Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

10.11.21

ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΖΗΚΟΣ Ένας πρώην αρτοποιός που παρασκεύαζε αρτοποιήματα και στην πορεία έγινε ποιητής.

04 Νοεμβρίου 2021 γενέθλια ημερομηνία του Πλάτωνα του Γοργογυραίου.

Φίλες και φίλοι αγαπητοί λάτρεις της ποίησης καλημέρα, όπως πολύ καλά γνωρίζετε το διεθνούς φήμης ιστολόγιο της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου είναι μία ποιοτική ποιητικολογοτεχνική και όχι μόνο όαση στο απέραντο σύμπαν του διαδικτύου που εδώ και 14 χρόνια, προσπαθούμε να παρουσιάζουμε σε όλους εσάς που μας κάνετε την τιμή να μας διαβάζετε, ποιοτικά άρθρα, ποιοτικούς ανθρώπους, όμορφες μουσικές, καλλιτεχνικά δρώμενα, εστίες πολιτισμού, προτάσεις βιβλίων, ποιημάτων, έργα τέχνης, λογοτεχνών, συγγραφέων, σημαντικούς ανθρώπους, σημαντικές πράξεις συνανθρώπων μας και φυσικά ποιητές και ποιήματα. Σήμερα λοιπόν έχω την τιμή και την χαρά να σας παρουσιάσω έναν Τρικαλινό ποιητή που ακούει στο όνομα Ζήκος Αποστόλης και είχα την τύχη να τον συναντήσω στο μνημόσυνο του Μπαρμπαγιάννη. Πριν όμως σας μιλήσω για τον ποιητή θέλω να σας ρωτήσω αν θυμάστε τον Ζήκο από την ταινία με τίτλο "Της Κακομοίρας" με τον κορυφαίο ηθοποιό Κώστα Χατζηχρήστο στον ομώνυμο ρόλο. Ακούστε τώρα τι μου συνέβη στο μνημόσυνο του Μπαρμπαγιάννη, κάποια στιγμή κι ενώ βρισκόμασταν στο σπίτι του θείου μου καμιά 30 άτομα για τον καθιερωμένο καφέ, ακούω μία γυναικεία φωνή να λέει "Ζήκο που είσαι γλυκέ μου!!

Αυτόματα το μυαλό μου πήγε στον γνωστό Ζήκο της ταινίας, επειδή μου προκάλεσε μεγάλη περιέργεια όχι το "γλυκέ μου" αλλά το Ζήκος, πλησίασα την κυρία και την ρώτησα αν άκουσα σωστά, αν πρόφερε το όνομα Ζήκος. Το όνομα της κυρίας ήταν Στεφανία, και μου είπε πως πολύ καλά άκουσα, και, παραξενεύτηκε που μου φάνηκε περίεργη αυτή η προσφώνηση. Όταν της εξήγησα το γιατί, πληροφορήθηκα πως αυτό ήταν το επώνυμο του συζύγου της!! Δεν είχε πάει ποτέ το μυαλό μου πως ήταν δυνατόν το όνομα Ζήκος να το είχε άλλος από τον Ζήκο της ταινίας, το είχα συνδέσει μόνο με τον Χατζηχρήστο. Με αφορμή λοιπόν αυτή την προσφώνηση πληροφορήθηκα πως ο κ. Ζήκος ήταν ο πατέρας της Υακίνθης - Φωτεινής, άρα, πεθερός του Πλάτωνα!!! και φυσικά συμπέθερος με τον Μπαρμπαγιάννη. Το πιο σημαντικό όμως ήταν αυτό που έμαθα στο τέλος της συζήτησης, με πληροφόρησε η κόρη του κ. Ζήκου η Υακίνθη - Φωτεινή πως ο πατέρας της εκτός από αρτοποιός που ήταν πριν βγει στη σύνταξη, είναι και ποιητής!!! Όπως καταλαβαίνετε αυτό για μένα ήταν είδηση και ζήτησα περαιτέρω πληροφορίες, συνομίλησα με τον άρτο-ποιητή και κατάλαβα πως έχω δίπλα μου έναν ταλαντούχο ποιητή που τα βιώματά του τα έκανε ποίηση. Αυτόν λοιπόν τον ποιητή και το έργο του θα σας παρουσιάσω σήμερα, κυρίες και κύριοι υποδεχθείτε τον κύριο Αποστόλη Ζήκο εκ Τρικάλων.

- Κύριε Ζήκο σας καλοσωρίζουμε στο ιστολόγιο μας, και ευχόμαστε η Μούσα της ποίησης να συνεχίσει να σας εμπνέει. Θα θέλαμε να μας πείτε λίγα λόγια για σας.

- Όπως προείπατε ονομάζομαι Ζήκος Απόστολος της Φωτεινής και του Βάιου και ουδεμία σχέση συγγένειας έχω με τον γνωστό Ζήκο της ταινίας. Γεννήθηκα το 1950 στο Χωριό Άγιος Αθανάσιος Τρικάλων, ήμασταν σύνολο 5 αδέρφια, 4 αγόρια και ένα κορίτσι, είμαστε εν ζωή τα 4 αγόρια, δυστυχώς η αδερφή μας η Δήμητρα δεν ζει πια. Το 1962 τελείωσα το δημοτικό σχολείο και παρ' ό,τι ήμουν καλός μαθητής δεν πήγα μετά στο γυμνάσιο λόγω οικονομικής δυσπραγίας της οικογένειας, έπρεπε, να συμβάλω κι εγώ στα οικονομικά της οικογένειας παρά το γεγονός ότι ήμουν ακόμα μόνο 12 χρονών. Θα έλεγα μάλιστα πως πολλά παιδιά τότε, έπρατταν αυτό που έπραξα εγώ για τους γνωστούς λόγους. 

- Θέλω να σας ρωτήσω αν οι δάσκαλοί σας είχαν διακρίνει σε σας κάτι από το ποιητικό σας ταλέντο και αν ήδη από το δημοτικό είχατε αρχίσει να γράφετε τα πρώτα σας ποιήματα.

- Όχι, στο δημοτικό δεν είχα γράψει κάτι γιατί απλά δεν είχα ακόμα το ταλέντο, ή αν θέλετε δεν με είχε επισκεφθεί ακόμα η Μούσα Ερατώ, δηλαδή η Μούσα της ποίησης. Αυτό έγινε πολύ αργότερα και συγκεκριμένα όταν πάντρεψα την κόρη μου την Υακίνθη - Φωτεινή, τότε το 1990 αποφάσισε - για δικούς της άγνωστους σε μένα λόγους - να μ' επισκεφθεί η Μούσα, κι εγώ σκέφτηκα κάλιο αργά παρά ποτέ.  Άρα για να επανέλθω στο αρχικό σας ερώτημα τίποτα στο δημοτικό δεν σηματοδότησε αυτό που ακολούθησε μετά. 

- Τι είναι αυτό που "κουβαλάτε" μαζί σας από την παιδική σας ηλικία;

- Το πρώτο η φτώχεια, μιλάμε για πολύ δύσκολες εποχές σκεφτείτε λίγο τη θέση των γονιών μου που έπρεπε να φροντίσουν για πέντε παιδιά συν φυσικά τους εαυτούς τους, δύσκολα, πολύ δύσκολα χρόνια, πολλά παιδιά της γενιάς μου επέζησαν από τύχη. Επίσης αυτό που "κουβαλάω" όλα τα χρόνια που ζω και όσο θα συνεχίσω να να ζω θα το "κουβαλάω" είναι ο θάνατος της μητέρας μου όταν ήμουν ακόμα βρέφος 40 ημερών, γι' αυτό και το πρώτο ποίημα που έγραψα είναι αυτό που μιλάω για την μητέρα μου, ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που μ' επισκέφθηκε η Μούσα της ποίησης γιατί ως γυναίκα και ως μάνα κατάλαβε τον πόνο που ήταν φωλιασμένος στην ψυχή μου και με βοήθησε αυτόν τον πόνο να τον κάνω ποίημα. Την ευχαριστώ και την ευγνωμονώ.

- Κύριε Ζήκο ας έρθουμε τώρα στον δεύτερο μεγάλο έρωτα της ζωής σας, λέω δεύτερο γιατί από κάποια στιγμή και μετά η ποίηση έγινε ο πρώτος μεγάλος σας έρωτας ενώ αυτή τη θέση πριν την κατείχε η σύζυγός σας, θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το πώς καταφέρατε να σας αγαπήσει η πιο όμορφη κοπέλα της περιοχής; Τουλάχιστον αυτό λένε οι φήμες πως η σύζυγός σας ήταν πααααάρα πολύ όμορφη.

- Σωστές είναι οι φήμες, πράγματι ήταν η πιο όμορφη και αρκετοί νέοι της ηλικίας μου θα ήθελαν να βρεθούν αυτοί στη θέση τη δική μου. Προφανώς και η Στεφανία θα διέκρινε σε μένα κάποια χαρίσματα, μεταξύ αυτών και αυτό του μελλοντικού ποιητή και του πιστού και αφοσιωμένου συζύγου. Εκ του αποτελέσματος μπορώ να πω πως ούτε εγώ έκανα λάθος, αλλά ούτε και η Στεφανία γιατί ζήσαμε μαζί μια πολύ όμορφη και συναρπαστική ζωή και εξακολουθούμε να εκτιμούμε και να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον με αρκετή αγάπη. Για τα δικά μου μάτια εξακολουθεί να είναι εξίσου γοητευτική και όμορφη.

ΣΤΗΝ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ

- Εκκίνησα μία Κυριακή/

Μια Κυριακή του Μάη/

Πήρα τους δρόμους στα ψηλά/

Και βγήκα στο Καμνάϊ.

- Βρίσκω κοπέλα όμορφη/

Την παίρνω από το χέρι/

Χωρίς λογάκια περιττά/

Ευθύς την κάνω ταίρι.

- Μαζί στο δρόμο της ζωής/

Μαζί σ' αυτήν την ζήση/

Μονάχα αν θέλει ο Θεός/

Μονάχα, αυτός θα μας χωρίσει.

- Μιας και αναφερθήκαμε στην σύζυγό σας θα ήθελα να σας ρωτήσω το πώς σας αντιμετώπισε η ίδια ως ποιητή, γιατί όπως καλά γνωρίζετε εμάς τους καλλιτέχνες μας αποκαλούν "ψώνια" παραδείγματος χάριν η πεθερά μου και ο γαμπρός σας ο Πλάτωνας εμένα δεν με αποδέχονται ως ζωγράφο αλλά με αποκαλούν μπογιατζή!! Αν είναι δυνατόν!! Εσείς λοιπόν ποια αντιμετώπιση είχατε από την σύζυγό σας;

- Αρχικά δεν εκτίμησε και ιδιαίτερα το ποιητικό μου ταλέντο αλλά στην πορεία με ενθάρρυνε πάρα πολύ και με βοήθησε αρκετά, έγινε η Μούσα μου, γι' αυτό και της έχω αφιερώσει το πιο κάτω κορυφαίο ποίημα μου. 

Στο ταίρι μου.

-- Ένα σούρουπο σε βρήκα/

Σε καταπράσινη πλαγιά/

Ένα σούρουπο μου πήρες/

Το μυαλό και την καρδιά.

-- Στην στιγμή με είχε πλανέψει/

Η καθάρια σου μάτια/

Το γλυκό χαμόγελο σου/

Τα σγουρά σου τα μαλλιά.

-- Με το φόβο μη σε χάσω/

Κάποιος άλλος μη σε πάρει/

Στη στιγμή το αποφασίζω/

Κ' έτσι γίναμε ζευγάρι.

-- Παλάτια δεν σου έταξα/

Σε όλα μου τα χρόνια/

Μον' την καρδιά που κυβερνώ/

Να σ' αγαπά αιώνια.

Απλά τώρα τελευταία που δεν έχω την έμπνευση που είχα πιο παλιά, που και που, με επιπλήττει, θεωρεί πως η αδράνεια δεν μ' αφήνει να γράψω νέα ποιήματα. Προσπαθώ να της εξηγήσω πως η Μούσα της ποίησης δεν είναι ντελιβερού για να της παραγγείλω μερικά ποιήματα, δεν μπορεί η Στεφανία να καταλάβει την διαδικασία της ψυχοσύνθεσης ενός δημιουργού. Άλλωστε τα περίπου 200 ποιήματα που έχω γράψει δεν είναι και λίγα, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έλεγαν: "ουκ εν τω πολλώ το ευ" έστω και μ' αυτά που έχω γράψει θεωρώ πως έχω αφήσει ένα μικρό αποτύπωμα στην τέχνη της ποίησης, αυτό θέλω να ελπίζω. Και όπως λέει ο Καβάφης στο ποίημά του με τίτλο ''ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΚΑΛΙ'' εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα. Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο πολύ από τον κοινό κόσμο απέχει. Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο πρέπει με το δικαίωμά σου να 'σαι πολίτης εις των ιδεών την πόλι. Και δύσκολο στην πόλιν εκείνη είναι και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν.

- Πόσα παιδιά έχετε;

- Δύο γλυκύτατες κόρες την Υακίνθη - Φωτεινή και την Βασιλική οι οποίες μας έχουν χαρίσει 3 μοναδικές και χαρισματικές εγγονές, την Έλενα, την Στεφανία και την Μαρία.

- Κύριε Ζήκο αν δεν σας ενοχλεί θα ήθελα να μου πείτε δύο λόγια για τον γαμπρό σας τον Πλάτωνα - Κωνσταντίνο.

- Κατ' αρχάς από εσάς μαθαίνω πως ο γαμπρός μου ο Κώστας έχει και δεύτερο όνομα, οφείλω να ομολογήσω πως δεν το ήξερα, αυτό όμως που γνωρίζω πολύ καλά είναι το γεγονός πως πρόκειται για ένα καταπληκτικό παιδί και άριστο οικογενειάρχη, θεωρώ πως η κόρη μου, όπως και η μητέρα της,  έκαναν τις καλύτερες επιλογές, ελπίζω κάποια στιγμή να ασχοληθεί κι αυτός με την ποίηση μιας και είναι και πολύ καλός μουσικός. Ελπίζω επίσης κάποια στιγμή να μελοποίηση κάποια από τα ποιήματά μου. 

- Νιώθετε να χρωστάτε ευγνωμοσύνη σε κάποιους ανθρώπους; 

- Ναι, και θα μου επιτρέψετε να τους μνημονεύσω, είναι ο Ζήνων Κατσάρος, ο Κουρκούνης Χαράλαμπος, και ο Τριχόπουλος Ευθύμιος, εργάστηκα κοντά σ' αυτούς ευγενικούς και καλοσυνάτους ανθρώπους οι οποίοι με είχαν σαν παιδί τους. Αυτούς τους ανθρώπους τους ευγνωμονώ.

- Πότε αποφασίσατε να γίνεται αρτοποιός;

- Το 1973 άνοιξα τον πρώτο φούρνο στην οδό Καραϊσκάκη. Το 1975 ανοίξαμε το δεύτερο αρτοποιείο, του Παπασίμου αν έχετε υπόψιν σας. Η ενασχόληση μου με την τέχνη του αρτοποιού στάθηκε η αφορμή να γράψω ένα ποίημα αφιερωμένο στους αρτοποιούς.

ΤΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΤΩΝ ΑΡΤΟΠΟΙΩΝ

- Στης Τρικαλινής μας/

Της ζωής τον βίο/

Υπάρχει ένα συμπαγές/

Αξιαγάπητο Σωματείο.

- Όλοι οι εκλεκτοί συνάδελφοι/

Είναι πολύ αγαπημένοι/

Με τα βάσανα της εργασίας τους/

Σκληρά δοκιμασμένοι.

- Όλοι εργάζονται σκληρά/

Δίχως πάθη δίχως μίση/

Είναι στα μάτια ολονών/

Παράδειγμα προς μίμηση.

- Τι Σωματείο είναι;/

Και ποιανών;/

Μα ποιο άλλο θα 'ναι φίλοι μου/

Παρά, το Σωματείο των Αρτοποιών.

- Αγωνιζόμαστε νυχθημερόν/

Και με πολύ μεράκι/

Να τρώνε οι συμπολίτες μας/

Λαχταριστό ψωμάκι.

- Εύχομαι και αγωνιζόμαστε πάντοτε/

Σωστά όμορφα κι ωραία/

Για να μπορούμε να 'χουμε ψηλά/

Την των αρτοποιών σημαία.

- Γι' αυτό αυτά που διαβάσατε εδώ/

Και τα 'γραψα Κατ' οίκον/

Ας τα τηρήσουμε σωστά μην έχουμε/

Αποτέλεσμα μηδέν εις το πηλίκον.

- Κύριε Ζήκο αν υποθέσουμε πως η ΝΑΣΑ αποφάσιζε να στείλει στο διάστημα προς άλλους πλανήτες ένα βιβλίο με ποιήματα και σας ζητούσαν ένα δικό σας ποίημα για να το συμπεριλάβουν σ' αυτό το βιβλίο, ποιο θα ήταν αυτό που θα επιλέγατε;

- Χωρίς δεύτερη σκέψη το ποίημα για την μητέρα μου, αν εκεί έξω στο σύμπαν υπάρχουν μητέρες θεωρώ πως θα το έβρισκαν ενδιαφέρον.

Γράμμα στην μητέρα μου και συνάντηση με αυτήν κατόπιν.

--Βιάστηκες μανούλα μου/

Να πας στα μαύρα ξένα/

Όπου δεν έχουν γυρισμό/

Αλίμονο σε μένα.

--Πριν καλά - καλά σε δω/

Και πριν να σε γνωρίσω/

Με άφησες μανούλα μου/

Λίγο πριν σαραντήσω.

--Δεν έζησα τα χάδια σου/

Και την θερμή αγκαλιά σου/

Όπως ένοιωσαν μανούλα μου/

Τ' άλλα τα παιδιά σου.

--Ευχή κάνω στον Θεό/

Για να σε συναντήσω/

Μα σκέπτομαι μανούλα μου/

Το πως θα σε γνωρίσω.

--Τύχη στην ατυχία μου/

Χαρά που με προσμένει/

Βρίσκω φωτογραφία σου/

Παλιά και ξεχασμένη.

--Του άλλου κόσμου τα σκαλιά/

Θα πάρω ένα βράδυ/

Να μάθω αν είμαι εγώ η αφορμή/

Που βρίσκεσαι στον Άδη.

--Μ' αυτήν θαρθώ για να σε βρω/

Και για να σε ρωτήσω/

Γιατί έφυγες μανούλα μου/

Χωρίς να σε γνωρίσω.

--Θαρθώ μανούλα μου γλυκιά/

Θαρθώ για να μου δώσεις/

Τα χρωστικά σου χάδια και φιλιά/

Να μου τα ξεπληρώσεις.

--Και είναι πολλά που μου χρωστάς/

Και τάχω εγώ γραμμένα/

Και στα ζητώ μανούλα μου/

Με μάτια δακρυσμένη.


--Παιδί μου κάτσε φρόνιμα/

Έλα στα σιγκαλά σου/

Στοχάσου την γυναίκα σου/

Λυπήσου τα παιδιά σου.

--Ο τόπος που βρίσκομαι εγώ/

Αλιά που τον κατέχει/

Είναι μακρυά και δύσκολος/

Και γυρισμό δεν έχει.

--Θέλω πολύ ναρθείς αγόρι μου/

Και να τα λέμε αιώνια/

Μα θέλω και το κεφάλι σου/

Λευκό να είναι από τα χιόνια.


--Πέρασαν χρόνια αρκετά/

Επτά δεκαετίες/

Και το κορμί μου τσάκισαν/

Πίκρες και κακουχίες.

--Και μια ημέρα βροχερή/

Ένα θλιμμένο δείλη/

Σώνεται και σβήνει οριστικά/

Της άχαρης ζωής μου το καντήλι.

--Φεύγω και πάω στους ουρανούς/

Με ελπίδα και λαχτάρα/

Ρωτώντας και γυρεύοντας/

Την άγνωστή μου μάνα.

--Την βρίσκω εκεί σε μια γωνιά/

Σε μια γωνιά θλιμμένη/

Μετρώντας τις μέρες , τις χρονιές/

Και να με περιμένει.

--Αφού μου δίνει χάδια και φιλιά/

Αυτά που μου χρωστάει/

Γι' αδέρφια φίλους, συγγενείς/

Αρχίζει να ρωτάει.

--Καθώς τα συζητάμε όλα αυτά/

Δείχνουμε παραφωνία/

Σαν μάνα και σαν γιός/

Ως προς την ηλικία.

--Λίγα τα χρόνια αυτηνής/

Λίγα και μετρημένα/

Πολλά πολλά τα χρόνια μου/

Σκληρά βασανισμένα.

--Μα κάποιος γνωστός που ήξερε/

Πως το κακό έχει γίνει/

Δίνει σε όλους την εξήγηση/

Πως η μάνα βιάστηκε να φύγει.

- Κλείνοντας αυτή τη μικρή συνέντευξη θα ήθελα να μας πείτε ποια ποιήματα αφιερώνεται αντίστοιχα στις κόρες σας, και στις εγγονές σας στην κάθε μία χωριστά μιας και για την σύζυγό σας μας έχετε ήδη αναφέρει το δικό της ποίημα.

Στην Υακίνθη - Φωτεινή.

Στα νιόπαντρα Υακίνθη - Φωτεινή και Πλάτωνα - Κωνσταντίνο.

--Στους πρόποδες του Κερκέτιου όρους/

Τώρα που ο ήλιος έχει γείρει/

Στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι/

Θα γίνει πανηγύρι.

--Έτσι η μοίρα το ' χει φέρει/

Γάμος και χαρά να γένει/

Σ' αυτήν εδώ τη συνοικία/

Μα σε άλλη εκκλησία.

--Και έχουν έλθει εδώ πέρα/

Φίλοι συγγενείς και συμπεθέροι/

Τις ευχές τους για να δώσουν/

Στο νιόπαντρο ζευγάρι που 'χει γίνει ταίρι.

Ας ευχηθούμε όλοι μαζί/

Στον Πλάτωνα και στην Υακίνθη/

Την υπόλοιπη ζωή

Να την διαβούν ευτυχισμένοι.

-------------------------------------

Στην Βασιλική.

Η ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΗ ΕΓΓΟΝΗ.

--Με γεράσες βρε κόρη μου/

Σ' ένα γλυκό βραδάκι/

Με γεράσες παράκαιρα/

Σαράντα χρονών και κάτι.

--Με γεράσες μα το 'θελα/

Το 'χα και των μεράκι/

Καθώς στον κόσμο έφερες/

Ένα αγγελουδάκι.

--Όσο για σε μπεμπέκα μου/

Για σένα τα 'χω ούλα/

Να το 'χεις χάρη βρε γλυκούλα/

Που σ' έχω εγγονούλα.

--------------------------------------

Στην Έλενα.

--Στα μισά του Γενάρη μήνα/

Κι αρχομένη τη βδομάδα/

Γεννηθεί μια μικρούλα/

Μια τσαχπίνα σουσουράδα.

--Έχει πρόσωπο φεγγάρι/

Δύο ματάκια λαμπερά/

Σαν τα βλέπεις με την πρώτη/

Σου σκλαβώνουν την καρδιά.

Καλότυχη + Καλόμοιρη

Να 'ναι το ριζικό της

Ευτυχία και χαρά/

Πάντα στο σπιτικό της.

-----------------------------------------


Στην Στεφανία.

ΤΟ ΣΧΟΛΕΊΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

--Είναι η ζωή ένα σχολείο/

Που τελειωμό δεν έχει/

Αλίμονο στον καθένα μας όπου/

Για το παραμικρό έγνοιες σκοτούρες έχει.

-- Κι αν πάντα ψηλαφίζουμε/

Με πάθος με μεράκι/

Πότε κάνεις δεν έβγαλε/

Ούτε και βρήκε άκρη.

-- Τα πάντα είναι πρόσκαιρα/

Αυτό να τους διδάσκεις/

Και όλα έχουν τελειωμό/

Γι' αυτό καλό είναι να το ρίχνουμε/

Ενίοτε και στον ζαμανφουτισμό.

-- Γιατί η ζωή είναι σύντομη Στέφη/

Και γρήγορα διαβαίνει/

Αλιά σ' αυτόν όπου τη ζει/

Και δεν το καταλαβαίνει..

-----------------------------------

Στην Μαρία.

ΑΓΝΑ ΑΙΣΘΉΜΑΤΑ

-- Τα λόγια είναι περιττά/

Και άνευ σημασίας/

Πιστεύω Μαράκι μου στα αισθήματα/

Τα της αγνής φιλίας.

-- Μαχαίρι αν μου βάλουν στην καρδιά/

Και αν μου κόψουν το κεφάλι/

Στον φίλο εγώ θα ευελπιστώ/

Να ξαναγεννηθώ και πάλι.

-- Θα ' ρθει καιρός θα 'ρθει στιγμή/

Που θα τον θυμηθείς τον Αποστόλη τον παππού/

Για τους λίγους φίλους και καλούς/

Που σου 'λεγε να έχεις.

---------------------------------------

Ακολουθεί η επιλογή ποιημάτων που έκανε ο Επικούρειος Πέπος μαζί με τον Πλάτωνα, ο Πλάτωνας με παρακάλεσε να κάνουμε μαζί την επιλογή για ευνόητους λόγους.

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ ΜΟΥ ΜΕ ΑΓΑΠΗ.

--Στον δάσκαλο που μ' έμαθε/

Πρώτα να συλλαβίζω/

Τους παρακάτω στίχους μου/

Με αγάπη τους χαρίζω.

--Το δάσκαλο που έσκυβε/

Επάνω μου με αγάπη/

Μες την καρδιά μου βρίσκεται/

Εκεί σε κάποιαν άκρη.

--Κι αν πέρασαν χρόνια πολλά/

Κι αναπολώ τα περασμένα/

Αβίαστα νοσταλγικά/

Ο νους μου πάει σε σένα.

--Για την γιορτή σου σήμερα/

Χρόνια πολλά κι ευτυχισμένα/

Χρόνια πολλά σου εύχομαι/

Απ' την καρδιά βγαλμένα.

-----------------------------------

ΤΡΙΚΑΛΑ (ΤΡΙΑ ΚΑΛΑ)

-- Των θεών η πόλις/

Η πολυαγαπημένη/

Ήταν η αρχαία ΤΡΙΚΚΗ/

Η κοσμοξακουσμένη.

-- Όπου για να την προστατέψουν/

Από κάθε ασθένεια και ιό/

Της έστειλαν, της χάρισαν/

Τον ξακουστό ΑΣΚΛΗΠΙΟ.

-- Χάρισαν στους κατοίκους της/

Κάμπο απέραντο να σπέρνουν να σκαλίζουν/

Τρία ποτάμια με νερό/

Παντοτινά να το ποτίζουν.

-- Φροντίδα μα και έννοια είχε η πόλη μας/

Από τους Αρχαίους τους Θεούς/

Μα παραμελήθηκε αφάνταστα/

Από τους εκάστοτε πολιτικούς.

-- Μα κι αν την έχουνε παραμελήσει/

Κάνεις μας δεν τους βρίζει/

Γιατί η όμορφη η κοπελιά/

Έτσι κι αλλιώς θα ξεχωρίζει.

-- Μέσα στο διάβα της ζωής/

Του χρόνου εν κατακλείδι/

Ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε/

Πανέμορφο στολίδι.

----------------------------------

ΤΡΙΚΑΛΑ (ΔΕΥΤΕΡΟ)

- Στολίδι είσαι πόλη μου/

Σε ομορφιά και χάρη/

Πόλη ωσάν τα Τρίκαλα/

Στη χώρα δεν είναι άλλη.

Παράδεισος τα όρη σου/

Με τα πολλά νερά σου/

Οξυγόνο πηγές αστείρευτες/

Τα πανέμορφα Βουνά σου.

- Χαρά και αγαλλίαση/

Το σώμα πλημμυρίζει/

Όταν το βλέμμα απλώνεται/

Και στις κορφές γυρίζει.

- Νιώθω περηφάνια/

Σε όλο μου το σώμα/

Σαν απαντώ σε άγνωστους/

Από τα Τρίκαλα πως είμαι.

-----------------------------------

ΣΤΟΝ ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟ

- Οσάν διαβαίνω τα βουνά/

Αυτά του Ασπροποτάμου/

Όλα του κόσμου τα καλά/

Τα νοιώθω πια δικά μου.

- Το βλέμμα σαν απλώνεται/

Και στις κορφές γυρίζει/

Χαρά και αγαλλίαση/

Το σώμα πλημμυρίζει.

- Ωσάν θαρρώ τον Πλάτανο/

Τα όμορφα Ελάτια/

Σε κάποια ρίζα από αυτά/

Ας έκλεινα τα μάτια.

- Να με κρατάνε συντροφιά/

Χειμώνα καλοκαίρι/

Με τις κορφούλες να μιλώ/

Σαν τις λυγάει τ' αγέρι.

- Δροσούλα να ρίχνουν το πρωί/

Ίσκιο σα 'ρθεί το γιόμα/

Έστω και μετά θάνατο/

Να αναπαυθεί το κουρασμένο σώμα.

----------------------------------

ΘΕΛΩ ΝΑ ΑΝΕΒΩ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ.

- Θέλω να ανέβω στα βουνά/

Ψηλά στα κορφοβούνια/

Να 'χω παρέα τον Θεό/

Μαζί του να μιλήσω.

- Να πω τα ντέρτια μου τα μυστικά/

Και τα παράπονά μου/

Που είναι πολλά και αβάσταχτα/

Αλιά από την καρδιά μου.

- Αγάπη έδινα παντού/

Μα αγάπη εγώ δεν πήρα/

Πίκρα, φαρμάκια και κακό/

Για ανταμοιβή μου πήρα.

-------------------------------------

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΜΙΑΣ ΧΑΡΟΚΑΜΜΕΝΗΣ ΜΑΝΑΣ ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΊΟ.

- Ήρθα και πάλι γιόγκα μου/

Παρέα να σου κάνω/

Και θα 'ρχομαι καμάρι μου/

Μέχρι που να πεθάνω.

- Ποτέ δεν το περίμενα/

Και είναι μεγάλο κρίμα/

Εικοσάχρονο παλληκαρόπουλο/

Να σ' έχω μες στο μνήμα.

- Τραγούδια θέλω να σου πω/

Χαρούμενα κι όχι λυπημένα/

Αλλά, μονάχα δάκρυα και λυγμοί βγαίνουνε/

Από τα μάτια και τα χείλη μου τα σφιγμένα.

- Κλαίω για τα νιάτα σου/

Και για την ομορφιά σου/

Κλαίω γιατί μπαχτσές ήτανε/

Για όλους η καρδιά σου.

- Παράπονο από τον Θεό/

Αυτό μονάχα έχω/

Όπου σε πήρε από εμένανε/

Και μ' άφησε την πίκρα και τον πόνο.

------------------------------------

ΣΤΙΧΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΠΗΛΕΙΟ

-- Στο στέκι μας που ήρθατε εδώ στην Αμβροσία/

Φίλοι μου αγαπημένοι/

Χαρά και προσδοκία μας/

Να φύγετε ευχαριστημένοι.

-- Σε φίλους, γνωστούς και συγγενείς/

Σε όλους να μιλάτε για την Αμβροσία/

Τιμή μας και καμάρι μας/

Εδώ αν ξαναρθείτε.

-- Και οποιανού η ώρα δεν περνά/

Δεν ξέρει τι να κάνει/

Παρέα και εκλεκτό μεζέ/

Θα βρει στον Μπαρμπαγιάννη.

-- Οποίος έχει βάσανα/

Και ντέρτια στην καρδιά/

Στην Αμβροσία θε να βρει το γιατρικό/

Και την παρηγοριά.

-- Δεν ξαναπίνω τσίπουρο, και κρασί/

Τ' αναθεματισμένα/

Άστα να πάνε φίλε μου/

Φέρε μου ακόμη ένα.

-------------------------------------------

ΜΑΥΡΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΥΡΑ ΦΡΥΔΙΑ

-- Μαύρα ματάκια αντάμωσα/

Μαύρα μαλλάκια είδα/

Την σκέψη μου και το κορμί/

Ρίξαμε σε καταιγίδα.

-- Να τα ξεχάσω δεν μπορώ/

Τα μάτια μου δακρύζουνε/

Αφού τίς όμορφες ματιές/

Σε άλλον τις χαρίζουν.

-- Τίποτε δεν μπορώ να πω/

Τίποτε δεν μου μένει/

Αφού τα μαύρα μάτια και μαλλιά/

Ανήκουν σε ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ.

---------------------------------------

ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΤΟΥ 2021 ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

-- Ένας υπαλληλάκος μισθωτός/

Πάντα είναι νηστικός/

Τρέχει ο δόλιος και δεν φτάνει/

Να γεμίσει το κουτάλι.

-- Ρίχνεται παντού, σε όλα/

Μπας και γεμίσει η κατσαρόλα/

Βλέποντας ο δόλιος την ακρίβεια/

Λέει θα πάω να φτιάξω γίδια.

-- Και το λέει/

Και το κάνει/

Νάτος πάνω σε μια στάνη/

Να μας κάνει τον τσοπάνη.

-- Έτσι γλύτωσε ο υπαλληλάκος/

Που τώρα ψάχνει το ταίρι του να βρει/

Στην άγονη γραμμή/

Με γεμάτο το καρδάρι από την αρμεγή.

---------------------------------------

ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ ΤΡΕΛΟ

-- Για σένα βρε γειτόνισσα/

Που' Χέις περίσσια χάρη το νου μου έχω χάσει/

Της ομορφιάς τα κάλλη σου/

Μ' έχουν ξελογιάσει.

-- Τα μάτια σου με πλάνεψαν/

Τα στήθη σου με τρελαίνουν/

Όνειρα και σκέψεις αμαρτωλές/

Το σώμα μου παιδεύουν.

-- Βλέπω στον ύπνο τον βαθύ/

Πως είμαστε πιασμένοι χέρι χέρι/

Και πως γυρνάμε ξέγνοιαστα/

Σε όλα της γης τα μέρη.

-- Έρωτα πως κάνουμε ασταμάτητα/

Έρωτα πως κάνουμε τρελό/

Μα σαν ξυπνούν τα μάτια μου/

Βλέπω πως ήταν όνειρο απατηλό. 

Φίλες και φίλοι σας ευχαριστώ που φθάσατε ως εδώ, περισσότερες πληροφορίες για τον ποιητή θα βρείτε αν επισκεφθείτε την όμορφη πόλη των Τρικάλων. Καλή τύχη σε όσους το έχουν ανάγκη.

Επιμέλεια ανάρτησης: Επικούρειος Πέπος

Επιμέλεια χρωμάτων: FUJI TOMO KAZU

Επιμέλεια συντονισμού: Επίκουρος ο Γοργογυραίος.





9.11.21

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΑΓΚΡΗΣ ένας εργασιομανής φιλόσοφος παράδειγμα προς μίμηση.

Φίλες και φίλοι καλημέρα, τι θα λέγατε σήμερα να ασχοληθούμε με την φιλοσοφία και ειδικότερα με έναν εκλεκτό φίλο της σοφίας, έναν εργασιομανή ''νέο'' που βρίσκεται στην όγδοη δεκαετία της ζωής του και όπως λέει και ο ίδιος "απόλαυσα και απολαμβάνω την ζωή μου .... Εργαζόμενος!!

Φίλες και φίλοι απολαύστε τον κύριο Γιάννη Σιάγκρη. Αυτός ο επιχειρηματίας φιλόσοφος ανήκει σε ειδική κατηγορία γιατί αποτελεί εξαίρεση, ανήκει σε μία μικρή ομάδα ανθρώπων που κοσμούν τον κλάδο των επιχειρηματιών γιατί παράλληλα με το νόμιμο και δίκαιο κέρδος προσπαθεί να φανεί και χρήσιμος στην κοινωνία. Μιλάμε για την απόλυτη έννοια της Εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.  Έχουμε μεγάλη ανάγκη από σωστούς επιχειρηματίες και με βάση τα λεγόμενα του φίλου και κουμπάρου μου Κ. Βαλιούτη, ο κύριος Σιάγκρης είναι ο άνθρωπος που χαίρεσαι ως επαγγελματίας να έχεις μαζί του [νταραβέρι] συνεργασία, ο λόγος του είναι συμβόλαιο. Συγχαρητήρια στον κύριο Γιάννη, και όπως λέει και ο ίδιος "όταν αγαπητέ αναγνώστη διαβάσεις όλα αυτά που ακολουθούν μην βαθμολογήσεις εσύ τον εαυτό σου για την συμπεριφορά σου στην κοινωνία, αλλά κάνε μυστική ψηφοφορία στο περιβάλλον σου για να δεις ακριβώς ποιος είσαι". Ας ξεκινήσουμε την πλοήγηση μας στα φιλοσοφικά αποφθέγματα του κυρίου Γιάννη Σιάγκρη.

"Η αγάπη του υπαλλήλου για την δουλειά, ξεκινάει από την αγάπη του εργοδότη για τον υπάλληλο".

"Η εμπειρία στον άνθρωπο, δεν πουλιέται στο παζάρι της Κυριακής ούτε της Δευτέρας, η εμπειρία αποκτιέται διαχρονικά και με ιδρώτα".

"Εκείνοι που τα μαζεύουν, συνήθως, δεν ξέρουν να τα τρώνε. . . Και εκείνοι που τα τρώνε, δεν ξέρουν να τα μαζεύουν".

"Όποιος σπατάλησε . . . την ζωή του στις καφετέριες και στα WWW άσκοπα, θα πονέσει στα ύστερα του χρόνια".

"Αν θέλεις πάντα να πετυχαίνεις, κράτα το στόμα σου κλειστό, απάλυνε την οξύτητα σου και κυρίως κρύψε την εξυπνάδα σου".

"Το μυαλό του ανθρώπου είναι σαν. . . αλεξίπτωτο κάνει δουλειά ΜΌΝΟ ΟΤΑΝ ΕΊΝΑΙ ΑΝΟΙΧΤΌ".

"Θα είσαι μάγκας, αν ΠΕΤΎΧΕΙΣ κάτι στη ζωή σου χωρίς τα κεφάλαια από τον μπαμπά σου, καθώς επίσης και αν φροντίσεις να διατηρήσεις τα κεφάλαια που βρήκες".

"Όταν αναλαμβάνεις το ρίσκο θα πρέπει να είσαι έτοιμος/μη να πάρεις και το κόστος, αν όχι κάτσε στ' αυγά σου".

"Ο φίλος που θ' αποκτήσεις, συνήθως δεν βρίσκεται ποτέ εκεί που τον περιμένεις".

"Έμπορα . . . Πρόσεξε, όταν πουλάς στους πελάτες σου διότι είναι άλλο το ξύρισμα και άλλο το γδάρσιμο, ο ξυρισμένος θα ξανάρθει, ο γδαρμένος όχι".

"Ναι, μπορώ ν' αλλάξω τις απόψεις μου, όχι όμως τις αξίες μου".

"Η καρδιά του ανθρωπισμού ονομάζεται συγγνώμη και σεβασμός".

"Υπάρχουν στιγμές που δεν ξέρεις από πού να κρατηθείς, τότε είναι που έχεις την ανάγκη ενός αληθινού φίλου και μιας ζεστής αγκαλίτσας".

"Ο αληθινός ηγέτης διακρίνεται από τον χαρακτήρα, όχι από το φύλο".

"ΟΠΟΙΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΜΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΉ ΟΑΣΗ . . . ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ".

"Για να επιτύχεις αυτά που θέλεις στη ζωή σου είναι απαραίτητοι . . . οι άξιοι συνεργάτες".

"ΟΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΓΗΡΑΤΕΙΆ".

"Αν στη ζωή σου "μοιράζεις" σεβασμό και καλοσύνη, δεν θα εισπράξεις καχυποψία και φθόνο, εσύ αποφασίζεις".

"Η ανάπαυση του σώματος, το δυναμώνει, η ενδυνάμωση του πνεύματος το απογειώνει".

"ΕΑΝ ΕΙΣΑΙ ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟΣ, ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΣ ΚΑΙ ΑΓΑΘΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ . . . ΑΠΟΦΕΥΓΕ ΤΟΥΣ "ΩΧΑΔΕΡΦΙΣΤΕΣ".

"ΝΑ ΑΡΚΕΙΣΑΙ ΣΕ ΑΥΤΆ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΣΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΦΘΟΝΕΙΣ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΚΑΤΕΧΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ. . ".

"Το κέρδος σου να το μετράς με την αύξηση της ανθρωπιάς σου . . . Και όχι με την αύξηση του πλούτου σου".

"Όποιος εκμεταλλεύτηκε στην ζωή του τον χρόνο δημιουργικά πέτυχε πολλά πράγματα και έζησε κατά κανόνα . . . τα ύστερα του χρόνια ευχάριστα".

"Ο πονηρός και ανέντιμος, κρύβει τις κακίες του. Ο σεμνός, έξυπνος και έντιμος κρύβει τις αρετές του".

"Το κεφάλαιο της αγάπης αυξάνεται όσο περισσότερο το σπαταλάς".

"ΝΑ ΠΡΟΤΙΜΑΣ ΤΗΝ ΣΥΝΑΣΤΡΟΦΗ ΜΕ ΑΝΘΡΏΠΟΥΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ  ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕ . . . ΚΟΙΛΙΟΔΟΥΛΟΥΣ".

Αυτά και άλλα πολλά έχει πει κατά καιρούς ο επιχειρηματίας φιλόσοφος κύριος Γιάννης Σιάγκρης ο δημιουργός της GLORIA  Ι. Ν. ΣΙΑΓΚΡΗΣ Α. Ε.

28.10.21

1940 Μία συγκλονιστική ιστορία, η ιστορία του μικρού Νικόλα που αξίζει να την διαβάσεις και να την γνωστοποιήσεις σε φίλους και συγγενείς.

 

ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟ ΥΨΩΜΑ 731!!!!!!!!!! Τιμή και δόξα στους αληθινούς Ήρωες.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί αστροσπαρμένοι, πολυφάραγγοι και ψηλοβροντορίχτες καλημέρα και καλή ανάγνωση, ο φίλος μου ο ά-σοφος! Γεώργιος λέει πως σ' αυτον τον τόπο, δηλαδή στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν Έλληνες!!!!!!!!!! στην καλύτερη των περιπτώσεων άντε να είμαστε φιλέλληνες!!!!!!!!!! Εσείς τι λέτε; Ο δε δάσκαλος Λιαντίνης είχε πει πως δεν είμαστε ούτε καν φιλέλληνες, απλά είμαστε Ελληνοέλληνες!!!! Αυτό βέβαια είναι τριςχειρότερο, εσείς τι λέτε; Σε συνέχεια της χθεσινής ιστορίας σας στέλνω σήμερα την ιστορία του Νικόλα, ο Νικόλας θα μπορούσε να ήταν ο καθ' ένας από εμάς. Φαντασθείτε τώρα όλους εκείνους τους Άγιους Ήρωες που έχασαν τη ζωή τους εκείνη την περίοδο του πολέμου και της αντίστασης, πόση πίκρα θα ένιωθαν όταν θα αντίκριζαν μετά τον πόλεμο όλους τους συνεργάτες του κατακτητή να κυβερνούν αυτόν τον τόπο για τον οποίον αυτοί έδωσαν τη ζωή τους!!!!!!!!! Για φαντάσου!!!!!!! Τέτοια ώρα ο Πλάτωνας, πρώην Γκοτζιόλας λέει: Άντε γανωθείτε καριόληδες!!!! Σας παρακαλώ κάποια στιγμή σήμερα αναζητήστε την απίστευτη ιστορία για το ύψωμα 731!!!! αλήθεια πόσο υπερήφανοι θα ένιωθαν εκείνοι οι Άγιοι Ήρωες για μας, και για τους σημερινούς ηγέτες του ΝΑΙ σε όλα; Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Ο Νικόλας - Μια άγνωστη ιστορία από τον πόλεμο του 40

Στη φωτό Ο Νικόλας και η αγαπημένη του
την ημέρα του γάμου τους

"Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον" έλεγαν οι παλιοί.
Ετσι και στην περίπτωση του Νικόλα. Κάποιες τραγικές συμπτώσεις έμελλαν να αλλάξουν τον ρου της ζωής του και να τον εξαναγκάσουν να φύγει από το μικρό χωριό της Εύβοιας στο οποίο ζούσε και να μετεγκατασταθεί σε μια μικρή κωμόπολη της Ν. Ιταλίας όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.
Οι παλιοί έλεγαν ακόμη
"Ουδέν κακόν αμιγές καλού"

Κι έτσι είναι. Μπορεί ο πόλεμος και οι κακουχίες να ήταν υπεύθυνα που αμούστακο παλληκαράκι ακόμη ο Νικόλας αποχωρίστηκε από τη μάνα του, τα αδέλφια του και το αγαπημένο του χωριό, όμως ο ίδιος ο πόλεμος έμελλε να τον κάνει να γνωρίσει τη σύντροφό του με την οποία έζησε ευτυχισμένα και πάντα ερωτευμένος για 55 ολόκληρα χρόνια!!!!
Μοναχά ο θάνατος τους χώρισε.....

Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Ο Νικόλας γεννήθηκε λίγο μετά από το θάνατο του πατέρα του ο οποίος σκοτώθηκε στον Α Παγκόσμιο πόλεμο. Μεγάλωσε με την μητέρα του και τα αδέλφια του με πολλή στέρηση. Εγινε παλληκαράκι, μα δεν πρόλαβε να χαρεί, ήρθε ο επόμενος πόλεμος με τις αγριότητες, τη θηριωδία, τη φτώχεια, τη πείνα, τη στέρηση.... Και νάτανε μόνο αυτό? Ηρθαν οι Γερμανοί στο χωριό του, τον συλλάβανε και τον στείλανε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως στη Γερμανία. Στα είκοσί του θάτανε θαρρώ. Από τότε οι δικοί του έχασαν τα ίχνη του. Δεν γνώριζαν εάν ζούσε η εάν σκοτώθηκε. Το ίδιο και αυτός.
Ετσι χωρίζουν οι οικογένειες στους πολέμους. 'Αγριο πράμα ο πόλεμος.....
Εκεί στη Γερμανία, ο Νικόλας νεαρό παλληκαράκι βρέθηκε για πρώτη φορά μακριά από το ζεστό σπιτικό του μικρού χωριού του, μακριά από τους δικούς του ανθρώπους, βίωσε τη μοναξιά, μόνος σε μια ξένη χώρα φυλακισμένος στον αφιλόξενο χώρο ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης.... Δύσκολες οι συνθήκες....μοναδική συντροφιά του ένας Ελληνας από το χωριό του που τον είχαν πάρει και αυτόν οι Γερμανοί στο στρατόπεδο, και ένας Ιταλός, ο Μάριος....Αυτός ο Ιταλός δεν ήταν σαν τους άλλους῎ ήταν καλός και πρόσχαρος άνθρωπος και νοιαζόταν για τον Νικόλα.
"Αμα τελειώσει ο πόλεμος θα σε πάρω μαζί μου στην Ιταλία"
έλεγε ο Μάριος στο Νικόλα
"Ναι, θάρθω Μάριε στην Ιταλία μαζί σου"
του απαντούσε ο Νικόλας με βουρκωμένα μάτια...αφού πίστευε πως δεν τούχε απομείνει κανένας στον κόσμο...βλέπετε είχε χάσει τα ίχνη τους και τότε δεν ήταν εύκολες οι επικοινωνίες σαν τώρα, ούτε τηλέφωνα υπήρχαν, ούτε εύκολη η επικοινωνία μεταξύ των χωρών. Τους δικούς του τους ήξερε για σκοτωμένους, το είχε πάρει πια απόφαση.
Με τον συγχωριανό του κάθε βράδυ ονειρεύονταν την επιστροφή στην πατρίδα. Σε αυτή την υγρή φυλακή το όνειρο της επιστροφής στην πατρίδα έμοιαζε με ηλιαχτίδα που τρύπωνε στη καρδιά, τους ζέσταινε και τους κρατούσε ζωντανούς.....αυτό το όνειρο ήταν που τους έδινε δύναμη να αντέξουν στις κακουχίες.....

Πέρασε ο καιρός, τελείωσε ο πόλεμος, ήρθε η ώρα να φύγει ο Μάριος
"Vienni" του λέει, "δεν ξεχνώ την υπόσχεσή μου, θάρθεις μαζί μου στην Ιταλία,θα σε πάρω στο σπίτι μου, θα σε γνωρίσω στους γονείς μου, στα αδέλφια μου"

"Ελα"
του λέει και ο συγχωριανός του, "έμαθα πως μεθαύριο φεύγει ένα καράβι για την Ελλάδα, θα γυρίσουμε παρέα στο χωριό"

Το βράδυ ο Νικόλας ξαγρύπνησε, δεν ήξερε τι να κάνει...
Τον Μάριο τον συμπαθούσε πολύ, μα να πάει σε μια ξένη χώρα?
Αλλά και στο χωριό να κάνει τι?
Αφού δεν είχε κανένα νέο από τους δικούς του, ορφανός τι θάκανε εκεί μοναχός του?
Τα χαράματα πήρε την απόφαση :
ΟΧΙ. Δεν θα γύρναγε στον τόπο του.
Θα ακολουθούσε τον Μάριο στην Ιταλία.....
Ο συγχωριανός του σαν τάκουσε στεναχωρέθηκε, δάκρυσε, αγκάλιασε τον Νικόλα σφιχτά σαν νάταν η στερνή φορά που βλέπονταν και του είπε "καλή αντάμωση".
Μα ήταν πράγματι η στερνή φορά που αγκαλιάζονταν...
Το καράβι με το οποίο ταξίδεψε ο συγχωριανός του στην Ελλάδα βούλιαξε και ο παιδικός του φίλος πνίγηκε.....
Αν τον είχε ακολουθήσει ο Νικόλας...
Μα το λαδάκι στο καντηλάκι του δεν είχε στερέψει ακόμη
Ο Μάριος κράτησε το λόγο του και πήρε τον Νικόλα στο σπίτι του. Τον φρόντισε, τον ενσωμάτωσε στην δική του οικογένεια, στα δικά του τα αδέλφια....τον ένοιωθε πια σαν αληθινό αδελφό του....πράγμα που δεν άργησε να γίνει και στην πραγματικότητα.....
Μία από τις αδελφές του Μάριου ήταν πανέμορφη και πολύ καλή κοπέλα. Αντουανέτα ήταν το όνομά της. Ενας άγγελος που από τη πρώτη στιγμή που ειδωθήκανε με τον Νικόλα ερωτοχτυπηθήκανε. Μια αγάπη γεμάτη από σεβασμό και αλληλοεκτίμηση και ας τους χώριζαν 10 ολόκληρα χρόνια.
Εκείνη ήταν μεγαλύτερή του.
....."Ο έρως χρόνια δεν κοιτά" λέγανε οι παλιοί.....
Μαζί απόκτησαν 3 παιδιά, η οικογένειά τους και το σπιτικό τους ήταν πάντα χαρούμενο και γεμάτο από κόσμο. Η γυναίκα του ήταν όπως οι περισσότερες ΝοτιοΙταλίδες καταπληκτική μαγείρισα και αφού καθώς λένε "ο έρωτας περνά πρώτα από το στομάχι" και το στομάχι γέμιζε πάντα με νοστιμιές, έτσι νόστιμος παρέμενε για πολλά-πολλά χρόνια και ο έρωτας . Ποτέ δεν άκουγες γκρίνιες και διαπληκτισμούς μέσα στο σπιτικό του Νικόλα. Μετά τον θάνατο του πεθερού του, ο Νικόλας ανέλαβε το μικρό ρολογάδικο, αφού εν τω μεταξύ του είχε μάθει την τέχνη από τον πεθερό του.

Τα χρόνια περνούσαν, τα παιδιά μεγάλωναν, μα τον Νικόλα τον έτρωγε το μαράζι της πατρίδας. Τι κι αν οι δικοί του ήταν σκοτωμένοι? Ηθελε να γυρίσει, να βρει τον τάφο τους και να ανάψει ένα κεράκι. Ηθελε να δει για μια φορά το χωριό του, αφού εκεί είχε γεννηθεί. Η νοσταλγία, ο νόστος, κακό πράμα νάσαι ξενιτεμένος.....
Βέβαια όταν επιχείρησε να αρχίσει τη διαδικασία να φτιάξει διαβατήριο, διαπίστωσε πως δεν ήταν καθόλου εύκολο....Στην Ελλάδα τον θεωρούσαν "λιποτάκτη"!!!!! Αν και δεν έφταιγε ο ίδιος που τον είχαν πάρει οι Γερμανοί από την Ελλάδα προτού να υπηρετήσει φαντάρος, οι Ελληνικές αρχές τον θεώρησαν λιποτάκτη....
Γρήγορα εγκατέλειψε την ιδέα της επιστροφής στην Ελλάδα και σκέφτηκε να αναζητήσει κανέναν θείο, καμία θεία, τίποτα ξαδέλφια για να μάθει τι συνέβη στους δικούς του.....

Ετσι απευθύνθηκε στον ΕΕΣ (Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό)!
Μετά από χρόνια ερευνών ο ΕΕΣ βρήκε τα ίχνη της χαμένης του οικογένειας και του έστειλε μια χαρμόσυνη είδηση : Τα αδέλφια του ζούσαν!!!! Μόλις του έδωσαν τη διεύθυνση έστειλε ένα απερίγραπτο γράμμα γεμάτο αγωνία. Ηθελε να μάθει νέα τους. Γρήγορα πήρε απάντηση και από τότε άρχισαν να αλληλογραφούν με τα αδέλφια του. Η μητέρα τους είχε πεθάνει από τις κακουχίες του πολέμου. Γράμματα συγκίνησης, απερίγραπτα λόγια αγάπης που πήγαιναν κι έρχονταν με το ταχυδρομείο, συνοδεύονταν με τις φωτογραφίες των παιδιών που είχαν αποκτήσει τα αδέλφια του αλλά και των δικών του. Λες και μέσα από τα γράμματα να προσπαθούσαν τα αδέλφια να απαλείψουν τα χρόνια που τους είχε χωρίσει ο πόλεμος.

Ετσι χωρίζουν οι οικογένειες στους πολέμους. Αγριο πράμα ο πόλεμος.....

Αφού ο Νικόλας δεν μπορούσε να ταξιδέψει στην Ελλάδα για να μην τον πιάσουν για λιποτάκτη, αποφάσισε ο ένας του αδελφός να πάει να τον βρει στην Ιταλία. Πρώτη φορά ταξίδευε εκτός Ελλάδος και μάλιστα σε μια εποχή που στην Ελλάδα υπήρχε ακόμη η χούντα. Πήρε το καράβι από την Πάτρα και ξεμπάρκαρε με την οικογένεια στο Μπρίντιζι. Οι τοίχοι γύρω ήταν γραμμένοι με συνθήματα κατά της χούντας. Ρώτησε κάποιους Ιταλούς πως μπορούσε να βγει στο δρόμο για την μικρή κωμόπολη. Θυμόταν τα Ιταλικά από τον πόλεμο (όλοι όσοι έζησαν τον πόλεμο έμαθαν Ιταλικά). Μετά από 3 περίπου ώρες έφτασε.....
Που θα πήγαινε όμως? Ηταν βράδυ.... Πως θα γνωρίζονταν με τον αδελφό του? Από αμούστακα παιδιά είχαν χωρίσει.....Ξάφνου άκουσε μια φωνή στα Ιταλικά "zio" (θείε).....Ηταν μια νεαρή όμορφη κοπέλα....Ιδια η μάνα του. Μετά έμαθε πως την λέγανε Ελένη. Ηταν η κόρη του Νικόλα που τους έψαχνε. Είχε δει στο σκοτάδι τις Ελληνικές πινακίδες και κατάλαβε.....Οδηγούσε ένα μικρό αυτοκινητάκι. Μπήκε μπροστά για να τους οδηγήσει.....σε λίγη ώρα έφτασαν στο σπίτι του Νικόλα.....Οταν άνοιξε η πόρτα τα δύο αδέλφια ρίχτηκαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου ξεσπώντας σε λυγμούς....Μιλούσαν και οι δύο ασταμάτητα, χωρίς ανάσα, σαν να ήθελαν να πουν όλα αυτά που κρατούσαν στο μυαλό τους τόσα χρόνια.....

Ξημέρωσαν....κανείς δεν ήθελε να κοιμηθεί εκείνη τη βραδιά....Τα δύο αδέλφια προσπαθώντας να προλάβουν να πουν τις ιστορίες τους και τα υπόλοιπα μέλη προσπαθώντας να συνειδητοποιήσουν πως ήταν συγγενείς....Δύσκολες καταστάσεις....Δύσκολη και η επικοινωνία αφού ούτε οι μεν μιλούσαν Ελληνικά ούτε οι δε Ιταλικά. Στο τέλος όμως κατάφερναν να συνενοηθούν αφού εκείνη τη βραδιά όλοι μιλούσαν με τη γλώσσα της καρδιάς.....

Τα επόμενα χρόνια ήρθαν τα παιδιά του Νικόλα για γαμήλιο ταξίδι στην Ελλάδα και επισκέφτηκαν για πρώτη φορά το χωριό του πατέρα τους.....

Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι ο Νικόλας να ξεπεράσει τις πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες με την στρατολογία (για την "λιποταξία"). Γέρασε πια και μοναχά τότε κατάφερε να δει για τελευταία φορά το χωριό του....
Το αδίκημα της λιποταξίας λέει αίρεται άμα γεράσει ο άνθρωπος...
Δύο φορές όλες κι όλες κατάφερε να επισκεφτεί την Ελλάδα.

Ολα του τα χρόνια ο Νικόλας τα έζησε με την πολυαγαπημένη του γυναίκα στην μικρή κωμόπολη της Ιταλίας. Περάσανε τα χρόνια κι εκείνη έμεινε κατάκοιτη για 4 χρόνια...Εκείνος σπάνια πια έβγαινε από το σπίτι. Προτιμούσε να της κρατά συντροφιά και να της μιλά κρατώντας τρυφερά το χέρι της, και εκείνη τον κοιτούσε μέσα στα μάτια και αν και στο κρεββάτι του πόνου έκανε τα χωρατά της....
Ηταν γυναίκα που δεν ήθελε να στεναχωρεί και να επιβαρύνει τους άλλους...
....Και οι δυό τους εξακολουθούσαν να είναι ακόμη ερωτευμένοι όπως τον πρώτο καιρό.....
....Η κοινή τους ζωή κράτησε 55 ολόκληρα χρόνια.....
Οταν εκείνη έφυγε στα 90 της χρόνια, μετά από 8 μήνες την ακολούθησε κι εκείνος απαρηγόρητος από τον χαμό της....

Σήμερα τα παιδιά του Νικόλα και τα εγγόνια ζουν στην ίδια κωμόπολη της Ν. Ιταλίας, στο Αβελίνο, εκεί που πέρασε τα χρόνια του ο Νικόλας, αλλά μακριά από τους φυσικούς τους συγγενείς από την πλευρά του πατέρα τους.
Είναι Ιταλοί πολίτες και δεν μιλούν την Ελληνική γλώσσα.
Το Ελληνικό επώνυμο είναι το μόνο που απόμεινε να θυμίζει την Ελληνική καταγωγή τους....

Ετσι χωρίζουν οι οικογένειες εξ αιτίας των πολέμων.
Αγριο πράμα ο πόλεμος.....
Πηγή:Δυοσμαράκι.
Ανιχνευτής: Eνδυμίων

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΠΛΟΥ ΗΡΩΑ ΛΑΜΠΡΟΣ ΑΗΔΟΝΟΧΩΡΙΤΗΣ. 'Ενα μικρό αφιέρωμα σε όλους εκείνους κι εκείνες που όταν χρειάστηκε ήταν στην πρώτη γραμμή για την πατρίδα. Αλίμονο μας αν ξεχάσουμε. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

ΛΑΜΠΡΟΣ ΑΗΔΟΝΟΧΩΡΙΤΗΣ ΕΝΑΣ ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ Ένα μικρό αφιέρωμα σ' εκείνους τους Άγιους Ήρωες του ΟΧΙ τότε που οι Έλληνες δεν έλεγαν ΝΑΙ σε όλα και αγαπούσαν την πατρίδα τους.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί φιλέλληνες καλημέρα και Χρόνια Καλά σε όσους το αξίζουν, η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη σε όλους εκείνους τους Έλληνες του 1940 που είχαν τα καρύδια να το πουν και να γράψουν τη δική τους ιστορία με χρυσά γράμματα. 81 χρόνια μετά το μεγάλο «ΟΧΙ» τιμούμε τους αγώνες των προγόνων μας και αντλούμε δύναμη από τα κατορθώματά τους. Με υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση συνεχίζουμε να γράφουμε την ιστορία μας! Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος-fuji Tomo Kazu.

Αναμνήσεις ενός απλού στρατιώτη του 1940

Μια επίκαιρη, λόγω της εθνικής γιορτής, περυσινή και πολυαγαπημένη ανάρτηση, αφιερωμένη στους νέους φίλους του ιστολογίου που,  όπως κι εγώ,  αγαπούν  τις επετείους:
Στη ζωή μας  υπάρχουν άνθρωποι που μας σημαδεύουν. 
Για μένα ένας απ΄ αυτούς είναι ο παππούς μου ο Λάμπρος, που έφυγε απ΄ αυτή τη ζωή περήφανος, πλήρης ημερών και εμπειριών, την Πρωτοχρονιά του 2004. Από τον άνθρωπο αυτόν έμαθα (ελπίζω τόσο καλά ώστε να μου ’χει γίνει βίωμα ζωής) την αξία τού να μένεις αληθινά ζωντανός και δραστήριος, ανεξάρτητα από την ηλικία σου, μέσα από την καθημερινή  δραστηριότητα και τη συμμετοχή στα πράγματα. Αναγνώρισα τη σημασία τού να είσαι «παρών» στη ζωή, περιφρονώντας τα στερεότυπα του πολιτισμού μας, που καλλιεργούν τη  λανθασμένη αντίληψη ότι από τη μέση ηλικία και μετά οι άνθρωποι γίνονται σταδιακά ανήμποροι, ασθενείς και «απόντες» από την ίδια τους τη ζωή.
 
Κάθε φορά που μιλούσε για τον Ελληνοαλβανικό πόλεμο τα μάτια του έλαμπαν. Ο χρόνος συνθηκολογούσε μαζί του και γύριζε πίσω, αφαιρώντας καμιά εξηνταριά χειμώνες από την κορμοστασιά του. Γινόταν και πάλι ο ευθυτενής τριαντάχρονος που η κήρυξη του πολέμου, στις 28 Οκτωβρίου 1940, βρήκε να κουβαλάει με το γάιδαρό του ένα φορτίο πατάτες και να το ανταλλάσσει με καλαμπόκι, κάπου κοντά στην Αγόριανη. Ηταν τέτοιο το κλίμα της εποχής, με τον κόσμο να περιμένει τον πόλεμο από ώρα σε ώρα να χτυπήσει την πόρτα του, που θυμόταν με λεπτομέρεια κάθε στιχομυθία, κάθε γκριμάτσα, κάθε εικόνα. «Καταλαβαίνω ότι εσύ θα πας στρατιώτης, εγώ όμως χρειάζομαι ακόμα ένα  τέτοιο φορτίο» του είπε η νοικοκυρά του σπιτιού που πήρε τις πατάτες. Όμως είχε ήδη κηρυχτεί επιστράτευση…
Με το γάιδαρο γύρισε στο χωριό του, το Αηδονοχώρι. Στην πλατεία, όπως κάθε φθινόπωρο «έβραζαν τα τσίπουρα». Καμιά εβδομηνταριά νέοι, ανάμεσά τους και ο ίδιος, είχαν επιστρατευθεί και έφευγαν για τα Γιάννενα, όπου χωρίστηκαν από τους επιτελείς ανάλογα με τις ανάγκες του στρατού.
Ο παππούς υπηρέτησε, μαζί με άλλους έντεκα Θεσσαλούς, στην τροφοδοσία. Μέχρι να εκπνεύσει ο  Νοέμβριος είχαν ήδη φτάσει στην πλημμυρισμένη από 'Ελληνες Κορυτσά, αναλαμβάνοντας τη λειτουργία του κεντρικού φούρνου της πόλης. Φούρνιζαν ψωμί σε 24ωρη βάση, χωρισμένοι σε δύο βάρδιες. Διέμεναν σε ένα κατάλυμα με έξι κρεβάτια, δίπλα στο φούρνο. Οι μισοί δούλευαν, οι άλλοι μισοί κοιμόντουσαν. Και στο χρόνο που μεσολαβούσε ανάμεσα στις φουρνιές έβγαζαν τα χιτώνια και τα έβαζαν μέσα στο φούρνο κι αυτά, για να εξολοθρεύσουν τις ψείρες που τους βασάνιζαν ασταμάτητα!
Αυτή την ειδική «περιποίηση», την πρόσφεραν και στους καταπονημένους φαντάρους της πρώτης γραμμής που έρχονταν για λίγες ώρες στην Κορυτσά για να μεταφέρουν κάποιο μήνυμα. Ξεψείριζαν με τη βοήθεια της θερμότητας από το φούρνο τα ρούχα τους, τους πρόσφεραν ένα από τα έξι κρεβάτια για λίγες ώρες ξεκούρασης και τους έδιναν να φάνε μακαρόνια, το μόνο φαγητό που υπήρχε σε αφθονία χάρη στις γεμάτες ζυμαρικά αποθήκες την ηττημένων Ιταλών! Βρασμένα σκέτα μακαρόνια ήταν το καθημερινό φαγητό των φαντάρων στην Κορυτσά, μεσημέρι – βράδυ. Γι΄ αυτό κι ο παππούς , από τότε δεν ξανάφαγε μακαρόνια στη ζωή του, όσο νόστιμα κι αν ήταν μεγειρεμένα.

Παρά την προσπάθεια του σώματος τροφοδοσίας, οι φαντάροι της πρώτης γραμμής πεινούσαν. Σ΄ αυτούς δεν έφταναν πάντα οι κουραμάνες και τα μακαρόνια και γι΄ αυτό συχνά αναζητούσαν οι ίδιοι με κάθε μέσο τροφή. Ενας φίλος του παππού, τσομπάνης στο χωριό όπως και οι περισσότεροι νέοι, έκλεψε ένα κατσίκι από ένα κοπάδι Αλβανών. Επιστρέφοντας στη  μονάδα του συνάντησε έναν άλλο πεινασμένο φαντάρο από άλλη μονάδα που επίσης αναζητούσε κάτι να φάει. 'Εκοψε επί τόπου το κεφάλι του ζώου και του το ΄δωσε για να το κάνει βραστό  στην καραβάνα. Για να τον ευχαριστήσει ο άλλος του χάρισε μια ξυριστική μηχανή της εποχής, την οποία φύλαξε για ενθύμιο  όλη του τη ζωή!
Ετσι και ο παππούς είχε κρατήσει από την Αλβανία και χρησιμοποιούσε με θρησκευτική ευλάβεια ένα χιλιοχτυπημένο παγούρι μεταλλικό. Επειδή είχε χάσει το πώμα κάπου στην Κορυτσά, είχε φτιάξει ένα άλλο από καλαμπόκι και το είχε πάντα μαζί του στα χωράφια και τα μελίσσια. Σήμερα είναι οικογενειακό μας κειμήλιο.
Κάπου προς το τέλος Μαρτίου του 1941, έφτασε στην Κορυτσά ο επικεφαλής στρατηγός Τσολάκογλου και ο παππούς μαζί με κάποιο συγχωριανό τον πλησίασαν. «Τι θέλετε παιδιά;» τους ρώτησε. «Τίποτα δεν θέλουμε στρατηγέ, απλά να σε δούμε» του απάντησαν, κοιτώντας τον με θαυμασμό. «Μην με κοιτάτε έτσι, σε λίγο καιρό θα χτυπήσουν οι Γερμανοί και θα καταλάβετε πώς  πάνε τα «κόπια» μας χαμένα», τους απάντησε.
Πράγματι, σε λίγο καιρό ήλθε το γερμανικό χτύπημα από τα ελληνοσερβικά σύνορα και ο στρατηγός Τσολάκογλου υπέγραψε τη συνθηκολόγηση. Ολοι οι επιστρατευμένοι του χωριού, ακόμα και αυτοί που πολέμησαν στο θρυλικό ύψωμα 731, γύρισαν πίσω ζωντανοί, περπατώντας για εβδομάδες χωρίς να τους πειράξει ο γερμανικός στρατός.
Δεν ξέρω αν «πήγαν τα κόπια τους χαμένα». Αυτό που ξέρω είναι πως ο παππούς μου ο Λάμπρος ήταν γεμάτος περηφάνεια που άγγιξε από κοντά την αληθινή ιστορία σ΄ αυτή της τη φάση. Αν και ήταν ένας από τους χιλιάδες ανώνυμους στρατευμένους της εποχής, το ότι υπηρέτησε στον πόλεμο του 1940 τον έκανε να νιώθει ότι συμμετείχε σε κάτι συλλογικό και μεγαλειώδες που ξεπερνούσε τον ίδιο και αυτό σημάδεψε τη ζωή του. Στις διηγήσεις του δεν υπήρχε το πνεύμα του ηρωϊσμού που διακατέχει τα δημοσιεύματα των εφημερίδων της εποχής, αλλά η ανθρώπινη ματιά του απλού στρατιώτη που ακολουθεί με εμπιστοσύνη τις εντολές, αγωνίζεται να βοηθήσει τον διπλανό του, πιστεύει στον κοινό αγώνα και στη βοήθεια της Αγίας Παρασκευής για να γυρίσει καλά στην οικογένειά του.
 Γι ΄  αυτό κι όλα τα εγγόνια του τού τηλεφωνούσαμε κάθε 28η Οκτωβρίου  σαν να ήταν η ονομαστική του γιορτή. Και ακόμα και τώρα, έξι  χρόνια από το θάνατό του, κάθε επέτειο του «Όχι» τον θυμόμαστε με αγάπη.
Ανιχνευτής ιστοριών Επικούρειος Πέπος.

ΑΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1940 Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτούς που θυσιάστηκαν για την πατρίδα.

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1940 Τότε που οι Έλληνες δεν έλεγαν ΝΑΙ σε όλα!!

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συνφιλέλληνες!!!!!!!! σας καλημερίζω και εύχομαι σε όσους το αξίζουν Χρόνια Καλά, Καλή Μνήμη, και καλή επάνοδο στην Ελλάδα σε όσους το επιθυμούν και νοσταλγούν την πατρίδα. Ο νομπελίστας ποιητής μας ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ είχε πει το εξής:  ''Όπου κι αν πάω η Ελλάδα με πληγώνει''. Ας μου επιτρέψει ο αείμνηστος ποιητής να  πω πως η φράση του δεν ήταν σωστή, το σωστό θα ήταν να έλεγε πως  ''Όπου κι αν πάω οι  Έλληνες με πληγώνουν'' η Ελλάδα γιατί να σας πληγώνει αείμνηστε Γιώργο Σεφέρη; Εκτός και αν αυτό εννοούσατε. Ψάχνοντας σήμερα στο διαδίκτυο βρήκα αυτή τη συγκλονιστική ιστορία, παρακαλώ κάντε τον κόπο και διαβάστε το πιο κάτω κείμενο. Υ.Γ. Στην κ. Διοικητού της Π.Υ. που σήμερα 28/10/21 έχει τα γενέθλιά της της εύχομαι ολόψυχα καλή αποστρατεία. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Ἕνα συγκινητικὸ ἡμερολόγιο ἀπὸ τὸ μέτωπο καὶ μιὰ φωτογραφία ποὺ ἀναζητεῖ τρία πρόσωπα

Πιστέψτε με. Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα σχετικά με το Επος του '40 που μπορούν να με συγκινήσουν. Εχω διαβάσει αρκετά κι έχω ακούσει άλλα τόσα, όπως οι περισσότεροι εξ υμών άλλωστε, τα περισσότερα συγκινητικά. Εχω θαυμάσει τις αντοχές του ανθρώπου αλλά και τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων, έχω συμπονέσει τους ηττημένους και σε μερικές περιπτώσεις τους νικητές.
Εχω αμφισβητήσει, όπως είναι του συρμού τελευταία, τη σκοπιμότητα του μεγάλου εκείνου πολέμου. Και έχω επιστρέψει με την ταπεινότητα του απλού αναγνώστη ξανά στις πρωτογενείς μαρτυρίες και στις λεπτομέρειες που συνθέτουν -ψηφίδες αυτές- έναν πίνακα με τόσα πρόσωπα όσα η ίδια η ιστορία βάφει με τα ανεξίτηλα χρώματα της μνήμης. Νόμιζα όμως ότι δεν θα ξαναβρώ την αθώα ματιά των 18 χρόνων, που όλα τα διαβάζει, όλα τα πιστεύει, όλα τα θαυμάζει. Πριν από δύο εβδομάδες επέστη η ώρα να αναθεωρήσω.

Οταν έφτασε στα χέρια μου το βιβλίο "Ημερολόγιο από το Μέτωπο" του Μιλτιάδη Νικολάου το πρώτο σημείο που πρόσεξα είναι η σεμνή και επιμελημένη έκδοση από τον γνωστό εκδοτικό οίκο Κασταλία.
Ομως η αποκάλυψη ήρθε όταν άρχισα να το διαβάζω. Διότι δεν πρόκειται για μια ηρωική αφήγηση, για ένα ακόμη χρονικό κατορθωμάτων ενός πολεμιστή στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Είναι μόνο η πορεία της ψυχής του Μιλτιάδη Νικολάου από το Δίστομο στην Αλβανία και πάλι στο Δίστομο. Είναι τα όνειρα ενός 32χρονου νέου, είναι η ανάσα της ίδιας της ζωής όπως προσαρμόζεται στη δίνη του πολέμου και στη σκιά του θανάτου. Είναι όλες οι αξίες του ανθρώπου σε λίγες γραμμές, όλες οι δοκιμασίες του πνεύματος και του σώματος σε λίγες σελίδες, είναι η μορφή και το σχήμα του θαύματος που συντηρεί στην κόψη του το άτομο από τη μια και την κοινωνία από την άλλη.

Η γλώσσα στην οποία γράφει ο Μιλτιάδης Νικολάου είναι άμεση και περιεκτική. Λαϊκή και λόγια μαζί, αισθαντική, τρυφερή και σκληρή ταυτόχρονα, δυνατή, λιτή και όμως πλήρης πληροφοριών σε κάνει να νοσταλγείς την εποχή που η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα παρήγαγε τέτοιους τεχνίτες/διανοούμενους.
Η αφήγηση είναι στρωτή και πολύ ενδιαφέρουσα. Είναι εντυπωσιακό και συνάμα διδακτικό πόσο ο απλός λόγος παράγει τέτοιο αποτέλεσμα όταν προέρχεται από ένα πλούσιο ψυχικό κόσμο. Δεν θα συνεχίσω με μια κριτική στο αφήγημα που του είναι βέβαια και παντελώς άχρηστη, καθώς το κείμενο μιλάει από μόνο του.

Μερικά όμως βιογραφικά στοιχεία για τον Μιλτιάδη Νικολάου, το τραγικό αυτό πρόσωπο, είναι απαραίτητα.

Ο Μιλτιάδης Ν. Νικολάου γεννήθηκε στο Δίστομο το 1907. Μετά το Δημοτικό παρακολούθησε το Σχολαρχείο (το Λύκειο της εποχής). Το επάγγελμά του ήταν τσαγκάρης, υποδηματοποιός. Οταν έφυγε για το μέτωπο επίστρατος στις 28 Οκτωβρίου του 1940 σε ηλικία 32 ετών, ήταν ήδη παντρεμένος με την Κονδυλία Καίλη και πατέρας δύο κοριτσιών ενώ η γυναίκα του ήταν έγκυος σε ένα τρίτο.

Ο Μιλτιάδης Ν. Νικολάου επέστρεψε από την Αλβανία στο Δίστομο στις 3 του Μάη του 1941. Ομως η άγρια, η τραγική του μοίρα δεν είχε ημερώσει. "Στις 10 Ιουνίου του 1944 σφάζεται από τους Γερμανούς μαζί µε την αγαπηµένη του σύντροφο, τις δύο λατρευτές θυγα­τέρες του, και σώζεται η Νίτσα µέσα στον άγριο Εσπερινό της σφαγής του Διστόµου. Η Νίτσα πεντάρφανη επιβιώνει, παντρεύεται, γεννάει δύο γιους, ο πρώτος πήρε το όνοµα του, Μιλτιάδης Σφουντούρης, τώρα δικηγό­ρος, όπως και ο µικρότερος γιος ο Κώστας, µα κυρίως αποστάγµατα και οι δύο του βαθιόριζου και πολύτιµου ανθρωπισµού του παππού Μιλτιάδη", όπως αναφέρει ο Ευστάθιος Σταθάς στο επίλογο του βιβλίου.

Αυτή ήταν η μοίρα του Μιλτιάδη Νικολάου που βρέθηκε ανάμεσα στις μυλόπετρες της ιστορίας. Εκείνος και εκατομμύρια άλλοι αυτούς τους μαύρους καιρούς. Κι αν δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για τη χαμένη ζωή του, κάνουν ό,τι μπορούν για τη μνήμη του η μοναδική επιζήσασα κόρη του Νίτσα Σφουντούρη και οι εγγονοί του με την έκδοση αυτού του βιβλίου. Δεν είναι το ίδιο αλλά είναι κάτι. Για την ακρίβεια είναι κάτι πολύ μεγάλο και σπουδαίο...

Μια φωτογραφία αναζητεί τρία πρόσωπα

 Αυτή η φωτογραφία είναι συλλεκτική καθώς για πρώτη φορά δημοσιεύεται στο δίκτυο. Ο Μιλτιάδης Νικολάου είναι ο πρώτος από αριστερά. Οι υπόλοιποι τρεις είναι άγνωστοι στην οικογένεια του Μ. Νικολάου. Αν κάποιος γνωρίζει ποιοι εικονίζονται ή άλλες σχετικές πληροφορίες μπορεί να απευθύνεται στη viotia.
Ανιχνευτής Ενδυμίων.