Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

2.8.15

O NIKOΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΤΟ 14 Αυγούστου2006

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον ποιητή των θαλασσών τον Νίκο Καββαδία, ο λόγος που ξεκινάω από τον Νίκο Καββαδία είναι γιατί εκείνον τον μαγικό Αύγουστο του 2006 ήταν ο ποιητής που ξεκινήσαμε τις βραδιές ποίησης στην αυλή των θαυμάτων. Τό έναυσμα το πήρα όταν ένα μήνα πριν είχα διαβάσει τη ''Βάρδια'' και ξανά τις ποιητικές συλλογές. Κάποιο βράδυ ενώ καθόμουν στην αυλή μ' επισκέφθηκαν οι Μούσες και απαίτησαν να απαγγείλουν αυτές τα τραγούδια του ποιητή. Αυτό και έγινε, η 14 Αυγούστου του 2006 θα μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη μου γιατί εκείνη η βραδιά ήταν ο προπομπός όλων αυτών που έγιναν στην πορεία, ήταν η αιτία που μετά μας πλημμύρισε ένα τσουνάμι δημιουργίας. Σ' εκείνη τη δημιουργική ομάδα συμμετείχαν τα πιο κάτω μέλη, εννοώ τα μέλη που απάγγελαν τα ποιήματα, δηλαδή οι Μούσες: 

Τερψιχόρη, Ζαν ντ' Αρκ, Αντιόπη, Ερατώ, Σύλβια, Κορνηλία, Ανδρομέδα, Ίριδα. Δυστυχώς αυτή η υπέροχη παρέα σήμερα είναι σε πλήρη αδράνεια λες και κάποιο κακό μάτι ζήλεψε και φθόνησε τη δημιουργικότητά τους. Πάντως η μία από τις Μούσες λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων  θα συνεχίσει την ενασχόλησή της με την ποίηση και τη λογοτεχνία. Ένυ γουέϊ που λένε και στο Κορωπί η ζωή συνεχίζεται και ο καθένας παίρνει ό,τι του αξίζει; Υπάρχουν βέβαια και εξαιρέσεις όπως ο φίλος μου ο Πέτρος από τους Θρακομακεδόνες που σίγουρα δεν του άξιζε αυτό που ζει, δυστυχώς υπάρχουν και στραβές, οι αλλιώς οι δύσκολες μέρες που λένε και οι γυναίκες. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος-Fuji Tomo Kazu.
Y.Γ. Σοφέ Γεώργιε είναι άραγε στραβός ο γιαλός, η στραβά αρμενίζουμε; Για ποια Ελληνική κοινωνία μιλάμε και για ποια Ελληνική οικογένεια; Για ποιες αρχές και για ποιες ηθικές αξίες; Μήπως το παράδειγμα με τα γαϊδουράκια και τα δυσανάλογα φορτία θα πρέπει να το προεκτείνουμε και σε άλλους τομείς; Φροντίστε να δείτε τα βιντεάκια που είναι μετά τα ποιήματα.


Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1910 στο Νίκολσκι Ουσουρίσκι, μια επαρχιακή πόλη της περιοχής του Χαρμπίν στη Μαντζουρία, από γονείς Κεφαλονίτες, το Χαρίλαο Καββαδία και τη Δωροθέα Αγγελάτου της γνωστής οικογένειας εφοπλιστών της Κεφαλονιάς. Σ’ αυτή τη μικρή Ρωσική πόλη, γεννιούνται και άλλα δυο παιδιά: η Τζένια (Ευγενία) κι ο Μήκιας (Δημήτρης). Ο πατέρας Χαρίλαος Καββαδίας διατηρούσε γραφείο γενικού εμπορίου διακινώντας μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων με κύριο πελάτη τον τσαρικό στρατό.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια έρχεται στην Ελλάδα κι εγκαθίσταται στο Αργοστόλι, ενώ ο πατέρας επιστρέφει στις επιχειρήσεις του στη Ρωσία, όπου καταστρέφεται οικονομικά. Το 1917, κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης, φυλακίζεται. Γυρίζει και πάλι στην Ελλάδα το 1921, τσακισμένος και ανίκανος να προσαρμοσθεί στην ελληνική πραγματικότητα.
Μετά το Αργοστόλι, η οικογένεια εγκαθίσταται στον Πειραιά. Ο Καββαδίας πηγαίνει στο Δημοτικό κι είναι συμμαθητής με το Γιάννη Τσαρούχη. Διαβάζει Ιούλιο Βερν και διάφορα βιβλία περιπέτειας. Στο Γυμνάσιο γνωρίζεται με το συγγραφέα και ιατρό του Πολεμικού Ναυτικού Παύλο Νιρβάνα. Δεκαοκτώ ετών, αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας.
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, δίνει εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή. Όμως την ίδια περίοδο πεθαίνει ο πατέρας του και αναγκάζεται να εργαστεί σε ναυτικό γραφείο. Συνεχίζει όμως να συνεργάζεται με διάφορα φιλολογικά περιοδικά. Το Νοέμβριο του 1928, ο Καββαδίας βγάζει ναυτικό φυλλάδιο και μπαρκάρει ως "ναυτόπαις" τον επόμενο χρόνο στο φορτηγό "Άγιος Νικόλαος".
ΠΟΥΣΙ


Έπεσε το πούσι αποβραδίς
- το καραβοφάναρο χαμένο -
κ' έφτασες χωρίς να σε προσμένω
μες στην τιμονιέρα να με δεις.

Κάτασπρα φοράς κ' έχεις βραχεί,
πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου.
Κάτου στα νερά του Port Pegassu
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.

Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία· θα ζαλιστείς.

Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
κ' είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα.
Από να φοβάμαι και να καρτερώ
κάλλιο περισκόπιο και τορπίλλα.

Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
Ήρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες.
https://www.youtube.com/watch?v=YuP_5Jspn5Y#t=30
ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ ΓΙΑ ΜΩΡΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ...........



Πρώτη μέρα του Μαγιού
πάει το clipper του τσαγιού.
Να προλάβει τη Σαγκάη,
να φορτώσει το άσπρο τσάι.

Μα στου νότου τα νησιά,
στο στενό του Μακασάρ,
το κουρσεύουν πειρατές,
και δε γύρισε ποτές.

Στέλνουν ένα μπριγκαντίνι,
όλ' ασένιο, στο καντίνι.
Μα όξω από τη Βαρκελώνα
το μπατάρει μια χελώνα,
μια χελώνα θηλυκιά,
γκαστρωμένη και κακιά.

Μα ένας Κεφαλλονίτης,
κει οπίσω απ' τη Δολίχα,
τραμπάκουλο αρματώνει
και το βαφτίζει "Τρίχα".

Καβατζάρει το Σχινάρι,
τονε κλαίγαν κι οι γαηδάροι.
Βγαίνει από τη Τζιμπεράλτα
δίχως μπούσουλα και χάρτα.

Όξω απ' τη Μαδαγασκάρη
ο καιρός έχει λασκάρει.
Κατεβάζει τα πινά του
και ψειρίζει τ' αχαμνά του.

Τονε πιάνουνε κουρσάροι
μα τους τάραξε στο ζάρι.
Μαχαιρώνει τη χελώνα
και ξορκίζει τον κυκλώνα.

Αριβάρει στο Μακάο
μ' ένα φόρτωμα κακάο.
Όμως βρέθηκε στ' αμπάρι
όλο φούντα και μπουμπάρι.

Αφού το μοσχοπούλησε
στη λίρα κολυμπάει,
τους χαιρετάει κινέζικα
και παει για τη Μπομπάη.

Τονε πιάνουν Μουσουλμάνοι
του φορέσανε καφτάνι,
τον βαφτίζουν Μουχαμέτη
και του κάνουνε σουνέτι.

Τους ταΐζει σκορδαλιά
και τον κάνουν βασιλιά.
Το 'σκασε νύχτα με μουσώνα
μ' όλο το βιος σε μια κασώνα.

Το μωρό μας με κλωτσάει,
τι θα γίνει με το τσάι;
Πνίξε πια τον βασιλιά.
Α! Το πίνουν οι Κινέζοι
σιωπηλοί γουλιά-γουλιά.
https://www.youtube.com/watch?v=11eGRgJt9Aw#t=60
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Ήτανε κείνη η νυχτιά που φύσαγε ο Βαρδάρης,
το κύμα η πλώρη εκέρδιζεν οργιά με την οργιά.
Σ' έστειλε ο πρώτος τα νερά να πας για να γραδάρεις,
μα εσύ θυμάσαι τη Σμαρώ και την Καλαμαριά.

Ξέχασες κείνο το σκοπό που λέγανε οι Χιλιάνοι
-'Αγιε Νικόλα φύλαγε κι Αγιά Θαλασσινή.-
Τυφλό κορίτσι σ' οδηγάει, παιδί του Modigliani,
που τ' αγαπούσε ο δόκιμος κι οι δυο Μαρμαρινοί.

Νερό καλάρει το fore peak, νερό και τα πανόλια
μα εσένα μια παράξενη ζαλάδα σε κινεί.
Με στάμπα που δε φαίνεται σε κέντησε η Σπανιόλα
ή το κορίτσι που χορεύει απάνω στο σκοινί:

Απάνου στο γιατάκι σου φίδι νωθρό κοιμάται
και φέρνει βόλτες ψάχνοντας τα ρούχα σου η μαϊμού.
Εχτός από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται
σε τούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού.

Ο ναύτης ρίχνει τα χαρτιά κι ο θερμαστής το ζάρι
κι αυτός που φταίει και δε νογάει, παραπατάει λοξά.
Θυμήσου κείνο το στενό κινέζικο παζάρι
και το κορίτσι που 'κλαιγε πνιχτά μες στο ρικσά.

Κάτω από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη.
Πριν δέκα χρόνια μεθυσμένη μου 'πες "σ' αγαπώ".
Αύριο σαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκι,
μάταια θα ψάχνεις το στρατί που πάει για το Depot.
https://www.youtube.com/watch?v=j7gei21eae0#t=59
ΜΑΡΑΜΠΟΥ

Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί
πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πως τις γυναίκες μ' ένα τρόπον ύπουλο μισώ
κι ότι μ' αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω.

Ακόμα, λένε πως τραβώ χασίσι και κοκό,
πως κάποιο πάθος με κρατεί φριχτό και σιχαμένο,
κι ολόκληρο έχω το κορμί με ζωγραφιές αισχρές,
σιχαμερά παράξενες, βαθιά στιγματισμένο.

Ακόμα, λένε πράματα φριχτά πάρα πολύ,
που είν' όμως ψέματα χοντρά και κατασκευασμένα,
κι αυτό που εστοίχισε σε με πληγές θανατερές
κανείς δεν το 'μαθε, γιατί δεν το 'πα σε κανένα.

Μ' απόψε, τώρα που έπεσεν η τροπική βραδιά,
και φεύγουν προς τα δυτικά των Μαραμπού τα σμήνη,
κάτι με σπρώχνει επίμονα να γράψω στο χαρτί,
εκείνο, που παντοτινή κρυφή πληγή μου εγίνη.

Ήμουνα τότε δόκιμος σ' ένα λαμπρό ποστάλ
και ταξιδεύαμε Αίγυπτο γραμμή Νότιο Γαλλία.
Τότε τη γνώρισα - σαν άνθος έμοιαζε αλπικό -
και μια στενή μας έδεσεν αδελφική φιλία.

Αριστοκρατική, λεπτή και μελαγχολική,
κόρη ενός πλούσιου Αιγύπτιου όπου 'χε αυτοκτονήσει,
ταξίδευε τη λύπη της σε χώρες μακρινές,
μήπως εκεί γινότανε να τηνε λησμονήσει.

Πάντα σχεδόν της Μπασκιρτσέφ κρατούσε το Ζουρνάλ,
και την Αγία της Άβιλας παράφορα αγαπούσε,
συχνά στίχους απάγγελνε θλιμμένους γαλλικούς,
κι ώρες πολλές προς τη γαλάζιαν έκταση εκοιτούσε.

Κι εγώ, που μόνον εταιρών εγνώριζα κορμιά,
κι είχα μιαν άβουλη ψυχή δαρμένη απ' τα πελάη,
μπροστά της εξανάβρισκα την παιδική χαρά
και, σαν προφήτη, εκστατικός την άκουα να μιλάει.

Ένα μικρό της πέρασα σταυρό απ' το λαιμό
κι εκείνη ένα μου χάρισε μεγάλο πορτοφόλι
κι ήμουν ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος της γης,
όταν εφθάσαμε σ' αυτήν που θα 'φευγε, την πόλη.

Την εσκεφτόμουνα πολλές φορές στα φορτηγά,
ως ένα παραστάτη μου κι άγγελο φύλακά μου,
και μια φωτογραφία της στην πλώρη ήταν για με
όαση, που ένας συναντά μες στην καρδιά της Άμμου.

Νομίζω πως θε να 'πρεπε να σταματήσω εδώ.
Τρέμει το χέρι μου, ο θερμός αέρας με φλογίζει.
Κάτι άνθη εξαίσια του ποταμού βρωμούν,
κι ένα βλακώδες Μαραμπού παράμερα γρυλίζει.

Θα προχωρήσω!...Μια βραδιά σε πόρτο ξενικό
είχα μεθύσει τρομερά με ουίσκυ, τζιν και μπύρα,
και κατά τα μεσάνυχτα, τρικλίζοντας βαριά,
το δρόμο προς τα βρωμερά, χαμένα σπίτια επήρα.

Αισχρές γυναίκες τράβαγαν εκεί τους ναυτικούς,
κάποια μ' άρπαξ' απότομα, γελώντας, το καπέλο
(παλιά συνήθεια γαλλική του δρόμου των πορνών)
κι εγώ την ακολούθησα σχεδόν χωρίς να θέλω.

Μια κάμαρα στενή, μικρή, σαν όλες βρωμερή,
οι ασβέστες απ' τους τοίχους της επέφτανε κομμάτια,
κι αυτή ράκος ανθρώπινο που εμίλαγε βραχνά,
με σκοτεινά, παράξενα, δαιμονισμένα μάτια.

Της είπα κι έσβησε το φως. Επέσαμε μαζί.
Τα δάχτυλά μου καθαρά μέτρααν τα κόκαλά της.
Βρωμούσε αψέντι. Εξύπνησα, ως λένε οι ποιητές,
"μόλις εσκόρπιζεν η αυγή τα ροδοπέταλά της".

Όταν την είδα και στο φως τ' αχνό το πρωινό,
μου φάνηκε λυπητερή, μα κολασμένη τόσο,
που μ' ένα δέος αλλόκοτο, σα να 'χα φοβηθεί,
το πορτοφόλι μου έβγαλα γοργά να την πληρώσω.

Δώδεκα φράγκα γαλλικά...Μα έβγαλε μια φωνή,
κι είδα μια εμένα να κοιτά με μάτι αγριεμένο,
και μια το πορτοφόλι μου...Μ' απόμεινα κι εγώ
ένα σταυρόν απάνω της σαν είδα κρεμασμένο.

Ξεχνώντας το καπέλο μου βγήκα σαν τον τρελό,
σαν τον τρελό που αδιάκοπα τρικλίζει και χαζεύει,
φέρνοντας μέσα στο αίμα μου μια αρρώστια τρομερή,
που ακόμα βασανιστικά το σώμα μου παιδεύει.

Λένε για μένα οι ναυτικοί που εκάμαμε μαζί
πως χρόνια τώρα με γυναίκα εγώ δεν έχω πέσει,
πως είμαι παλιοτόμαρο και πως τραβάω κοκό.
Μ' αν ήξεραν οι δύστυχοι, θα μ' είχαν συγχωρέσει...

Το χέρι τρέμει...Ο πυρετός...Ξεχάστηκα πολύ,
ασάλευτο ένα Μαραμπού στην όχθη να κοιτάζω.
Κι έτσι καθώς επίμονα κι εκείνο με κοιτά,
νομίζω πως στη μοναξιά και στη βλακεία του μοιάζω.
https://www.youtube.com/watch?v=0uevczekuic#t=83
Ανιχνευτής Ενδυμίωνας- Eπικούρειος Πέπος.
Το πιο πάνω περιεχόμενο είναι επιλογή από το
blogspot Nikos Kabbadias.

30.7.15

Όταν η Αγάπη του Πατέρα κάνει Θαύματα και όχι μόνο.

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, χθες έλαβα το πιο κάτω συγκλονιστικό μέιλ από τον φίλο μου τον αλλόθρησκο!!!! τον Κώστα Νοτ!  επειδή λίγες μέρες πριν είχα κάνει μερικές αναρτήσεις για τους Μπαμπάδες με αφορμή το βιβλίο του Αντώνη Κανάκη, θεώρησα πως θα έπρεπε να σας γνωστοποιήσω κι αυτή την ιστορία. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση και καλό κουράγιο. Μ' αυτά και μ' αυτά φάγαμε και τον Ιούλιο και μας απόμεινε η ουρά, δηλαδή ο Αυγουστίνος, αλήθεια μια και είπα Αυγουστίνος τον θυμόσαστε εκείνον τον απίθανο Αυγουστίνο από τη Φλώρινα; τι να έγινε άραγε; λέτε να ζει ακόμα; Ενυ γουέϊ που λένε και στο Κορωπί διαβάστε την πιο κάτω ιστορία για να καταλάβετε για την πραγματική αγάπη. Την αγάπη που κάνει θαύματα. Σας χαιρετώ, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος. Το βίντεο δεν μπόρεσα να το επισυνάψω, αλλά νομίζω πως η ιστορία τα λέει όλα. Υ.Γ. Έζησα μια αντίστοιχη ιστορία με τον φίλο μας από την Ιαπωνία RYO OGAWA όταν ως πιλότος της JAL (Ιαπωνέζικη Αεροπορική Εταιρεία) διέμενε για δυόμιση χρόνια στην Αθήνα, η JAL τότε έφθανε και στην Αθήνα, ο γιος του είχε προσβληθεί από μια σπάνια αρρώστια και χρειάστηκε για αρκετούς μήνες να νοσηλευθεί στο Ασκληπιείο στη Βούλα. Ειλικρινά εκείνη η συμπεριφορά του φίλου μας μ' έκανε να καταλάβω τι σημαίνει αγάπη, τι σημαίνει θυσία, τι σημαίνει Πατέρας, χάρη σ' αυτόν τον πατέρα κυρίως κατάφερε εκείνο το παιδί να μπορέσει να ξανασταθεί στα πόδια του. Αγαπητέ φίλε RYO OGAWA ήσουν ανεπανάληπτος.
Όταν η αγάπη του πατέρα κάνει θαύματα
Το επισυναπτόμενο βίντεο νομίζω ότι είναι μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές στην ιστορία του ερασιτεχνικού αθλητισμού. Η ιστορία με λίγα λόγια πάει κάπως έτσι: Ένα ζευγάρι αποκτά ένα παιδί που έχει σοβαρή ανατομική αναπηρία... Οι γιατροί τους λένε ότι το παιδί δεν θα έχει νοητική ανάπτυξη και δεν τους δίνουν ελπίδες για το μέλλον του. Ο μπαμπάς του σε πείσμα όλων των αντίθετων απόψεων αποκτά ένα κώδικα επικοινωνίας μαζί του και το παιδί αναπτύσσεται νοητικά κανονικά και πηγαίνει στο σχολείο.
Ο μικρός κάποια στιγμή ζητά από τον μπαμπά του να αθληθεί. Ο μπαμπάς δεν έχει καμία σχέση με τον αθλητισμό και αρχίζει να προπονείται κουβαλώντας τον μικρό του γιό στα χέρια για να έχει κι αυτός την χαρά του αθλητισμού!!! Το εκπληκτικό;;; Ο μπαμπάς πλέον έχει τρέξει δεκάδες μαραθώνιους και Ironman (ειδικός αγώνας) πάντοτε με τη συντροφιά του γιού του!! Το video δείχνει τη συμμετοχή τους σ'ένα Ιronman. Ο Dick Hoyt κολυμπάει έχοντας δεμένο πάνω του το γιό του σε βάρκα (!), μετά ποδηλατεί 180 χιλιόμετρα (!) με το γιό του σε ειδική θέση πάνω στο ποδήλατο και τέλος τρέχει κι ένα μαραθώνιο σπρώχνοντας το αναπηρικό καρότσι του γιού του!!
Μια συγκινητική και απίστευτα δυνατή ιστορία.
Ο Dick Hoyt είναι ένας συνταξιούχος του Αμερικανικού στρατού, ζει στην πόλη Holland της Μασαχουσέτης των Η.Π.Α. και είναι σήμερα 69 ετών. 47 χρόνια πριν η σύζυγός του Judy έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι. Το ονόμασαν Rick. Η γέννα ήταν δύσκολη καθώς ο ομφάλιος λώρος είχε μπλεχτεί γύρω από το λαιμό του εμβρύου. Δυστυχώς σταμάτησε η αιμάτωση του εγκεφάλου για τα πρώτα ζωτικά λεπτά. Ο Rick επέζησε από την κρίσιμη επιπλοκή αλλά όπως είπαν αργότερα οι γιατροί στους γονείς του υπήρχε πρόβλημα. Δεν θα μπορούσε ποτέ ούτε να περπατήσει, ούτε να μιλήσει. Ήταν τετραπληγικός. Τα λίγα λεπτά στέρησης οξυγόνου κατέστρεψαν το τμήμα εκείνο του εγκεφάλου που ελέγχει την κίνηση των άκρων και της ομιλίας. To μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να ελέγχει τις κινήσεις του κεφαλιού. Είναι από αυτά που ξέρεις πως σπάνια συμβαίνουν και εύχεσαι να μην σου συμβούν ποτέ. Εννέα μήνες αργότερα οι γιατροί πρότειναν στους Hoyt να βάλουν το Rick σε ένα ειδικό ιατρικό κέντρο για παιδιά με τέτοια προβλήματα όπου θα τύχει της καλύτερης δυνατής φροντίδας. Οι Hoyt ήταν κατηγορηματικοί. Δεν μπορούσαν να αποδεχθούν ότι το παιδί τους θα έμενε για πάντα "φυτό". Πήραν την απόφαση να μεγαλώσουν τον Rick μαζί με τ'αδέλφια του σαν ένα φυσιολογικό παιδί. Πέρασε καιρός. Όταν ο Rick ήταν 11 ετών τον πήγαν στο Πολυτεχνείο του Tufts University στη Βοστόνη και ζήτησαν από τους μηχανικούς μήπως υπάρχει κάποιος τρόπος να βοηθήσουν το παιδί να επικοινωνεί. Ήταν μία κρούση στην επιστήμη για να γεφυρώσει το κενό επικοινωνίας. O επικεφαλής καθηγητής είδε το παιδί και απάντησε: "Αδύνατον. Ο εγκέφαλος ενός τέτοιου παιδιού δεν μπορεί να δεχθεί τίποτε!" Ο πατέρας όμως δεν αρκέστηκε σε αυτό. Ήξερε πως στον Rick λείπει η επικοινωνία και όχι η νοημοσύνη. Έκανε μια δεύτερη, πιο ανθρώπινη απόπειρα. "Σας παρακαλώ, μιλήστε του". Είπε ο Dick. "Πείτε του κάτι. Πείτε του ένα αστείο!" Ο καθηγητής είπε στον Rick ένα ανέκδοτο και ο Rick γέλασε. Λίγους μήνες αργότερα οι μηχανικοί του Tufts έφτιαξαν ένα σύστημα με το οποίο ο Rick με διάφορες κινήσεις του κεφαλιού μετακινούσε ένα κέρσορα, επιλέγοντας γράμματα και σχημάτιζε λέξεις στην οθόνη ενός υπολογιστή. Αυτό ήταν! Το παιδί άρχισε να επικοινωνεί. Η πρώτη φράση που έγραψε στον υπολογιστή ήταν: "GO BRUINS". Είναι μια έκφραση των Αμερικανών για να ενθαρρύνουν την ομάδα τους. Bruins είναι η ομάδα χόκεϊ της Βοστόνης. Τότε ήταν η πρώτη σαφή ένδειξη της προτίμησης του Rick για τον αθλητισμό. Έπεται όμως και συνέχεια. Αργότερα ο Rick πήγε στο σχολείο. Όταν ήταν 15 ετών ένας συμμαθητής του τραυματίστηκε σε τροχαίο και το σχολείο οργάνωσε έναν αγώνα δρόμου 8 χιλιομέτρων προς τιμήν του. Όταν ο Rick γύρισε στο σπίτι είπε στον πατέρα του : "Μπαμπά θέλω να τρέξουμε για τον Στιβ". Ο Dick σάστισε πως ένα "γουρουνόπουλο", όπως συνήθιζε να λέει για τον εαυτό του, που δεν έτρεξε ποτέ πάνω από ένα χιλιόμετρο συνεχόμενο, θα έσπρωχνε ένα αναπηρικό καροτσάκι για 8 χιλιόμετρα. Το δοκίμασε. Και τα κατάφεραν. Εδώ ξεκινάει το μοναδικό φαινόμενο. Ο Rick είπε στον πατέρα του : "Μπαμπά, όταν τρέχαμε, ένοιωθα ότι δεν είμαι πια παράλυτος. Ένοιωθα να τρέχω κι εγώ μαζί σου!" Αυτή η μέρα άλλαξε την πορεία των δύο Hoyt για πάντα. Ο Dick αποφάσισε να τρέχει μαζί με το γιο του όσο πιο συχνά μπορούσε. Άρχισαν εντατική προπόνηση και 2 χρόνια αργότερα ήταν έτοιμοι για ένα μεγάλο αθλητικό γεγονός. Τον Μαραθώνιο της Βοστόνης του 1979. Δεν κατάφεραν να πάρουν επίσημη συμμετοχή αλλά έτρεξαν και τερμάτισαν! Προφανώς είχαν βγει νικητές. Τα επόμενα χρόνια πήραν επίσημη συμμετοχή. Η επόμενη πρόκληση ήταν το τρίαθλο. Ένα αγώνισμα συνδυασμός από τρέξιμο, ποδηλασία και κολύμπι. Οι Ολυμπιακές αποστάσεις για το τρίαθλο είναι: κολύμπι 1.5 χλμ, ποδηλασία 40χλμ και τρέξιμο 10 χλμ. Ο Dick αποφάσισε να το δοκιμάσει κι αυτό. Και τα κατάφερε. Και όσο ο Dick ανέβαζε τον πήχη και δοκίμαζε πιο δύσκολες διοργανώσεις, τόσο ο Rick ένιωθε λιγότερο την τετραπληγία του. Γίνονται πολλές διοργανώσεις τρίαθλου ανά τον κόσμο σε διάφορες αποστάσεις. Η γνωστότερη όμως δοκιμασία για υπεραθλητές ψυχής είναι το Ironman που διεξάγεται στη Χαβάη. 3,8 χλμ. κολύμπι, αν δεν πνιγείς 180 χλμ. ποδηλασία και αν κουνιούνται ακόμα τα πόδια σου ένας Μαραθώνιος (42.195μ. τρέξιμο)! Μια δοκιμασία 15 ωρών για σώμα και ψυχή. Μόνο αν προπονηθείς πολλές ώρες κάθε μέρα ειδικά για την σωματική εξάντληση, - μόνο τότε θα μπορέσεις να φαντάζεσαι την γραμμή του τερματισμού για 15 ώρες. Ο Dick το επιχείρησε και αυτό. 6 φορές. Και τερμάτισε και τις 6! Μεταφέροντας πάντα τον γιο του, Rick. Κολύμπησε 3,8 χλμ. σέρνοντας μια φουσκωτή βάρκα μέσα στην οποία ήταν ο Rick, ποδηλατούσε για 180 χλμ. κουβαλώντας και τον Rick και έτρεξε 42 χλμ. σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι του Rick. Κάτι που οι περισσότεροι από εμάς δεν καταφέρνουν ούτε μόνοι τους! Από το 1979 που συμμετείχαν στον Μαραθώνιο της Βοστόνης, ο Dick και ο Rick Hoyt (Team Hoyt) συμμετείχαν σε 958 αθλητικά γεγονότα μεταξύ των οποίων 224 τρίαθλα, 6 Ironman, 65 Μαραθώνιους, τους 25 στη Βοστόνη και 20 δίαθλα με ένα απ'αυτά το 1992, να διασχίζουν τις Ην. Πολιτείες από Βορρά προς Νότο τρέχοντας και ποδηλατώντας για 45 μέρες καλύπτοντας 5.976 χλμ! Πέρυσι σε ηλικία 68 ετών ο Dick και 46 ο Rick τερμάτισαν για 25η φορά στον Μαραθώνιο της Βοστόνης, στην 5.083η θέση μεταξύ 10.000 αθλητών. Δεν μιλάμε για χαριστικό τερματισμό. Το 1992 τερμάτισαν με χρόνο 2 ώρες και 40 λεπτά, 35 λεπτά πάνω από το παγκόσμιο ρεκόρ. Τότε κάποιοι είχαν παροτρύνει τον Dick να τρέξει μόνος του μια και ήταν σίγουρο ότι θα κατέγραφε χρόνο μέσα στους καλύτερους του κόσμου. Αλλά η απάντηση του Dick ήταν άμεση. -ΟΧΙ, τρέχω για να αισθάνεται καλύτερα ο γιος μου και όχι για το ρεκόρ. Ο Rick κατάφερε να κερδίσει μια θέση στο πανεπιστήμιο και όταν αποφοίτησε δέχθηκε την πρόταση του πανεπιστημίου για να εργαστεί στις υπηρεσίες του, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Ο Dick ανακηρύχθηκε ο ΠΑΤΕΡΑΣ του αιώνα και συνεχίζει να λαμβάνει μέρος σε μαραθώνιους και τρίαθλα όποτε οι υποχρεώσεις του Rick το επιτρέπουν. Πρόσφατα σε μια τηλεοπτική συνέντευξη των Hoyt ρώτησαν τον Rick, μετά απ'όλα αυτά τι δώρο θα ήθελε να κάνει στον πατέρα του. Ο Rick έγραψε στον υπολογιστή : "Θα ήθελα, έστω και για μία φορά, να καθίσει ο πατέρας μου στο καροτσάκι και να τον σπρώχνω εγώ".

26.7.15

Μπαμπά που είσαι;

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα, χρόνια καλά στην Παρασκευή που σήμερα γιορτάζει, και στην Δολέντσια που σήμερα έχει τα γενέθλιά της. Η σημερινή ανάρτηση είναι κι αυτή αφιερωμένη στους Μπαμπάδες, το άρθρο είναι δανεικό από το filoftero του κ. Μιχαηλίδη. Θα το ξαναγράψω ακόμη μια φορά: μην αφήνεται το χρόνο να περνάει, τ' αγαπημένα σας πρόσωπα πιθανόν να μην είναι για πάντα κοντά σας. Ακόμα αντηχεί στ' αυτιά μου το παράπονο ενός εκλεκτού φίλου από την Τζελέχωβα, που δεν στάθηκε έγκαιρα κοντά στην μητέρα του ώστε να τις προσφέρει αυτά που ήθελε γιατί νόμιζε πως η μητέρα του θα ήταν εκεί για πάντα. Σήμερα το αναφέρει αυτό με πόνο αλλά δυστυχώς είναι πια αργά για τις όποιες διορθωτικές κινήσεις, για να μη βρεθείτε στη θέση του πράξτε τα δέοντα. Σας αποχαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος. 
Υ.Γ. Η χθεσινή μέρα ήταν πάρα πολύ σημαντική γιατί υποδεχθήκαμε στον κήπο του Επίκουρου ένα νέο μέλος, τον Επικούρειο Κωνσταντίνο!!!!!!!!!! το νέο μέλος είναι ο γιος της βαπτιστήρας μου και η βάπτιση έγινε στην Πάχη Μεγάρων. Μαριανθούλη μου, Ευάγγελε να σας ζήσει.
Οι άνθρωποι αποφεύγουν να μιλούν για τον θάνατο, ιδίως όταν αυτός δεν τους έχει χτυπήσει τη πόρτα.

Ένας παπάς μου έλεγε πριν από χρόνια ότι ακόμα και εκείνοι που στις κηδείες σπρώχνουν για να βρεθούν μπροστά-μπροστά την στιγμή της ταφής, το κάνουν για να ανακουφιστούν ότι εκείνοι είναι ακόμα εν ζωή.


Για μένα, που τον βρήκα μπροστά μου τον άτιμο από τα παιδικά μου χρόνια, η πιο βαριά επίπτωσή του δεν είναι τόσο πολύ ότι αναγκάζεσαι να συνηθίσεις την απουσία ενός αγαπημένου σου προσώπου, όσο το να συνειδητοποιείς ότι η μνήμη, τελικά, δεν αποθηκεύει εκείνα που έχεις πραγματική ανάγκη:



Την αίσθηση ενός αγγίγματος τη στιγμή που το χρειαζόσουν. Τον τόνο της φωνής, σε καλές και άσχημες στιγμές. Ένα χαμόγελο που καμιά, ποτέ, φωτογραφία δεν μπορεί να αποτυπώσει. Ένα νεύμα, που ήταν αρκετό να σε διαβεβαιώσει ότι «όλα θα πάνε καλά, μη στενοχωριέσαι».



Με συγκλόνισαν, θυμάμαι, τα λόγια που είπε ο Θανάσης Βέγγος σε μία τηλεοπτική εκπομπή, όπου τον κάλεσαν για να τον βραβεύσουν, ένα-δύο χρόνια πριν πεθάνει:



«Έπρεπε να γεράσω, αγόρι μου, για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια. Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμήσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε κατσιάζουν. Χάσιμο χρόνου. Θα το δεις κι εσύ όσο μεγαλώνεις».



Σήμερα, είμαι μπλεγμένος κι εγώ στα πολλά χέρια που απλά με κατσιάζουν. Και μου λείπει εκείνο το ένα, που πάντα έκανε τη καρδιά μου να φτερουγίσει.



Ο Ηράκλειτος έλεγε: «Στην αναζήτηση της αλήθειας, να είσαι έτοιμος για το απροσδόκητο, επειδή είναι δύσκολο να τη βρεις και σε συγκλονίζει όταν την ανακαλύψεις».



Είναι λόγια που τα βρίσκω στην εισαγωγή ενός βιβλίου που με κράτησε ξάγρυπνο τρεις νύχτες, και θάθελα να το μοιραστώ μαζί σας, όσο κι αν το θέμα του, ο θάνατος και η μοναξιά, μοιάζει, και είναι, στενάχωρο.



Τιτλοφορείται «Η Επινόηση της Μοναξιάς», είναι γραμμένο από τον Αμερικανό συγγραφέα Paul Auster, και κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου. Ξεκινάει έτσι:



«Τη μία μέρα υπάρχει ζωή. Ένας άνθρωπος, για παράδειγμα, με θαυμάσια υγεία, ούτε καν γέρος, χωρίς ιστορικό ασθενειών. Όλα είναι όπως ήταν, όπως θα είναι πάντα. Εκείνος ζει από μέρα σε μέρα, νοιάζεται μονάχα για τη δουλειά του, ονειρεύεται μονάχα τη ζωή που απλώνεται μπροστά του. Και έπειτα, ξαφνικά, υπάρχει θάνατος. Ο άνθρωπος αφήνει έναν αναστεναγμό, σωριάζεται στην καρέκλα του κι έρχεται ο θάνατος. Το αιφνίδιο του πράγματος δεν αφήνει περιθώρια για σκέψεις, δεν δίνει στο μυαλό την ευκαιρία να αναζητήσει μια λέξη που θα μπορούσε να προσφέρει παρηγοριά. Μένουμε μονάχα με τον θάνατο, το αδιαμφισβήτητο γεγονός της θνητότητάς μας».



Έμαθα τα νέα για τον θάνατο του πατέρα μου, κάποια χρόνια πριν, τέτοιες μέρες, όταν το πρωί κάναμε μπάνιο στην Αμμόχωστο και το απόγευμα, που έκανα βόλτα με τους φίλους μου κάποιος μου φώναξε «τρέχα!».


Μπαμπά;

23.7.15

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΝΟ ΤΗΣ ΙΑΠΩΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ 24/07 ΚΑΙ 25/07

Θέατρο Νο Φίλες και φίλοι αγαπητοί επισκέπτες του filomatheia blogspot.gr καλημέρα, όσοι από εσάς μπορείτε αυτό το Παρασκευοσάββατο να βρεθείτε στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου θα ζ΄γσετε στιγμές μαγικές. Οι ηθοποιοί του Θεάτρου της Ιαπωνίας θα ερμηνεύσουν την θ' ραψωδία (Νεκυια) από την Οδύσσεια. Εννοείται πως θα ήμουν κι εγώ εκεί αλλά τον τραύμα από την πτώση δεν μου επιτρέπει αυτή τη μετάβαση. Επίσης θα ήθελα να παρευρεθώ το Σάββατο το πρωί στις 06.00 στην ειδική τελετή για την υποδοχή του Ζωοδότη Ήλιου. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος-Fuji Tomo Kazu

Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της Ιστορίας Θεάτρου είναι το Θέατρο Νο. Το θέατρο Νο κατάγεται από την Ιαπωνία και γεννήθηκε τον 14ο αιώνα. Χαρακτηρίζεται ως ένα θέατρο φορμαλιστικό, με βαθιές ρίζες στην παράδοση, την οποία επιθυμεί να τελειοποιήσει, παρά να καινοτομήσει. Στα στοιχεία του συμπεριλαμβάνεται η μουσική, ο χορός και το δράμα, ενώ όλοι οι ερμηνευτές στο Θέατρο Νο είναι άντρες.
Ο όρος Νο στα Ιαπωνικά δηλώνει το χάρισμα ή το ταλέντο και παρατηρείται μία αξιοσημείωτη αντιστοιχία στην ιαπωνική παράδοση με την αρχαία τραγωδία. Αρχικά, οι παραστάσεις τους, που διαρκούσαν μία ολόκληρη ημέρα, έπρεπε να συμπεριλαμβάνουν πέντε δράματα του θεάτρου Νο, με ενδιάμεσα Κυογκέν. Τα Κυογκέν είναι συντομότερα έργα, σατυρικής διάθεσης και ενώ τα έργα του θεάτρου Νο βασίζονται περισσότερο στην μουσικοχορευτική παράδοση, τα Κυογκέν περιέχουν έξυπνους διαλόγους, ρυθμική γλώσσα και αστεία με σκοπό να προκαλέσουν το γέλιο του κοινού. Παίζονται συνήθως από δύο ή τρεις ηθοποιούς. Σήμερα, μία παράσταση συνήθως αποτελείται από δύο έργα του Θεάτρου Νο και ένα ενδιάμεσο κωμικό Κυογκέν. Τα δύο αυτά είδη συνθέτουν το παραδοσιακό Ιαπωνικό Θέατρο με τον όρο Νογκάκου.

Η ανάπτυξη αυτού του ιαπωνικού είδους θεάτρου έχει τις ρίζες της σε θρησκευτικά τελετουργικά, καθώς επίσης σε λαϊκές αλλά και αριστοκρατικές μορφές τέχνης. Οι καλλιτέχνες που συνέβαλαν στην διαμόρφωση του είδους είχαν ανάγκη από έναν προστάτη-πάτρονα. Καθοριστική στο είδος θεωρείται η συμβολή του Zeami Motokiyo, ο οποίος επηρέασε την διαμόρφωση του είδους στην πρώτη περίοδο ανάπτυξής του (1333-1573) και μάλιστα κατάφερε να εξασφαλίσει ένα είδος κρατικής επιχορήγησης. Ακόμα κι όταν έχασε την πολιτική του εύνοια ο Zeamiκαι εξορίστηκε, το είδος συνέχισε να ανθίζει και αναγνωρίστηκε και επίσημα ως ένα εθνικό είδος θεάτρου, που μάλιστα επηρέασε με την σειρά του άλλες θεατρικές φόρμες, όπως το θέατρο Καμπούκι και το Μπούτο. Μετά το τέλος της κρατικής επιχορήγησης, αναπύχθηκαν τέσσερις θεατρικές ομάδες που συνέχισαν να δουλεύουν και να εξελίσσουν το είδος, λαμβάνοντας πλέον χρηματοδότηση και προστασία από ναούς και ιερά.
Η επόμενη φάση ανάπτυξης (1603-1867) υπήρξε και η πιο καθοριστική, καθώς το Shogunate (ένα είδος στρατιωτικής κυβέρνησης) υιοθέτησε το Θέατρο Νο ως την επίσημη μορφή τελετουργικής τέχνης και μάλιστα εξέδωσε κανόνες στους οποίους θα έπρεπε αυτό ως φόρμα να υπακούει. Την ίδια περίοδο σχηματίστηκε και μία πέμπτη ομάδα του Θεάτρου Νο και αυτοί οι πέντε θίασοι επιβιώνουν και δίνουν παραστάσεις έως τις μέρες μας.
Το θέατρο Νο αποκτά πλέον και επίσημα τον τελετουργικό του χαρακτήρα, δομημένο γύρω από το τραγούδι και τον χορό. Η κίνηση είναι αργή, σχεδόν ιερατική, η γλώσσα είναι ποιητική, αλλά η εκφορά του λόγου οφείλει να είναι «μονότονη» και αυστηρή. Τα έργα αντλούν συχνά τα θέματά τους από θρύλους και παραδόσεις για πνεύματα, στοιχεία της φύσης, θρύλους, καθώς επίσης την λογοτεχνική και ιστορική παράδοση της χώρας. Στο πλούσιο θέαμα συμβάλλουν επίσης τα βαριά και φαντασμαγορικά κοστούμια, που συχνά είναι φτιαγμένα από μετάξι, ενώ χρησιμοποιούνται και διάφορα αντικείμενα, όπως μεγάλες βεντάλιες που διπλώνουν και ανάλογα με το σχήμα που παίρνουν, μπορούν με την σειρά τους να υποδηλώσουν άλλα αντικείμενα.

Ο σκηνικός χώρος των παραστάσεων Νο είναι τετράγωνος, ανοιχτός από τις τρεις πλευρές και κλειστός μόνο στο βάθος με έναν τοίχο, που φέρει ζωγραφισμένη πάνω του μια βελανιδιά. Τέσσερις κολώνες στηρίζουν την οροφή, ενώ υπάρχει μία μικρή γέφυρα σε γωνία από την σκηνή, από την οποία μπαίνουν στον χώρο οι ερμηνευτές. Ενώ κατά την παράδοση οι παραστάσεις του Θεάτρου Νο δίνονται σε ανοιχτούς χώρους, τελευταία άρχισαν να χρησιμοποιούνται και σύγχρονα, κλειστά θέατρα.
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, οι ερμηνευτές είναι μόνο άντρες, ενώ η τεχνική του θεάτρου Νο βασίζεται στην χρήση της μάσκας. Οι μάσκες, που απεικονίζουν άλλοτε δαιμονικές και άλλοτε ευνοϊκές δυνάμεις, άλλοτε άντρες και άλλοτε γυναίκες διαφόρων ηλικιών, είναι κατασκευασμένες τρισδιάστατες, από υλικά όπως το ξύλο, το χαρτί, ο πηλός, το ύφασμα κτλ. Οι ηθοποιοί εκπαιδεύονται σε διαφορετικές κλίσεις της κεφαλής, έτσι ώστε η μάσκα να μεταμορφώνεται και ο χαρακτήρας τους να υποδηλώνει διαφορετικά συναισθήματα, ενώ φυσικά αναπτύσσουν μία εντελώς διαφορετική σωματικότητα από όσους δεν φορούν μάσκα.

Οι χαρακτήρες στα έργα του θεάτρου Νο είναι συγκεκριμένοι, καθώς αφηγούνται καθιερωμένους μύθους και το στοίχημα κάθε φορά δεν είναι η πρωτοτυπία, αλλά η τελειοποίηση της λεπτομέρειας στην κίνηση και την εκφορά του λόγου. Στους βασικούς χαρακτήρες ανήκει ο σίτε, που είναι κάθε φορά ο πρωταγωνιστής και μπορεί να είναι μία θεότητα, ένας δαίμονας, ένας σοφός γέροντας κτλ, ο γουάκι, που είναι ένας δεύτερος ρόλος και σε αντίθεση με τον σίτε πρέπει πάντα να απεικονίζει κάποια ζωντανή μορφή (ενός σαμουράι πολεμιστή, ενός ιερέα, μοναχού κτλ), οι γιουτάι που επιτελούν τον ρόλο του χορού, είναι στημένοι στο αριστερό τμήμα της σκηνής και βοηθούν τον σίτε στην αφήγηση της ιστορίας, οι χαγιάσι που είναι οι τέσσερις μουσικοί που συνοδεύουν την παράσταση, ενώ στην σκηνή υπάρχουν και οι κόκεν, οι οποίοι είναι ντυμένοι στα μαύρα και δεν είναι ηθοποιοί, βοηθούν όμως τους ηθοποιούς επί σκηνής όταν χρειάζονται σκηνικά αντικείμενα. Πέρα από τις βεντάλιες, τις οποίες χρησιμοποιούν όλοι οι ηθοποιοί που έχουν βασικό ρόλο, άλλα συνήθη αντικείμενα είναι τα εξής: ξίφη, πηγάδια, βωμοί, βάρκες κτλ.
Σήμερα, το θέατρο Νο μετράει περίπου 250 έργα στο ρεπερτόριό του και 1500 ενεργούς ηθοποιούς. Οι ηθοποιοί του θεάτρου Νο εκπαιδεύονται από μια πολύ νεαρή ηλικία (συνήθως από τα τρία τους έτη) και ασκούνται στην πειθαρχία. Ζουν μια πολύ αφιερωμένη ζωή, σκληρής τεχνικής λόγου και κίνησης, την οποία προσπαθούν να τελειοποιήσουν. 
 EΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ FUJI TOMO KAZU

21.7.15

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΜΠΑΜΠΑΔΕΣ


Η αγάπη πάντα θα νικάει τον θάνατο, φίλες και φίλοι αγαπητοί επισκέπτες του filomatheia blogspot.com σας καλησπερίζω και σας εύχομαι καλή υπομονή!!!!!! Ναι! ναι! καλή υπομονή, γιατί με όλα αυτά που ακούμε από το πολιτικό προσωπικό της χώρας θα πρέπει να οπλιστούμε με πολύ μεγάλη υπομονή. Ας μη δώσω συνέχεια σε δυσάρεστα πράγματα που έτσι κι αλλιώς θα έχουμε μπροστά μας αρκετά μεγάλο χρονικό -δυστυχώς- διάστημα για να δούμε τους πολιτικούς μασκαράδες που έως την 4ρτη Ιουλίου παρότρυναν τον κόσμο να ψηφίσει ΟΧΙ για να το μετατρέψουν σε χρόνο ρεκόρ σε ένα τεράστιο ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ!!!!!!!!!!!!! Βρε ξεφτίλες βγείτε τουλάχιστον και ζητήστε συγγνώμη από τους πολίτες, ενυ γουέ¨που λένε και στο Κορωπί εγώ σήμερα για άλλο λόγο ξεκίνησα να γράφω. Ας έρθω λοιπόν στο θέμα μου, θυμόσαστε το λόγο που μ' έκανε να ξεκινήσω να γράφω την περιπέτεια του δικού μου πατέρα; Αυτόν το λόγο τον είχα αναφέρει στην προ προηγούμενη ανάρτηση και ήταν το βιβλίο του ΑΝΤΩΝΗ ΔΟΥΜΑ-ΚΑΝΑΚΗ με τίτλο ''Μπαμπά,,,. Σήμερα ως επίλογο των δυο προηγούμενων αναρτήσεων σας παρουσιάζω κάποια αποσπάσματα απ' αυτό το εκπληκτικό βιβλίο. Καλή ανάγνωση, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Στις προηγούμενες αναρτήσεις ήμουν λίγο βρομόστομος και γι' αυτό σας ζητώ συγγνώμη, όταν όμως έχεις να κάνεις με τον χάροντα επιτρέπονται όλες οι λέξεις, και όλα τα μέσα, γιατί κι αυτός δεν έρχεται με σαβουάρ βίβρ!!!!!!!!! που λένε και στο Γοργογύρι όταν κάποιος σαβουρώνει. 

Γράφει η Αργυρώ Μουντάκη //
Μπαμπά.(μια κανονική ημέρα),  Αντώνης Δούμας-Κανάκης, Εκδόσεις Ιανός, 2015, σελ. 80
«Η ύπαρξή του για μένα είναι η βασικότερη πηγή δύναμης. Το βασικότερο σημείο αναφοράς, η μοναδική σταθερά, η πυξίδα. Πώς με αμολάς, ρε φίλε, στα καλά καθούμενα, νυχτιάτικα, στις φουρτουνιασμένες θάλασσες και μου παίρνεις την πυξίδα μου. Τι να κάνω, δηλαδή, εγώ τώρα; Πού να πάω; Πού να στρίψω;» (σελ. 57)

Αντιμέτωπος με τον θάνατο, με την πιο σκληρή έκφραση της ζωής, ο Αντώνης Δούμας-Κανάκης ζητάει να μας επικοινωνήσει, στους άγνωστους φίλους του, την θλίψη του για την απώλεια του αγαπημένου του πατέρα. Είκοσι ημέρες από την στιγμή της ασθένειας του πατέρα του έως την κατάληξη του, περιγράφονται με σαφήνεια στην ένταση των συναισθημάτων, με γλαφυρότητα στις καταστάσεις και με τη δυνατόν νηφαλιότητα δεδομένου ότι ο συγγραφέας δεν έχει προλάβει να πάρει αποστάσεις από το τραγικό γεγονός. Και αυτό θέλει και ο ίδιος απ' ότι φαίνεται: Να μιλήσει εν θερμώ. Να επικοινωνήσει τον πόνο και την απύθμενη θλίψη του, ίσως όχι για να ξορκίσει το κακό, αυτό δύσκολα ξορκίζεται, αν ξορκίζεται ποτέ, αλλά για να πει στους φίλους του, στους ανθρώπους που τον διαβάζουν, που ενδεχομένως τον ξέρουν και τον παρακολουθούν χρόνια από τα μέσα, να τους προτρέψει να απολαμβάνουν τις στιγμές με τους αγαπημένους τους, να ζουν τις στιγμές μαζί τους, να εκφράζουν την αγάπη τους.
[.] «Είχα πολλή δουλειά εκείνη την ημέρα. Τον κοιτούσα από το παράθυρο χωρίς να με αντιληφθεί και σκέφτηκα "βγες έξω, βρε, να τον χαιρετήσεις, να τον αγκαλιάσεις, κάποτε δεν θα είναι εδώ". Αυτό σκέφτηκα μερικές ημέρες πριν! Αμέσως έδιωξα αυτή τη σκέψη από το μυαλό μου. Δεν μου άρεσε να σκέφτομαι ότι κάποτε δεν θα είναι εδώ. Την έδιωξα, αλλά το σκεφτόμουν ακόμη. να βγω, να μη βγω. Συνέχισα να κατεβαίνω τις σκάλες και ξεκίνησα τις δουλειές μου. Δεν βγήκα ποτέ εκείνη την ημέρα. Δεν μιλήσαμε ποτέ εκείνη την ημέρα.» (σελ. 20)

Ο Αντώνης Δούμας-Κανάκης εκφράζει με κραυγή απόγνωσης την απώλεια του πατέρα του, δίχως να θέλει να τραβήξει τα αδιάκριτα βλέμματα όμως, σίγουρα όμως θέλοντας να παρακινήσει την ανθρωπιά των ανθρώπων στους δικούς τους ανθρώπους.
 
«Έχω περάσει πολλές στιγμές μόνος μου, πολλά χρόνια μόνος μου, πρώτη φορά αισθάνομαι πραγματικά μόνος μου. Μια απέραντη μοναξιά. Νιώθω έναν κόσμο δισεκατομμυρίων γαλαξιών, έναν πλανήτη δισεκατομμυρίων ανθρώπων, τελείως άδειο. Έρημο. Δέχομαι επίθεση ενοχών, πονάνε τα σωθικά μου. Κραυγάζω μόνος μου, με βρίζω, με βρίζω, με βρίζω συνέχεια. Έρχονται στο μυαλό μου όλες οι στιγμές που του φώναξα, όλες οι στιγμές που δεν του έδωσα τη σημασία που του άξιζε, όλοςο κόσμος που θα μπορούσα να ξοδέψω μαζί του και δεν το έκανα και σπαράζω, πονάω όπως ποτέ άλλοτε και με βρίζω.» (σελ.20)
 
Ο θαυμασμός του για τον πατέρα του είναι διάχυτος σε όλο το βιβλίο, σε κάθε αράδα, σε κάθε λέξη, σε κάθε τόνο και θαυμαστικό που βάζει στο κείμενό του:
«Γενικότερα, είχε μεγάλο ταλέντο στην ευτυχία. Τα λίγα, τα απλά, τα καθημερινά, τα σημαντικότερα, δηλαδή, που οι περισσότεροι τα θεωρούμε πολλές φορές ασήμαντα, αυτά τον κάνανε ευτυχισμένο.» (σελ. 29)
Ξέχειλη πίσω από τις γραμμές και ανάμεσα σε αυτές, στο μελάνι που χαϊδεύει απαλά το τρυφερό χαρτί, είναι η αγάπη του για τον πατέρα του.
[.] «Που με μεγάλωσε με τα βασικότερα συστατικά, αγάπη, ασφάλεια, εμπιστοσύνη, ελευθερία. Που μου ενέπνευσε τα ανεκτίμητα ιδανικά της καλοσύνης, της δικαιοσύνης, της αλήθειας, της εντιμότητας, της ευγνωμοσύνης, της αφοσίωσης, της εργατικότητας, της προσφοράς, της αξιοπρέπειας, της αγάπης.» (σελ.66)
Είναι πολύ συγκινητικό κείμενο, ανθρώπινο, απτό, ρεαλιστικό και συναισθηματικό συνάμα, δίχως να επιδιώκει να είναι λογοτεχνία, καταφέρνει όμως να είναι, λογοτεχνία, όπως κάθε φορά που στο χαρτί αποτυπώνεται η αλήθεια μιας ζωής, η αλήθεια ενός ανθρώπου. Περνώντας από όλα τα συναισθηματικά στάδια, την άρνηση, το θυμό, τη διαπραγμάτευση και την αποδοχή, όλα αυτά τα στάδια της ψυχολογικής θεωρίας περιγράφονται ένα προς ένα, δίχως όμως να ονομάζονται, από τον συγγραφέα που τα βιώνει έντονα και οδυνηρά.
 «Τον Θάνατο δεν τον φοβάμαι πλέον, γιατί αρχίζω και ψυλλιάζομαι πως ό,τι και να κάνει ο γαμημένος, πάντα χαμένος θα βγαίνει. Πάντα η αγάπη θα κερδίζει. Όσο αυτός επιμένει και όποτε εμφανίζεται, τόσο θα αναδεικνύει την αγάπη. Αυτήν δεν μπορεί να την σκοτώσει και αυτό είναι που τον σκοτώνει τελικά. [.] Πάντα η αγάπη τον νικάει. Πάντα τον ακυρώνει. Πάντα του θυμίζει ποιος είναι το αφεντικό. Ένας αποτυχημένος και μισός είναι.» (σελ. 69)
Το βιβλίο κλείνει σίγουρα με την θλίψη που συνοδεύει τον συγγραφέα του, αλλά και με την περηφάνια ότι είχε πατέρα έναν ξεχωριστό άνθρωπο, στον οποίο -γίνεται σαφές μέσα από το βιβλίο- οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτό που είναι σήμερα ο Αντώνης Δούμας-Κανάκης, ένας επαγγελματικά επιτυχημένος άνθρωπος, με αυτοπεποίθηση και σταθερότητα στο βλέμμα και στις θέσεις του.

Συλλυπητήρια στον ίδιο και την οικογένειά του, συγχαρητήρια για την αλήθεια του γραπτού του και την σεμνότητα, αγνότητα του κειμένου του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

20.7.15

Ένας Υπέροχος Πατέρας, και Δυο Καταπληκτικά Εγγόνια [ΑΣΤΡΟΤΟΜ ΚΑΙ ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗ] Μέρος Β'

Ένα ποίημα για τον πατέρα μου.Air Force One
Τα μέλη της Air Force one ήταν οι: Τζιμ Άνταμς, Μελισσάνθη,
και ο Επικούρειος Πέπος.

Κάποτε ο πατέρας μου
Όργωνε τη γη
Φυτεύοντας την ελπίδα
Σε κάθε αυλακιά
Που άνοιγε το υνί
Οι λέξεις ξεπετιούνταν
Όπως οι παπαρούνες την άνοιξη
Τώρα πια
Στο πλατύ χωράφι της Ποίησης
Πριν τις φυτέψω
Οι λέξεις μαραίνονται
Όπως τα φύλλα του φθινοπώρου
Είδα στον ύπνο μου τον πατέρα
Περπατούσε ασίκικα
Ήταν χαμογελαστός
Μπράβο πατέρα, όπως παλιά
Λεβέντης
Γεια σου Μαστορίκα!!!!!!!!!
Νύχτα κι εγώ σε περιμένω
Αρχίζει πάλι η βροχή
Τώρα πια όλα έχουν αλλάξει
Τώρα νύχτα, κρύο, παγωνιά...
Ένας υπέροχος Πατέρας και δυο Καταπληκτικά εγγόνια 
Μέρος Β'
Ο σοφός μπαμπάς ξέρει ότι ένα σιωπηλό αγκάλιασμα γιατρεύει σχεδόν όλες της πληγές, πράγματι έτσι είναι όταν ο μπαμπάς μου μ' έκλεινε στην αγκαλιά του, μου γιάτρευε όλες της πληγές. Οι μπαμπάδες είναι πολύ συνηθισμένοι άντρες που από αγάπη μετατρέπονται σε ανθρώπους ριψοκίνδυνους, παραμυθάδες, τραγουδιστές. Οι μπαμπάδες μπορούν να κάνουν τα πάντα, τουλάχιστον έτσι ήταν ο δικός μου μπαμπάς, στα 65του έμαθε να οδηγάει βέσπα, στα 68του είχε τη δική του GILERA και όλοι στο χωριό γνώριζαν την ώρα που πηγαινοερχόταν με τη μηχανή και δεν έβγαιναν στο δρόμο!!!!!!! Στα 70του ήθελε να βγάλει δίπλωμα αυτοκινήτου!!!!!!! Και κάποια στιγμή μου είπε πως το παράπονό του ήταν που δεν είχε ταξιδέψει με αεροπλάνο. 
Φίλες και Φίλοι όσοι διαβάζετε αυτό το κείμενο και οι γονείς σας είναι εν ζωή μην αναβάλλεται μια συνάντηση μαζί τους, η έναν διάλογο, η μια αγκαλιά, η μια βόλτα μαζί τους γιατί αύριο μπορεί να είναι πολύ αργά και τότε δεν θα μπορείτε ν' αλλάξετε τίποτα. Υπάρχει μια αναφορά στο βιβλίο του Αντώνη Κανάκη με τον τίτλο ''Μπαμπά'' όπου ο Αντώνης βλέπει από το παράθυρο τον πατέρα του που ήταν στον κήπο κι ενώ ένιωσε την ανάγκη να πάει να τον αγκαλιάσει και να μείνει για λίγο μαζί του, τελικά δεν το κάνει και συνεχίζει τη διαδρομή προς το υπόγειο όπου είχε την εργασία που έπρεπε να ετοιμάσει, όσοι από εσάς διαβάσετε αυτό το βιβλίο θα καταλάβετε πως εκείνη η απόφαση του έχει αφήσει ένα τραύμα.
Θα επιστρέψω τώρα στη συνέχεια της περιπέτειας του πατέρα μου. Μετά το επιληπτικό επεισόδιο η κατάστασή του ήταν όχι τραγική, αλλά και όχι όπως ήταν πριν, κάπως έτσι πήραμε εξιτήριο από το νοσοκομείο, ήταν Μεγάλη Τετάρτη νομίζω πως δυο μέρες μετά αναχωρήσαμε για το χωριό. Είχε αρχίσει ήδη η άνοιξη και αυτή η αλλαγή ήταν προς όφελος του πατέρα μου γιατί θα επέστρεφε ξανά στα πάτρια εδάφη, σε συγγενείς και φίλους. Πράγματι η αλλαγή τον βοήθησε και σιγά σιγά άρχισε ξανά να παίρνει τα πάνω του. Κάπως έτσι φθάνουμε στον Αύγουστο του 2006 όπου έμελλε να συμβούν απίθανα όμορφα πράγματα στην αυλή των θαυμάτων. Στο μεσοδιάστημα σε τακτά χρονικά διαστήματα επισκεπτόμουν τον πατέρα μου και δεν θα ξεχάσω ΠΟΤΕ!!!!!! μα ΠΟΤΕ!!!! την αντίδραση του πατέρα μου μόλις μ' έβλεπε να κατεβαίνω από το αυτοκίνητο, το χαμόγελό του έφθανε ως τ΄αυτιά του, άνοιγε τις χερούκλες του και μ' έκλεινε στην αγκαλιά του εκείνες τις στιγμές δεν τις αλλάζω με τίποτα, ήταν ΘΕΪΚΕΣ!!!!! σ' αυτό το διάστημα θα πρέπει να είχε πάθει ξανά κάποια επεισόδια επιληψίας και ως εκ θαύματος τύχαινε για καλή του τύχη αυτό να συμβαίνει τις περιόδους που τον επισκεπτόμουν. 
Σε κάποιο επεισόδιο που δεν ήμουν εκεί του συμπαραστάθηκε ένα υπέροχο γειτονόπουλο η Ευγενία Πατούκα εγγονή της μεγάλης Ευγενίας που με το δικό της στυλ ομορφαίνει τη γειτονιά, αυτή και ο μακαρίτης πια Κωνσταντίνος Ντακούλας (αμερικάνικα συστήματα και πασταλάκια) έδιναν μια νότα χαράς στη γειτονιά τώρα πια όλο το βάρος έχει πέσει στις πλάτες της Ευγενίας γιατί ο κουμπάρος την έκανε για τη χώρα των Μακάρων. Στην μικρή λοιπόν Ευγενία θέλω να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ.
Κάπως έτσι φθάνουμε στον Αύγουστο όπου ο πατέρας μου περνάει κάποιες κρίσεις επιληψίας αλλά σε γενικές γραμμές είναι καλά και δεν ξεχνάει, που και που να δείχνει τ' αρχαία του στον καραμαμιόλη τον χάροντα, ο οποίος έχει σκυλιάσει γιατί ο πατέρας μου τον ξεφτίλισε για δεύτερη φορά. Αφού λοιπόν ο γέροντας είναι τζετ στις 14 Αυγούστου διοργανώνω μια βραδιά ποίησης και την επόμενη γιορτάζουμε τα γενέθλια της μητέρας μου και του πατέρα μου και ζούμε στιγμές μοναδικές, στιγμές που έχουν χαραχθεί για πάντα στο σκληρό δίσκο της μνήμης μου.
υ.σ. φωτο 1965 γονείς Επικούρειος Πέπος και ο μικρός Αλέξανδρος.
Κάποια στιγμή στο τέλος της γιορτής ο πατέρας μου έκανε μια φοβερή κίνηση, ήταν η πρώτη φορά που έκανε αυτή την κίνηση, η δεύτερη ήταν λίγο πριν μας αποχαιρετήσει για πάντα. Ας επιστρέψω όμως σ' εκείνη την φοβερή πράξη που πάντα όταν τη θυμάμαι βουρκώνω, κάλεσε κοντά του τα τρία παιδιά του (Βασίλης, Επίκουρος, Αλέξανδρος) πήρε τα χέρια μας και τα έβαλε ανάμεσα στα δικά του και μας κοίταζε στα μάτια, κάτι ήθελε να πει αλλά δεν μπορούσε, αυτό που δεν μπορούσε να πει με το στόμα μας το έλεγε με τα μάτια και με το σφίξιμο των χεριών. Ήταν σαφέστατο το μήνυμά του, ζητούσε ενότητα, ΑΧ!!!!!! βρε πατέρα μου ακόμα και μέσα στην αρρώστια σου σκεφτόσουν την ενότητα των παιδιών σου, την ενότητα της οικογένειας. Αυτό που ζήτησες πατέρα συνεχίζεται, η επιθυμία σου ήταν για μας προσταγή. Το γεγονός πως ο πατέρας μου έζησε τη μεγάλη γιορτή του Αυγούστου το 2006, τη μεγάλη γιορτή για τα εγκαίνια της βιβλιοθήκης, και την αξέχαστη-μοναδική γιορτή τον Αύγουστο του 2007 σ' εκείνη την μυσταγωγική βραδιά ποίησης και μουσικής οφείλω να ομολογήσω πως είμαι ευγνώμων στον Θεό των μικρών πραγμάτων, γιατί τι άλλο είμαστε από πολύ μικρά πράγματα; -ρίξτε μια ματιά για να δείτε τον όγκο του πλανήτη μας στο σύμπαν και τοτε θα καταλάβετε τι εννοώ- στον Θεό λοιπόν των μικρών πραγμάτων και όχι ως θρησκόληπτος αλλά ως μόριο ενός σύμπαντος, και όπως έλεγε και η Μικρασιάτισα η Κυρά Μαργαρώ ΄΄γυιέ μου αν πεθάνω και δεν υπάρχει Θεός δεν θα χάσω και κάτι, για φαντάσου όμως να πεθάνω και να υπάρχει αλήθεια Θεός; τι θα του πω; επειδή δεν γνωρίζω αν υπάρχει, ή αν δεν υπάρχει, αποφάσισα να πιστεύω πως υπάρχει, όχι για να κρύβομαι πίσω Του, η να Τον Θεωρώ Τιμωρό, απλά και μόνο για την δική μου ύπαρξη και ανάγκη να πιστεύω σ' αυτό το μεγαλείο που υπάρχει γύρω μου και που μέρος αυτού είμαι κι εγώ, κι επειδή γνωρίζω την ασημαντοτητά μου
-παρεμπιπτόντως να πω πως για μένα αυτή η υπέροχη Μικρασιάτισα υπήρξε πάρα πολύ σημαντική- πιστεύω σ' αυτόν το Θεό των μικρών πραγμάτων. Ασπάζομαι έδω και χρόνια αυτή τη φιλοσοφία της Μικρασιάτισας, και μ' αυτή πορεύομαι στη ζωή μου...... Μετά απ' όλα αυτά δικαίως ο πατέρας μου μπορούσε να του πει του χάροντα μεγάλε έλα τσίμπα τώρα ένα αρχιδιαπαντώς!!! που λέμε και στο Γοργογύρι. -Αυτό συνήθως το λέμε σε κάποιον/α που δε γουστάρουμε και αυτός/η την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια-.


Να γιατί λέω πως έκλαψα και για τον Αντώνη γιατί ο καραμαμιόλης ο χάροντας δεν έδωσε την παραμικρή ευκαιρία στον πατέρα του, εάν είχα περάσει κι εγώ την ίδια δοκιμασία σίγουρα σήμερα δεν θα ήμουν αυτός που είμαι, αυτά τα δυο χρόνια από τις05/01/06 έως τις 13/02/08 έζησα μαγικές στιγμές με τον πατέρα μου, και το κυριότερο αυτός ο χρόνος μου έδωσε το περιθώριο της προετοιμασίας σε διαφορετική περίπτωση το τραύμα μου θα ήταν αγιάτρευτο. Αρκετές φορές έλεγα στον πατέρα μου, βρε πατέρα τι μας πότισες και σε λατρεύουμε; Φίλες και Φίλοι έχω καταλήξει στο εξής συμπέρασμα, η συμπεριφορά μας, η αγαθότητα μας, και η καλοπροαιροσύνη μας είναι αυτά που μας οδηγούν στην τελειότητα και σαφώς στις καρδιές των αγαπημένων μας και όχι μόνο. Μακάρι να μπορούσα να του μοιάσω, μακάρι κάποιος από τους τρεις να του μοιάσει, ο πρώτος έχει ήδη αποκλειστεί άρα μένουμε οι δυο με τον μικρό να κρατάει τα σκήπτρα. Είχα τη ατυχία; τύχη; να φύγω πολύ μικρός από τον προστατευτισμό των γονιών μου αμέσως μετά τα δώδεκα, είχα όμως τη μεγάλη τύχη μετά τα 23 να είναι σχεδόν συνέχεια μαζί μου ο πατέρας μου, με αποτέλεσμα να γίνουμε κολλητάρια, όλα αυτά τα χρόνια από το 1977 έως και το 2008 έζησα κοντά του απίθανες στιγμές, όλα τα μέλη της οικογένειας έχουν να θυμούνται από τον πατέρα μου μόνο καλές στιγμές. Αρχές του 2008 στα μέσα Γενάρη έρχονται τα πρώτα μηνύματα, αρχίζω να καταλαβαίνω πως ο πατέρας μου σιγά σιγά μας προετοιμάζει για την απουσία του. Αυτή τη φορά το πιθανότερο σενάριο είναι στο τρίτο παιχνίδι να νικήσει ο χάροντας, θα είναι όμως γι' αυτόν μια πύρρεια νίκη γιατί ήδη μετράει δυο ήττες σε επίσημους αγώνες και καναδυό τρεις σε ανεπίσημα ματς. Αυτή τη φορά ο πατέρας μου δεν έχει τη δύναμη να τα βάλει μαζί του, αλλά και ο χάροντας λόγω ντροπής δεν τον επισκέπτεται πια και στο πόδι του στέλνει τη χαρόντισσα-η οποία χαρόντισσα, χαρόντισσα αλλά ήταν πολύ γλυκούλα!!!!!!!!! κι επειδή ο πατέρας μου ήταν γλυκοαίματος μπορεί να του έκανε και γλυκά μάτια!!!!! οπότε χάροντα ξανατσίμπα ένα αρχιδιαπαντώς!!!!! που λέμε και στο Γοργογύρι, είχες που είχες δυο ήττες, πάρε και μια τρίτη. 
Αρχές Φεβρουαρίου όλα δείχνουν πως ο πατέρας μου μας αποχαιρετάει τον μεταφέραμε στο ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ και μία μέρα πριν ακολουθήσει τη χαρόντισσα, για αρκετή ώρα μου κρατούσε το χέρι σφιχτά σαν να ήθελε να μου πει, γιε μου σε λίγο θα φύγω, μην προσπαθήσεις να με κρατήσεις κοντά σου άλλο!!!!!!!! Πως να του χάλαγα το χατήρι; Πως να του έλεγα όχι τη στιγμή που αυτός μου είχε κάνει τόσα χατίρια; Πως να επέμενα αφού γνώριζα πως αυτή ήταν η επιθυμία του; Με πόνο στη ψυχή μου, εκείνο το βράδυ ήμουν εκεί με τον ανιψιό μου τον ΑΣΤΡΟΤΟΜ, έσκυψα στο αυτί και του είπα:
Σ' ευχαριστώ, πατέρα που μ' έκανες να αισθάνομαι
σημαντικός για σένα και για τον κόσμο.
Σ' ευχαριστώ που ήσουν πλάι μου όλα αυτά τα χρόνια,
ήσουν για όλους μας μια φωλιά γεμάτη αγάπη και στοργή.
Σ' ευχαριστώ που με βοηθούσες σε όλες τις δραστηριότητές μου
και που μ' έκανες να πιστεύω ότι μπορώ να το κάνω καλά.
Σ' ευχαριστώ που ήσουν εκεί ακόμα και όταν δεν σε χρειαζόμουν.
Σ' ευχαριστώ που έκανες πίσω και μ' άφησες να προχωρήσω
μόνος μου όταν κατάλαβες πως είμαι έτοιμος για τη μάχη της ζωής.
Σ' ευχαριστώ για τα τραγούδια που μου έλεγες, για τα παραμύθια,
για τους μουραπάδες, για τις κούνιες που έφτιαχνες στα εγγόνια σου,
για τη φροντίδα των εγγονών σου, για τα σπεσιαλιτέ που έφτιαχνες
στο Μακρυγιαννέϊκο, και για την ανεκτίμητη προσφορά σου στο
Χαλκούτσι, στην Λούτσα, στην Αμβροσία, και ειδικότερα στην
Αρεοπαγίτου εκεί που έγραψες τη δική σου ιστορία, και φυσικά
στην ανέγερση του σπιτιού στο χωριό, για όλα αυτά θα σου είμαι
για πάντα ευγνώμων.
Σ' ευχαριστώ για όλες τις καλές συμβουλές που λόγω βλακείας
της αγνόησα.
Σ΄ευχαριστώ που ήσουν πάντα παρόν αλλά με μια δημιουργική
σιωπή που σ' έκανε αξιαγάπητο.
Σ' ευχαριστώ που ήσουν Μάστορας παντός καιρού και όταν
δεν κατάφερνες να διορθώσεις κάτι έπαιρνες το σφυρί και ως
άλλος Μεγαλέξανδρος έκοβες τον γόρδιο δεσμό.
Σ' ευχαριστώ που μας άφησες τόσο μεγάλη παρακαταθήκη
γέλιου που όταν βρισκόμαστε έχουμε πάντα κάτι δικό σου
να διηγηθούμε και να σε νοσταλγήσουμε.
Σ' ευχαριστώ που προσπαθούσες να με μάθεις να χορεύω
τσάμικο, δεν τα κατάφερα αλλά μου αρκούσε που έβλεπα
εσένα να ζωγραφίζεις χορεύοντας.
Σ' ευχαριστώ που δεν ήσουν παράξενος, και που συμμετείχες
στα όνειρά μου.
Σ' ευχαριστώ που με τη συμπεριφορά σου δεν δημιούργησες
ποτέ πρόβλημα στις νύφες και στα παιδιά σου.
Σ' ευχαριστώ κυρίως που ακόμα και σ' αυτά τα δυο χρόνια
της περιπέτειά σου μας χάρισες πάρα πολύ όμορφες στιγμές.
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που είπα στον πατέρα μου, όταν τελείωσα χαλάρωσε το χέρι του, εκείνη τη στιγμή ο πατέρας μου ακολούθησε τη χαρόντισσα στα ιδιαίτερα διαμερίσματα. Ο χάροντας αναγνώρισε πως αυτός ο άνθρωπος τον είχε νικήσει, του άξιζε κάθε τιμή γι' αυτό παραχώρησε τη θέση του στη χαρόντισσα.
Στις 13/02/2008 στις 06.00 ο πατέρας μου έγινε ''άγγελος'' 

έτσι μου είπε ένα χαρισματικό-αγαπημένο μου πλάσμα όταν μεταξύ άλλων την ειδοποίησα πως ο πατέρας μου πριν λίγο μας αποχαιρέτησε. Ευχαριστώ Τερψιχόρη, Ευχαριστώ Ζαν Ντ Άρκ, Ευχαριστώ Γιώργο Δερμετζή, Ευχαριστώ Γκοτζιό, Ευχαριστώ Πικάσο, Ευχαριστώ Ευγενία, Ευχαριστώ Μαρία, Ευχαριστώ γιαγιά Φώτεινα, σας ευχαριστώ από καρδιάς.
Υ.Γ. Από τότε που πέθανε ο πατέρας μου πιθανόν και να τον έχω δει στον ύπνο μου πάνω από 500 φορές, σε αντίθεση με τ' άλλα μέλη της οικογένειας που στο σύνολό τους τον έχουν δει όχι πάνω από δέκα φορές, κάποιος θα πει και τι σημαίνει αυτό; Έλα ντε!!! που να το γνωρίζω; Ίσως να έχει σχέση με την ανάγκη που είχα της παρουσίας του. Φίλες και Φίλοι οφείλω να κλείσω αυτό το χρονικό μ' ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Αντώνη Κανάκη γιατί με το βιβλίο του ''Μπαμπά,,,'' μ' έκανε να βγάλω από μέσα μου ένα λοφάκι από πόνο μέσω ενός λυτρωτικού κλάματος, και να καθίσω να γράψω όλα αυτά που διαβάσατε. Στον Αστροτόμ και στη Μελισσάνθη να τους πω πως είμαι πολύ περήφανος που είναι ανιψιός μου και κόρη μου, και φυσικά θα ήμουν αχάριστος αν ξεχνούσα την Λαμπρινή γιατί αυτή ήταν που σήκωσε το πιο μεγάλο βάρος, εδώ να πω πως η Λαμπρινή τον πατέρα μου δεν τον είχε απλά πεθερό τον έζησε σαν πατέρα της. Αυτά τα δυο χρόνια η μητέρα μου στάθηκε άξια δίπλα του πάντα βέβαια με σημαντικές βοήθειες. Στις 13/02/08 στο κοιμητήριο Γοργογυρίου αποχαιρετήσαμε τον πατέρα μου, σύντομα μέσα στον Αύγουστο 2015 θα κάνουμε και την εκταφή, μα πότε πέρασαν κιόλας 7 χρόνια 5 μήνες και 5 μέρες;
Τάδε έφη Τερψιχόρη: Mr Pepo Δεν πεθαίνουν ποτέ αυτοί που ζουν στις καρδιές όσων αφήνουν πίσω, έτσι πατέρα έχει δίκιο η Τερψιχόρη εσύ συνεχίζεις να ζεις στις καρδιές μας.
Τάδε έφη Δολέντσια: Θυμάσαι πατέρα εκείνο το απόγευμα που η Λαμπρινή σου έκλεινε τη βρύση ενώ εσύ πότιζες, και νόμιζες πως είχε πρόβλημα η βρύση; Και τι έκανες εσύ πατέρα ως Μάστορας; Πήρες τη βαριοπούλα και ήσουν έτοιμος να γκρεμίσεις τη βρύση!!!!!!!! Ευτυχώς που σε πρόλαβαν. Ήσουν φοβερός!!!!!!

ΥΓ. Τελικά την εκταφή δεν μπορέσαμε να την κάνουμε το 2015 γιατί την προηγούμενη της προγραμματισμένης εκταφής η μητέρα μου έπαθε εγκεφαλικό και αναγκαστικά το αναβάλαμε για την επόμενη χρονιά. Ευτυχώς το 2016 δεν είχαμε κάτι απρόοπτο κι έτσι έγινε τελικά η εκταφή, εγώ με τα χεράκια μου έπλυνα τα οστά του πατερούλη μου.



Ο πατέρας 
Στα χέρια της μητέρας μου
κοιμόταν ο πατέρας μου
και η ζωή ξημέρωνε στα παιδικά μου μάτια
και το πρωί που έφευγε
μια ακτίνα του ήλιου ξέφευγε
και χόρευε στο βήμα του αργά στα σκαλοπάτια.
Στο μεσιανό του δάχτυλο
μια φαγωμένη βέρα
κι ανάμεσα στα χείλη του μια ήσυχη γραμμή
δε μίλαγε, μα δάκρυζε
στην πρώτη καλημέρα
λόγια είναι τα δάκρυα κρυμμένα στο κορμί.
Τους δρόμους που περπάταγε
ασίκικα τους πάταγε
κι ας ήταν ο πατέρας μου σκαρί συνηθισμένο
στους ουρανούς αρμένιζε
και το σακάκι ανέμιζε
καιρός πάει που έφυγε, μα εγώ τον περιμένω

Ηλίας Κατσούλης
Επιμέλεια κειμένου και ανάρτησης Επικούρειος Πέπος.
Φωτογραφίες: Fuji Tomo Kazu