδρών τε θεών», τον Δία, που θεωρούνταν μέγας προστάτης του αθηναϊκού πολιτεύματος. Για τον σκοπό αυτόν υπήρχε και ο μεγάλος Βωμός του Αγοραίου Διός. Επίσης ο ίδιος χώρος ήταν αφιερωμένος στον Δία τον Ύψιστον με απόδοση χαρακτήρα θεού θεραπευτή, όπως αποδεικνύουν τούτο οι λαξευμένες κόγχες, καθώς και άλλα λαξεύματα στο φυσικό βράχο, όπου και η αναφορά: Ιερό Διός Υψίστου.
Από το τέλος του 4ου αιώνα ο χώρος παρέμενε μόνο ιερός, αφού οι συνελεύσεις των Αθηναίων μεταφέρθηκαν στο Διονυσιακό θέατρο.

Ηλιοσκόπιο του Μέτωνα
Στην Πνύκα βρίσκονται τα θεμέλια του Ηλιοσκόπιου του Μέτωνα.[5] Το ηλιοσκόπιο ήταν τετραγωνικός πύργος (4 x 4 μέτρα) που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι αστρονόμοι για την παρατήρηση της θέσης του Ήλιου, της Σελήνης και των άλλων ουρανίων σωμάτων. Με αυτές τις παρατηρήσεις ο αστρονόμος Μέτων ανακάλυψε την περιοδικότητα των 19 ετών με την οποία επαναλαμβάνονται οι φάσεις της Σελήνης στο ίδιο σημείο του Ουρανού. Η Σελήνη έχει πολύπλοκη κίνηση ως αποτέλεσμα των δυνάμεων βαρύτητας που της ασκεί η Γη, ο Ήλιος. Ο Κάλλιππος, λίγο αργότερα, ανακάλυψε την περιοδικότητα των 76 ετών του Ηλίου της Γης και της Σελήνης που περιγράφει ακριβέστερα την κίνηση της Σελήνης στον ουρανό από την περιοδικότητα των 19 ετών. Το ημερολόγιο του Μέτωνος χρησιμοποιείται στον Μηχανισμό των Αντικυθήρων. Είναι αυτό που χρησιμοποιούν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί για το Πάσχα και έχει ομοιότητες με το ημερολόγιο των Κινέζων. Η μια διαγώνιος του Ηλιοσκοπίου συμπίπτει με την κατεύθυνση βορρά-νότου και η άλλη με ανατολή-δύση. Η τελευταία διχοτομεί την Πνύκα, ώστε η ανατολή του Ηλίου να γίνεται κατά τις ισημερίες στη διχοτόμο της Πνύκας, που είναι και διαγώνιος του Ηλιοσκοπείου.
ΕΘΝΙΚΟ ΑΣΤΕΡΟΣΚΟΠΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Θεμελιώθηκε στις 28 Ιουνίου του 1842. Εμπνευστής του ήταν ο Μακεδόνας αστρονόμος και καθηγητής αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γεώργιος Βούρης. Ο Γεώργιος Βούρης έπεισε τον Γεώργιο Σίνα να χρηματοδοτήσει την ανέγερση του αστεροσκοπείου Αθηνών[1]. Την ημέρα, μάλιστα, των εγκαινίων συνέπεσε και έκλειψη ηλίου που περιέγραψε ο Δανός ιστορικός και γεωγράφος A. L. Koppen. Το αρχικό κτίριο του πρώτου αυτού ελληνικού ερευνητικού ιδρύματος ήταν προσανατολισμένο στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και χτίστηκε με βάση τα σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν στο Λόφο των Νυμφών, έναν από τους επτά λόφους που δεσπόζουν στην πόλη των Αθηνών. Ήταν δωρεά του Βορειοηπειρώτη τραπεζίτη βαρώνου Γεωργίου Σίνα και η κατασκευή του περατώθηκε το 1846 με συνολικό κόστος 500.000 δραχμών.
Ο πρώτος διευθυντής
Πρώτος Διευθυντής, ήταν και ο εμπνευστής του, καθηγητής Γεώργιος Βούρης, από το 1846 έως το 1855. Στη θητεία του Γ. Βούρη το αστεροσκοπείο εξοπλίστηκε με όργανα από την Αυστρία και εκπονήθηκαν οι πρώτες αστρονομικές μελέτες, οι περισσότερες από τις οποίες παραμένουν αδημοσίευτες. Ο καθορισμός των γεωγραφικών συντεταγμένων του Αστεροσκοπείου Αθηνών, εκείνη την εποχή, αποτελεί ακόμα και σήμερα τη βάση της χαρτογράφησης της Ελλάδος. [2]
Τα μετέπειτα στελέχη
Τον Γεώργιο Βούρη διαδέχτηκε ο Ιωάννης Παπαδάκης έως το 1858. H οικογένεια Σίνα εξόπλισε και συντήρησε το Ίδρυμα μέχρι το 1884 που το ανέλαβε το Κράτος. Ο γιος του Γεωργίου Σίνα, Σίμων, διόρισε το 1858 ως διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών τον Γερμανό αστρονόμο Ιούλιο Σμιτ ο οποίος υπηρέτησε στη θέση αυτή επί 26 χρόνια. Στην διάρκεια της θητείας του πραγματοποίησε πλήθος αστρονομικών, μετεωρολογικών και γεωφυσικών παρατηρήσεων. Κατασκεύασε, μάλιστα, κι έναν σπουδαίο τοπογραφικό χάρτη της Σελήνης ο οποίος περιέχει 30.000 κρατήρες και αναφέρεται στο βιβλίο του Ιούλιου Βερν «Γύρω από τη Σελήνη».
Με τον θάνατό του, και λόγω της οικονομικής κατάστασης, οι εργασίες του αστεροσκοπείου μέχρι την δεκαετία του 1890 ήταν δύσκολες, σε αυτό το διάστημα εργαζόταν ο Δημήτριος Κοκκίδης. Μετέπειτα την διεύθυνσή του ανέλαβε ένας άλλος αξιόλογος αστρονόμος ο Δημήτριος Αιγινήτης (1864-1932) τον οποίο μετακάλεσε από το Παρίσι η κυβέρνηση Δηλιγιάννη.
Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.