Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

9.5.20

10 ΜΑ'Ι'ΟΥ 2020 Σήμερα είναι η μεγαλύτερη γιορτή του πλανήτη, Σήμερα γιορτάζουν οι Μανούλες!! Η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στην Μανούλα μου, στην Μανούλα του Αστροτόμ και του Ηγέτη και φυσικά σε όλες τις Μανούλες του κόσμου.

Κ.Π. Καβάφης: Δέησις

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
H μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει

στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί—

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.
Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θα ’λθει πια ο υιός που περιμένει.


"ΜΑΝΑ"
Γεράσιμος Μαρκοράς

Μάνα! Δεν βρίσκεται λέξη καμία
να’ χει στον ήχο της τόση αρμονία,
σαν ποιός να σ’ άκουσε με στήθος κρύο,
όνομα θείο;

Παιδί από σπάργανα ζωσμένο ακόμα,
με χάρη ανοίγοντας γλυκά το στόμα,
γυρνάει στον άγγελο που τ’ αγκαλιάζει
και Μάνα! κράζει.

Στον κόσμο τρέχοντας ο νέος διαβάτης
πέφτει στ’ αγνώριστα βρόχια τσ’ απάτης,
και αναστενάζοντας, Μάνα μου! λέει,
Μάνα! και κλαίει.

Της νιότης φεύγουνε τ’ άνθια κ’ η χάρη
τριγύρω σέρνεται με αργό ποδάρι,
ώσπου στην κλίνη του, σα βαρεμένος,
πέφτει ο καημένος.

Και πριν την ύστερη πνοή του στείλει,
αργά ταράζονται τα κρύα του χείλη,
και με το Μάνα μου! πρώτη φωνή του,

πετά η ψυχή του.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ 

"Ο αποχαιρετισμός της μάνας"

Μισεύεις για την ξενιτιά και μένω μοναχή μου,

σύρε παιδί μου στο καλό και σύρε στην ευχή μου.

Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,

για χάρη σου ν’ ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.

Τα δάκρυά μου να γεννούν διαμάντια σ’ ό,τι αγγίζεις

και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίζεις.

Να πίνεις και να ξεδιψάς και να ‘ναι αυτό γεμάτο,

σα να ‘ναι η βρύση από ψηλά κι εσύ να ‘σαι από κάτω.


Το πιο κάτω ποίημα είναι αφιερωμένο 
στην Μανούλα του Απόλλωνα, την Διοτίμα.

Κική Δημουλά "Το μικρό μου παιδί"

Το μικρό μου παιδί

σοβαρή αταξία έκανε πάλι.

Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,

σκούντησε με το χέρι του

το κρεμασμένο

στον τοίχο τ’ ουρανού

κόκκινο πιάτο,

κι έχυσε όλο το φως επάνω του.

Ο Θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά

να κατεβαίνει τρέχοντας

της φαντασίας μου τη σκάλα

και να έρχεται σε μένα.

Κι εγώ κάθομαι τώρα

και μαλώνω αυστηρά

το μικρό μου παιδί,

ενώ κλέβω κρυφά

τον χυμένο επάνω του ήλιο.



Μελισσάνθη, «Η μπαλάντα της μάνας»

“Την ώρα αυτή που τα μωρά ξυπνάνε

πάνω στου στήθους τη ζεστή φωλιά

πού να ‘ναι κι ο δικός μου γιος; πού να ‘ναι;

Στης θάλασσας μέσα την αγκαλιά

με δίχως νανουρίσματα κοιμάται…

Κοιμάται ο γιος μου μη μου τον ξυπνάτε

κύματα, πιο βαθιά μη μου τον πάτε

της άρμης σας πικρά είναι τα φιλιά.



ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Η μάνα του Χριστού

Πως οι δρόμοι ευωδάνε με βάγια στρωμένοι 
ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρω μπαξέδες! 
Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει 
και μακριάθε βογκάει και μακριάθε ανεβαίνει. 

Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα, 
των αλλώνε τα μίση καιρό τηνε θρέφαν 
κι αν η μαύρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα, 
να που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα! 

Α! πώς είχα σα μάνα κεγώ λαχταρήσει 
(ήταν όνειρο κ’ εμεινεν, άχνα και πάει) 
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει 
κι από δόξες αλάργα κι αλάργαπό μίση! 

Ένα κόκκινο σπίτι σαυλή με πηγάδι... 
και μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι... 
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ, 
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι. 

Κι άμανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι, 
με τα ρούχα γεματα ψιλό ροκανίδι, 
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι 
ν’ ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι. 

Κι αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει 
τον καλό σου τον ίσκιο, Πατέρα κι Αφέντη, 
η ακριβή σου να βγαίνει νερό να σου χύσει, 
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει. 

Κι ο κακόχρονος θάνατος θα ’φτανε μέλι 
και πολλή φύτρα θ’ άφηνες τέκνα κι αγγόνια 
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι, 
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει. 

Κατεβάζω στα μάτια τη μαύρη ομπόλια, 
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει... 
Ξεφαντώνουν ταηδόνια στα γύρω περβόλια, 
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια. 

Φεύγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου, 
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν εχεις. 
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη γιέ μου, 
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου! 

Καθώς κλαίει, σαν της παίρνουν το τέκνο, η δαμάλα, 
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια. 
Στύλωσέ μου τα δυό σου τα μάτια μεγάλα: 
τρέχουν αίμα τα στήθια, που βύζαξες γάλα. 

Πως αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου 
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας να ’μπεις! 
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!) 
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιό τόνομά σου! 

Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη... 
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη, 
κι όσο ο γήλιος να πέσει και να’ ρθει το δείλι, 
το σταυρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι. 

Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα, 
σα ρωτήσανε: «Ποίος ο Χριστός;»  τι’πες «Να με»! 
Αχ! δεν ξέρει, τι λέει το πικρό μου το στόμα! 

Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!

Σας χαιρετώ, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο δόκιμος Επικούρειος και δόκιμος άνθρωπος Επικούρειος Πέπος ο CEO της ΟΚΡΑ
ΥΓ. Όταν μετά από σχεδόν 40 χρόνια συναντάς έναν φίλο από την εποχή της στρατιωτικής θητείας, αυτό κι αν είναι ευλογία. 

30.4.20

29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020 Μανδραγόρας και Νίκη της Καλύμνου ένας πειρατικός έρωτας από το έτος 1979 και ω! του θαύματος κρατάει έως και σήμερα. Μία ζωή σαν μυθιστόρημα, απόσπασμα από το βιβλίο που θα εκδοθεί προσεχώς.

Ο Πειρατής με την γυναίκα του ζωγραφίζει χορεύοντας.
29 Απριλίου 1979
29 Απριλίου 2020
41 χρόνια μετά!!
Φίλες και Φίλοι καλημέρα, η σημερινή ανάρτηση είναι επετειακή, πριν λίγες μέρες έλαβα ένα mail όπου μία φίλη του ιστολογίου της Λ.ΟΓ. όπου μου έλεγε τα εξής:

"Αγαπητέ χειριστή του ιστολογίου της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου διαβάζω τα κείμενα σας εδώ και αρκετά χρόνια. Οφείλω να ομολογήσω πως σας κατατάσσω μέσα στα τρία καλύτερα sites που διαβάζω.


Παρατήρησα πως έχετε μεγάλο ταλέντο στην αφήγηση αληθινών ιστοριών, αυτός είναι και ο λόγος που επικοινωνώ μαζί σας.
Θα ήθελα να σας παρακαλέσω - με το αζημίωτο φυσικά - να παρουσιάσετε την ιστορία του πατέρα μου και της μητέρας μου. Είναι, κατά την άποψη μου ίσως η πιο συγκλονιστική ιστορία αγάπης ενός πειρατή και μιας νησιωτοπούλας.
Εγώ θα σας στείλω την ιστορία όπως την έχω ακούσει από τους γονείς μου, από την γιαγιά μου, και τους γέροντες του νησιού που έχουν να μολογάνε ακόμα για την ιστορία του Μανδραγόρα.
Αυτή βέβαια είναι η δική μου εκτίμηση, θα ήθελα να αφιερώσετε σας παρακαλώ λίγο από τον πολύτιμο χρόνο σας ώστε να διαβάσετε αυτά που θα σας στείλω και αν βρείτε κι εσείς πως αξίζει τον κόπο ένας διεθνούς φήμης ιστοριογράφος, όπως εσείς, να ασχοληθεί, πράξτε παρακαλώ τα δέοντα, και όπως σας είπα είμαι διαθέσιμη να πληρώσω όσο όσο αρκεί να υπάρξει η φιλολογική επιμέλεια εκ μέρους σας.
Απλά θα ήθελα να σας παρακαλέσω αν είναι δυνατόν να κάνετε την ανάρτηση για την 29τη Απριλίου για τους λόγους τους που θα διαβάσετε στο κείμενο.
Σας ευχαριστώ και ελπίζω να δεχθείτε την πρόταση μου".


Φίλες και φίλοι για να είμαι ειλικρινής δεν είναι το οικονομικό όφελος που με οδήγησε στο να δεχθώ να καταγράψω την ιστορία των γονιών αυτής της κοπέλας, κάθε άλλο, είναι η περιέργεια που έχω για πειρατικές ιστορίες.
Αυτό είναι που με εξιτάρισε, όταν άκουσα τη λέξη πειρατική ένιωσα την αδρεναλίνη μου να ανεβαίνει στα ύψη.
Κάποια άλλη στιγμή θα σας διηγηθώ και την δική μου θαλασσινή ιστορία τότε που για ένα διάστημα ταξίδευα ως Μαρκόνης.
Την ίδια μέρα επικοινώνησα με την κόρη του πειρατή, η οποία -ειρήσθω εν παρόδω- να πω πως έχει ένα καταπληκτικό όνομα, μπράβο στον Νονό της που της έδωσε αυτό το γλυκύτατο όνομα, Μαριάνθη!!! της ανακοίνωσα λοιπόν πως αποδέχομαι την πρόταση της και ζήτησα να μου στείλει τα χειρόγραφα.

Η ίδια επειδή είχε ακούσει από φήμες, πως για να ασχοληθώ και να έχω την επιμέλεια κάποιας αληθινής ιστορίας και παράλληλα να την αναρτήσω στο κορυφαίο ιστολόγιο της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου εισπράττω μεγάλα ποσά, προθυμοποιήθηκε να μου βάλει σε κάποιον τραπεζικό λογαριασμό ως αρχή 1.500€ και τα υπόλοιπα με την ολοκλήρωση του έργου.
Εγώ της είπα πως αυτό δεν το κάνω για τα χρήματα και καλό θα είναι να μην ακούει τις φήμες και τα fake news.
Απλά της είπα πως όταν δημοσιευθεί η ιστορία και της αρέσει ας αποφασίσει τότε για την αμοιβή μου.
Η κοπέλα Φαινόταν πάντως πως ήταν λαρτζ οικονομικά, το φύσαγε το χρήμα. Φίλες και Φίλοι όταν ήρθαν στα χέρια μου τα χειρόγραφα δεν πίστευαν τα μάτια σ' αυτά που διάβαζαν, επικοινώνησα τρεις φορές με την κόρη του πειρατή για να την ρωτήσω αν όντως ήταν αλήθεια όλα αυτά που έγραφε.
Να σκεφτείτε πως αναγκάστηκα να επισκεφθώ το νησί της Καλύμνου για να επιβεβαιώσω όλα αυτά που διάβαζα γιατί δεν ήθελα να γράψω κάτι που δεν ήμουν σίγουρος 100%
Όλοι οι άνθρωποι που συνάντησα στο νησί γνώριζαν για αυτή την ιστορία και ως εκ τούτου δεν είχα πλέον ενδοιασμούς να δημοσιεύσω την πιο συγκλονιστική πειρατική ιστορία του τελευταίου αιώνα.
Όλοι οι πειρατές την ημέρα της 29 Απριλίου την γιορτάζουν παγκοσμίως για να τιμήσουν τον αρχιπειρατή Μανδραγόρα τον Α'

Η Νίκη της Καλύμνου.
Σαν σήμερα λοιπόν έγινε η μεγαλύτερη απαγωγή στο νησί της Καλύμνου.
Ο τότε φοβερός!! και τρομερός!! πειρατή με το όνομα Μανδραγόρας!!! Με καταγωγή από την Μυτιλήνη, έκανε την απαγωγή του αιώνα!!
Φόβος και τρόμος ήταν αυτός ο σκληροτράχηλος πειρατής με το ασκέρι του, εκτός από τα αγαθά υλικά που άρπαζε από τους νησιώτες, άρπαζε και οποία κοπέλα του γούσταρε, ειδικά αυτές που είχαν μεγάλα βζιά!! ήταν η αδυναμία του.
Αφού τις κράταγε κάμποσο καιρό στο πειρατικό καΐκι, στο οποίο είχε δώσει το όνομα, ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ!! και κάνανε τόνατάλλο!! και όχι μόνο!!! τις επέστρεφε πίσω στο νησί.
Εκείνη την χρονιά το 1979 σε ένα γιουρούσι που είχε κάνει στην Κάλυμνο του γυάλισε στο μάτι η πιο τσαχπίνα του νησιού.
Η κοπέλα ήταν μεν χαμηλοβλεπούσα, λόγω της μητέρας της η οποία ήταν πολύ αυστηρών αρχών, αλλά όταν έβρισκε ευκαιρία έκανε τα σκέρτσα της.
Παρ' ό,τι η μητέρα της δεν την πολυέβγαζε εκτός σπιτιού γιατί πάντα είχε τον φόβο του πειρατή, αυτός την εντόπισε μια μέρα στο πανηγύρι του χωριού και αποφάσισε, επειδή ήταν καιρός επιτέλους να βρει μια μόνιμη σύζυγο, πως αυτή η κοπέλα ήταν η καταλληλότερη.

Το μόνο πρόβλημα που υπήρχε ήταν η μητέρα της κοπέλας γιατί είχε ακούσει από κάποιους νησιώτες πως την προόριζε για κάποιον μεγαλέμπορα με είδη υγιεινής.
Αυτό βέβαια δεν τον πολυπείραζε γιατί αν αποφάσιζε να την κουρσέψει δεν μπορούσε να του αντισταθεί ολόκληρος στρατός.
Στις 29 Απριλίου του σωτηρίου έτους 1979 αποφασίζει να κουρσέψουν το νησί της Καλύμνου και παράλληλα να απαγάγει την κοπέλα που το όνομα της ήταν Νίκη και μάλιστα αυτός ο τρομερός πειρατής έλεγε χαριτολογώντας πως η Νίκη θα γίνει δική του!!!
Η μάνα της κοπέλας επειδή είχε τους φόβους της, έβλεπε πως η κόρη της σιγά σιγά όλο και ομόρφυνε, και το ματάκι της είχε αρχίσει να παίζει δεξιά και αριστερά, και ως εκ τούτου κάποια στιγμή θα έφτανε και στα μάτια του Μανδραγόρα αυτή η τσαχπινιά της κόρης, σκέφτηκε επειδή ήταν θεούσα, να την κλείσει σε κάποιο μοναστήρι.

Μετά όμως το καλοσκέφτηκε γιατί είχε ακούσει πως τα κορίτσια που πήγαιναν στο μοναστήρι εκτός από προσευχές ο Ηγούμενος τις έβαζε να κάνουν πολλές μετάνοιες και πάρτι με ούζα!! οπότε είπε μέσα της:
Καλύτερα με τον πειρατή; ή με τον Ηγούμενο;
Κι ο πειρατής κακό χειρόβολο, κι ο Ηγούμενος κακό δεμάτι.
Αυτή είχε στο μυαλό της άλλα για την κόρη της, είχε ακούσει για κάποιον μεγαλέμπορα από κάποιο άλλο νησί που γύριζε το Αιγαίο για να βρει σε κάποιο νησί την κατάλληλη κοπέλα για να την νυμφεφθεί και ήλπιζε πως όταν θα αντίκριζε την κόρη της θα τον θάμπωνε η ομορφιά της και η τσαχπινιά της.

Εκείνη λοιπόν την ημέρα που ο Μανδραγόρας όρμησε στο νησί με τους πειρατές του στους οποίους είχε δώσει τις πιο κάτω εντολές.
Α) Να μην πλησιάσει κανείς στο σπίτι που ήταν δίπλα στην εκκλησία.
Β) Να μην πειράξουν τους νησιώτες, να πάρουν μόνο τα απαραίτητα και να αποσυρθούν.
Γ) Στον υπασπιστή του, έναν ψηλό γεροδεμένο που τον αποκαλούσαν Στράτο, έδωσε εντολή να απαγάγει έναν παπά γιατί σκόπευε πάνω στο πειρατικό να τελέσει το μυστήριο του γάμου με την κοπέλα αν όλα πήγαιναν καλά.
Πράγματι έτσι και έγινε, ο ίδιος με άλλους δύο πειρατές πήγε στο σπίτι της κοπέλα για να την απαγάγει.
Η μάνα της όμως την είχε κρύψει μέσα στο αποξηραμένο πηγάδι που είχαν στην αυλή του σπιτιού και της είπε να μην βγάλει κιχ.
Ο Μανδραγόρας πήρε στην αρχή με το καλό την μητέρα της κοπέλας για να του πει που βρισκόταν αλλά η μάνα σκληρό καρύδι δεν ομολόγησε.
Ο πειρατής σκέφτηκε να την βασανίσει αλλά δεν ήθελα να δημιουργήσει κακή εντύπωση στην μέλλουσα πεθερά του και έβαλε τους πειρατές να ψάξουν όλο το σπίτι.
Κάποια στιγμή κι ενώ βρισκόταν κοντά στο πηγάδι με την μητέρα της κοπέλας στην οποία εξηγούσε πως την κόρη την ήθελε για καλό σκοπό και όχι μόνο για τόνατάλλο, γυρίζει η μητέρα και του λέει:

Δεξιά η Μάνα της νύφης.
Εγώ την κόρη μου θέλω να την παντρέψω με νοικοκύρη και όχι με κάποιον σαν του λόγου σου.
Είσαι ανάξιος εσύ για την κόρη μου!!
Ο πειρατής για μια στιγμή σκέφτηκε να τραβήξει το σπαθί του και να της κόψει το κεφάλι αλλά δεν ολοκλήρωσε την κίνηση γιατί δεν ήθελα να στεναχωρήσει την κοπέλα.
Αυτή απτόητη συνέχισε.
Σε ξέρουμε καλά εσένα τι μουρντάρης είσαι, έρχεσαι παίρνεις τα κορίτσια περνάς καλά και μετά τις φέρνεις πίσω στο νησί γκαστρωμένες.

Ο πειρατής πήρε το λόγο λέγοντας:
Καλύτερα γκαστρωμένες από μένα παρά από τον Ηγούμενο, τουλάχιστον τα παιδιά που θα βγάλουν από μένα θα είναι όλοι πειρατές, και καπεταναίοι.
Άμα ήταν τώρα εδώ η κόρη σου και την ρωτούσες με ποιον θα ήθελε να κάνει τόνατάλλο εσύ τι λες;  θα έλεγε με τον Ηγούμενο ή με μένα;
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια φωνή μέσα από το ξεροπήγαδο να λέει:
Με σένα!
Με σένα!

Η κόρη ήταν τσαχπινογαργαλιάρα και σκέφτηκε πως επειδή της άρεσε πολύ η θάλασσα, η καλύτερη επιλογή θα ήταν να πάει κοντά στον Μανδραγόρα και ό,τι ήθελε προκύψει.
Όσο για τον μεγαλέμπορα που της έλεγε η μητέρα σκέφτηκε πως αν έπαιρνε αυτόν μια ζωή θα κουβαλούσε είδη υγιεινής και λέβητες, αυτό δεν το ήθελε με τίποτα, αυτή ήταν γεννημένη για την θάλασσα.
Ήθελε να γίνει κι αυτή πειρατής.
Αν και είχε ακούσει από άλλες κοπέλες πως αυτός ο πειρατής έκανε αχαλίνωτο σεξ αυτό δεν την πτόησε γιατί κι αυτή γούσταρε να κάνει τόνατάλλο.
Επομένως η λύση του πειρατή θεώρησε πως ήταν η πλέον κατάλληλη για αυτήν γι' αυτό ζήτησε να την βγάλουν από το πηγάδι, και να πάει κοντά στον πειρατή.

Άμεσα ο Μανδραγόρας κάλεσε κοντά του τους άνδρες του και έβγαλαν την κοπέλα από το πηγάδι.
Η κοπέλα πράγματι ήταν πολύ όμορφη και ερωτική, δεν ήταν βέβαια πολύ ψηλή αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε και πολύ γιατί σκέφτηκε πως αυτό μπορεί να ήταν και πλεονέκτημα, θα μπορούσε καλύτερα να εφαρμόσει το Κάμα σούτρα!! Οπειρατής όταν είχε επισκεφθεί την ΙΝΔΙΑ είχα μάθει εκεί το Κάμα Σούτρα.
Έδωσε ο Μανδραγόρας στην μητέρα της κοπέλας ένα μικρό σακουλάκι με χρυσό, το οποίο στην αρχή έκανε αυτή, πως δεν το ήθελε, αλλά τελικά το πήρε, και έφυγαν για το πειρατικό.
Αργότερα βέβαια που διαπίστωσε πως η κόρη της ζούσε σαν αρχόντισσα, έλεγε στις γνωστές της πως χάρη σ' αυτήν έγινε ό,τι έγινε. Αυτή ήταν που κάλεσε στο σπίτι τον πειρατή. Αυτό το έμαθε κάποια στιγμή ο πειρατής και έσκασε στα γέλια.
Θα περίμενε κάποιος πως η κοπέλα θα ήταν κάπως στεναχωρημένη, κάθε άλλο, ήταν μέσα στην τρελή χαρά.

Όταν έφθασαν στο πειρατικό βρισκόταν ήδη εκεί ο παπάς ο οποίος τέλεσε και το μυστήριο του γάμου.
Στην πορεία ο Μανδραγόρας αφού διαπίστωσε πως η κοπέλα ήταν τζετ σε όλα της και ειδικότερα στόνατάλλο!! αποφάσισε να σταματήσει την πειρατεία και να αποσυρθεί σε κάποιο μέρος της Αττικής.
Άλλωστε όλα αυτά που είχε συλλέξει από τις πειρατείες όλων των χρόνων ήταν αρκετά για να ζήσει τα επόμενα χρόνια της ζωής του χωρίς άγχος.
Εντωμεταξύ, τα προηγούμενα χρόνια είχε φροντίσει να αγοράσει κάποια οικόπεδα κοντά στην Ελευσίνα.

Αργότερα η περιοχή πήρε το όνομα του και από το Μανδραγόρας ονομάστηκε Μάνδρα!!
Είναι η σημερινή Μάνδρα.
Φίλες και Φίλοι ας ευχηθούμε όλοι μαζί να έχουν καλή υγεία η Νίκη, ο Μανδραγόρας και οι απόγονοι τους γιατί ξέχασα να σας πως πως η κοπέλα χάρισε στον Μανδραγόρα 3 παιδιά, δύο γιους και μία κόρη.
Εγώ αυτή την ιστορία όπως σας προείπα την άκουσα από την κόρη του πειρατή η οποία μου ορκίστηκε πως όλα όσα μου είπε ήταν αλήθεια.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Μανδραγόρα και της Νίκης της Καλύμνου.
Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο δόκιμος Επικούρειος και δόκιμος άνθρωπος Επικούρειος Πέπος

26.4.20

ΓΙΑΓΙΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ 5 μήνες χωρίς την σούπερ γιαγιά. Μανούλα ευτυχώς που μας αποχαιρέτησες στην κατάλληλη ώρα.

Να λησμονούμε τους νεκρούς μας για να σβήσουμε τη θλίψη μας, είναι αχαριστία°
Να πέφτουμε στην απόγνωση, επειδή τους χάσαμε, είναι βλασθημία.
Πλούταρχος. Μανούλα σ' ευχαριστούμε.