Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

9.2.17

Ένα μικρό αφιέρωμα στους Άξιους Δασκάλους που με τον δικό τους τρόπο χτίζουν Παρθενώνες στις ψυχές των παιδιών.ν

Ζέη: Ένας δάσκαλος αρκεί «Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά.
ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ που γυρίζαμε από την εξοχή περίμενα με ανυπομονησία ν' αρχίσει το σχολείο. Το αγαπούσα πολύ. Η μυρωδιά των καινούργιων βιβλίων, η διαδικασία του ντυσίματος με μπλε κόλλα και η άσπρη ετικέτα που κολλούσαμε για να γράψουμε όσο πιο καλλιγραφικά μπορούσαμε τον τίτλο του βιβλίου και το όνομά μας. Θυμάμαι με τι καμάρι έγραφα... Κοσμά και Δαμιανού, Κύρου Ανάβασις, της μαθητρίας Α΄γυμνασίου 'Αλκης Ζέη. Δεν το πίστευα πως θα πήγαινα στο γυμνάσιο. 'Ασε που νόμιζα πως ο Κοσμάς και Δαμιανός είχανε γράψει την Κύρου Ανάβαση! ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ! ΕΝΙΩΘΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΑ. 
Η αδελφή μου που ήδη πήγαινε στο γυμνάσιο, μου έλεγε με πολλή περηφάνεια πως είχανε πολλούς καθηγητές, έναν για κάθε μάθημα κι όχι μια δασκάλα για όλα όπως στο δημοτικό. Εκεί, στην πρώτη γυμνασίου εκτός από τα τόσα θαυμαστά που συνέβαιναν γνώρισα και τη Ζώρζ Σαρή που γίναμε φίλες για μια ολόκληρη ζωή. ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΑ ΔΕΝ ΤΟ ΑΓΑΠΟΥΣΑ. Η διευθύντρια ήτανε θαυμάστρια του Μεταξά και σε όλες τις τάξεις πλάι στον Χριστό κρεμόταν μια μεγάλη φωτογραφία του, που μας κοίταζε με γουρλωμένα μάτια μέσα από τα τεράστια γυαλιά του. Όμως, μαζί με τη Ζωρζ κι άλλα τρία κορίτσια είχαμε κάνει μια τόσο στενή παρέα που τίποτε δεν μπορούσε να τη διαλύσει. Ούτε καν ότι η Ζωρζ αγαπούσε τον Μεταξά γιατί της άρεσε η στολή νεολαίας και τα χρυσά αστέρια που της είχανε κολλήσει στους ώμους. Ήτανε πολύ όμορφη η Ζωρζ, είχε μια δυνατή φωνή και πολύ θάρρος. Έπαιρνε μέρος σε όλες τις γιορτές του σχολείου και πότε παρίστανε τον Ρήγα Φερραίο και πότε τον Ερμή. Με προστάτευε από τα μαλώματα της διευθύντριας επειδή στις εκθέσεις έγραφα τα δικά μου κι όχι τις τυποποιημένες φράσεις που μας έλεγε εκείνη σχετικά με την αποταμίευση και την αστυφιλία και άλλα τέτοια συγκλονιστικά. Μια μικρή παρένθεση. Στην κατοχή η Ζωρζ ξέχασε τα χρυσά αστέρια, τον Μεταξά και τους βασιλιάδες και είμασταν μαζί στην Αντίσταση. ΕΙΧΑΜΕ ΔΥΟ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΕΣ, ΜΙΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, που τις λατρεύαμε κι εύρισκαν τον μπελά τους από τη διευθύντρια γιατί μας φέρονταν φιλικά και δεν μας κρατούσαν σε απόσταση. Ώσπου τη μια, την πιο νέα, την έδιωξε γιατί μας υπερασπίστηκε όταν εκείνη μας κατσάδιασε άδικα. Παρ' όλα αυτά το αγαπούσαμε το σχολείο επειδή η φιλία μας ήταν τόσο δυνατή που δεν την αλλάζαμε με τίποτα. Όταν οι γονείς μας, που ήταν πολύ δημοκρατικοί, θέλησαν να μας αλλάξουν σχολείο. Και σε μια διαφωνία με τη διευθύντρια μάς πήραν στη μέση της χρονιάς για να πάμε στη σχολή Αηδονοπούλου που για κείνα τα χρόνια ήταν -μα ακόμα και για σήμερα μπορούσε να είναι - ένα προοδευτικό, ελεύθερο σχολείο. Η απελπισία μου δεν περιγράφεται. Είπα πως άρχιζε η πιο δυστυχισμένη μέρα της ζωής μου.' Αφηνα τις φίλες μου που για μένα, ακόμα και τώρα, η φιλία είναι το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή μου. ΠΗΓΑ ΜΕ ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ ΜΟΥΤΡΑ, το σχολείο όμως εκείνο δεν ήθελε κανένα παιδί που να μην χαμογελάει. Σ' έσπρωχναν να κάνεις κάτι που αγαπούσες, να ζωγραφίσεις, να παίξεις θέατρο, κουκλοθέατρο να γράψεις. Εκεί έμαθα πως μ' αρέσει να γράφω. Την πρώτη έκθεση που έγραψα χωρίς τον φόβο της διευθύντριας του άλλου σχολείου την δημοσίευσαν στο περιοδικό του σχολείου. Κι ύστερα, μια επιτροπή από τις μεγάλες μαθήτριες που έβγαζαν μια φορά τη βδομάδα την εφημερίδα του τοίχου- την κολλούσαν στον τοίχο στους διαδρόμους του σχολείου-, μου ανέθεσαν να γράψω το χρονογράφημα γιατί βρήκαν από την πρώτη εκείνη έκθεση που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό πως είχα χιούμορ. Έγραψα το πρώτο χρονοράφημα κι από τότε το έγραφα σχεδόν κάθε βδομάδα ώσπου τελείωσα το σχολείο. Δεν ξέρω αν θα γινόμουν συγγραφέας, αν δεν είχα αλλάξει σχολείο. ΈΚΑΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΕΣ ΦΙΛΕΣ χωρίς όμως να ξεχάσω τις παλιές που κάθε μεσημέρι όταν σχολούσαμε με περίμεναν στη γωνιά ενός δρόμου ν'αγκαλιαστούμε και να πούμε τα νέα μας. ΉΡΘΕ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. ΗΤΑΝΕ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΑ και η πιο μεγάλη μου λύπη ήτανε ότι έκλεισε το σχολείο. Κι αργότερα, στην κατοχή, το σχολείο ήτανε σαν ένας φωτεινός φάρος μέσα στη μαυρίλα. Ας συναντούσαμε στο δρόμο ανθρώπους σωριασμένους κάτω από την πείνα, ας βλέπαμε άλλους να ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να φάνε, κι ας είχαμε δεί ένα πρωί δυο κρεμασμένους από ένα φανάρι της πλατείας. Μόλις έκλεινε η πόρτα του σχολείου τα ξεχνούσαμε όλα, κι οι δάσκαλοί μας αδυνατισμένοι από την πείνα, με το κολάρο του πουκαμίσου τους να χάσκει στον λαιμό, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ξεχνάμε τη φρίκη και να έχουμε ενδιαφέρον για τη ζωή. ΠΑΡ’ ΟΛΟ ΠΟΥ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ ΤΟ ΕΙΧΑΝ ΕΠΙΤΑΞΕΙ οι Γερμανοί και στριμωχτήκαμε σε ένα άλλο κτήριο τρείς τρείς στα θρανία, τότε κάναμε τις παραστάσεις του κουκλοθέατρου που εγώ έγραφα τα έργα, άλλες έπαιζαν τους ρόλους κι άλλες έφτιαχναν σκηνικά και κοστούμια. Δουλεύαμε με πάθος, τα ξεχνούσαμε όλα. Κι αυτό, το οφείλαμε στην καθηγήτρια των τεχνικών, την Ελένη Περράκη, που κράτησε μετά την κατοχή για ολόκληρα τριάντα χρόνια το κουκλοθέατρο με το όνομα «Μπάρμπα Μητούσης». Τότε που ήταν σχεδόν το μοναδικό θέαμα για παιδιά. Και δεν ήτανε μόνο αυτή. Ο καθηγητής των αρχαίων ελληνικών ο Μιχάλης Αναστασίου-ξαδελφος του Καζαντζάκη- δεν μας άφηνε μόνο με τα εις μι ρήματα και δυο σελίδες από την Αντιγόνη να μάθουμε απ' έξω. Μας διάβαζε από μετάφραση όλη την τραγωδία και ξέκλεβε λίγη ώρα πριν χτυπήσει το κουδούνι για να μας διαβάσει τη μεγάλη του αγάπη, τον Πέρ Γκυντ του Ίψεν. ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ, ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Τώρα περιμένω με ανυπομονησία να χτυπήσει το πρώτο κουδούνι για ν' αρχίσω να επισκέπτομαι τα σχολεία, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε όλη την Ελλάδα, να κουβεντιάσω με τα παιδιά. Kι όλα αυτά τα χρόνια που πηγαίνω από σχολείο σε σχολείο, κατέληξα στο συμπέρασμα πως όλα εξαρτώνται από τον δάσκαλο. Είτε το σχολείο βρίσκεται σε μεγάλη πόλη είτε σε μικρή ή και σε χωριό ακόμα, εντυπωσιάζομαι από τα παιδιά που κάνουν τόσα δημιουργικά πράγματα, που ξέρουν να συνομιλούν κι έχουν διαβάσει τόσα βιβλία που απορείς πώς βρίσκουν τον χρόνο. Κι όλα αυτά γιατί υπάρχει ένας δάσκαλος που κλέβει ώρες από μαθήματα και από τη ζωή του για να κάνει τα παιδιά -δύσκολο πράγμα σήμερα -να αγαπήσουν το βιβλίο και να ξεφύγουν από το βαρετό πρόγραμμα του σχολείου. ΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΖΩ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ. Μέσα στις δύσκολες και άχαρες μέρες που ζούμε, αυτοί είναι μια αχτίδα ελπίδας. Σ΄ένα νησί, είχα επισκεφτεί ένα σχολείο, την έκτη τάξη Δημοτικού. Και τι δεν έκαναν αυτά τα παιδιά. Έπαιζαν σκηνές ολόκληρες από τα βιβλία μου, είχαν γράψει δικές τους σκέψεις, ως και τραγούδια είχαν γράψει σχετικά με τα βιβλία, τα τραγουδούσε μια μικρή χορωδία που μαέστρος ήταν ο δάσκαλος. Ένας πολύ χαρούμενος δάσκαλος με ολοφάνερη την αγάπη του για τα παιδιά. ΠΡΙΝ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΩ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ τα συγχάρηκα για τη δουλειά που είχανε κάνει μα είπα ακόμα πως τους συγχαίρω και για τον εξαίσιο δάσκαλό τους. Τότε σηκώθηκε ένα αγόρι και μου λέει: Μας άξιζε όμως. Όταν βγήκαμε από την τάξη ρώτησα το παιδί. Γιατί είπες πως σας άξιζε ένας τέτοιος δάσκαλος; Και τότε εκείνο, μου διηγήθηκε μια απίστευτη ιστορία. Από την αρχή του χρόνου ως τις γιορτές, είχαν έναν δάσκαλο που φοβόταν τα μικρόβια, δεν άγγιζε την κιμωλία να γράψει στο πίνακα, ούτε τα τετράδιά τους, κι έβαζε τα ίδια τα παιδιά να γυρίζουν τα φύλλα κι αν κάποιο τον άγγιζε κατά λάθος, έβαζε τις φωνές κι έφευγε από την τάξη. Τα παιδιά είχαν πέσει όλα σε κατάθλιψη κι όταν ήρθε ο καινούργιος δάσκαλος, έκανε μέσα σ' ένα μήνα όλη την τάξη χαρούμενη και τα παιδιά με χαρά έκαναν χίλια δυο πράγματα μαζί του. ΑΣ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ας αλλάζουν κάθε τόσο τους νόμους. Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά. Είτε σε καινούριο σχολείο βρίσκονται είτε σε λυόμενο ή σε τάξεις με ξεχαρβαλωμένα θρανία. Βλέπεις τα μάτια τους να λάμπουν. Δεν θ' άξιζε λοιπόν ένα φωτοστέφανο για τον δάσκαλο; 'Αραγε θα βρεθεί ποτέ χέρι να του το φορέσει; H Άλκη (Αγγελική) Ζέη (Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 192]) είναι Ελληνίδα συγγραφέας και πεζογράφος. Μαζί με τη Ζωρζ Σαρή, με την οποία γνωρίζονταν από τα σχολικά τους χρόνια, καθιέρωσε ένα νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα, τόσο από την άποψη του ζωντανού, αυτοβιογραφικού ύφους όσο και της εισαγωγής του πολιτικού, κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου στο είδος. Έχει βραβευθεί για το έργο της από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες [Πηγή: www.doctv.gr]
Ζέη: Ένας δάσκαλος αρκεί «Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά» DOCTV.GR 13.09.2016 ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ που γυρίζαμε από την εξοχή περίμενα με ανυπομονησία ν' αρχίσει το σχολείο. Το αγαπούσα πολύ. Η μυρωδιά των καινούργιων βιβλίων, η διαδικασία του ντυσίματος με μπλε κόλλα και η άσπρη ετικέτα που κολλούσαμε για να γράψουμε όσο πιο καλλιγραφικά μπορούσαμε τον τίτλο του βιβλίου και το όνομά μας. Θυμάμαι με τι καμάρι έγραφα... Κοσμά και Δαμιανού, Κύρου Ανάβασις, της μαθητρίας Α΄γυμνασίου 'Αλκης Ζέη. Δεν το πίστευα πως θα πήγαινα στο γυμνάσιο. 'Ασε που νόμιζα πως ο Κοσμάς και Δαμιανός είχανε γράψει την Κύρου Ανάβαση! ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ! ΕΝΙΩΘΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΑ. Η αδελφή μου που ήδη πήγαινε στο γυμνάσιο, μου έλεγε με πολλή περηφάνεια πως είχανε πολλούς καθηγητές, έναν για κάθε μάθημα κι όχι μια δασκάλα για όλα όπως στο δημοτικό. Εκεί, στην πρώτη γυμνασίου εκτός από τα τόσα θαυμαστά που συνέβαιναν γνώρισα και τη Ζώρζ Σαρή που γίναμε φίλες για μια ολόκληρη ζωή. ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΑ ΔΕΝ ΤΟ ΑΓΑΠΟΥΣΑ. Η διευθύντρια ήτανε θαυμάστρια του Μεταξά και σε όλες τις τάξεις πλάι στον Χριστό κρεμόταν μια μεγάλη φωτογραφία του, που μας κοίταζε με γουρλωμένα μάτια μέσα από τα τεράστια γυαλιά του. Όμως, μαζί με τη Ζωρζ κι άλλα τρία κορίτσια είχαμε κάνει μια τόσο στενή παρέα που τίποτε δεν μπορούσε να τη διαλύσει. Ούτε καν ότι η Ζωρζ αγαπούσε τον Μεταξά γιατί της άρεσε η στολή νεολαίας και τα χρυσά αστέρια που της είχανε κολλήσει στους ώμους. Ήτανε πολύ όμορφη η Ζωρζ, είχε μια δυνατή φωνή και πολύ θάρρος. Έπαιρνε μέρος σε όλες τις γιορτές του σχολείου και πότε παρίστανε τον Ρήγα Φερραίο και πότε τον Ερμή. Με προστάτευε από τα μαλώματα της διευθύντριας επειδή στις εκθέσεις έγραφα τα δικά μου κι όχι τις τυποποιημένες φράσεις που μας έλεγε εκείνη σχετικά με την αποταμίευση και την αστυφιλία και άλλα τέτοια συγκλονιστικά. Μια μικρή παρένθεση. Στην κατοχή η Ζωρζ ξέχασε τα χρυσά αστέρια, τον Μεταξά και τους βασιλιάδες και είμασταν μαζί στην Αντίσταση. ΕΙΧΑΜΕ ΔΥΟ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΕΣ, ΜΙΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, που τις λατρεύαμε κι εύρισκαν τον μπελά τους από τη διευθύντρια γιατί μας φέρονταν φιλικά και δεν μας κρατούσαν σε απόσταση. Ώσπου τη μια, την πιο νέα, την έδιωξε γιατί μας υπερασπίστηκε όταν εκείνη μας κατσάδιασε άδικα. Παρ' όλα αυτά το αγαπούσαμε το σχολείο επειδή η φιλία μας ήταν τόσο δυνατή που δεν την αλλάζαμε με τίποτα. Όταν οι γονείς μας, που ήταν πολύ δημοκρατικοί, θέλησαν να μας αλλάξουν σχολείο. Και σε μια διαφωνία με τη διευθύντρια μάς πήραν στη μέση της χρονιάς για να πάμε στη σχολή Αηδονοπούλου που για κείνα τα χρόνια ήταν -μα ακόμα και για σήμερα μπορούσε να είναι - ένα προοδευτικό, ελεύθερο σχολείο. Η απελπισία μου δεν περιγράφεται. Είπα πως άρχιζε η πιο δυστυχισμένη μέρα της ζωής μου.' Αφηνα τις φίλες μου που για μένα, ακόμα και τώρα, η φιλία είναι το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή μου. ΠΗΓΑ ΜΕ ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ ΜΟΥΤΡΑ, το σχολείο όμως εκείνο δεν ήθελε κανένα παιδί που να μην χαμογελάει. Σ' έσπρωχναν να κάνεις κάτι που αγαπούσες, να ζωγραφίσεις, να παίξεις θέατρο, κουκλοθέατρο να γράψεις. Εκεί έμαθα πως μ' αρέσει να γράφω. Την πρώτη έκθεση που έγραψα χωρίς τον φόβο της διευθύντριας του άλλου σχολείου την δημοσίευσαν στο περιοδικό του σχολείου. Κι ύστερα, μια επιτροπή από τις μεγάλες μαθήτριες που έβγαζαν μια φορά τη βδομάδα την εφημερίδα του τοίχου- την κολλούσαν στον τοίχο στους διαδρόμους του σχολείου-, μου ανέθεσαν να γράψω το χρονογράφημα γιατί βρήκαν από την πρώτη εκείνη έκθεση που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό πως είχα χιούμορ. Έγραψα το πρώτο χρονοράφημα κι από τότε το έγραφα σχεδόν κάθε βδομάδα ώσπου τελείωσα το σχολείο. Δεν ξέρω αν θα γινόμουν συγγραφέας, αν δεν είχα αλλάξει σχολείο. ΈΚΑΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΕΣ ΦΙΛΕΣ χωρίς όμως να ξεχάσω τις παλιές που κάθε μεσημέρι όταν σχολούσαμε με περίμεναν στη γωνιά ενός δρόμου ν'αγκαλιαστούμε και να πούμε τα νέα μας. ΉΡΘΕ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. ΗΤΑΝΕ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΑ και η πιο μεγάλη μου λύπη ήτανε ότι έκλεισε το σχολείο. Κι αργότερα, στην κατοχή, το σχολείο ήτανε σαν ένας φωτεινός φάρος μέσα στη μαυρίλα. Ας συναντούσαμε στο δρόμο ανθρώπους σωριασμένους κάτω από την πείνα, ας βλέπαμε άλλους να ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να φάνε, κι ας είχαμε δεί ένα πρωί δυο κρεμασμένους από ένα φανάρι της πλατείας. Μόλις έκλεινε η πόρτα του σχολείου τα ξεχνούσαμε όλα, κι οι δάσκαλοί μας αδυνατισμένοι από την πείνα, με το κολάρο του πουκαμίσου τους να χάσκει στον λαιμό, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ξεχνάμε τη φρίκη και να έχουμε ενδιαφέρον για τη ζωή. ΠΑΡ’ ΟΛΟ ΠΟΥ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ ΤΟ ΕΙΧΑΝ ΕΠΙΤΑΞΕΙ οι Γερμανοί και στριμωχτήκαμε σε ένα άλλο κτήριο τρείς τρείς στα θρανία, τότε κάναμε τις παραστάσεις του κουκλοθέατρου που εγώ έγραφα τα έργα, άλλες έπαιζαν τους ρόλους κι άλλες έφτιαχναν σκηνικά και κοστούμια. Δουλεύαμε με πάθος, τα ξεχνούσαμε όλα. Κι αυτό, το οφείλαμε στην καθηγήτρια των τεχνικών, την Ελένη Περράκη, που κράτησε μετά την κατοχή για ολόκληρα τριάντα χρόνια το κουκλοθέατρο με το όνομα «Μπάρμπα Μητούσης». Τότε που ήταν σχεδόν το μοναδικό θέαμα για παιδιά. Και δεν ήτανε μόνο αυτή. Ο καθηγητής των αρχαίων ελληνικών ο Μιχάλης Αναστασίου-ξαδελφος του Καζαντζάκη- δεν μας άφηνε μόνο με τα εις μι ρήματα και δυο σελίδες από την Αντιγόνη να μάθουμε απ' έξω. Μας διάβαζε από μετάφραση όλη την τραγωδία και ξέκλεβε λίγη ώρα πριν χτυπήσει το κουδούνι για να μας διαβάσει τη μεγάλη του αγάπη, τον Πέρ Γκυντ του Ίψεν. ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ, ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Τώρα περιμένω με ανυπομονησία να χτυπήσει το πρώτο κουδούνι για ν' αρχίσω να επισκέπτομαι τα σχολεία, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε όλη την Ελλάδα, να κουβεντιάσω με τα παιδιά. Kι όλα αυτά τα χρόνια που πηγαίνω από σχολείο σε σχολείο, κατέληξα στο συμπέρασμα πως όλα εξαρτώνται από τον δάσκαλο. Είτε το σχολείο βρίσκεται σε μεγάλη πόλη είτε σε μικρή ή και σε χωριό ακόμα, εντυπωσιάζομαι από τα παιδιά που κάνουν τόσα δημιουργικά πράγματα, που ξέρουν να συνομιλούν κι έχουν διαβάσει τόσα βιβλία που απορείς πώς βρίσκουν τον χρόνο. Κι όλα αυτά γιατί υπάρχει ένας δάσκαλος που κλέβει ώρες από μαθήματα και από τη ζωή του για να κάνει τα παιδιά -δύσκολο πράγμα σήμερα -να αγαπήσουν το βιβλίο και να ξεφύγουν από το βαρετό πρόγραμμα του σχολείου. ΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΖΩ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ. Μέσα στις δύσκολες και άχαρες μέρες που ζούμε, αυτοί είναι μια αχτίδα ελπίδας. Σ΄ένα νησί, είχα επισκεφτεί ένα σχολείο, την έκτη τάξη Δημοτικού. Και τι δεν έκαναν αυτά τα παιδιά. Έπαιζαν σκηνές ολόκληρες από τα βιβλία μου, είχαν γράψει δικές τους σκέψεις, ως και τραγούδια είχαν γράψει σχετικά με τα βιβλία, τα τραγουδούσε μια μικρή χορωδία που μαέστρος ήταν ο δάσκαλος. Ένας πολύ χαρούμενος δάσκαλος με ολοφάνερη την αγάπη του για τα παιδιά. ΠΡΙΝ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΩ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ τα συγχάρηκα για τη δουλειά που είχανε κάνει μα είπα ακόμα πως τους συγχαίρω και για τον εξαίσιο δάσκαλό τους. Τότε σηκώθηκε ένα αγόρι και μου λέει: Μας άξιζε όμως. Όταν βγήκαμε από την τάξη ρώτησα το παιδί. Γιατί είπες πως σας άξιζε ένας τέτοιος δάσκαλος; Και τότε εκείνο, μου διηγήθηκε μια απίστευτη ιστορία. Από την αρχή του χρόνου ως τις γιορτές, είχαν έναν δάσκαλο που φοβόταν τα μικρόβια, δεν άγγιζε την κιμωλία να γράψει στο πίνακα, ούτε τα τετράδιά τους, κι έβαζε τα ίδια τα παιδιά να γυρίζουν τα φύλλα κι αν κάποιο τον άγγιζε κατά λάθος, έβαζε τις φωνές κι έφευγε από την τάξη. Τα παιδιά είχαν πέσει όλα σε κατάθλιψη κι όταν ήρθε ο καινούργιος δάσκαλος, έκανε μέσα σ' ένα μήνα όλη την τάξη χαρούμενη και τα παιδιά με χαρά έκαναν χίλια δυο πράγματα μαζί του. ΑΣ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ας αλλάζουν κάθε τόσο τους νόμους. Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά. Είτε σε καινούριο σχολείο βρίσκονται είτε σε λυόμενο ή σε τάξεις με ξεχαρβαλωμένα θρανία. Βλέπεις τα μάτια τους να λάμπουν. Δεν θ' άξιζε λοιπόν ένα φωτοστέφανο για τον δάσκαλο; 'Αραγε θα βρεθεί ποτέ χέρι να του το φορέσει; H Άλκη (Αγγελική) Ζέη (Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 192]) είναι Ελληνίδα συγγραφέας και πεζογράφος. Μαζί με τη Ζωρζ Σαρή, με την οποία γνωρίζονταν από τα σχολικά τους χρόνια, καθιέρωσε ένα νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα, τόσο από την άποψη του ζωντανού, αυτοβιογραφικού ύφους όσο και της εισαγωγής του πολιτικού, κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου στο είδος. Έχει βραβευθεί για το έργο της από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες. [Πηγή: www.doctv.gr]
Ζέη: Ένας δάσκαλος αρκεί «Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά» DOCTV.GR 13.09.2016 ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ που γυρίζαμε από την εξοχή περίμενα με ανυπομονησία ν' αρχίσει το σχολείο. Το αγαπούσα πολύ. Η μυρωδιά των καινούργιων βιβλίων, η διαδικασία του ντυσίματος με μπλε κόλλα και η άσπρη ετικέτα που κολλούσαμε για να γράψουμε όσο πιο καλλιγραφικά μπορούσαμε τον τίτλο του βιβλίου και το όνομά μας. Θυμάμαι με τι καμάρι έγραφα... Κοσμά και Δαμιανού, Κύρου Ανάβασις, της μαθητρίας Α΄γυμνασίου 'Αλκης Ζέη. Δεν το πίστευα πως θα πήγαινα στο γυμνάσιο. 'Ασε που νόμιζα πως ο Κοσμάς και Δαμιανός είχανε γράψει την Κύρου Ανάβαση! ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ! ΕΝΙΩΘΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΑ. Η αδελφή μου που ήδη πήγαινε στο γυμνάσιο, μου έλεγε με πολλή περηφάνεια πως είχανε πολλούς καθηγητές, έναν για κάθε μάθημα κι όχι μια δασκάλα για όλα όπως στο δημοτικό. Εκεί, στην πρώτη γυμνασίου εκτός από τα τόσα θαυμαστά που συνέβαιναν γνώρισα και τη Ζώρζ Σαρή που γίναμε φίλες για μια ολόκληρη ζωή. ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΑ ΔΕΝ ΤΟ ΑΓΑΠΟΥΣΑ. Η διευθύντρια ήτανε θαυμάστρια του Μεταξά και σε όλες τις τάξεις πλάι στον Χριστό κρεμόταν μια μεγάλη φωτογραφία του, που μας κοίταζε με γουρλωμένα μάτια μέσα από τα τεράστια γυαλιά του. Όμως, μαζί με τη Ζωρζ κι άλλα τρία κορίτσια είχαμε κάνει μια τόσο στενή παρέα που τίποτε δεν μπορούσε να τη διαλύσει. Ούτε καν ότι η Ζωρζ αγαπούσε τον Μεταξά γιατί της άρεσε η στολή νεολαίας και τα χρυσά αστέρια που της είχανε κολλήσει στους ώμους. Ήτανε πολύ όμορφη η Ζωρζ, είχε μια δυνατή φωνή και πολύ θάρρος. Έπαιρνε μέρος σε όλες τις γιορτές του σχολείου και πότε παρίστανε τον Ρήγα Φερραίο και πότε τον Ερμή. Με προστάτευε από τα μαλώματα της διευθύντριας επειδή στις εκθέσεις έγραφα τα δικά μου κι όχι τις τυποποιημένες φράσεις που μας έλεγε εκείνη σχετικά με την αποταμίευση και την αστυφιλία και άλλα τέτοια συγκλονιστικά. Μια μικρή παρένθεση. Στην κατοχή η Ζωρζ ξέχασε τα χρυσά αστέρια, τον Μεταξά και τους βασιλιάδες και είμασταν μαζί στην Αντίσταση. ΕΙΧΑΜΕ ΔΥΟ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΕΣ, ΜΙΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, που τις λατρεύαμε κι εύρισκαν τον μπελά τους από τη διευθύντρια γιατί μας φέρονταν φιλικά και δεν μας κρατούσαν σε απόσταση. Ώσπου τη μια, την πιο νέα, την έδιωξε γιατί μας υπερασπίστηκε όταν εκείνη μας κατσάδιασε άδικα. Παρ' όλα αυτά το αγαπούσαμε το σχολείο επειδή η φιλία μας ήταν τόσο δυνατή που δεν την αλλάζαμε με τίποτα. Όταν οι γονείς μας, που ήταν πολύ δημοκρατικοί, θέλησαν να μας αλλάξουν σχολείο. Και σε μια διαφωνία με τη διευθύντρια μάς πήραν στη μέση της χρονιάς για να πάμε στη σχολή Αηδονοπούλου που για κείνα τα χρόνια ήταν -μα ακόμα και για σήμερα μπορούσε να είναι - ένα προοδευτικό, ελεύθερο σχολείο. Η απελπισία μου δεν περιγράφεται. Είπα πως άρχιζε η πιο δυστυχισμένη μέρα της ζωής μου.' Αφηνα τις φίλες μου που για μένα, ακόμα και τώρα, η φιλία είναι το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή μου. ΠΗΓΑ ΜΕ ΚΑΤΕΒΑΣΜΕΝΑ ΜΟΥΤΡΑ, το σχολείο όμως εκείνο δεν ήθελε κανένα παιδί που να μην χαμογελάει. Σ' έσπρωχναν να κάνεις κάτι που αγαπούσες, να ζωγραφίσεις, να παίξεις θέατρο, κουκλοθέατρο να γράψεις. Εκεί έμαθα πως μ' αρέσει να γράφω. Την πρώτη έκθεση που έγραψα χωρίς τον φόβο της διευθύντριας του άλλου σχολείου την δημοσίευσαν στο περιοδικό του σχολείου. Κι ύστερα, μια επιτροπή από τις μεγάλες μαθήτριες που έβγαζαν μια φορά τη βδομάδα την εφημερίδα του τοίχου- την κολλούσαν στον τοίχο στους διαδρόμους του σχολείου-, μου ανέθεσαν να γράψω το χρονογράφημα γιατί βρήκαν από την πρώτη εκείνη έκθεση που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό πως είχα χιούμορ. Έγραψα το πρώτο χρονοράφημα κι από τότε το έγραφα σχεδόν κάθε βδομάδα ώσπου τελείωσα το σχολείο. Δεν ξέρω αν θα γινόμουν συγγραφέας, αν δεν είχα αλλάξει σχολείο. ΈΚΑΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΕΣ ΦΙΛΕΣ χωρίς όμως να ξεχάσω τις παλιές που κάθε μεσημέρι όταν σχολούσαμε με περίμεναν στη γωνιά ενός δρόμου ν'αγκαλιαστούμε και να πούμε τα νέα μας. ΉΡΘΕ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. ΗΤΑΝΕ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΑ και η πιο μεγάλη μου λύπη ήτανε ότι έκλεισε το σχολείο. Κι αργότερα, στην κατοχή, το σχολείο ήτανε σαν ένας φωτεινός φάρος μέσα στη μαυρίλα. Ας συναντούσαμε στο δρόμο ανθρώπους σωριασμένους κάτω από την πείνα, ας βλέπαμε άλλους να ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να φάνε, κι ας είχαμε δεί ένα πρωί δυο κρεμασμένους από ένα φανάρι της πλατείας. Μόλις έκλεινε η πόρτα του σχολείου τα ξεχνούσαμε όλα, κι οι δάσκαλοί μας αδυνατισμένοι από την πείνα, με το κολάρο του πουκαμίσου τους να χάσκει στον λαιμό, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ξεχνάμε τη φρίκη και να έχουμε ενδιαφέρον για τη ζωή. ΠΑΡ’ ΟΛΟ ΠΟΥ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ ΤΟ ΕΙΧΑΝ ΕΠΙΤΑΞΕΙ οι Γερμανοί και στριμωχτήκαμε σε ένα άλλο κτήριο τρείς τρείς στα θρανία, τότε κάναμε τις παραστάσεις του κουκλοθέατρου που εγώ έγραφα τα έργα, άλλες έπαιζαν τους ρόλους κι άλλες έφτιαχναν σκηνικά και κοστούμια. Δουλεύαμε με πάθος, τα ξεχνούσαμε όλα. Κι αυτό, το οφείλαμε στην καθηγήτρια των τεχνικών, την Ελένη Περράκη, που κράτησε μετά την κατοχή για ολόκληρα τριάντα χρόνια το κουκλοθέατρο με το όνομα «Μπάρμπα Μητούσης». Τότε που ήταν σχεδόν το μοναδικό θέαμα για παιδιά. Και δεν ήτανε μόνο αυτή. Ο καθηγητής των αρχαίων ελληνικών ο Μιχάλης Αναστασίου-ξαδελφος του Καζαντζάκη- δεν μας άφηνε μόνο με τα εις μι ρήματα και δυο σελίδες από την Αντιγόνη να μάθουμε απ' έξω. Μας διάβαζε από μετάφραση όλη την τραγωδία και ξέκλεβε λίγη ώρα πριν χτυπήσει το κουδούνι για να μας διαβάσει τη μεγάλη του αγάπη, τον Πέρ Γκυντ του Ίψεν. ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ, ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Τώρα περιμένω με ανυπομονησία να χτυπήσει το πρώτο κουδούνι για ν' αρχίσω να επισκέπτομαι τα σχολεία, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε όλη την Ελλάδα, να κουβεντιάσω με τα παιδιά. Kι όλα αυτά τα χρόνια που πηγαίνω από σχολείο σε σχολείο, κατέληξα στο συμπέρασμα πως όλα εξαρτώνται από τον δάσκαλο. Είτε το σχολείο βρίσκεται σε μεγάλη πόλη είτε σε μικρή ή και σε χωριό ακόμα, εντυπωσιάζομαι από τα παιδιά που κάνουν τόσα δημιουργικά πράγματα, που ξέρουν να συνομιλούν κι έχουν διαβάσει τόσα βιβλία που απορείς πώς βρίσκουν τον χρόνο. Κι όλα αυτά γιατί υπάρχει ένας δάσκαλος που κλέβει ώρες από μαθήματα και από τη ζωή του για να κάνει τα παιδιά -δύσκολο πράγμα σήμερα -να αγαπήσουν το βιβλίο και να ξεφύγουν από το βαρετό πρόγραμμα του σχολείου. ΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΖΩ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ. Μέσα στις δύσκολες και άχαρες μέρες που ζούμε, αυτοί είναι μια αχτίδα ελπίδας. Σ΄ένα νησί, είχα επισκεφτεί ένα σχολείο, την έκτη τάξη Δημοτικού. Και τι δεν έκαναν αυτά τα παιδιά. Έπαιζαν σκηνές ολόκληρες από τα βιβλία μου, είχαν γράψει δικές τους σκέψεις, ως και τραγούδια είχαν γράψει σχετικά με τα βιβλία, τα τραγουδούσε μια μικρή χορωδία που μαέστρος ήταν ο δάσκαλος. Ένας πολύ χαρούμενος δάσκαλος με ολοφάνερη την αγάπη του για τα παιδιά. ΠΡΙΝ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΩ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ τα συγχάρηκα για τη δουλειά που είχανε κάνει μα είπα ακόμα πως τους συγχαίρω και για τον εξαίσιο δάσκαλό τους. Τότε σηκώθηκε ένα αγόρι και μου λέει: Μας άξιζε όμως. Όταν βγήκαμε από την τάξη ρώτησα το παιδί. Γιατί είπες πως σας άξιζε ένας τέτοιος δάσκαλος; Και τότε εκείνο, μου διηγήθηκε μια απίστευτη ιστορία. Από την αρχή του χρόνου ως τις γιορτές, είχαν έναν δάσκαλο που φοβόταν τα μικρόβια, δεν άγγιζε την κιμωλία να γράψει στο πίνακα, ούτε τα τετράδιά τους, κι έβαζε τα ίδια τα παιδιά να γυρίζουν τα φύλλα κι αν κάποιο τον άγγιζε κατά λάθος, έβαζε τις φωνές κι έφευγε από την τάξη. Τα παιδιά είχαν πέσει όλα σε κατάθλιψη κι όταν ήρθε ο καινούργιος δάσκαλος, έκανε μέσα σ' ένα μήνα όλη την τάξη χαρούμενη και τα παιδιά με χαρά έκαναν χίλια δυο πράγματα μαζί του. ΑΣ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ας αλλάζουν κάθε τόσο τους νόμους. Όταν υπάρχει ένας δάσκαλος με όρεξη και κέφι, τα παιδιά αποκτούν κι' αυτά όρεξη και κέφι για δουλειά. Είτε σε καινούριο σχολείο βρίσκονται είτε σε λυόμενο ή σε τάξεις με ξεχαρβαλωμένα θρανία. Βλέπεις τα μάτια τους να λάμπουν. Δεν θ' άξιζε λοιπόν ένα φωτοστέφανο για τον δάσκαλο; 'Αραγε θα βρεθεί ποτέ χέρι να του το φορέσει; H Άλκη (Αγγελική) Ζέη (Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 192]) είναι Ελληνίδα συγγραφέας και πεζογράφος. Μαζί με τη Ζωρζ Σαρή, με την οποία γνωρίζονταν από τα σχολικά τους χρόνια, καθιέρωσε ένα νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα, τόσο από την άποψη του ζωντανού, αυτοβιογραφικού ύφους όσο και της εισαγωγής του πολιτικού, κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου στο είδος. Έχει βραβευθεί για το έργο της από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες. [Πηγή: www.doctv.gr]

ENA ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ ΣΤΟΝ ΕΓΓΟΝΟ ΤΟΥ η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Καλλιέργησε τη μνήμη σου και θα ζήσεις χίλιες ζωές
Το ιταλικό περιοδικό «L’ Espresso» ζήτησε από δεκατέσσερις προσωπικότητες του πνεύματος να γράψουν μια επιστολή για το 2014.  Ο Ουμπέρτο Έκο έγραψε μια επιστολή στον εγγονό του, ο οποίος πριν από λίγες μέρες εκφώνησε έναν λιτό και ουσιαστικό επικήδειο λόγο στον παππού του. Ο προβληματισμός σχετικά με τις Νέες Τεχνολογίες και τη σημασία της μνήμης είναι τα θέματα στα οποία εστιάζει την προσοχή του ο Έκο. Επειδή, υποστηρίζει, ούτε το Διαδίκτυο μπορεί να υποκαταστήσει τη γνώση, ούτε οι υπολογιστές το μυαλό μας, προτρέπει τις νέες γενιές να μαθαίνουν απομνημονεύοντας. Σε καμιά περίπτωση, βεβαίως δεν εννοεί το… εθνικό σπορ του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, την παπαγαλία.

Ευελπιστώ ότι το κείμενο αυτό θα βρει ευήκοα ώτα και στον ελληνικό εκπαιδευτικό κόσμο της χώρας, ο οποίος, χρόνια τώρα, βομβαρδίζεται με διαρκείς «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» (απορρυθμίσεις θα ήταν το πιο σωστό).  Το μετέφρασα από τα ιταλικά για δυο λόγους: α) να απολαύσουμε για μια ακόμη φορά το πνεύμα του πρόσφατα εκλιπόντος σπουδαίου στοχαστή, β) να σκεφτούμε μήπως κάποιες βασικές αρχές μάθησης πρέπει να μας απασχολήσουν σοβαρά αν ακόμη ενδιαφερόμαστε για μορφωμένους και με ουσιαστική κριτική ικανότητα πολίτες.  Δεν είναι κακό να παραδεχτούμε ότι κάθε τι το «παλιό» δεν είναι οπωσδήποτε  «συντηρητικό» ή «αντιπαιδαγωγικό». Πόσω μάλλον όταν έτσι αποφαίνεται ένας στοχαστής του εκτοπίσματος του Ουμπέρτο Έκο!

Χριστίνα Πετροπούλου, σχολική σύμβουλος Φιλολόγων Α΄ Δ/νσης Δ/θμιας Εκ/σης Αθήνας

Αγαπητό μου εγγονάκι,
Δεν θα ήθελα αυτή η χριστουγεννιάτικη επιστολή να θεωρηθεί υπερβολικά  συναισθηματική ή ότι έχει σκοπό να σε νουθετήσει σχετικά με την αγάπη για τους συνανθρώπους μας, για την πατρίδα, για τον κόσμο, και όλα τα συναφή. Δεν θα έδινες καμιά σημασία και όταν θα έφτανε η στιγμή να θέσεις σε εφαρμογή όλα αυτά, (εσύ έφηβος, και εγώ στο επέκεινα), το σύστημα αξιών θα είχε αλλάξει τόσο πολύ, που πιθανότατα οι συμβουλές μου θα προέκυπταν ξεπερασμένες.

Βάζε πράγματα στο μυαλό σου

Γι’ αυτό, θα ήθελα να επικεντρωθώ σε μια μόνο συμβουλή, την οποία μπορείς να ακολουθήσεις ακόμη και τώρα, ενώ  σερφάρεις στο iPad σου. Κι ούτε θα κάνω το λάθος να σου το υποδείξω, όχι γιατί θα φαινόμουν ένας παππούς βαρετός, αλλά γιατί το ίδιο κάνω και εγώ. Στην καλύτερη περίπτωση μπορώ να σου πω ότι, αν κατά τύχη πέσεις πάνω σε εκατοντάδες ιστοσελίδες πορνό που δείχνουν τη σχέση μεταξύ δύο ανθρώπινων όντων, προσπάθησε με χίλιους τρόπους να μην πιστέψεις ότι αυτό είναι το σεξ, όταν μάλιστα σε αναγκάζει να μη βγαίνεις από το σπίτι σου, για να κοιτάξεις τα πραγματικά κορίτσια. Ξεκινώ από την αρχή ότι είσαι ετεροφυλόφιλος, αλλά κι έτσι να μην είναι, προσάρμοσε τις συμβουλές μου στην περίπτωσή σου. Κοίταζε τα πραγματικά κορίτσια στο σχολείο ή όπου πας να παίξεις, γιατί είναι καλύτερα από τα τηλεοπτικά και μια μέρα θα σου προσφέρουν μεγαλύτερες χαρές από εκείνες του Διαδικτύου. Πίστεψε εκείνους που έχουν μεγαλύτερη εμπειρία από εσένα. Αν εγώ κοίταζα το σεξ μόνο στον υπολογιστή, ο πατέρας σου δεν θα είχε ποτέ γεννηθεί, κι εσύ ποιος ξέρει πού θα βρισκόσουν, μάλλον δεν θα υπήρχες καν. Αλλά δεν είναι αυτό που θέλω να σου πω, αλλά για μια ασθένεια που έχει προσβάλει τη γενιά σου, καθώς και παιδιά μεγαλύτερα από εσένα, που τώρα φοιτούν στο πανεπιστήμιο: την απώλεια της μνήμης.
Είναι αλήθεια ότι αν θέλεις να μάθεις ποιος ήταν ο Καρλομάγνος ή πού βρίσκεται η Κουάλα Λουμπούρ, δεν έχεις παρά να πατήσεις μερικά πλήκτρα και το Διαδίκτυο σου το λέει αμέσως. Κάν’ το όταν χρειάζεται, αφού όμως το κάνεις, προσπάθησε να θυμηθείς τι σου είπε, για να μην αναγκαστείς να το αναζητήσεις για δεύτερη φορά σε περίπτωση που υπάρξει επείγουσα ανάγκη, όπως για μια έρευνα στο σχολείο. Επειδή νομίζεις ότι ο υπολογιστής μπορεί να σου απαντάει οποιαδήποτε στιγμή, ελλοχεύει ο κίνδυνος να χάσεις το ενδιαφέρον να βάζεις πράγματα στο μυαλό σου. Είναι σαν να λέμε ότι, επειδή έχεις μάθει πως για να πας από την τάδε οδό στη δείνα, υπάρχουν το λεωφορείο ή το Μετρό, που σου επιτρέπουν να μετακινηθείς χωρίς κόπο -το οποίο βεβαίως εξυπηρετεί και κάν΄το κάθε φορά που βιάζεσαι-, για τον λόγο αυτό δεν χρειάζεται πλέον να περπατάς. Αν όμως δεν περπατάς αρκετά, γίνεσαι «άτομο με ειδικές ανάγκες», όπως χαρακτηρίζουμε σήμερα τους ανθρώπους που βρίσκονται σε αναπηρικό καροτσάκι. Εντάξει, ξέρω ότι ασχολείσαι με σπορ, άρα ξέρεις να κινείς το σώμα σου, ας επιστρέψουμε όμως στο μυαλό σου.

Παιχνίδια με τον νου
Η μνήμη είναι ένας μυς, όπως εκείνοι των ποδιών, και αν δεν τον εκγυμνάζεις, ατονεί κι έτσι, από πλευράς εγκεφάλου, γίνεσαι άτομο με ειδικές ανάγκες, δηλαδή, για να μιλήσουμε ειλικρινά, ένας ηλίθιος. Κι επειδή για όλους ελλοχεύει ο κίνδυνος να πάθουν Αλτσχάιμερ όταν γεράσουν, ένας τρόπος για να αποφύγουν αυτό το δυσάρεστο ατύχημα είναι να εξασκούν πάντοτε τη μνήμη τους. Ιδού, λοιπόν, η δική μου συνταγή: Κάθε πρωί μάθαινε απ’ έξω μερικούς στίχους, ένα σύντομο ποίημα ή, όπως έκαναν οι δάσκαλοί μας, που μας έβαζαν να μάθουμε τη «Σταχτιά Φοραδίτσα»1 ή «Το Σάββατο του χωριού»2. Καλό θα ήταν να κάνεις παιγνίδια μνήμης με τους φίλους σου για να δείτε ποιος θυμάται καλύτερα. Αν δεν σας αρέσει η ποίηση, κάντε το με τους ποδοσφαιριστές. Πρόσεξε όμως! Δεν πρέπει να γνωρίζεις μόνο τους σημερινούς ποδοσφαιριστές της Ρόμα, αλλά και των άλλων ομάδων, ίσως και ομάδων του παρελθόντος. Φαντάσου ότι εγώ θυμάμαι εκείνους της Τορίνο, όταν το αεροπλάνο τους συνετρίβη με όλους τους παίκτες μέσα: Μπατσικαλούπο, Μπαλαρίν, Μαρόζο κ.λπ. Κάντε αγώνες μνήμης σχετικά με τα βιβλία που έχετε διαβάσει. Π.χ., ποιος ήταν πάνω στην Ισπανιόλα προς αναζήτηση του νησιού των θησαυρών; Ο Λόρδος Τριλώνεϋ, ο Καπετάν Σμόλετ, ο Δόκτωρ Λάιβζι, ο Λονγκ Τζον Σίλβερ, ο Τζιμ; Δες αν οι φίλοι σου θυμούνται ποιοι ήταν οι υπηρέτες των Τριών Σωματοφυλάκων και του Ντ’ Αρτανιάν: Γκριμό, Μπαζέν, Μουσκετόν και Πλανσέ. Κι αν δεν θέλεις να διαβάσεις τους «Τρεις Σωματοφύλακες» (να ήξερες τι χάνεις) κάν’ το με κάποια από τις ιστορίες που έχεις διαβάσει. Μοιάζει με παιγνίδι (και είναι), θα δεις όμως πως το κεφάλι σου θα κυριευθεί από διάφορους χαρακτήρες, ιστορίες, αναμνήσεις κάθε είδους.
Θα αναρωτηθείς γιατί παλιά οι υπολογιστές ονομάζονταν ηλεκτρονικά μυαλά; Διότι σχεδιάστηκαν με βάση το μοντέλο του εγκεφάλου σου (μας), αλλά ο εγκέφαλος έχει περισσότερες διασυνδέσεις από έναν υπολογιστή, είναι ένα είδος υπολογιστή που κουβαλάς πάντα μαζί σου, ο οποίος μεγαλώνει και δυναμώνει με την άσκηση, ενώ ο υπολογιστής που έχεις πάνω στο γραφείο σου, όσο πιο πολύ τον χρησιμοποιείς, τόσο περισσότερη ταχύτητα χάνει και μετά από μερικά χρόνια θα πρέπει να τον αλλάξεις.  Αντίθετα, στην εποχή μας, το μυαλό σου μπορεί να διαρκέσει έως και ενενήντα χρόνια -αν το έχεις εξασκήσει. Και στα ενενήντα του χρόνια θα θυμάται περισσότερα πράγματα από αυτά που θυμάσαι τώρα. Και μάλιστα δωρεάν!

Μάθε τι συνέβη πριν τη γέννησή σου
Έπειτα, υπάρχει η ιστορική μνήμη, αυτή που δεν αφορά τα γεγονότα της ζωής σου ή τα πράγματα που έχεις διαβάσει, αλλά αυτά που συνέβησαν πριν ακόμη γεννηθείς.
Σήμερα, αν πας σε ένα κινηματογράφο, θα πρέπει να μπεις μέσα μια συγκεκριμένη ώρα, όταν αρχίζει η ταινία, και όταν η προβολή ξεκινά, είναι σαν κάποιος να σε παίρνει από το χέρι και να σου λέει τι συμβαίνει. Στα χρόνια μου, μπορούσε κανείς να μπει στην αίθουσα του κινηματογράφου οποιαδήποτε στιγμή, θέλω να πω στο μέσο της προβολής. Έμπαινε τη στιγμή που συνέβαιναν ορισμένα πράγματα και προσπαθούσε να καταλάβει τι είχε προηγηθεί. Αργότερα, όταν η ταινία ξανάρχιζε, μπορούσε να διαπιστώσει αν είχε καταλάβει σωστά την υπόθεση, εκτός του ότι, αν η ταινία είχε ενδιαφέρον, μπορούσε να μείνει και να την ξαναδεί. Λοιπόν, η ζωή είναι σαν μια ταινία της δικής μου εποχής. Όλοι ερχόμαστε στη ζωή όταν πολλά πράγματα έχουν ήδη συμβεί πριν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, και είναι σημαντικό να μάθουμε τι έχει συμβεί πριν εμείς γεννηθούμε. Αυτό είναι αναγκαίο, για να κατανοήσουμε καλύτερα γιατί σήμερα συμβαίνουν πολλά νέα πράγματα.

Να ξεφυλλίζεις και να μαθαίνεις
Λοιπόν, το σχολείο, εκτός από τις προσωπικές σου αναγνώσεις, θα έπρεπε να σου διδάσκει να απομνημονεύεις αυτά που συνέβησαν πριν τη γέννησή σου. Φαίνεται όμως ότι δεν το κάνει καλά, διότι διάφορες έρευνες μας λένε ότι τα παιδιά του σήμερα, ακόμη και τα πιο μεγάλα που φοιτούν στα πανεπιστήμια, ας πούμε αυτά που έχουν γεννηθεί το 1990, δεν ξέρουν -και ίσως δεν θέλουν να ξέρουν- τι είχε συμβεί το 1980, για να μη μιλήσουμε για το τι συνέβη πριν από πενήντα χρόνια. Τα στατιστικά στοιχεία μας λένε ότι αν ρωτήσετε κάποια παιδιά ποιος ήταν ο Άλντο Μόρο, θα απαντήσουν ότι ήταν ο αρχηγός των Ερυθρών Ταξιαρχιών – ενώ ήταν αυτός που οι Ερυθρές Ταξιαρχίες σκότωσαν. Δεν θα μιλήσουμε εδώ για τις Ερυθρές Ταξιαρχίες, αφού για πολλούς παραμένει ένα μυστήριο, παρά το γεγονός ότι αυτά συνέβησαν εδώ και τριάντα χρόνια. Εγώ γεννήθηκα το 1932, δέκα χρόνια μετά την άνοδο του Φασισμού στην εξουσία. Ήξερα όμως ποιος ήταν ο πρωθυπουργός κατά τη στιγμή της Πορείας στη Ρώμη (τι είναι αυτό;)3. Ίσως το φασιστικό σχολείο μού το είχε διδάξει, για να μου εξηγήσει πόσο ανόητος και κακός ήταν εκείνος ο Υπουργός «O δειλός  Φάκτα4», που οι φασίστες είχαν αντικαταστήσει. Εντάξει! Τουλάχιστον όμως το ήξερα.
Ας αφήσουμε όμως το σχολείο. Ένα αγόρι του σήμερα δεν γνωρίζει ποιοι ήταν οι ηθοποιοί του κινηματογράφου είκοσι χρόνια πριν, ενώ εγώ ήξερα ποια ήταν η Φραντσέσκα Μπερτίνι, που πρωταγωνίστησε σε βουβές ταινίες είκοσι χρόνια πριν  εσύ γεννηθείς. Ίσως γιατί ξεφύλλιζα παλιά περιοδικά που συσσωρεύονταν στην ντουλάπα του σπιτιού μας, αλλά αυτό ακριβώς σε καλώ να κάνεις: να ξεφυλλίζεις κι εσύ παλιά περιοδικά, καθώς πρόκειται για έναν τρόπο να μάθεις τι είχε συμβεί πριν εσύ γεννηθείς. Αλλά γιατί είναι τόσο σημαντικό να γνωρίζουμε τι συνέβη πριν; Διότι, πολλές φορές ό, τι συνέβη στο παρελθόν σου εξηγεί γιατί ορισμένα πράγματα συμβαίνουν σήμερα, και οπωσδήποτε (όπως και για τους ποδοσφαιριστές,  που είπαμε) είναι ένας τρόπος για να εμπλουτίζουμε τη μνήμη μας.
Πρόσεξε! Αυτό δεν μπορείς να το κάνεις μόνο με τα βιβλία και τα περιοδικά, αλλά και με το Ίντερνετ, το οποίο μπορούμε να το χρησιμοποιούμε όχι μόνο για να κάνουμε chat με τους φίλους μας, αλλά, (λέμε τώρα) και με την Ιστορία του κόσμου. Ποιοι ήταν οι Χετταίοι; Και οι Καμισάρντι (camisards)5; Και πώς ονομάζονταν οι τρεις καραβέλες του Κολόμβου; Πότε εξαφανίστηκαν οι δεινόσαυροι; Η Κιβωτός του Νώε θα μπορούσε να έχει ένα πηδάλιο; Ποιο ήταν το όνομα του προγόνου του βοδιού; Υπήρχαν περισσότερες τίγρεις πριν από εκατό χρόνια απ’ ό,τι σήμερα; Τι ήταν η αυτοκρατορία του Μάλι; Και ποιος μιλούσε για την Αυτοκρατορία του Κακού; Ποιος ήταν ο δεύτερος Πάπας στην ιστορία;  Πότε εμφανίστηκε ο Μίκυ Μάους;
Θα μπορούσα να θέσω ατέλειωτα ερωτήματα και όλα θα ήταν ωραίες περιπέτειες έρευνας. Θα έλθει η μέρα που θα είσαι ηλικιωμένος και θα νιώθεις ότι έχεις ζήσει χίλιες ζωές, γιατί θα είναι σαν να ήσουν παρών στη Μάχη του Βατερλό,  ότι παρακολούθησες τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα κι ότι ήσουν πολύ κοντά στο σημείο όπου ο Bertoldo il Nero6, αναμιγνύοντας ουσίες σε ένα γουδί για να βρει τον τρόπο να φτιάξει χρυσό, ανακάλυψε κατά λάθος την πυρίτιδα (μπαρούτι) και εκτινάχθηκε στον αέρα (και καλά να πάθει). Αντίθετα, άλλοι φίλοι σου, οι οποίοι δεν θα έχουν καλλιεργήσει τη μνήμη τους, θα έχουν ζήσει μια μόνο ζωή, τη δική τους, που θα πρέπει να ήταν και πολύ μελαγχολική και στερημένη από μεγάλες συγκινήσεις.
Καλλιέργησε, λοιπόν, τη μνήμη σου και από αύριο αποστήθισε την «Εύθυμη Τερέζα»7.

Σημειώσεις:
1. «La Cavallina Storna», στα ιταλικά. Είναι από τα πιο γνωστά ποιήματα του Ιταλού ποιητή Τζιοβάνι Πάσκολι (1855-1912). Το οποίο έγραψε στη μνήμη του πατέρα του, ο οποίος δολοφονήθηκε  πάνω στην άμαξά του, όταν ο ποιητής ήταν δώδεκα ετών.
2. «Il Sabato del villaggio», στα ιταλικά. Ποίημα του Τζιάκομο Λεοπάρντι (1798-1837), ο οποίος θεωρείται  o μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής μετά τον Πετράρχη. Το συγκεκριμένο ποίημα αναφέρεται στις προετοιμασίες που κάνουν οι κάτοικοι του χωριού του, για να υποδεχθούν την Κυριακή.
3. Πορεία προς τη Ρώμη (Marcia su Roma) ονομάστηκε η πορεία που έκαναν προς την πρωτεύουσα της Ιταλίας οι μελανοχίτωνες (η παραστρατιωτική οργάνωση που είχε δημιουργήσει ο Μουσολίνι), προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία. Η “πορεία” διήρκεσε από τις 22 ως τις 28 Οκτωβρίου 1922 και κατέληξε στην άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία, στην οποία παρέμεινε επί 21 έτη.
4. Ο Λουίτζι Φάκτα (1861-1930) ήταν ο τελευταίος πρωθυπουργός πριν την ανάληψη της εξουσίας από τον Μπενίτο Μουσολίνι.
5. Γάλλοι καλβινιστές που εμφανίστηκαν το 1700 εναντίον του Λουδοβίκου του 14ου , ο οποίος είχε καταργήσει τη θρησκευτική τους ελευθερία. Ονομάζονταν έτσι από την πουκαμίσα, που φορούσαν πάνω από το ένδυμά τους, ως αναγνωριστικό στοιχείο.
6. Ο Μπερτόλδος, επονομαζόμενος και  Μαύρος (Berthold der Schwartz) ήταν φραγκισκανός μοναχός,  στον  οποίο αποδίδεται (χωρίς να μπορεί να τεκμηριωθεί ιστορικά)  η εφεύρεση της πυρίτιδας.

7. «La Vispa Teresa», στα ιταλικά είναι το πιο γνωστό ποίημα για μικρά παιδιά του Ιταλού ποιητή Λουίτζι Σάιλερ (1825-1885).  Γράφτηκε γύρω στο 1850 και μιλάει για ένα κοριτσάκι, την Τερέζα, που  περιχαρής που έπιασε μια πεταλουδίτσα, ενώ εκείνη πέταγε πάνω από το γρασίδι, αναφωνεί: «Τη έπιασα! Την έπιασα!». Η πεταλούδα  την εκλιπαρεί να την αφήσει ελεύθερη, λέγοντάς της: «Ζώντας πετώντας, τι κακό σου κάνω; Εσύ με πληγώνεις πιέζοντάς μου τις φτερούγες. Άσε με ελεύθερη! Κι εγώ κόρη του Θεού είμαι!». Η Τερέζα, κόκκινη από ντροπή, άνοιξε τα δάχτυλά της κι εκείνη πέταξε και πάλι.

Πηγή: Η Εποχή.
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

«Εχουμε τον καλύτερο διευθυντή σχολείου όλου του κόσμου» Υπόψιν Διοτίμας.

«Εχουμε τον καλύτερο διευθυντή σχολείου όλου του κόσμου»

ΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΑΡΟΥ

Οι τρεις δάσκαλοι, σε συνεργασία πάντα με τον διευθυντή και τους υπόλοιπους διδάσκοντες, έκαναν τα παιδιά να θέλουν να πηγαίνουν στο σχολείο, να μένουν παραπάνω ώρες τα απογεύματα, να έρχονται Κυριακές και αργίες για εργαστήρια και θέατρα και τα υπόλοιπα προγράμματα που υλοποιούν κάθε χρονιά.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Λύκειο Φιλώτα, Δήμου Αμυνταίου, νομού Φλώρινας. Ενα μικρό περιφερειακό λύκειο, σε ένα χωριό 2.000 κατοίκων. Παιδιά αγροτών ή υπαλλήλων της ΔΕΗ. Το χωρίζουν μόλις 15 χιλιόμετρα από την Πτολεμαΐδα. Είναι κυριολεκτικά χτισμένο μέσα στα εργοστάσια, περιβάλλεται από φουγάρα και ορυχεία. Τον χειμώνα, δάσκαλοι και οι περίπου 75 μαθητές συχνά διασχίζουν κλειστούς δρόμους για να φτάσουν στο σχολείο. Πολλά παιδιά περιμένουν πάνω από μία ώρα τη συγκοινωνία στα χωριά τους. Αλλά ως γνωστόν λουλούδια φυτρώνουν και στις πιο απόκρημνες πλαγιές. «Κάθε πρωί πηγαίνουμε σε μια δουλειά που λαχταράμε», θα πει σε μια αποστροφή της η φιλόλογος Αννα Βακάλη. Με τους Γιώργο Γεωργιάδη, επίσης φιλόλογο, και Δαμιανό Ξανθόπουλο, μαθηματικό, είναι η «αγία τριάδα», έτσι τους λένε οι μαθητές τους.
Οι δάσκαλοι που, σε συνεργασία πάντα με τους υπόλοιπους διδάσκοντες, έκαναν τα παιδιά να θέλουν να πηγαίνουν στο σχολείο, να μένουν παραπάνω ώρες τα απογεύματα, να έρχονται Κυριακές και αργίες για εργαστήρια και θέατρα και τα υπόλοιπα προγράμματα που υλοποιούν κάθε χρονιά.
Αλλά τίποτα δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς τον Λευτέρη Ελευθεριάδη, τον διευθυντή. Λευτέρη τον φωνάζουν και οι μαθητές, ή Freedom. «Ενα διαμάντι», θα πει η Αννα. «Μας στηρίζει σε όλα, όλα τα προωθεί, τα παιδιά τον αγαπούν σαν πατέρα τους. Να φανταστείς έλειπε λίγες ημέρες για ένα οικογενειακό πρόβλημα και τώρα που γύρισε όλο το σχολείο πανηγύριζε».
Οταν άκουσε τις τρελές ιδέες των τριών καθηγητών του, δεν το σκέφτηκε καθόλου. Συμμετοχή σε εργαστήριο Ρομποτικής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας; Γιατί όχι; Δημιουργία τηλεοπτικού σποτ με θέμα τον αποκλεισμό και τη βία κατά των μαθητών με τον θεατρολόγο Χριστόδουλο Κοτσινά; Εννοείται πως ναι. Συμμετοχή σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές με γνωστούς τραγουδιστές και παραγωγούς; Ποιητικό διάλογο με τον Τίτο Πατρίκιο; Σεμινάριο σεναρίου με τον Γιώργο Φειδά; Εκδρομή στη Βουδαπέστη και τη Βιέννη για να δουν από κοντά τον πίνακα του Kadinsky που υπάρχει στο βιβλίο των Μαθηματικών της Β΄ Λυκείου και τον πίνακα του Josef Albers, έναν φόρο τιμής στο τετράγωνο; Ναι, ναι και πάλι ναι. Το μικρό σχολείο, εδώ και τέσσερα χρόνια, είναι κέντρο διερχομένων σκηνοθετών και σεναριογράφων, ποιητών και ζωγράφων, μουσικών και επιστημόνων. Οι δράσεις δεν έχουν τελειωμό. Πρόγραμμα δημιουργικής γραφής σε συνεργασία με το αντίστοιχο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και τον επιστημονικό υπεύθυνό του, Τριαντάφυλλο Φωτόπουλο, παρακολούθηση μαθημάτων θεάτρου στη Σχολή Ιασμος του Βασίλη Διαμαντόπουλου κ.ο.κ.
Κανείς δεν αρνείται
«Είδα ότι δεν είναι δύσκολο. Τους περισσότερους δεν τους γνώριζα. Πήρα τηλέφωνο και είπα “γεια σας, να έρθουμε;” Μέχρι στιγμής κανείς δεν μου έχει πει όχι», λέει η κ. Βακάλη. «Θέλει κόπο, θέλει κάποια έξοδα, αλλά κανείς δεν αρνείται, υπάρχει καλή πρόθεση».
Ολα άρχισαν πριν από περίπου τέσσερα χρόνια όταν δημιουργήθηκε η κατάλληλη «συναστρία» των καθηγητών. «Ετυχε και βρέθηκε στο σχολείο μια παρέα που το στήριξε αυτό. Γιατί από την πορεία μου έχω δει ότι υπάρχουν και άνθρωποι που δεν θέλουν να λειτουργεί έτσι η εκπαίδευση, που αδιαφορούν, “δεν γίνεται”, “δεν μπορούμε”. Γι’ αυτό και μπόρεσα και ανοίχτηκα σε αυτό το σχολείο, γιατί βρήκα τους κατάλληλους ανθρώπους».
Φυσικά τα παιδιά ανταποκρίθηκαν. Οποτε χρειάστηκε, έμειναν και τέσσερις και πέντε ώρες μετά το κουδούνι, ήρθαν Κυριακές και ξεκλείδωσαν το σχολείο. Διακρίθηκαν στους διαγωνισμούς δημιουργικής γραφής, σε ευρωπαϊκούς διαγωνισμούς όπως ο Euroscola – και φυσικά στις Πανελλήνιες. Το ποσοστό επιτυχίας των μαθητών του Λυκείου Φιλώτα στις Πανελλήνιες Εξετάσεις ξεπερνάει το 85%. «Πέρυσι όλα τα παιδιά κάπου πέρασαν, πάνω από τα μισά στις σχολές της πρώτης προτίμησής τους». Οπως λέει η Αννα, τα παιδιά είναι προικισμένα, η περιοχή έχει έφεση στις τέχνες και τα γράμματα. Αλλά η διάθεση των δασκάλων τους τους δίνει επιπλέον κίνητρο. «Στα διαλείμματα συχνά τους κάνω “κήρυγμα” όπως τους λέω. Να ακολουθήσουν τα πράγματα που αγαπούν. Μας ακούνε, γιατί έχουν δεθεί μαζί μας». Με τους καθηγητές έχουν πάντα «ελευθέρας». Μπαίνουν στο γραφείο τους ή ακόμα και στο γραφείο του διευθυντή με άνεση, χτυπούν την πόρτα και μπαίνουν. Θα μιλήσουν για το πρόβλημά τους, την αγωνία τους, τον καημό τους.
«Στο πουθενά»
«Είμαστε στην άκρη του πουθενά. Ενα σχολείο μικρό, με μηδενική οικονομική στήριξη από την πολιτεία, σε απόσταση από τα κέντρα των εξελίξεων, αλλά νιώθω ότι κάναμε το μικρό μας θαύμα. Μόνος στόχος είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά μας. Να δουν τον κόσμο και τη γνώση με χαρά και κέφι».
Τώρα όλοι περιμένουν να ζεστάνει ο καιρός. Καθηγητές και μαθητές θα σηκώσουν θρανία και καρέκλες και θα βγουν στην αυλή να κάνουν μάθημα. Το Λύκειο Φιλώτα είναι λύκειο για «φίλημα», όπως λένε τα παιδιά.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ευγένιος Τριβιζάς : «Το σχολείο θέλει χιούμορ και φαντασία»


Συνέντευξη στον Γιώργο Κιούση  Είναι εξερευνητής, εφευρέτης, ταχυδακτυλουργός και ζογκλέρ μελάτων αυγών. Έχει ανακαλύψει το Νησί των Πυροτεχνημάτων, τη Φρουτοπία, το Κουνουπακιστάν, το Πιπερού, τη Χώρα των Χαμένων Χαρταετών, το Γαλαξία των Λεξεων και την Πολιτεία με όλα τα Χρώματα εκτός από το Ροζ.

Ο Ευγένιος ζει στο Νησί των Πυροτεχνημάτων με τον παπαγάλο του τη Σύνθια, τον άσπρο ελέφαντα τον Πουκιπόν, τον Οράτιο το αόρατο πράσινο καγκουρό, τον Πελέ τον ταχυδρομικό πελεκάνο, τον Παντελή τον απότομο ιπποπόταμο και τη Λιλή την παρδαλή λεοπάρδαλη. Κάθε τόσο μαζί με τους φίλους του τον κάπτεν- Βαρθολομαίο Μπορφίν και τον Αλέξη Πτωτιστή ταξιδεύουν στα πέρατα του κόσμου, σώζουνε πριγκίπισσες από δράκους και δράκους από πρίγκιπες και προσπαθούν να βρούνε το χαμένο όγδοο χρώμα του ουράνιου τόξου.Τι καλύτερο για τη νέα σχολική χρονιά από τη φαντασία και την έμπνευση του Ευγένιου Τριβιζά.
– Τι κάνει ο δάσκαλος όταν βλέπει ορθογραφικά λάθη;
«Σκέφτεται ότι σοβαρότερα από τα ορθογραφικά είναι τα λάθη της ζωής και από αυτά πρέπει να προφυλάξει κυρίως τους μαθητές του».
– Το πιο πολύτιμο δώρο για τα παιδιά;
«Ο χρόνος που τους αφιερώνουμε».
– Γιατί βαριούνται τα παιδιά στην τάξη;
«Επειδή τα μαθήματα είναι ως επί το πλείστον κουραστικά και βαρετά. Η διαδικασία της μάθησης θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο ελκυστική αν μπολιαζόταν με χιούμορ και φαντασία».
– Το μάθημα των Θρησκευτικών πώς θα το ξεκινούσατε;
«Ο Θεός να βάλει το χέρι του».
– Τι συμβαίνει όταν πεθαίνει η παιδικότητα;
«Δεν πεθαίνει. Κρύβεται ντροπιασμένη ή φοβισμένη και περιμένει τη στιγμή που θα απαλλαγούμε από την έπαρση της σοβαροφάνειας».
– Σε τι έχουμε αλλάξει από την εποχή που ήμασταν παιδιά;
«Οταν ήμασταν παιδιά, ψάχναμε με τις ώρες για να βρούμε τετράφυλλα τριφύλλια. Τώρα που μεγαλώσαμε, ψάχνουμε με τις ώρες για να βρούμε ταξί. Οταν ήμασταν παιδιά, ελπίζαμε να γίνει ένα θαύμα και να πέσει στα χέρια μας ένα πεφταστέρι. Τώρα που μεγαλώσαμε, ελπίζουμε να γίνει ένα θαύμα και να μας πέσει η πίεση».
– Σε μια σχολική κασετίνα τι υλικά θα βάζατε;
«Μια γόμα που σβήνει τα δάκρυα και μια ξύστρα για ουρανοξύστες».
– Πού έχει φτάσει το σκορ στην αναμέτρηση του «Πανχελωνιακού εναντίον της Λαγουδένιας Λαίλαπας»;
«Ο Πανχελωνιακός εξακολουθεί να θριαμβεύει. Η ιστορία του θρυλικού ματς με τη Λαγουδένια Λαίλαπα θα κυκλοφορήσει σύντομα σε νέα εμπλουτισμένη έκδοση από τις εκδόσεις Καλέντη».
– Πότε τα φύκια μεταμορφώνονται σε μεταξωτές κορδέλες;
«Οταν τα μαζεύουν το ηλιοβασίλεμα ερωτευμένες γοργόνες για να στολίσουν τα μαλλιά τους».
– Γιατί δεν δίνουν Οσκαρ στους πολιτικούς;
«Για να μην επισύρουν την προσοχή του κοινού στο υποκριτικό τους ταλέντο».
– Τους «Δραπέτες της σκακιέρας» σε ποιους θα τους αφιερώνατε;
«Σε όλους αυτούς που αρνούνται να γίνουν ρομπότ ή πιόνια».
– Και σε ποιον θα αφιερώνατε το «Αν σου πέσει ένα βουβάλι στο κεφάλι», το τελευταίο σας βιβλίο στη σειρά «Παραμύθια Ντορεμύθια»;
«Σε όσους λαχταρούν να ξαναβρούν τη χαμένη τους αισιοδοξία. Γι’ αυτό άλλωστε έχει τον υπότιτλο «Το βιβλίο της αισιοδοξίας»».
– Αν ήταν παραμύθι η κρίση, πώς θα τελείωνε;
«Ζήσανε αυτοί καλά και εμείς χειρότερα».
-Τελικά ποιο είναι το επάγγελμά σας; Εφευρέτης, ταχυδακτυλουργός ή ζογκλέρμελάτων αβγών;
«Το μόνο σίγουρο είναι ότι γράφω παραμύθια. Και μέσα από αυτά αλλάζω ειδικότητες».
-Από τα λεγόμενά σας λοιπόν συγγραφέας δεν είναι ένα ακόμη επάγγελμα;
«Μα και βέβαια όχι. Και έτσι θα έπρεπε να ήταν όλα τα επαγγέλματα. Δεν πρέπει να βλέπουμε τη δουλειά ως αγγαρεία αλλά ως ικανοποίηση».
–Πόσες χώρες έχετε ανακαλύψει;
«Γύρω στις 484. Η πιο γνωστή από όλες η Φρουτοπία. Το Αβγανιστάν, το Κουφέιτ, το Νησί των Πυροτεχνημάτων, καθώς και το Ανω και Κάτω Βόλτα. Στο Ανω μένουν αυτοί που έχουν πάρει την κάτω βόλτα και αντίστροφα».
-Η πιο γνωστή εφεύρεσή σας;
«Ο γαργαλιός. Ενα μηχάνημα που σε γαργαλάει όταν είσαι λυπημένος και σε κάνει να γελάς».
-Μια εφεύρεση που θα έλυνε τα χέρια των Αθηναίων;
«Ο ταξιμαγνήτης. Οποιος τον κρατάει τα ταξί αισθάνονται μια ακαταμάχητη έλξη προς το μέρος του».
-Και η τελευταία σας εφεύρεση;
«Το ελαφρύδι».
-Μας διευκρινίζετε για τι ακριβώς πρόκειται;
«Το αντίθετο από το βαρύδι. Τα κάνει όλα ανάλαφρα. Ξέρετε, ταξιδεύω πολύ συχνά· βάζω λοιπόν ένα – δύο ελαφρύδια στη βαλίτσα μου και τη σηκώνω με μεγάλη ευκολία».
-Ποιο μέσο χρησιμοποιείται συνήθως στις μετακινήσεις σας;
«Το ιπτάμενο κρουασάν».
-Με τι γράφετε τα βιβλία σας;
«Με φτερό παγονιού βουτηγμένο σε μελάνι ασημένιας σουπιάς».
-Όλοι κρύβουμε ένα παιδί μέσα μας;
Οταν η παιδικότητα πεθαίνει, το πτώμα της το αποκαλούμε «ενηλικίωση» είχε κάποιος σχολιάσει. Το τραγικό είναι ότι συχνά χάνουμε την παιδικότητά μας χωρίς να αποκτήσουμε ωριμότητα. Ευτυχώς ποτέ δεν είναι αργά να απαλλαγούμε από τις παρωπίδες τις σοβαροφάνειας και να ξαναγίνουμε παιδιά. Να ξαναβρούμε δηλαδή τη φρεσκάδα της ματιάς, την πίστη ότι πάντα υπάρχει ελπίδα, ότι μπορούμε να νικήσουμε τους δράκους που μας απειλούν και τους γίγαντες που μας δυναστεύουν. Κι αυτό επειδή οι αναμνήσεις, τα σκιρτήματα, τα πρωτόγνωρα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας δεν είναι πουκάμισο φιδιού το οποίο αποβάλλουμε όταν ενηλικιωνόμαστε, αλλά ένας θησαυρός που μας συνοδεύει σε όλη μας τη ζωή. Μπορεί τον θησαυρό να τον έχουμε παραμελήσει, αγνοήσει ή λησμονήσει, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν εξακολουθεί να υπάρχει και να περιμένει τη στιγμή που θα τον ξαναβρούμε.
Πηγή:  http://www.presspublica.gr/

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΘΥΜΟΥ Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Ο Λαμπρακιάς πήγε στη δουλειά του αργοπορημένος. Ο εργοδότης του είχε τα νεύρα του γιατί ακυρώθηκε μια συμφωνία. Βλέποντας τον Λαμπρακιά καθυστερημένο, ξέσπασε τον θυμό του. Τον αποκάλεσε ουρλιάζοντας «άχρηστο», «τεμπέλη» και «αχάριστο». Ο Λαμπρακιάς θύμωσε πάρα πολύ με τους χαρακτηρισμούς του αφεντικού του, όμως δεν αντιμίλησε. Μέσα του συνέβη μια έκρηξη η οποία δεν μπορούσε να εκδηλωθεί. Η ένταση συνέχισε να συσσωρεύεται μέχρι που έφτασε η ώρα να επιστρέψει στο σπίτι του.

Επιστρέφοντας στο σπίτι του, ο Λαμπρακιάς κάθισε να φάει. Η σύζυγός του όμως, η Μαρία, που ήταν η σειρά της να μαγειρέψει, έριξε περισσότερο αλάτι στο φαγητό από ότι έπρεπε. Ο Λαμπρακιάς δοκίμασε το φαγητό και ξέσπασε όλη την ένταση που είχε συσσωρεύσει από το πρωί στη γυναίκα του. Μάλιστα, την αποκάλεσε φωνάζοντας και χτυπώντας το τραπέζι «άχρηστη» και «ανοικοκύρευτη». Η Μαρία θύμωσε πάρα πολύ με την υπερβολική αντίδραση του Λαμπρακιά και καθώς γύρισε εκνευρισμένη να πάει στο σαλόνι σκόνταψε στα παιχνίδια της κόρης της, της Κωνσταντίνας.

Γύρισε προς την Κωνσταντίνα, η οποία την κοίταζε έντρομη, και της έβαλες τις φωνές, καθώς επίσης κλώτσησε τα παιχνίδια της και έφυγε. Η Κωνσταντίνα, πληγωμένη και θυμωμένη ταυτόχρονα, παράτησε τα παιχνίδια της και έτρεξε στο δωμάτιό της. Εκεί, βρισκόταν ο αδερφός της ο Κωστής με δύο φίλους του που έπαιζαν ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Η Κωνσταντίνα, μπήκε με φόρα στο δωμάτιο και τους έδιωξε όλους κακήν κακώς, φωνάζοντας τόσο στον αδερφό του όσο και στους φίλους του.  Οι φίλοι του Κωστή ένιωσαν προσβεβλημένοι και θυμωμένοι από τη συμπεριφορά της Κωνσταντίνας και έφυγαν.
Ο Κωστής  όμως, αντί να μπει κι αυτός στον κύκλο του θυμού, είπε στην Κωνσταντίνα «Αδερφούλα μου! Σε αγαπώ πολύ! Είχα φυλάξει μια σοκολάτα για εσένα. Παρ’ την», και της έδωσε τη σοκολάτα. Η Κωνσταντίνα βγήκε αμέσως από το θυμό της και αγκάλιασε τον αδερφό της.
Το βράδυ, το αφεντικό του Λαμπρακιά, ο Λαμπρακιάς και η Μαρία ένιωθαν ενοχές για τη συμπεριφορά τους. Δημιουργήθηκε ένα μεγάλος κύκλος θυμού που άρχισε από το αφεντικό του Λαμπρακιά, εξαπλώθηκε στην οικογένειά του και μεταφέρθηκε έξω από αυτήν μέσα από τους φίλους του Κωστή.

Ο Κωστής ήταν αυτός που έσπασε τον κύκλο. Για να το πράξει όμως έπρεπε να κάνει μια υπέρβαση. Έπρεπε να μην επιτρέψει να μπει κι αυτός στον κύκλο. Και είναι υπέρβαση διότι είναι εύκολο να παρασυρθούμε, να αφεθούμε και να επεκτείνουμε τον κύκλο. Την επόμενη φορά λοιπόν που κάποιος θα ξεσπάσει επάνω σας να θυμάστε ότι απλά πάει να επεκτείνει τον κύκλο του θυμού. Αξίζει λοιπόν να αντισταθείτε και να τον βοηθήσετε να βγει κι εκείνος από αυτόν. Μη γίνετε τροφή. Απεναντίας κλείστε αυτούς τους κύκλους κι ανοίξτε κύκλους ευγνωμοσύνης και χαράς. Γιατί όλα κύκλοι είναι. Και όλα επιστρέφουν πάλι σε εμάς… ΥΓ. Κάποτε ένας σοφός ρωτήθηκε: ''Τι είναι θυμός;'' Και απαντά: ''Είναι μια τιμωρία που δίνουμε στον εαυτό μας για τα λάθη κάποιου άλλου!''

7.2.17

Τι είναι ο έρωτας; Το συμπόσιο σε μια υπέροχη ηχογράφηση του 1961 Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί επισκέπτες του ιστολογίου σας καλησπερίζω, θα ήθελα να σας παρακαλέσω να επισκεφτείτε την πιο κάτω ιστοσελίδα για ν' ακούσετε ένα μοναδικό ηχητικό ντοκουμέντο. Συγχαρητήρια στους υπεύθυνους του antiklidi.com γι' αυτό το υπέροχο και νοσταλγικό ηχητικό πανόραμα.

http://antikleidi.com/2016/01/20/simposio/ 

Ακούστε το “Συμπόσιο”, σε μια υπέροχη νοσταλγική ηχογράφηση του 1961, με σπουδαίους ηθοποιούς σαν τον Λυκούργο Καλλέργη και τον Νίκο Κουρκουλο, αλλά και με την επιμέλεια του μεγάλου Νίκου Γκάτσου. Θα σας αφήσει άφωνους
Ο νεαρός ποιητής Αγάθωνας κέρδισε το βραβείο στα Λήναια το έτος 416 π.Χ., επί άρχοντος Ευφήμου. Την επόμενη μέρα όμως κάλεσε σε συμπόσιο όλους τους εξέχοντες άνδρες της αριστοκρατικής τάξης της Αθήνας, επειδή την προηγούμενη μέρα δεν είχαν μπορέσει να παρευρεθούν στην γιορτή.
Στο συμπόσιο πήραν μέρος ο Αριστόδημος, ο Φαίδρος, ο Αγάθωνας, ο γιατρός Ερυξίμαχος, ο Παυσανίας, ο Αριστοφάνης, ο Αλκιβιάδης και αργότερα ο Σωκράτης, ο οποίος αρχικά δίσταζε να παρευρεθεί και περίμενε έξω από την πόρτα ακούγοντας τα λεγόμενα. Η πρώτη μας επαφή με τον Σωκράτη γίνεται στο ενδιάμεσο του κειμένου, τη στιγμή που αυτός εμφανίζεται στο συμπόσιο. Οι παρευρισκόμενοι αποφασίζουν να περάσουν τη βραδιά όχι με άγριο φαγοπότι, αλλά όμορφα και διαλεκτικά, συζητώντας γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα. Το θέμα του συμποσίου είναι λοιπόν η αναζήτηση της υφής του έρωτα: «τι είναι ο έρωτας;»
Δομή του έργου
Σχεδόν ολόκληρος ο διάλογος είναι σε μορφή αφήγησης από τον Απολλόδωρο στον Εταίρο, έναν φίλο του στον δρόμο για την Αθήνα. Ο Απολλόδωρος άκουσε τη συζήτηση από τον Αριστόδημο, ο οποίος συμμετείχε στο συμπόσιο, και πιθανότατα ο Πλάτωνας έλαβε γνώση των λεγομένων από τον αδερφό του ή από τον ακατονόμαστο φίλο.
• Η συζήτηση αρχίζει με τον λόγο του Φαίδρου, που υποστηρίζει, ότι ο Έρωτας είναι ένας από τις αρχαιότερες θεότητες. Ενώ ένας πιστός φίλος είναι η μεγαλύτερη ευτυχία, ο έρωτας είναι αυτός που μας κάνει να κάνουμε τις ηρωικότερες πράξεις.
Ο Παυσανίας φέρνει τον έρωτα σε σχέση με την θεά Αφροδίτη, και υποστηρίζει ότι όπως η Αφροδίτη έχει δύο φύσεις, την ανθρώπινη και την θεϊκή, έτσι και ο έρωτας έχει δύο μορφές. Ο σαρκικός έρωτας αποσκοπεί στην απλή ικανοποίηση, ενώ ο ανώτερος έρωτας επιφέρει την παντοτινή ένωση με τον αγαπημένο ή την αγαπημένη.
Ο γιατρός Ερυξίμαχος από ιατρικής άποψης βλέπει τον έρωτα σαν μια συγκυρία τεσσάρων ερωτικών δυνάμεων που κατοικούν μέσα στο ανθρώπινο σώμα: η ζέστη, το κρύο, η πίκρα και η γλύκα.
Ο Αριστοφάνης επιχειρεί να αποδείξει την δύναμη του έρωτα με τον μύθο των σφαιρικών ανθρώπων, που ήταν ερμαφρόδιτοι. Είχαν τόσο μεγάλη δύναμη, που οι θεοί τους έκοψαν στην μέση και από τότε το ένα μισό αναζητάει το άλλο. (διαβάστε το λόγο του Αριστοφάνη, μαζί με μια υπέροχη εικονογράφηση ΕΔΩ)
Ο Αγάθων με μεγάλη ρητορική ικανότητα και με την βοήθεια λογικών αποδείξεων λέει πως ο έρωτας είναι ένας θεός που είναι αιώνια νεαρός, τρυφερός, πανέμορφος, δίκαιος, σώφρων, τολμηρός και σοφός. Προς τιμή του τραγουδάει και έναν ύμνο.
Εκείνη την στιγμή παρουσιάζεται ο Σωκράτης, ο οποίος λέει ότι δεν ξέρει να πει τίποτα. Η ιέρεια Διοτίμα όμως του ανέθεσε να μεταφέρει ότι ο έρωτας είναι ένας δαίμονας, που μεσολαβεί μεταξύ των θνητών και των αθανάτων.
Ξαφνικά εμφανίζεται ο Αλκιβιάδης, πολύ μεθυσμένος και με την μορφή ενός Διόνυσου. Όλοι οι παρευρισκόμενοι θέλουν να τους κάνει παρέα, αλλά ο Αλκιβιάδης στρέφεται μόνο στον Σωκράτη και τον επαινεί.
Η συζήτηση συνεχίζεται όλη τη νύχτα, και με άφθονο φαγητό και κρασί. Μόνον ο Σωκράτης παραμένει νηφάλιος, αν και πίνει περισσότερο από τους άλλους. Την επόμενη μέρα θα ξεκινήσει πρωί-πρωί για να κάνει τις καθημερινές του απασχολίες, μαζί με τον μαθητή του, τον Αριστόδημο.
Για το ραδιόφωνο: ηχογράφηση το 1961 Μετάφραση διασκευή του Θρασύβουλου Σταύρου Μουσική Μιχάλη Αδάμη Φλάουτο ντόλτσε Δέσποινα Μαζαράκη Ραδιοφωνική επιμέλεια Νίκου Γκάτσου Παίζουν οι ηθοποιοί: Λυκούργος Καλλέργης, Θάνος Κωτσόπουλος, Νίκος Χατζίσκος, Βασίλης Παπανίκας, Γρηγόρης Βαφειάς, Βύρων Πάλλης, Αγνή Καραβά, Ιορδάνης Μαρίνος, Νίκος Παπαναστασίου, Νίκος Κουρκουλος.
Πηγή: hradio-theatre , πληροφορίες/εικόνες: διαδίκτυο, επεξεργασία: Antikleidi

Edith Hamilton – Αθάνατη Ελλάδα. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Πεντακόσια χρόνια πριν από το Χριστό, σε μια μικρή πόλη, στις ακραίες παρυφές τού τότε πολιτισμένου και κατασταλαγμένου κόσμου, μια καινούρια, παράξενη δύναμη άρχισε να έρχεται στο φως.
Κάτι είχε ξυπνήσει μέσα στο νου των ανθρώπων πού ζούσαν εκεί κι αυτό το κάτι θα ’μενε πια γραμμένο στην μορφή του κόσμου ολόκληρου, κι ούτε οι αιώνες ούτε οι αλλαγές πού φέρνει η ιστορία θα είχαν τη δύναμη να σβήσουν τα βαθιά του σημάδια.

Αν είμαστε σήμερα διαφορετικοί, κι αν νιώθουμε διαφορετικά, το χρωστάμε σ’ ότι δημιουργούσε επί ένα δυο αιώνες εκείνη η μικρή πολιτεία, —- πάνε δυο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια τώρα.
Ήτανε κρίσιμη η στιγμή.
Πολιτισμοί παλιοί, ισχυροί, είχανε εκλείψει και χαθεί, κι η σκιά τς άγνοιας πλανιότανε πάνω απ’ τη γη. ο κόσμος πορευότανε ξανά προς μια εποχή άγρια, και σκοτεινή, και βάρβαρη…
Κι όμως στο κέντρο αυτής τής σκοτεινιάς, μια μικρή Ιστία πνευματική φούντωνε σιγά σιγά και σπίθιζε: στην πόλη των ’Αθηνών ένας καινούριος πολιτισμός γεννιότανε, πού η Ανθρωπότητα ως τότε δεν είχε ξαναδεί.

Πώς έγινε αυτό;
Έχει σημασία για μας να το γνωρίσουμε.
Αυτό πού ανακάλυψαν οι Έλληνες, κι ο τρόπος με τον όποιο το ανακάλυψαν, κι ο τρόπος με τον όποιο έφεραν στο φως έναν καινούριο κόσμο μέσα από τα χαλάσματα ενός παλιού πού μόλις είχε γκρεμιστεί, μπορεί να είναι χρήσιμο και σέ μας πού είδαμε χτες έναν ολόκληρο κόσμο να καταρρέει μέσα σε δυο δεκαετίες.
Πραγματικά.
Στο χάος και στη σύγχυση τού σύγχρονου καιρού μας αξίζει να μελετήσουμε πολύ σοβαρά πώς οι Έλληνες κατόρθωσαν να πετύχουν μια τέτοια διαύγεια στη σκέψη τους και μια τέτοια σταθερή τελείωση της τέχνης πού δημιούργησαν.
Άλλες είναι βέβαια οι συνθήκες πού τότε αντιμετώπιζαν, μα πρέπει πάντα να έχουμε στο νου πώς όσο κι αν αλλάζει το φλούδι τής ζωής η ουσία της μένει ίδια και πώς ένα είναι το βιβλίο πού πρέπει να διαβάζουμε αν θέλουμε σωστά ν’ αποφοιτήσουμε απ’ το σχολείο τής ανθρώπινης εμπειρίας: ο Άνθρωπος.
Τα μεγάλα βιβλία, παλιά και σημερινά, δεν είναι παρά το απόσταγμα τής γνώσης τής ανθρώπινης καρδιάς, και τα μεγάλα έργα δεν είναι παρά η επίτευξη μιας ισορροπίας στη σύγκρουση ανάμεσα στις επιταγές τού εξωτερικού και τού εσωτερικού μας κόσμου.
Κρίμα.
Απ’ όσα έφτιαξαν οι Έλληνες λίγα έχουν φτάσει ως εμάς και δεν έχουμε τρόπο να εξακριβώσουμε αν είναι κιόλας ότι καλύτερο είχαν δημιουργήσει. Στους μεγάλους σπασμούς τής ιστορίας οπού επικρατεί μονάχα ο νόμος τού Δυνατού δεν υπάρχει κι άλλος ένας νόμος να πού διασφαλίζει την επιβίωση τού ωραίου.
Μα όσα λίγα διατήρησαν για χάρη μας οι ιδιοτροπίες των καιρών και οι συντυχιές των περιστάσεων μοιάζει να δίνουν το μέτρο τής υψηλότερης στάθμης στην οποία είναι δυνατόν ποτέ να αναχθεί το κάθε τι πού άγγιξε ο Ελληνικός πολιτισμός.

Την γλυπτική τους, τίποτα δεν την συναγωνίζεται.
Την αρχιτεκτονική τους, κανένας δεν την ξεπέρασε.
Την γραμματεία τους, ποιος θα την φτάσει;
Τί έχει απομείνει απ’ όλον τούτο τον τεράστιο αισθητικό πλούτο;
Γκρεμίστηκαν τα κτίρια, παραμορφώθηκαν τα Αγάλματα, έσβησαν οι ζωγραφιές κι απ’ τα γραφτά λίγα έχουν σωθεί.
Κι όμως. Πάνω σ’ αυτά τα συντρίμμια των όσων προ υπήρξανε, ο κόσμος έμαθε να κτίζει, γιατί επί δύο χιλιάδες χρόνια δεν είχε τίποτα καλύτερο. Τούτα τα λιγοστά κατάλοιπα της πανώριας Ελληνικής οικοδομής στάθηκαν έμπνευση και πρόκληση στον άνθρωπο κι είναι ακόμα ότι πιο πολύτιμο κατέχει ο Δυτικός πολιτισμός.
‘Ότι έφτιαξαν οι Έλληνες το έχει υιοθετήσει πια ολόκληρη η άνθρωπό της, και δεν υπάρχει σήμερα κανένας πού να αρνείται στο Ελληνικό πνεύμα την πλήρη δικαίωσή του.
Εκείνο όμως πού δεν είναι τόσο γνωστό και πού συχνά παραγνωρίζουμε, είναι οι αιτίες πού οδήγησαν σ’ αυτές τις επιτεύξεις. Συνηθίσαμε, στον καιρό μας, να μιλάμε για το Ελληνικό θαύμα και να θεωρούμε την ξαφνική άνθιση τού Ελληνικού πνεύματος σαν κάτι πού δεν έχει ρίζες πουθενά και πού δεν μπορούμε να το αποδώσουμε σε καμιάν αίτια. οι ανθρωπολόγοι μάλιστα προσπαθούνε να μας μεταφέρουνε με το στανιό πίσω σέ κείνα τ’ άγρια δάση οπού έχει την προέλευσή του κάθε τι το ανθρώπινο και να μας πείσουν πώς εκεί γεννήθηκε και κάθε τι το Ελληνικό.
Μ’ άλλο είναι ο σπόρος και άλλο το λουλούδι.
Η τραγωδία, λένε, τι άλλο είναι παρά συνέχεια πρωτόγονων ιεροτελεστιών χαμένων στα βάθη των αιώνων; Μα να είναι τάχα μόνον αυτό; Κανένας ως τώρα δεν πρόσφερε μίαν ιστορική γεφύρωση ανάμεσα σ’ εκείνες τις άγριες τελετές και στο συγκροτημένο οικοδόμημα τής πραγματικής Ελληνικής Τραγωδίας, ενώ υπάρχει αυτή η γέφυρα, και υπάρχει και η ερμηνεία. ’Αποφεύγουμε απλώς την ευθύνη παρουσιάζοντας την Τραγωδία σαν ένα θαύμα απρόσμενο. Η πνευματική και αισθητική δραστηριότης πού μέσα σ’ ελάχιστα χρόνια έκανε την ’Αττική εποχή να μην συγκρίνεται με καμιάν άλλη εποχή στην ιστορία δεν είναι ανεξήγητη…

Σήμερα όλοι συμφωνούμε πώς η Ελλάδα ανήκει στον κόσμο τον Αρχαίο. Κάθε φορά πού ο ιστορικός πάει να τραβήξει μια γραμμή ανάμεσα στον κόσμο τον παλιό και τον κόσμο τον καινούριο, τοποθετεί τούς “Έλληνες στον κόσμο τον παλιό, γιατί εκεί, λέει, ανήκουν.
Κι εκεί βέβαια ανήκουν χρονικά, αλλά, μονάχα από πλευράς αριθμήσεως τον αιώνων. Αν κοιτάξουμε βαθύτερα μέσα στον καθρέφτη του καιρού θα δούμε ευθύς τη διαφορά.
Αυτός ο «αρχαίος κόσμος» αλήθεια,—ως το σημείο, φυσικά, πού μπορούμε να τον αναπλάσουν —έχει παντού τα ίδια χαρακτηριστικά. στην Αίγυπτο, στην Κρήτη, στην Μεσοποταμία, όσο μπορούμε να μαντέψουμε απ’ τα θρύψαλα, ίδιες ήταν οι συνθήκες τής ζωής.
Ένας μονάρχης, δεσποτικός, πού κυβερνούσε το λαό του σύμφωνα με τα κέφια του και τα κρυφά του πάθη. “Ένας λαός κατατρεγμένος, υποταγμένος, εξαθλιωμένος. και μια μεγάλη ιερατική ομάδα προνομιούχων πού χειρίζεται αποκλειστικά κάθε τι με το πνεύμα και τη σκέψη.
Αυτός είναι ο τύπος ενός κράτους πού ακόμα και σήμερα ονομάζουμε Ασιατικό. Διατηρήθηκε μέσα στους αιώνες χωρίς να χάση κανένα από τα χαρακτηριστικά του, και μονάχα στα τελευταία χρόνια παρουσιάζει, τουλάχιστον εξωτερικά, δείγματα προσπάθειας να συμμορφωθεί προς τίς επιταγές τού σύγχρονου πολιτισμού.
Μα κατά βάθος η Ανατολή ποτέ της δεν αλλάζει. Από τ’ αρχαία χρόνια ως σήμερα στάθηκε πάντα φοβισμένη και διατακτική σέ κάθε εξέλιξη και σέ κάθε γόνιμη αλλαγή.
Πως να σύνδεσης λοιπόν τούς Έλληνες με μια τέτοια νοοτροπία ;
Οι Έλληνες φτιάξανε κάτι εντελώς νέο και πρωτότυπο.
Ήταν οι πρώτοι Δυτικοί, οι δημιουργοί μιας νοοτροπίας πού σήμερα είναι πια η δική μας.
Αυτή ήταν η βασική Ελληνική συνεισφορά κι’ αυτή είναι και σήμερα η θέση τής Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο μας.
Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για την Ρώμη.
Δεν ήταν βέβαια υποταγμένη, η Ρώμη, στο πνεύμα το ανατολικό κι ήταν φορές πού άνθρωποι υπεύθυνοι επαναστατούσαν και θεωρούσαν ανόητους τούς διαλογισμούς των σοφών τής Ανατολής. «Τί έστιν αλήθεια;» ρώτησε με περιφρόνηση ο Πιλάτος.
Αλλά εξίσου απομακρυσμένη ήταν η Ρώμη κι από το πνεύμα. το Ελληνικό. Οι επιστήμες,—τα μαθηματικά, η φιλοσοφία,— η αέναη έρευνα των μυστικών του κόσμου και των τρόπων με τούς όποιους πορεύεται,—σταμάτησαν επι αιώνες όταν η ηγεσία πέρασε από τούς Έλληνες στους Ρωμαίους.
Η δήθεν Ελληνορωμαϊκή «κλασσική παράδοση» στην όποια συχνά αναφερόμαστε και στην, όποια αποδίδουμε τα ίδια χαρακτηριστικά είναι μια ψευδαίσθηση. η Αθήνα και η Ρώμη είχαν ελάχιστα κοινά σημεία μεταξύ τους.

Εκείνο πού διακρίνει τον σύγχρονο κόσμο μας απ’ τον παλιό και πού χωρίζει τη Δύση από την Ανατολή είναι η υπεροχή του νου στις σχέσεις των ανθρώπων, κι αυτό στην Ελλάδα μόνο γεννήθηκε και ανάμεσα στους Έλληνες μόνον διατηρήθηκε, απ’ όλους τούς λαούς τού αρχαίου κόσμου. Σέ μια ανθρωπότητα όπου επικρατούσε ο παραλογισμός, αυτοί ήταν οι πρωτοπόροι τού λόγου, οι πρώτοι αληθινά πνευματικοί άνθρωποι πού φάνηκαν στη γη.
Μας είναι δύσκολο σήμερα να συλλάβουμε τι μεγάλη σημασία είχε αυτή η καινοτομία.
Ο κόσμος μες στον όποιο ζούμε μας φαίνεται κάπως λογικός και καταληπτός, κι έχουμε πια ένα πλήθος συγκεκριμένα στοιχεία για το κάθε τι πού μας τριγυρίζει.
Τώρα πού βρήκαμε τον τρόπο να εντάσσουμε τις τρομακτικές φυσικές δυνάμεις στην εξυπηρέτηση δικών μας σκοπών η κυριότερη προσπάθειά μας είναι να εντείνουμε την επικυριαρχία μας πάνω στον υλικό κόσμο.
Δεν πλανιόμαστε πάνω απ’ την γη με τα φτερά τής φαντασίας, ούτε βυθιζόμαστε μέσα στον εσωτερικό μας κόσμο με τα μάτια τής ψυχής. Παρατηρούμε απλώς τι γίνεται γύρω μας και βγάζουμε τα συμπεράσματά μας με το μέσο τής λογικής.
Η δραστηριότης μας είναι κυρίως νοητική. η κοινωνία μέσα την όποια ζούμε είναι μια κοινωνία βασισμένη στη λογική. τα συναισθήματα και τα δράματα έχουν τη θέση τους μονάχα όταν εναρμονίζονται προς τα έλλογο αυτό κοινωνικό μας πλέγμα.
Μα δεν ήταν τέτοιος ο κόσμος μέσα στον όποιο πρωτοβρέθηκαν οι Αρχαίοι Έλληνες. Ακόμα και σήμερα αυτά πού λέμε για τον κόσμο μας εφαρμόζονται μονάχα σ’ ένα περιορισμένο γεωγραφικό χώρο και δεν περιλαμβάνουν τις απέραντες εκτάσεις και τούς απειράριθμους πληθυσμούς τής ’Ανατολής.
Εκεί ισχύει αυτό πού ίσχυε πάντα, η υπεροχή του ψυχικού στοιχείου. Ότι δεν συμβαίνει μέσα στον άνθρωπο θεωρείται ασήμαντο και ανάξιο τής προσοχής των αληθινά σοφών. Η παρατηρητικό της για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας, για τα πραγματικά περιστατικά τού έξω κόσμου, δεν εκτιμάται στην Ανατολή.
Ο κόσμος, λοιπόν, μέσα στον όποιο πρωτοεμφανίστηκε η Ελλάς ήταν ένας κόσμος όπου ο νους είχε την τελευταία θέση. Ότι άξιζε και ότι επικρατούσε ως τότε ήταν το άγνωστο, το απύθμενο, κείνο πού βλέπει μόνο η ψυχή.
Αλλά τον ψυχικό κόσμο δεν τον βλέπει κανένας, ούτε τον ακούει, ούτε τον αγγίζει. τον ζει μονάχα, κι ούτε τον μοιράζεται με τον άλλον. Ίσως οι άγιοι η οι ήρωες να μπορούν να τον αποδώσουνε μ’ ένα λόγο η με ένα τραγούδι, η με μια ζωγραφιά, κι αυτό μονάχα αν είναι οι ίδιοι καλλιτέχνες.
Νους και ψυχή μαζί είναι ότι μας διακρίνουν απ’ τον άλλον κόσμο, τον ζωικό. Αυτά είναι πού δίνουν στον άνθρωπο την δυνατότητα να μάθει την Αλήθεια, μα και να πεθάνει για χάρη της. Δύσκολα χωρίζονται και δύσκολα απομονώνονται, γιατί και τα δυο μαζί είναι εκείνα πού (για να θυμηθούμε τον Πλάτωνα) «δίνουν στο άμορφο μορφή».
Κι όμως διακρίνονται.
Όταν ο Άγιος Παύλος λέει πώς τα όσα βλέπουμε είναι πρόσκαιρα και τα όσα δεν βλέπουμε είναι αιώνια, διαχωρίζει τα σύνορα τού νου πού ασχολείται με τα απτά και τα ορατά από τα όρια τής ψυχής πού ζει μέσα στ’ αόρατα και τα υπερκόσμια.

Όταν η Ελλάδα ανακάλυψε τη δύναμη του νου, η υπόλοιπη ανθρωπότης ήταν γυρισμένη κι αντίκριζε τα ψυχικά ερέβη. Τότε, για μια στιγμή, η Δύση κι η Ανατολή στην Ελλάδα σμίξανε: η τάση προς τον ρασιοναλισμό πού θα γινότανε με τον καιρό το έμβλημα τής Δύσης και η βαθιά ψυχική κληρονομιά τής  ανατολής ενώθηκαν.
Τί μεγάλη σημασία είχε μια τέτοια ένωση, τι καταπληκτική δημιουργική ώθηση είναι η διαύγεια του νου συνταιριαγμένη με την δύναμη την ψυχική, μπορεί κανένας να το νιώσει αν σκεφτεί τι συνέβαινε στην Ανθρωπότητα προτού φανεί η Ελλάδα, μ’ άλλους λόγους, τι συμβαίνει κάθε φορά πού υπάρχει ψυχική δύναμη, μα το μυαλό, παράλληλα, τηρείται σε μίαν απόσταση και μια ακινησία.
Edith Hamilton – Αθάνατη Ελλάδα: η ελληνική συνεισφορά στον δυτικό κόσμο.
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Β. Ραφαηλίδης – Το διάβασμα, η ανάγνωση και ο περιπλανώμενος αναγνώστης. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Αν από το αρχαιοελληνικό ρήμα “διαβιβάζω” διαγράψετε σαν πλεονάζουσα τη μεσαία συλλαβή “βι”, θα πάρετε το νεοελληνικό ρήμα “διαβάζω” που σημαίνει, ακριβώς, διαβιβάζω, δηλαδή μεταφέρω απ’ το ένα μέρος στο άλλο. Μ’ άλλα λόγια, το διάβασμα είναι μια πράξη μεταφοράς της γνώσης από εκείνον που την έχει στον άλλο που δεν την έχει και που θα επιθυμούσε να την αποχτήσει.
Κατά κάποιον τρόπο, όλοι εμείς οι αναγνώστες ανήκουμε στο… σώμα των Διαβιβάσεων, με μια διαφορά ωστόσο απ’ τους στρατιώτες διαβιβαστές: Η γνώση μας διαβιβάζεται από άλλους και η επικοινωνία σταματάει σε μας. Για να διαβιβάσουμε, με τη σειρά-μας, τη γνώση που αποκτήσαμε, μαζί με τις δικές-μας ενδεχομένως προσθήκες, πρέπει από αναγνώστες να γίνουμε συγγραφείς, καλλιτέχνες, ρήτορες, ή απλώς συζητητές.

Αυτό σημαίνει πως η διαδικασία του διαβάσματος που σταματάει στο διάβασμα χάνει το νόημά-της, δηλαδή δεν είναι πια διαβίβαση της γνώσης, αφού το μήνυμα ή η πληροφορία θα χαθεί μαζί με μας αν δεν φροντίσουμε να διαβιβαστεί εμπλουτισμένη σε άλλους.
Για να συμβεί ωστόσο κάτι τέτοιο, για να σταματήσει δηλαδή η διαδικασία μεταβίβασης της γνώσης απ’ τον ένα άνθρωπο στον άλλο, απ’ τη μια γενιά στην άλλη, απ’ τον ένα αιώνα στον άλλο, πρέπει να φανταστούμε έναν κόσμο στον οποίο, ενώ όλοι γνωρίζουν ανάγνωση, κανείς δε γνωρίζει γραφή. Και το σπουδαιότερο, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει. Αν και υπάρχουν άνθρωποι που ούτε να γράψουν ούτε να μιλήσουν είναι σε θέση, ωστόσο ο πολιτισμός-μας στηρίζεται στην τεράστια πλειοψηφία εκείνων που μπορούν είτε να μιλήσουν, είτε να γράψουν, είτε να τα κάνουν και τα δυο.
Μ’ άλλα λόγια, η διαδικασία μεταβίβασης της γνώσης, που είναι το διάβασμα νοούμενο με μια έννοια διαλεκτική, απ’ τη στιγμή που άρχισε κάποτε δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να διακοπεί, παρά μόνο με τον γενικό και ολικό αφανισμό του “χόμο παρλάριμπους”, πράγμα που δεν αναμένεται να συμβεί παρά μόνο στην περίπτωση ολικού αφανισμού του ανθρώπινου γένους ύστερα από ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα.
Για την διαιώνιση της γνωστικής λειτουργίας φροντίζουν οι πάντες ακόμα και οι… αστυνομικοί, δηλαδή άνθρωποι ενταγμένοι σ’ ένα σώμα εξ ορισμού ακατάλληλο για διαβιβαστικές λειτουργίες διαφορετικές απ’ αυτές που έχουν σχέση με τη διαβίβαση διαταγών. Απόδειξη για τη φροντίδα της αστυνομίας για τη διαιώνιση της γνώσης αποτελεί και το γνωστό ανέκδοτο που “εξηγεί” γιατί οι χωροφύλακες πάνε δυο δυο στα περιπολικά: Διότι, λέει, ο ένας γνωρίζει ανάγνωση και ο άλλος γράφη!! Μ’ αυτόν τον ανεκδοτολογικό συνδυασμό, που δεν απέχει πάρα πάρα πολύ από μια πραγματικότητα που καθορίζει η στάθμη παιδείας του “αστυνομικού οργάνου”, η αστυνομία έλυσε με τον τρόπο-της το πρόβλημα της μεταβίβασης της “αστυνομικής γνώσης”, και το αστυνομικό μοντέλο του “διδύμου” θα μπορούσε να ισχύει επίσης και για πνευματικά ανάπηρους, που ωστόσο δεν είναι αστυνομικοί.
Το διάβασμα λέγεται και “ανάγνωση”. Τούτη η αρχαιοελληνική και πάντα σε χρήση λέξη παραπέμπει σε μια οντολογική αντίληψη της γνώσης, ενώ η νεοελληνική λέξη “διάβασμα” παραπέμπει σε μια διαλεκτική αντίληψη της γνώσης. Πράγματι, “αναγιγνώσκω” ή “αναγινώσκω” σημαίνει στα αρχαία ελληνικά αναγνωρίζω, γνωρίζω καλά και με σαφήνεια κάτι που προϋπάρχει από μένα τον αναγνώστη. Κι αυτό που προϋπάρχει στην προκειμένη περίπτωση, είναι η γνώση των άλλων, ή καλύτερα η αλήθεια καθεαυτή σα μια δυνατότητα που ενυπάρχει στη φύση. Στην ανάγνωση η γνώση δεν είναι μια ατέρμονη διαδικασία, όπως στο διάβασμα αλλά μια επίμονη αναζήτηση αληθειών που υπάρχουν κάπου έτοιμες και που περιμένουν να τις “συλλέξουμε”, αν διαθέτουμε το μεγάλο χάρισμα να ερχόμαστε σε επαφή με το πνεύμα.
Εδώ η αλήθεια που ψάχνουμε με την ανάγνωση δεν είναι μια ατέρμονη διαδικασία αλλά μια οντότητα που υπάρχει κάπου και μας περιμένει εκεί απαθής να την πιάσουμε με την απόχη του μυαλού μας, σα να ήταν πεταλούδα. Όμως, τέτοιες “ακίνητες” αλήθειες δεν υπάρχουν, παρά μόνο στα μυαλά των θεολόγων. Η αλήθεια δεν είναι πράγμα, δεν έχει διαστάσεις, δεν έχει βάρος, δεν έχει σχήμα. Ούτε, ακόμα, είναι οντότητα άυλη και πνευματική. Η αλήθεια είναι μια διαρκής αναζήτηση που δεν σταματάει ποτέ. Η, αλήθεια συνεπώς είναι πάντα σχετική, και ο βαθμός της εγκυρότητάς της εξαρτάται πάντα απ’ τη νόηση και την παιδεία εκείνου που την ψάχνει, καθώς κι απ’ το ιδεολογικό σύστημα στα πλαίσια του οποίου την ψάχνει.
Τόσο η ανάγνωση όσο και το διάβασμα προϋποθέτουν ένα έξυπνο και στοχαστικό υποκείμενο που είτε μετέχει στη διαδικασία της μεταβίβασης της γνώσης (διάβασμα) είτε ψάχνει για τα σταθερά ερείσματα του νου (ανάγνωση). Το δυστύχημα είναι πως τούτο το αναγκαίο για τη γνώση υποκείμενο, δηλαδή ο αναγνώστης, δεν είναι ούτε πάντα έξυπνο ούτε αναγκαστικά στοχαστικό. (Η βαθιά και πλήρης μεταφυσική προσέγγιση των προβλημάτων προϋποθέτει κι αυτή βαθιά και πλήρη νόηση. Το παραλήρημα και η έκσταση δεν βοηθούν τη μεταφυσική, βοηθούν μόνο την αποβλάκωση). Έτσι, το διάβασμα, στις περισσότερες των περιπτώσεων, έχει εκπέσει σε μια εντελώς χρησιμοθηρική διαδικασία, μηχανική, ανούσια και αντιπνευματική, που δεν αποσκοπεί ούτε στη μεταβίβαση της γνώσης, που είναι το διάβασμα στη διαλεκτική-του έννοια, ούτε στην αποκάλυψη αληθειών, που είναι το διάβασμα (ανάγνωση) στην οντολογική του έννοια.
Οι περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν για τους παρακάτω λόγους:
  1. Για να αποχτήσουν ένα χρήσιμο στον βιοπορισμό τους δίπλωμα, και διακόπτουν το διάβασμα μόλις πετύχουν το σκοπό τους. Εδώ το διάβασμα είναι ένα “αναγκαίο κακό” που μπορεί να γίνει μαρτύριο για τον σπουδαστή που πασχίζει να πάρει ένα δίπλωμα κι όχι να μάθει κάτι από αγάπη για τη μάθηση και προσωπικό ενδιαφέρον για τη γνώση. Σ’ αυτή την περίπτωση ο δάσκαλος, εντέλλεται να παίξει ρόλο χωροφύλακα της γνώσης, και γιαυτό συχνά αφήνει τη διδαχή και πιάνει την μαγκούρα. Πρόκειται για την τυπικά αστική αντίληψη περί γνώσεως, νοούμενης σαν “χρήσιμο εργαλείο” στην πιο χυδαία εκδοχή. Είναι χρήσιμη η γνώση γιατί μ’ αυτήν θα βγάλουμε λεφτά.
  2. Για ν’ αποχτήσουν κοινωνικό κύρος, και διακόπτουν το διάβασμα μόλις το αποχτήσουν ή το συνεχίζουν “με μέτρο”, ίσα ίσα για να τροφοδοτούν το κύρος τους και για να μη βρεθούν ξαφνικά “ντεμοντέ”. Είναι καταπληκτικό το τι ανοησίες διαβάζουν οι “παράγοντες”, των οποίων τα φρικαλέα αναγνωστικά γούστα τα επισημαίνουμε κάθε Χριστούγεννα σ’εκείνους τους άκρως αποκαλυπτικούς αναγνωστικούς απολογισμούς των εφημερίδων, που λες και γίνονται ίσα ίσα για να εκθέσουν τους αποπνευματοποιημένους “πνευματικούς” μας ανθρώπους.
  3. Για να ξεκουράζονται απ’ τη “σοβαρή” τους δουλειά!!! Εδώ έχουμε τον πλήρη και ολικό εξευτελισμό της λειτουργίας της ανάγνωσης, που γίνεται πράξη τελείως περιστασιακή και περιθωριακή, ίσης αξίας και σημασίας με το κουμ-κάν ή με τη μεσημβρινή σιέστα. Οι βροχερές μέρες ευνοούν πολύ αυτόν τον τύπο ανάγνωσης, αλλά η ελληνική εκδοχή της αμάθειας πρέπει να αποδοθεί μάλλον στην ηλιοφάνεια της Ελλάδας: Είναι προτιμότερο να λιάζεσαι παρά να διαβάζεις κάτω από τεχνητό φως. Και το διάβασμα κάτω απ’ το φως του ήλιου στην πλάζ δεν είναι παρά ένα πάσα-τέμπο που σε συντροφεύει τις μακρές ώρες της ηλιοθεραπείας.
  4. Για να υποβοηθούν τον κακό τους ύπνο. Έχουμε εδώ μια… ιατρική χρήση του βιβλίου, καθόλου αξιοκαταφρόνητη καθεαυτή: Είναι προτιμότερο, όταν έχεις αϋπνίες να “παίρνεις” μερικές σελίδες “Νόρας” παρά μερικά χαπάκια βάλιουμ. Βέβαια, σε μια τέτοια υπναγωγική κατάσταση, ούτε λόγος να γίνεται για ανάγνωση. Άλλωστε, τα καλά αναγνώσματα λειτουργούν σαν διεργετικό και όχι σαν υπνωτικό. Βιβλίο που είναι δυνατό να διαβαστεί στο κρεβάτι είναι ένα μη—βιβλίο, και ο αναγνώστης που διαβάζει στο κρεβάτι είναι, απλά, ένας νυσταγμένος άνθρωπος που θα ήταν προτιμότερο να μετράει προβατάκια, κατά την παλιά καλή συνταγή της γιαγιάς που φέρνει ύπνο βολικό, παρά σελίδες συμπεπυκνωμένης ανοησίας που, δυστυχώς, δεν ξεχνιούνται με τον ξύπνο:Πάντα κάτι μένει απ’ τα κρεβατικά αναγνώσματα κι αυτό μας κάνει να κοιμούμαστε κι όταν απ’ την οριζόντια βρεθούμε στην όρθια στάση. Πάντως δεν είναι και τόσο βλαβερό να διαβάζουμε στο κρεβάτι αναγνώσματα που γράφτηκαν γι’αυτόν ακριβώς το σκοπό: Να φέρνουν ύπνο.
Τα ίδια “φαρμακευτικά” αναγνώσματα μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε και σαν βοηθητικά της εκκένωσης στην περίπτωση χρόνιας δυσκοιλιότητας. Μάλιστα, αν βρεθούμε στην εξοχή ή σε τουαλέτα χωριού πολύ ορεινού, το υπακτικό ανάγνωσμα εύκολα γίνεται χαρτί τουαλέτας, κυρίως όταν είναι τυπωμένο σε καλό χαρτί. Και τα λεγάμενα “λαϊκά περιοδικά” είναι κατά κανόνα τυπωμένα σε καλό και μαλακό χαρτί, που αν το είχαμε στην κατοχή θα λύναμε ευκολότερα τα πολύ δύσκολα τότε προβλήματα ατομικής υγιεινής. Έτσι, λοιπόν, με τούτη την τελευταία χρήση του “λαϊκού αναγνώσματος” ολοκληρώνεται ο κύκλος της λειτουργίας-του, πράγμα που σημαίνει πως έχουμε τη γνώση στην κυριολεξία… χεσμένη!
Απομένει μια τελευταία κατηγορία αναγνωστών: Είναι αυτοί που διαβάζουν από μια βαθιά υπαρξιακή ανάγκη, που θέλουν οπωσδήποτε να ικανοποιήσουν κάποιες ουσιαστικές περιέργειές τους και να βρουν απαντήσεις — που εκ των προτέρων ξέρουν πως δεν θα τις βρουν τελικά— σε μερικά πρωταρχικά κα βασανιστικά ερωτήματα σχετικά με τον κόσμο μέσα στον οποίο βρέθηκαν τυχαία πεταγμένοι με μια γέννηση για την οποία δεν φέρουν καμιά ευθύνη. Μ’ άλλα λόγια είναι αυτοί που δεν αρκούνται στο γεγονός πως γεννήθηκαν άνθρωποι και που προσπαθούν να γίνουν άνθρωποι, προτάσσοντας έτσι την ύπαρξη στην ανθρώπινη “ουσία” τους, όπως θα έλεγε ο Σάρτρ. Η γεμάτη αίμα και δυστυχία ανθρώπινη Ιστορία μαρτυράει πως δεν είναι αρκετό να γεννηθεί κανείς άνθρωπος. Πρέπει να γίνει άνθρωπος. Κι αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός της ανάγνωσης: Μας κάνει ανθρώπους ικανούς να ξεχωρίζουμε το ανθρώπινο απ’ το ζωώδες, το νοητικό απ’ το ενστικτώδες, το καλό απ’ το κακό, το όμορφο απ’ το άσχημο, το δίκαιο απ’ το άδικο.
Αν δεν γίνουμε ικανοί για τέτοιους διαχωρισμούς, που πρέπει να γίνονται αυτόματα ύστερα από μια κάποια ηλικία, θα έχουμε διαρκώς ανάγκη από ερμηνευτές των γραφών, που ως γνωστόν δεν τις ερμηνεύουν πάντα προς όφελος μας. Αν προηγηθεί η ανθρώπινη “ουσία” της ανθρώπινης ύπαρξης το μόνο που θα μπορούσε να μας σώσει πια είναι μια βαθιά, πλήρης και ειλικρινής πίστη στο Θεό, που όλα τα ξέρει κι όλα τα μπορεί για λογαριασμό ημών των ταπεινών, των αγνοούντων και των ανήμπορων.
Μπορούμε έτσι να δώσουμε αποφασιστική λύση στο φρικτό πρόβλημα της υπαρξιακής μας αγωνίας. Αλλά σε τι θα διαφέρει πια ο άνθρωπος απ’ το πρόβατο αν έπαυε να αγωνιά και να βιώνει την αγωνία του με πληρότητα, όπως ο Κίργκεργκορντ, για παράδειγμα, που όλο προσέγγιζε το Θεό κι όλο τούφευγε, ή όπως ο Καμύ που έζησε και πέθανε ηρωικά και πένθιμα, σαν τον Σίσυφο που τον λάτρεψε περίπου σα θεότητα;
Όταν μιλάμε για σωστούς αναγνώστες, λοιπόν, πρέπει να αναφερόμαστε μόνο σ’ αυτούς που αντιμετωπίζουν τη γνώση σαν απολύτως αναγκαία για την ίδια-τους την ύπαρξη, όπως το οξυγόνο. Οι υπόλοιποι, απλώς γεννήθηκαν άνθρωποι που αρνούνται τον παραπέρα εξανθρωπιστισμό – τους μέσα απ’ τη γνώση. Δικαίωμά τους να εξομοιώνουν την κατάστασή τους μ’ αυτήν του προβάτου.
(Το παραπάνω κείμενο είναι αναδημοσίευση, με προσθήκες και διορθώσεις, απ’ το περιοδικό “Διαβάζω”, No 58). – 4/3/1983
Κείμενα στο Έθνος – Β.Ραφαηλίδης
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

22 ρητά του αραβικού κόσμου που θα σας κάνουν να σκεφτείτε διαφορετικά. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Από ιστορική άποψη η Μέση Ανατολή ήταν το λίκνο του πολιτισμού και έχει μέχρι και σήμερα μια τεράστια πολιτιστική κληρονομιά. Τα ζεστά χρώματα, τα στενά δρομάκια, ο καυτός ήλιος, τα όμορφα φορέματα και τα καραβάνια που κινούνται μέσα στην καυτή άμμο, συνθέτουν ένα πολύ ελκυστικό σκηνικό, που προσελκύει όσους είναι πρόθυμοι να ανακαλύψουν τα μυστικά της αρχαίας σοφίας του. Δείτε παρακάτω 22 αραβικές παροιμίες, που εκφράζουν τη φιλοσοφική σκέψη, την κοσμοθεωρία και την ηθική του αραβικού κόσμου.
  1. Να ανοίγετε το στόμα μας μόνο, όταν αυτό που έχετε να πείτε είναι πολυτιμότερο από την σιωπή.
  2. Ένας στρατός προβάτων με αρχηγό ένα λιοντάρι, θα νικήσει έναν στρατό λιονταριών με αρχηγό ένα πρόβατο.
  3. Ένα και μόνο λάθος εξασφαλίζει διπλή αποτυχία.
  4. Ο σοφός κλείνει το μάτι, ο ανόητος κλοτσάει.
  5. Είναι προτιμότερο να ρωτήσετε τον έμπειρο από τον αυτόν που ακόμα μαθαίνει.
  6. Με μια γλυκιά γλώσσα και ευγένεια μπορείτε να σύρετε έναν ελέφαντα από μια τρίχα.
  7. Οι άνεμοι πνέουν αντίθετα από την επιθυμία του πλοίου.
  8. Αν είστε αμόνι, να είστε υπομονετικοί. Αν είστε σφυρί, χτυπήστε δυνατά.
  9. Όποιος αναζητά έναν άψογο και αλάθητο φίλο μένει χωρίς φίλους.
  10. Η ηλιοφάνεια όλο τον χρόνο κάνει την έρημο.
  11. Μείνετε μακριά από το κακό και απλά παρακολουθήστε από μακριά.
  12. Η αναγκαία σύνδεση της κίνησης και του χρόνου είναι πραγματική και ο χρόνος είναι κάτι, που η ψυχή κατασκευάζει με την κίνηση.
  13. Κρατήστε ένα πράσινο δέντρο στην καρδιά σας και ίσως έρθει ένα πουλί να τραγουδήσει.
  14. Το να υπερνικάτε την περηφάνια είναι καλό. Το να ξεπερνάτε τον θυμό, σάς κάνει χαρούμενους. Το να ξεπερνάτε ένα πάθος, σάς κάνει επιτυχημένους. Το να ξεπερνάτε την απληστία, σάς κάνει ευτυχισμένους.
  15. Κανείς δεν μπορεί να διατάξει έναν άλλον, όταν δεν μπορεί να διοικήσει τον εαυτό του.
  16. Αν φοβάστε, μην το κάνετε. Αν το κάνετε, μην φοβάστε.
  17. Η νίκη δείχνει ότι είστε ικανοί. Η ήττα δείχνει τι αξίζετε.
  18. Μην ανοίγετε μια πόρτα, που δεν θα μπορείτε να κλείσετε.
  19. Οι άντρες, που δεν μπορούν να συγχωρήσουν τις γυναίκες για τα μικρά τους λάθη, δεν πρόκειται να απολαύσουν ποτέ τις αρετές τους.
  20. Αν έχετε αποκαλύψει τα μυστικά σας στον άνεμο, μην κατηγορείτε τον άνεμο, που αποκάλυψε τα μυστικά σας στα δέντρα.
  21. Αν δεν μπορείτε να τα πάρετε όλα, μην αφήνετε τα λίγα….
  22. Πηγή: Αντικλείδι. Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

Σαράντος Καργάκος – Καί πάλι περί Ἀθηνῶν. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Σε προηγούμενο ἄρθρο μας μιλήσαμε γιά τά θέλγητρα τῶν Ἀθηνῶν, τή γλύκα τῆς ἀθηναϊκῆς νύχτας, τά ἐξαίσια χρώματα τοῦ δειλινοῦ, ὅταν εἰδικά ὁ Ὑμηττός παίρνει ἐκεῖνο τό μή ζωγραφιζόμενο μενεξεδένιο χρῶμα. Μιλήσαμε γιά τούς ἀρχαίους Ἀθηναίους πού ἔδωσαν στόν ἑαυτό τους πρῶτα, καί σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ἀκολούθως, ἄν ὄχι τό ἰδανικώτερο, τουλάχιστον τό ἀξιοπρεπέστερο πολίτευμα. «Δοῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού δέν μπορεῖ νά πεῖ τή σκέψη του», γράφει κάπου ὁ Εὐριπίδης.

Κι ἐκεῖνο τό φαινομενικά ἀσήμαντο, καί τό ὁποῖο ἔφθασε ὡς παροιμιακός λόγος σ’ ἐμᾶς, τό «Τίς ἀγορεύειν βούλεται;» πού φώναζαν οἱ κήρυκες στήν Ἐκκλησία τοῦ Δήμου, δέν ἦταν ἕνα ἁπλό δικαίωμα «ἰσηγορίας» (ὅρος τοῦ Ἡροδότου), ἦταν ἡ πεμπτουσία τῆς δημοκρατίας. Ἡ «ἰσηγορία» δίδαξε τούς Ἀθηναίους νά σκέπτονται ὑπεύθυνα. Καί γι’ αὐτό κάθε ἄρχοντας μετά τό τέλος τῆς ἀρχῆς του, πού ἦταν ἐνιαύσια, ἦταν ὑποχρεωμένος νά λογοδοτήσει: «Διδόναι εὔθυνα».

Ἀλλ’ ἡ ἄσκηση εὐθύνης προαπαιτεῖ τήν προαγωγή τοῦ Νοῦ. Ὁ νοῦς, ὡς κυρίαρχο στοιχεῖο κάθε ἐκφράσεως ζωῆς, εἶναι αὐτό πού διαφοροποιεῖ τόν Ἕλληνα ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς Ἀνατολῆς. «Ὅλα ἦσαν χαώδη, ὥσπου σπίθισε ὁ νοῦς κι ἔβαλε τάξη στά πάντα», λέει ὁ Ἀναξαγόρας, ὁ καί «Νοῦς» ἀποκαλούμενος. Ἔτσι, μπόρεσαν οἱ Ἀθηναῖοι νά δημιουργήσουν κάτι ἐντελῶς νέο καί πρωτόφαντο. «Ἦταν οἱ πρῶτοι Δυτικοί, οἱ δημιουργοί μιᾶς νέας νοοτροπίας πού εἶναι σήμερα δική μας», ἔγραψε πρό πολλῶν δεκαετιῶν μιά διακεκριμένη Ἀμερικανίδα φιλόλογος, ἡ Edith Hamilton στό βιβλίο της «Ἀθάνατη Ἑλλάδα».

Ἡ ἴδια συγγραφεύς, κάνοντας μιά σύγκριση ἀνάμεσα στούς Αἰγυπτίους καί στούς Ἕλληνες, γράφει πώς οἱ πρῶτοι ἔκαναν πολιτισμό θανάτου, ἐνῶ οἱ δεύτεροι πολιτισμό ζωῆς, παρ’ ὅλο πού κατοικοῦσαν σέ μιά κακοτράχαλη γῆ. Τί μπορεῖ νά βρεῖ στούς πολιτισμούς τῶν λαῶν αὐτῶν ὁ ἐρευνητής; «Στήν Αἴγυπτο: ἕνα μνῆμα! Στήν Ἑλλάδα: ἕνα θέατρο»! Τό θέατρο ἦταν, εἰδικά γιά τούς Ἀθηναίους, ὄχι μόνο χῶρος ψυχαγωγίας ἀλλά καί χῶρος διδασκαλίας. Ἄλλωστε, «διδασκαλία» λεγόταν τό στήσιμο τῶν τραγωδιῶν. Ὅλα αὐτά, ἀκόμη καί τά παιχνίδια (οἱ Ἀθηναῖοι ἦσαν οἱ πιό «παιχνιδιάρηδες» ἄνθρωποι τῆς ἱστορίας) ἀνέβαζαν τόπνεῦμα καί προωθοῦσαν τή δημοκρατία.

Ὅταν εἶχα τή χαρά νά διδάσκω Ἑλληνόπουλα παλιά (κι ὄχι κακέκτυπα Ἑλληνοπαίδων), τούς τόνιζα ἐμφαντικά ὅτι ἡ δημοκρατία εἶναι γνώση· καί κάτι περισσότερο: ἐπίγνωση. Ἄν, λοιπόν, τό πολίτευμα τῆς δημοκρατίας γεννήθηκε καί εὐδοκίμησε μόνον στήν ἀρχαία Ἀθήνα, τοῦτο δέν ὀφείλεται σέ γεωγραφικούς καί κλιματολογικούς ὅρους, ὅπως ἔγραφε ὁ Μοντεσκιέ, ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι οἱ Ἀθηναῖοι εἶχαν μέση μόρφωση ἀνώτερη ἀπό κάθε ἄλλον λαό τῆς ἐποχῆς τους. 

Καί ἡ μόρφωσή τους δέν ἦταν μόνον πνευματική, ἦταν καί αἰσθητική. Γι’ αὐτό ἔφεραν στό παγκόσμιο πνευματικό καί καλλιτεχνικό στερέωμα ἕνα νέο ἀστραποβόλημα, ἕνα ρίγος καινούργιο. Γι’ αὐτό, ἄλλωστε, ἐξακολουθοῦν νά εἶναι οἱ πάντα νέοι της ἱστορίας, οἱ «αἰώνιοι ἔφηβοι», κατά τόν Μάρξ, «οἱ ἀεί παῖδες», καθώς εἶπε ὁ Αἰγύπτιος ἱερέας στόν Σόλωνα, κατά τή μαρτυρία τοῦ Πλάτωνος.

Ἀπ’ ὅλους αὐτούς τούς ὑπέροχους ἀνθρώπους, πού ἔκαναν τήν Ἀθήνα ὄχι μόνον τῆς Ἑλλάδος ἀλλά καί τῆς οἰκουμένης «παίδευσιν», πόσους γνωρίζουμε ἐμεῖς σήμερα;
Οἱ ἀναγνῶστες θά ἔχουν ἀκούσει συχνά τή φράση: οἱ ἄνθρωποι γράφουν τήν ἱστορία. Φρικτή πλάνη! Ἡ ἱστορία γράφει τούς ἀνθρώπους. Διερωτῶμαι: χωρίς τόν Ἡρόδοτο, τί θά ξέραμε γιά τόν Μιλτιάδη, τόν Θεμιστοκλῆ, τόν Ἀριστείδη; Χωρίς τόν Θουκυδίδη, τί θά ξέραμε γιά τόν Περικλῆ, τόν Κλέωνα, τόν Βρασίδα, τόν Ἀλκιβιάδη; Ἀλλ’ ἐπειδή ἡ ἱστορία τῶν Ἀθηνῶν εἶναι τόσο ἀπέραντη καί τρικυμιώδης ὅσο καί ὁ εὐφημιστικά λεγόμενος Εἰρηνικός ὠκεανός, μοιραῖα ὁ ἱστορικός –παλαιός ἤ νέος, ἀδιάφορα– εἶναι ὑποχρεωμένος νά γίνεται ἐκλεκτικός, ἐπιλεκτικός. Κι αὐτό μπορεῖ νά συνιστᾶ ἀδικία. Νά ἀγνοοῦνται μορφές πού συνέβαλαν στήν ἀνάπτυξη τοῦ χώρου αὐτοῦ καί τή δόξα νά μονοπωλοῦν κάποιοι τυχεροί, ἐπειδή ἔτυχε νά πέσουν πάνω τους οἱ προβολεῖς ἑνός ἱστορικοῦ. Ἔτσι, ἐνῶ δοξάζεται –καί δικαίως– ὁ Περικλῆς, ἀγνοεῖται ὁ Κλεισθένης πού θεμελίωσε τή δημοκρατία. Μά πιό πολύ ἀγνοεῖται ὁ Ἐφιάλτης, ὁ γυιός τοῦ Σοφωνίδη, πού ἔστρωσε τόν δρόμο γιά τόν Περικλῆ καί ὁ ὁποῖος –ποτέ ἡ συνωμοσία δέν ἀπουσιάζει ἀπό τήν ἱστορία– ἔπεσε θύμα δολοφονίας. Κάποτε, ὅμως οἱ δύο αὐτοί ἄνδρες πρέπει νά τιμηθοῦν πρεπόντως ἀπό τόν Δῆμο Ἀθηναίων.
 Σαράντος Καργάκος – Ἐφημερὶς Ἑστία,