Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

24.3.16

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ

Φίλες και φίλοι, συναγωνιστές και πληνάδελφοι, οραματιστές και σκοταδιστές, ωχαδερφιστές και μαχητές, ψηφοφόροι της αδικοκρατίας, πριν διαβάσετε το πιο κάτω άρθρο πάρτε τα χαπάκια σας, καθίστε στην καρέκλα και πείτε να σας δέσουν για λόγους ασφαλείας, πριν αρχίσετε να βλαστημάτε ζητήστε να φύγει η μαμά η πεθερά και τα παιδιά από το σπίτι, τώρα μπορείτε να ξεκινήσετε να διαβάζετε.... Ολόκληρο το κείμενο θα το βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση που υπάρχει στο τέλος του άρθρου. Πριν είκοσι χρόνια που είχα επισκεφθεί το Ναύπλιο με φίλους από τη Νότια Αφρική ήταν μαζί μας και ο μικρός Τζόναθαν ο οποίος τότε ήταν περίπου 7 ή 8 ετών, κάποια στιγμή λοιπόν ανεβήκαμε στο φρούριο και βρεθήκαμε στο σημείο που είχαν φυλακίσει τον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ότα τελείωσε η γραμματέας μου την ενημέρωση για την απίστευτη ιστορία του ΓΈΡΟΥ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ όλοι οι φιλοξενούμενοι μου είχαν μείνει άναυδοι απ' αυτά που άκουγαν, ο δε μικρός Τζόναθαν γύρισε προς το μέρος μου και με ρώτησε: Θείε Πέπο αφού αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο σημαντικός για σας τους Έλληνες γιατί τον κλείσατε στη φυλακή; Φίλες και Φίλοι ο μικρός Τζόναθαν είναι σήμερα 28 ετών και το καλοκαίρι -εκτός απροόπτου- θα τον έχουμε πάλι κοντά μας μήπως κάποιος/α από εσάς θα μπορέσει να του δώσει μια καλή εξήγηση; Σας ευχαριστώ. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και εκτίμηση,

 Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Ακόμα αναρωτιέστε γιατί φθάσαμε ως εδώ; Αχ! βρε ΛΙΑΝΤΙΝΗ πόσο δίκιο είχες για τον Ελληνοέλληνα. Όχι κύριε 'Μ' δεν έχουμε όλοι κοντή μνήμη. Φυσικά και νιώθουμε υπερήφανοι ως Τρικαλινοί για την πρωτοβουλία που πήρε ο Δήμος Τρικάλων και ζωγράφισαν τις διαβάσεις των πεζών με τα πλήκτρα του πιάνου!!!!!!!!!!!! Μιλάμε για φοβερή ιδέα, ανάμεσα στα πλήκτρα έχουν ζωγραφίσει νότες από τραγούδια του Μέγιστου Τρικαλινού Βασίλη Τσιτσάνη.

Η απολογία του Κολοκοτρώνη
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Μετά από μικρή παύση). Να αποχωρήσει της αιθούσης ο Δημήτριος Πλαπούτας για να απολογηθεί ο έτερος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Δύο χωροφύλακες οδηγούν έξω τον Πλαπούτα, ενώ ο Κολοκοτρώνης σηκώνεται από τον πάγκο του και προχωρεί αγέρωχα προς τους δικαστές του. Τα βλέμματα όλων καρφώνονται πάνω του. Μπροστά τους, στέκεται ορθό ολόκληρο το Εικοσιένα. Φέρνουν το Ευαγγέλιο. Ο Πρόεδρος σηκώνεται, τον μιμούνται όλοι. Ο Κολοκοτρώνης απλώνει το χέρι του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνη την αλήθεια εις ό,τι ερωτηθώ.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ορκίζομαι. (Κάθονται όλοι στις θέσεις τους).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ονομάζεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού κατάγεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Από το Λιμποβίσι της Καρύταινας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσων ετών είσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εξήντα τέσσερων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι επάγγελμα κάνεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι απολογείσαι για την κατηγορία που σου αποδίδεται;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον απερασμένο Ιούλη διάηκα στην Τριπολιτσά για να στεφανώσω εν' αντρόγενο. Από κεί τράβηξα, μαζί με τη νύφη μου, για το μοναστήρι της Άγια-Μονής. Την παραμονή της Παναγιάς ήρθε κι ο Ρώμας στην Καρύταινα όπου καθίσαμε κάνα δυο μέρες. Έπειτα ο Ρώμας έφυγε κι εγώ γύρισα στην Τριπολιτσά στις 18 τ' Αυγούστου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχες προηγουμένως άλλες συναντήσεις με το Ρώμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν είχα πριν καμία συνάντηση μαζί του. Τον αντάμωσα για πρώτη φορά στην Τριπολιτσά. Μακριές ομιλίες δεν είχαμε. Τρώγαμε όμως μαζί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι λέγατε;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τα συνηθισμένα όπου λένε οι άνθρωποι όταν τρώνε αντάμα ψωμί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχες την περιέργεια να ρωτήσεις τον Ρώμα για τα όσα διέδιδε περί Αντιβασιλείας;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Καμία περιέργεια δεν έβαλα στο νου μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλον καιρό τι έκανες στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Πάγαινα στο παζάρι. Σύναζα τους χωριάτες και τους μίλαγα επειδής ήτανε ερεθισμένοι από κείνους τους διαβόλους τα νόμιστρα. Τους έλεγα: «Βρε τσομπάνηδες, τι πλερώνατε τον καιρό της τουρκιάς και τι πλερώνετε τώρα; Δεν πλερώνετε τώρα λιγότερα απ' τον καιρό της τουρκιάς;». Και τους τ' απόδειχνα με παραδείγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον πρίγκιπα Μπρέντ τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, τον γνωρίζω. Ήρθε μάλιστα στην Τριπολιτσά για να δη το Ρώμα. Σα μπατζανάκης του που είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι παράγγειλες μ' αυτόν στο γιο σου το Γενναίο στ΄ Ανάπλι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτα. Ούτε είχα και τίποτα να του παραγγείλω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι άλλοι ήταν τότε στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ο Νικηταράς και Πλαπούτας που είχανε έρθει απ' τα χωριά τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άκουσες περί μιας αναφοράς εναντίον της Αντιβασιλείας και των Βαυαρών;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν άκουσα τίποτα ούτε και μου μίλησε ποτέ κανείς για καμία τέτοια ανα-φορά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν άκουσες τίποτα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γνωρίζεις τους ληστές Κοντοβουνήσιο, Μπαλκανά και Καπογιάννη;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον Κοντοβουνήσιο τον γνωρίζω απ' τον εμφύλιο πόλεμο.
Ο Μπαλκανάς ήτανε γουρνοβοσκός. Τον κατάτρεχα. Δυο φορές μου 'φυγε απ' τα σίδερα. Τον Καπογιάννη δεν τον γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον γραμματικό του Κοντοβουνίσιου, Χρήστο Νικολάου, τον ξέρεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι. Είν' ένα ξόανο παιδαρέλι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον Αλωνιστιώτη τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον γνωρίζω, είναι μάλιστα και συγγενής μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήξερες πως θα πήγαινε στη Λιβαδειά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι, δεν το ήξερα. Απ' τον κόσμο το άκουσα πως πήγε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τον είχες δει προηγουμένως;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Δείχνοντάς το). Είναι αληθινό αυτό το γράμμα του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας προς εσένα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς πήρε αφορμή να σου γράψει ο Ρώσος υπουργός;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ήταν απάντηση σ' ένα δικό μου γράμμα. Πήρ' αφορμή για να του γράψω από τούτο δω το περιστατικό: Άμα ήρθε ο Βασιλιάς μας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Ρούκμαν άφησε ένα γράμμα του στο περιβόλι μου συστήνοντάς με στους Ρώσους καπετάνιους του Αιγαίου. Γι' αυτό έκαμα κι εγώ ένα ίδιο γράμμα συστήνοντας αυτόν και το ναύαρχό τους Ρίκορντ σε δικούς μας. Δε μου πέρασε η ιδέα πως αυτό βλάφτει είτε είν' εμποδισμένο. Τόκαμα από λεπτότητα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άλλο έγραφες σ' αυτό το γράμμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτις άλλο απ' τη σύσταση. Όσο για το γράμμα που έλαβα έλεγε ν' αγαπούμε το βασιλιά μας και τη θρησκεία μας. Άλλο δε θυμούμαι. Σ' αυτό φαίνεται τι μου γράφει ο Ρώσος υπουργός, φανερώνοντας έτσι με ποιο πνεύμα τούγραψα κι εγώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έφυγες για τελευταία φορά από δω;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δε θυμάμαι καλά. Θαρρώ στις αρχές του Ιούλη. Ήτανε η πρώτη φορά που 'φυγα από όταν ήρθε ο βασιλιάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και γιατί έφυγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Η αιτία όπου μ' έκανε ν' αφήσω την εδώ ήσυχη ζωή μου είναι, πρώτο γιατί εγώ είμαι βουνίσιος και με πειράζει η ζέστη, δεύτερο για να στεφανώσω ένα αντρόγενο και τρίτο γιατί μούγραψε ο γιος μου ο Γενναίος μην αρρωστήσω και γι' αυτό καθόμουνα στην Τριπολιτσά για τον καθαρό αέρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και σ' όσους ερχόντουσαν να σε ιδούν τι τους έλεγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τους συμβούλευα, καθώς έκανα και στην Άγια-Μονή, όπου έβαλα λόγο γι' αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχεις άλλο τίποτα να πεις για όσα σε κατηγορούν;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τούτω δω μονάχα. Μετά το φόνο του Κυβερνήτη η Πατρίδα ήτανε χωρισμένη στα δύο. Εγώ άμα έμαθα το διορισμό του Βασιλιά, έκαμα τη σημαία του και σύναξα κι όλους τους φίλους μου και κάμαμε μιαν αναφορά στη Βαυαρία φανερώνοντας την αφοσίωσή μας. Όταν ήρθ' ο Βασιλιάς σκόρπισα τους ανθρώπους μου κι ησύχασα.
ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ: Τότε, γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εγώ ν' αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν' αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου 'δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ' όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ' ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν' αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».
Αυτά είπε ο Γέρος και κάθισε στον πάγκο του, ενώ στην αίθουσα απλώθηκε βαθιά σιωπή και αγωνία.

Η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα και οι αγορεύσεις του Επιτρόπου Μάσον και των συνηγόρων υπεράσπισης

Ακολούθησε η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα, στο τέλος της οποίας τόνισε (μετά από ερώτηση του Προέδρου αν έχει να συμπληρώσει κάτι):
«Τούτα δω μονάχα. Κατηγορούν εμένα και τον Γέρο, πως τάχα σηκώσαμε κεφάλι ενάντια στην Αντιβασιλεία και το Βασιλιά. Μα μήπως εγώ δε συνόδεψα τη Μεγαλειότη του και μπήκα εγγυητής για να 'ρθει να καθίσει το θρονί; Μας ανακατεύουν πάλι με ληστές και κάτι ασήμαντους ανθρώπους. Εμείς το 'χουμε ψηλά και καθαρό το κούτελο και δε μηχανευόμαστε βρομοδουλειές όπως η αφεντιά εκείνων που μας κατηγορούν γι' αναρχικούς. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε ντρέτα και σταράτα (ειρωνικά και υπονοώντας τον Επίτροπο). Κύριοι δικαστές, είμαστε αθώοι. Άλλοι είναι οι εχθροί και προδότες της Πατρίδας».Οι παράλογες απαιτήσεις του Επιτρόπου
Η πιο δραματική φάση της δίκης αρχίζει τώρα. Ο Μάσον, αιφνιδιαστικά, αρνείται να απαντήσει στους συνηγόρους της υπεράσπισης, κατά τα ειωθότα, με την εξήγηση ότι «κρίνει περιττόν να χάνει τον καιρόν του». Αλλά ενώ παραιτείται ο ίδιος της δευτερολογίας, απαιτεί να μη δευτερολογήσουν ούτε οι συνήγοροι. Εκείνοι διαμαρτύρονται εντονότατα. Ο πρόεδρος Πολυζωίδης επεμβαίνει. Τονίζει «είμαι της γνώμης ότι ο κ. επίτροπος χρεωστά να απαντήσει. Η ανάπτυξης της κατηγορίας υπήρξεν ελλιπής. Έχει χρέος λοιπόν να την συμπληρώσει, άλλως οι συνήγοροι έχουν χρέος να την συμπληρώσουν».
Με τη δήλωση αυτή ο Πολυζωίδης αρχίζει την ιστορική του μάχη με το Μάσον, με το Μάουερ, με το καθεστώς της αυθαιρεσίας και αδικίας. Είναι η μάχη που θα τον καταστήσει σύμβολο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στην πραγματικότητα την είχε αρχίσει ημέρες πρωτύτερα, στα παρασκήνια.
Πριν από την έναρξη της δίκης ο Μάσον είχε καλέσει στο σπίτι του και τα πέντε μέλη του δικαστηρίου και αφού τους παρουσίασε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει, τους ρώτησε αν τα έβρισκαν αρκετά για να καταδικάσουν τους δυο στρατηγούς. Ο Πολυζωίδης εξεγέρθηκε και δήλωσε αμέσως: «Θάπτω εις τους κρυψώνας της σιωπής την αντάμωσίν μας εδώ, το διατί και το πώς. Αν είναι ανάγκη να προείπομεν τι, προλέγω ότι, αν οι στρατιωτικοί Έλληνες είναι αθώοι, έχομεν τιμιότητα να τους αθωώσωμεν, αν ένοχοι, αγάπην Πατρίδος να τους καταδικάσομεν εις δεσμά, εις θάνατον».
Προσπάθησαν επίσης να εξαγοράσουν και τον Τερτσέτη ενώ η δίκη διαρκούσε ακόμη.
Αφού δεν κατόρθωσαν να τους εξαγοράσουν επιχείρησαν να τους προκαταλάβουν. Το δημοσιογραφικό όργανο του Μάουερ, ο «Σωτήρ» δημοσίευσε άρθρο ενώ συνεχιζόταν η δίκη με το οποίο προαναγγελλόταν ως βέβαια, η καταδίκη των στρατηγών. Οι συνήγοροι κατήγγειλαν δημόσια την προσπάθεια και ζήτησαν από το Μάσον να διώξει την εφημερίδα. Ο Μάσον δεν καταδέχτηκε καν να απαντήσει. Τότε ο Πολυζωίδης, όρθιος, έκανε μια κατηγορηματική δήλωση: «Το δικαστήριον, είπε, δεν έχει άλλο συμφέρον από τον νόμον. Δεν έχει άλλον σκοπόν παρά την απόδοσιν της δικαιοσύνης. Τινές δεικνύουν μιαν επίσημον εμπάθειαν και άγνοιαν των νόμων. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να προλαμβάνει την κρίσιν της δικαιοσύνης. Αποδοκιμάζω όθεν το ανόητον άρθρον και προσκαλώ τον Επίτροπον να εναγάγει τον συντάκτην της εφημερίδος». Ο Μάσσον σε απάντηση κάγχασε.
Αυτή η διπλή άρνηση του Μάσον δημιούργησε μεγάλο θέμα, διότι και οι δυο πλευρές έδειξαν ακλόνητη επιμονή, η οποία σε λίγο εξελίχτηκε σε απροκάλυπτη διαμάχη. Ο Πολυζωίδης γνώριζε ότι, οι άλλοι τρεις δικαστές ήταν αποφασισμένοι να καταδικάσουν σε θάνατο τους στρατηγούς, γι' αυτό προσπαθούσε να πείσει τον Επίτροπο να δευτερολογήσει, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να μεταπείσει έναν από τους «καταδικαστικούς» συναδέλφους του. Ο Μάσον επέμενε να επισπευτεί η έκδοση της απόφασης. Ο Πολυζωίδης παρακάλεσε θερμότατα τον Επίτροπο να δευτερολογήσει. Εκείνος, ανένδοτος, επέμενε στην άρνησή του. Επί μισή ώρα το δικαστήριο είχε πάψει ουσιαστικά να συνεδριάζει. Οι δικαστές στις έδρες τους σώπαιναν με αμηχανία. Ο Μάσον στη δική του έδρα σώπαινε και αυτός, με αλύγιστο πείσμα.
Στην αίθουσα το δικαστήριο είχε μείνει εμβρόντητο. Από κανένα δε διέφευγε ότι, εκείνη την ώρα, καταρρακωνόταν η δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή ο Επίτροπος κατέβηκε από την έδρα του, και συνομίλησε μυστικά, με το νομάρχη Μαύρο, που βρισκόταν στην αίθουσα ως παρατηρητής του Μάουερ. Προφανώς έλαβε από αυτόν εντολές, διότι όταν επανήλθε στην έδρα του, δήλωσε ακόμη κατηγορηματικότερα ότι δεν εννοούσε να δευτερολογήσει.
Ο Πολυζωίδης συνέχισε τις εκκλήσεις του: «Σας παρακαλώ δια μιαν ακόμη φοράν, χάριν της δικαιοσύνης και της κοινωνίας να απαντήσετε!». «Δεν δύναμαι να απαντήσω», επέμενε ο Μάσον. «Πρέπει να το κάμετε», παρακαλεί εκ νέου ο Πολυζωίδης. Ο Μάσον ξαναγυρίζει στη σιωπή του. Υπάρχει μεγάλη αναταραχή στην αίθουσα. Ο νομάρχης Μαύρος φεύγει για να ζητήσει οδηγίες από τον υπουργό δικαιοσύνης Σχινά. Ο Πολυζωίδης, μετά από την κατάσταση που δημιουργήθηκε, διέκοψε τη συνεδρίαση για την επομένη, υπό τον όρο, όπως δήλωσε ρητά, «εάν δεν ομιλήσει ο Επίτροπος, να ομιλήσουν οι συνήγοροι».
Τη νύχτα εκείνη, στα παρασκήνια, πολλά διαδραματίστηκαν, που παρέμειναν όμως άγνωστα. Κινητοποιήθηκαν όλοι οι κυβερνητικοί και διπλωματικοί παράγοντες. Έγιναν διαβούλια με στόχο τη ζωή ή το θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Οι υπουργοί διχασμένοι συγκρούστηκαν, αλλά επικράτησε ο Κωλέττης. Σύγκρουση επήλθε και στους κόλπους της Αντιβασιλείας, όπου όμως επικράτησε επίσης ο Μάουερ. Οι «καταδικαστικοί» επιβλήθηκαν κατά κράτος. Οι «αθωωτικοί», Άρμανσπεργκ και Μαυροκορδάτος, υποχώρησαν ή προσποιήθηκαν ότι υποχωρούν, επιφυλασσόμενοι να αντεπιτεθούν αργότερα, στην κατάλληλη ώρα.
Το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαβουλεύσεων, φανερώθηκε την επομένη στο δικαστήριο. Όταν ο πρόεδρος Πολυζωίδης έδωσε το λόγο στην υπεράσπιση, διότι ο επίτροπος αρνήθηκε και πάλι να δευτερολογήσει, ο Μάσον, θριαμβευτικά, του εγχείρισε μια έγγραφη απόφαση της Αντιβασιλείας, η οποία ενέκρινε τη στάση του Επιτρόπου και διάταζε την έκδοση απόφασης με την απειλή μάλιστα ότι θα καταδιώκονταν τα μέλη του δικαστηρίου που δε θα ήθελαν να συμμορφωθούν. Η διαταγή είχε τις υπογραφές και των τριών Αντιβασιλέων. Ο Πολυζωίδης δεν μπορούσε πια παρά να υποκύψει. Το δικαστήριο αποσύρθηκε για διάσκεψη, ενώ σε όλους έγινε αντιληπτό ότι η ζωή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα είχε κριθεί τελεσίδικα. Άλλωστε ο Μάουερ είχε φροντίσει να προϊδεάσει το λαό για την προαποφασισμένη θανατική καταδίκη.
Διαβάστε περισσότερα:
Η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη | Πάρε-Δώσε http://www.pare-dose.net

Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821

Aγαπητές Φίλες, Αγαπητοί Φίλοι, Αγαπητοί συναθλητές της Ουτοπίας και της Ελληνικής νοοτροπίας, σας καλημερίζω και σας καλοσωρίζω στο ιστολόγιο της Λ.Ο.Γ. Μέ τη σημερινή ανάρτηση που είναι κι αυτή αφιερωμένη στους ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 θα κλείσουμε αυτόν τον κύκλο μνήμης σ'αυτούς που -κατά την ταπεινή μου γνώμη- θα έπρεπε να έχουμε στο εικονοστάσι του σπιτιού μας εφόσον, θέλουμε να λέμε πως είμαστε Έλληνες. Με το κορυφαίο έργο λοιπόν του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΡΥΖΑΚΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ  ''Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ'' θέλω να στείλω το εξής μνμα σε κάποιον ακατανόμαστο πολιτικό που είχε πει πως οι Έλληνες ξεχνούν, κύριε ''Μ'' εσείς μπορεί να θέλετε να ξεχνούν οι Έλληνες για τους λόγους που εσείς γνωρίζετε, αλλά εμείς εδώ στο filomatheia.blogspot.com δε θα σας κάνουμε τη χάρη. AΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 σας ευγνωμονούμε. Φίλες και Φίλοι αύριο 20/03/15 θα διαβάσετε κάτι που θα σας εκπλήξει, και την 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΟΛΟΙ ΣΤΟ BLOG του filomatheia για να υποδεχθούμε τον νέο ταλαντούχο ποιητή ΕΝΔΥΜΙΩΝΑ γιατί σε παγκόσμια  πρώτη θα παρουσιάσουμε την ποιητική του συλλογή με τίτλο ''ΑΚΟΥ'' Καλή ανάγνωση. Με σεβασμό και εκτίμηση, Επικούρειος Πέπος.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858
- Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Στο έργο αυτό, που φιλοτέχνησε ο Βρυζάκης το 1858, απεικονίζεται η απελευθε­ρωμένη Ελλάδα ως αρχαία κόρη, πάνω σ' ένα σύννεφο που την κρατά υπερυ­ψωμένη και κυρίαρχη στο κέντρο του πίνακα. Φορά δάφνινο στεφάνι στα ξέπλεκα μαλλιά της, και πατά στις σπασμένες αλυσίδες των δεσμών της. Έχει τα χέρια της απλωμένα δεξιά και αριστερά, σε μία συμβολική κίνηση εναγκαλισμού αλλά και προ­στασίας πλέον όλων όσοι με θυσίες και αγώνες συνετέλεσαν στην απελευθέρωσή της, όλων όσοι εξακολουθούν να διαθέτουν τις περιουσίες τους για την ανασυγκρότησή της, όπως υποδηλώνει ο σωρός των νομισμάτων που της προσφέρεται.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858 - Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Γύρω της συνωστίζονται οι γνώριμοι πρωτεργάτες της Επανάστασης, οι πρόδρομοι Ρήγας Φεραίος, Αδαμάντιος Κοραής, Αλέξανδρος Υψηλάντης, Μιχαήλ Σούτζος, οι γενναίοι αγωνιστές Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, οι ήρωες των ναυτικών αγώνων Κωνσταντίνος Κανάρης, Ανδρέας Μιαούλης, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Για την απόδοση των αναγνωρίσιμων φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών τους, ο Βρυζάκης χρησιμοποιεί τις προσωπογραφίες των αγωνιστών που είχε σχεδιάσει ο Krazeisen και είχαν ευρέως διαδοθεί με μία σειρά λιθογραφίων που εκδόθηκε το 1831 στο Μόναχο [1].
Ο Βρυζάκης, εκφράζοντας τα συναισθήματα των Ελλήνων που αισθάνονταν την ανάγκη να τιμήσουν όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία, φιλοτεχνεί την αλληγορική αυτή σύνθεση, η οποία φέρνει κοντά τους έναν κόσμο ηρωικό και ανακαλεί στη μνήμη τους την εποχή των αγώνων, που ο απόηχος τους είναι ακόμα ζωντανός και καθορίζει από πολλές απόψεις τη ζωή τους. Η εικόνα ενεργεί συγκι­νησιακά και προβάλλει ένα ζήτημα ηθικής στάσης, την αναγνώριση της αρετής, την απόδοση τιμής, αλλά και τη συνειδητοποίηση της υποχρέωσης για μίμηση και συνέ­χεια [2]. Βασικό ρόλο σ' αυτό παίζει η δύναμη της αναπαράστασης με τα μορφολογικά της χαρακτηριστικά αλλά και οι συνειρμοί που την ακολουθούν. Δεν είναι καθόλου απίθανο να ισχύει αυτό που έχει υποστηριχθεί από πολλούς μελετητές ότι το έργο παραπέμπει στους στίχους τους αποδιδόμενους στον Ρήγα Φεραίο «Ω παιδιά μου ορφανά μου. » [3].
Επίσης οι επισημάνσεις του Goethe, σε κείμενο σχετικό με τις λιθο­γραφίες του Krazeisen με τους Αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης [4], στο οποίο αναφέρεται ότι το κοινό χρειάζεται, απαιτεί να βλέπει σε πιστές προσωπογραφίες όσους απέκτησαν ένα σημαντικό όνομα και επηρέασαν τη ζωή του, αλλά και η μακρι­νή υπόμνηση του τύπου της Παναγίας του Ισχυρού Μανδύα [5], με την οποία μπορεί να σχετισθεί η απεικόνιση της Ελλάδας, μεγαλύτερης σε μέγεθος από το πλήθος των αγωνιστών, που με την προστατευτική θέση των ανοικτών χεριών της δείχνει να τους σκεπάζει, διαμορφώνουν την αλληγορική λειτουργία του έργου και τον ιδεολογικό ρόλο που καλείται να παίξει. Άλλωστε οι διάφοροι τίτλοι που αποδίδονται στον πίνακα Η Ελλάς ευγνωμονούσα, Υπέρ Πατρίδος το Παν, Η Ελλάς συνάγουσα τα τέκνα της και η ευρεία διάδοσή του σε λιθογραφημένη απόδοση, αποδεικνύει την ταύτιση του κοινού με την απεικόνιση, καθώς η παράσταση εκπληρεί το αίτημα της «ελληνικής μετεπαναστατικής κοινωνίας που είχε ανάγκη να διαβάζει εικαστικά τις μεγάλες στιγμές του ελληνικού έθνους, να τις αναπολεί ως σημεία αναφοράς και να τα εξιδανικεύσει παρά να αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα» [6].

Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου. 
Επιμέλεια Ανάρτησης: Επικούρειος Πέπος.

Ο φλογερός επαναστάτης και «πατέρας» της Ιταλίας, Τζουζέπε Γκαριμπάλντι

Ένας εξεγερμένος πατριώτης αντάρτης κατάφερε να ενώσει την Ιταλία και να της χαρίσει την ανεξαρτησία της έχοντας στο πλευρό του χίλιους εθελοντές που φορούσαν κόκκινα πουκάμισα!
Αυτή είναι σε δυο γραμμές η ιστορία του εθνικού ήρωα της Ιταλίας που ηγήθηκε του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στα μέσα του 19ου αιώνα. «Εμείς οι Ιταλοί λατρεύουμε τον Γκαριμπάλντι, μας μαθαίνουν να τον θαυμάζουμε από την κούνια μας», έλεγε γι’ αυτόν ο σπουδαίος ιταλός μαρξιστής Αντόνιο Γκράμσι, καθώς οι κατακτήσεις και οι επιτυχίες του επαναστάτη τον μετέτρεψαν σε ήρωα διεθνούς βεληνεκούς.
Η κατ’ εξοχήν ηγετική μορφή που ξεπήδησε από την περίοδο ενοποίησης της Ιταλίας κατά τον 19ο αιώνα (το λεγόμενο Ριζορτζιμέντο), τα έβαλε με θεούς και δαίμονες για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους και δεν σταμάτησε ούτε όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον ίδιο τον Πάπα.

Μπαρουτοκαπνισμένος και διψασμένος για μάχη και δόξα, πολέμησε τόσο στη Λατινική Αμερική (απ’ όπου έλκει εξάλλου και την καταγωγή του το «Ήρωας των Δύο Κόσμων») όσο και στη χώρα του, συμμετέχοντας σε όλες τις μείζονες μάχες της Ιταλίας και μετρώντας επιτυχίες που ακούστηκαν στα πέρατα του κόσμου: επανάσταση στη Σικελία, κατάρρευση της μοναρχίας των Βουρβόνων, αναδίπλωση της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, ανατροπή των παπικών κρατών και δημιουργία του ιταλικού έθνους!
Ως σύγχρονος Ρομπέν των Δασών («Τσε Γκεβάρα του 19ου αιώνα» τον αποκαλούν συχνά), απολάμβανε την καθολική αναγνώριση του λαού, γι’ αυτό και όταν τον επικήρυξε ο Πάπας με σεβαστό ποσό κανένας Ιταλός δεν σκέφτηκε να τον προδώσει.
Ένας από τους διασημότερους ανθρώπους του καιρού του και λεοντόκαρδος από τους λίγους, έγινε σύμβολο των ρομαντικών, έμβλημα των δημοκρατικών και σφράγισε την εικόνα του χαρισματικού στρατιωτικού και πολιτικού ηγέτη, αναγκάζοντας ακόμα και τον φασίστα Μουσολίνι να υιοθετήσει τα συνθήματά του (όπως το «Πορεία προς τη Ρώμη»).
Ο μεγάλος επαναστάτης υπήρξε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός και στην Ελλάδα, με τον θάνατό του να προξενεί βαθιά θλίψη. Ομάδα Γαριβαλδινών (εθελοντικό ιταλικό στρατιωτικό σώμα) θα πολεμήσει στην Κρήτη το 1896 και θα πάρει μέρος σε πολλές ακόμα πολεμικές περιπέτειες της χώρας μας, έχοντας στο τιμόνι της τον γιο του Γκαριμπάλντι…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζουζέπε Μαρία Γκαριμπάλντι (Ιωσήφ Γαριβάλδης, εξελληνισμένα) γεννιέται στις 4 Ιουλίου 1807 στη Νίκαια της Γαλλίας μέσα σε οικογένεια ψαράδων και ναυτικών. Ήταν επόμενο λοιπόν να ακολουθήσει την πατρική κληρονομιά και πριν καλά-καλά καταλάβει τον εαυτό του να βρεθεί στη θάλασσα. Ο Τζουζέπε δούλεψε δέκα χρόνια στα καράβια και το 1832 πήρε και επισήμως τον τίτλο του καπετάνιου, ενώ την επόμενη χρονιά υπηρέτησε στο Ναυτικό της Σαρδηνίας.
Το 1833, σε εμπορικό ταξίδι του στη Ρωσία, ήρθε σε επαφή με τις πατριωτικές ιδέες του Τζουζέπε Ματσίνι για ανεξαρτησία της Ιταλίας από την αυστριακή κηδεμονία και την ενοποίηση των βασιλείων της χώρας. Ενθουσιασμένος ο Γκαριμπάλντι, προσχωρεί στη δημοκρατική κίνηση «Νέα Ιταλία» του Ματσίνι και βάζει σκοπό ζωής να απελευθερώσει τη χώρα του.

Κι έτσι ήδη από την επόμενη χρονιά συμμετέχει ενεργά στην εξέγερση στο Πεδεμόντιο και όταν το κίνημα του Ματσίνι αποτυγχάνει, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί στη Γαλλία καθώς το δικαστήριο της Γένοβας τον καταδίκασε σε θάνατο…
Ο Γκαριμπάλντι στη Λατινική Αμερική
Από τη Μασσαλία της Γαλλίας, ο Γκαριμπάλντι θα περάσει στην Τυνήσια και θα καταφύγει τελικά στη Βραζιλία, όπου θα εντάξει τον εαυτό του στον αυτονομιστικό αγώνα των ανταρτών της Δημοκρατίας του Ρίο Γκράντε, που πάλευαν για την ανεξαρτησία τους από τη Βραζιλία. Στον πόλεμο αυτό θα γνωρίσει την πρώτη του σύζυγο, μια ντόπια αντάρτισσα, στο πλευρό της οποίας θα πολεμήσει για την ανεξαρτησία του λαού της.

Κυνηγημένος για άλλη μια φορά, θα καταφύγει στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης το 1841, όπου θα καταλαγιάσει για λίγο δουλεύοντας τώρα ως έμπορος. Το ζευγάρι θα παντρευτεί την επόμενη χρονιά και θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά. Την ίδια εποχή, ο Γκαριμπάλντι θα υιοθετήσει τη χαρακτηριστική κόκκινη φορεσιά με το πουκάμισο, το πόντσο και το σομπρέρο των ντόπιων. Το 1842 θα αναλάβει ως έμπειρος καπετάνιος καθώς ήταν τη διοίκηση του επαναστατικού ουρουγουανικού στόλου στον εμφύλιο πόλεμο της χώρας φτιάχνοντας κάποια στιγμή το δικό του ιταλικό απόσπασμα.

Η Ιταλική Λεγεώνα του Γκαριμπάλντι φορούσε τώρα κόκκινα πουκάμισα και θα έμενε γνωστή ως «Ερυθροχίτωνες», από μια παρτίδα κόκκινων στολών που είχε υφαρπάξει ο επαναστάτης από εργοστάσιο του Μοντεβιδέο που προορίζονταν για αργεντινούς εκδορείς, ώστε να μη φαίνεται το αίμα. Μεταξύ 1842-1848, ο Γκαριμπάλντι θα υπερασπιστεί το Μοντεβιδέο από τις προεδρικές δυνάμεις και θα μετρήσει πλήθος ναυτικών θριάμβων, αν και τα νέα από την πατρίδα θα τον καλούσαν σύντομα πίσω…
Ο αγώνας της ιταλικής ανεξαρτησίας
Το 1846, τα νέα από την Ιταλία καλούσαν τον σκληροπυρηνικό επαναστάτη σε επιστροφή: ο νέος Πάπας Πίος Θ’ υιοθέτησε μια σειρά δημοκρατικών και φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, γεννώντας έτσι μια αύρα εθνικής περηφάνιας στους ιταλούς πατριώτες αλλά και έναν άνεμο προοδευτικής αλλαγής. Κι έτσι, με τον αγώνα στην Ουρουγουάη να οδεύει προς τη δικαίωσή του το 1848, ο Γκαριμπάλντι επιστρέφει στη γενέτειρά του και προσφέρει τις υπηρεσίες του στον μονάρχη της Σαρδηνίας, Κάρολο Αλβέρτο. Παρά το γεγονός ότι ήταν αριστερός και δημοκράτης, θεώρησε σκόπιμο να βάλει στην άκρη τις προοδευτικές του ιδέες για χάρη της ιταλικής ενοποίησης.

Παρά τις αρχικές επιτυχίες του αγώνα του όμως, ο Πρώτος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας δεν καρποφόρησε. Η επόμενη χρονιά θα βρει τον Γκαριμπάλντι να υπερασπίζεται την επαναστατημένη Ρώμη από την επίθεση των γάλλων συμμάχων του Πάπα. Κάτω από τις παραγγελίες του Ματσίνι, ο φλογερός επαναστάτης ανέλαβε τη στρατιωτική ηγεσία των δημοκρατικών δυνάμεων, αν και ο αγώνας ήταν καταδικασμένος από την αρχή λόγω της αριθμητικής ανωτερότητας των γάλλων εισβολέων. Κι έτσι ο Γκαριμπάλντι αναγκάστηκε να αποσυρθεί με τα στρατεύματά του στα Απέννινα γλιτώνοντας μόλις και μετά βίας τον θάνατο.

Χωρίς υποστήριξη και πόρους για τη συνέχιση του αγώνα του, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί για άλλη μια φορά και τώρα θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ, απ’ όπου θα μπαρκάρει με εμπορικό πλοίο και θα γυρίσει τον κόσμο. Σε κάθε λιμάνι που έπιανε ο κόσμος τον υποδεχόταν με τιμές ήρωα, καθώς η επαναστατική του φήμη προηγούνταν και φάνταζε πια ως ο μεγάλος θεματοφύλακας των δημοκρατικών ιδεών. Το 1854 θα βρεθεί σε λιμάνι της Αγγλίας, όπου και θα πάρει την απόφαση να επιστρέψει στην Ιταλία, καθώς κληρονόμησε μια μικρή περιουσία και με τα χρήματα αγόρασε μια φάρμα στη Σαρδηνία.

Τώρα ήταν αγρότης και θα περάσει τα επόμενα πέντε χρόνια καλλιεργώντας τη γη του. Και πάλι όμως θα τον προλάβουν οι εξελίξεις: το 1859 ξέσπασε ο Δεύτερος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας και ο Γκαριμπάλντι ανέλαβε τη διοίκηση των επαναστατικών δυνάμεων των Άλπεων. Για άλλη μια φορά όμως ήταν αναγκασμένος να παραμερίσει τα δημοκρατικά του ιδεώδη και να συνταχθεί με τη βασιλεία, καθώς η πατριωτική ανάγκη για την ενοποίηση της Ιταλίας ερχόταν πάντα πρώτη…
Η εκστρατεία του 1860
Ήταν το 1860 όταν ο Γκαριμπάλντι και οι χίλιοι άντρες του κατάφεραν σπουδαία στρατιωτική νίκη στη Σικελία και υπέταξαν τα ναπολιτάνικα στρατεύματα, έχοντας στο πλευρό του πάντα τους Ερυθροχίτωνες, εθελοντές χωρικούς με λίγα λόγια! Πλέον ήταν γνωστός στα πέρατα του κόσμου αλλά και ήρωας του ιταλικού αγώνα. Με τη βοήθεια πια του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας, ο απελευθερωτής της Σικελίας βάδισε στην ηπειρωτική Ιταλία και οδήγησε τον επαναστατικό στρατό του στη Νάπολη, όπου έγινε δεκτός με επευφημίες από τον λαό.
Προσκυνώντας για άλλη μια φορά στο στέμμα του Πεδεμόντιου, μιας και ο μικρός στρατός του δεν θα μπορούσε να τα βάλει με τις ισχυρές ναπολιτάνικες δυνάμεις, ο Γκαριμπάλντι νίκησε τον πολυάριθμο και καλά οργανωμένο στρατό της Νάπολης έχοντας σύμμαχο τις μοναρχικές δυνάμεις. Στόχος ήταν τώρα η Ρώμη, αλλά παρέμενε όνειρο για τον ίδιο, μιας και με χίλιους άντρες δεν θα μπορούσε να πάρει την Αιώνια Πόλη. Κι έτσι συμφωνεί να δώσει στον βασιλιά του Πεδεμόντιου, Βίκτωρ Εμμανουήλ Β’, όλη τη Σικελία με αντάλλαγμα τη συμβολή του μονάρχη στον αγώνα για την ιταλική ανεξαρτησία.

Παρά την απέχθεια που ένιωθε για τη μοναρχία, ο Γκαριμπάλντι χαιρέτισε τον Βίκτωρ Εμμανουήλ ως βασιλιά της Ιταλίας και κάλεσε τον λαό να συνταχθεί με το στέμμα για χάρη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Παρά τις διακηρύξεις του, αρνήθηκε όμως να παρασημοφορηθεί από τον βασιλιά για τα κατορθώματά του…
Τελευταίες μάχες
Παρά το γεγονός ότι είχε βάλει τις βάσεις για την ιταλική ενοποίηση προσκυνώντας το στέμμα, ο Γκαριμπάλντι είχε πάντα όνειρο να δει την ενοποιημένη χώρα του να μετατρέπεται σε δημοκρατία αλλά και να συμπεριληφθούν στα εδάφη τόσο η Ρώμη όσο και τα λεγόμενα παπικά κράτη.
Κι έτσι βάδισε με το μικρό του στράτευμα κατά της Ρώμης και των δυνάμεων του Ναπολέοντος Γ’, θεωρώντας πως θα είχε την υποστήριξη της ιταλικής κυβέρνησης. Εκείνη όμως, φοβούμενη την αντίδραση των καθολικών δυνάμεων που παρέμεναν προσδεμένες στο παπικό άρμα, αρνήθηκε να συμβάλει στον αγώνα του και έστειλε μάλιστα κρατικές ιταλικές δυνάμεις να υπερασπιστούν την Αιώνια Πόλη από την επίθεσή του!
Ο Γκαριμπάλντι τραυματίστηκε στο πόδι, αν και δεν συνέχισε τη μάχη, καθώς δεν ήθελε οι στρατιώτες του να σκοτώσουν συμπατριώτες τους, καταπίνοντας για άλλη μια φορά την πίκρα του για χάρη της ιταλικής ενότητας. Δεν είχε πει φυσικά την τελευταία του λέξη και θα επέστρεφε λίγο αργότερα για τον Τρίτο Ιταλικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, με τις στρατιωτικές του επιτυχίες να αναγκάζουν την Αυστρία να παραχωρήσει στην Ιταλία τη Βενετία.

Σφοδρός πολέμιος της αντιπατριωτικής δράσης του Ποντίφικα, συνέχισε να καλεί για το τέλος του κοσμικού ρόλου του παπισμού και κάποια στιγμή οδήγησε τις δυνάμεις του κατά της παπικής φρουράς της Ρώμης. Απέτυχε όμως και τραυματίστηκε σοβαρά στη μάχη.
Παρά τα πατριωτικά του ιδεώδη, ο Γκαριμπάλντι ήταν διεθνιστής και έσπευδε να καλωσορίσει κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση της οικουμένης. Το 1861, για παράδειγμα, με το ξέσπασμα του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, ο φλογερός επαναστάτης παρώθησε τον Αβραάμ Λίνκολν να κάνει διακύβευμα του πολέμου την αποτίναξη της δουλείας. Ο Λίνκολν τον είχε σε τέτοια εκτίμηση που τον κάλεσε να αναλάβει διοικητική θέση στον στρατό της Ένωσης! Ο μόνος λόγος που απέρριψε ο Γκαριμπάλντι την πρόταση του αμερικανού προέδρου ήταν η άρνηση του τελευταίου να δεσμευτεί για το τέλος της σκλαβιάς. Το 1863 όμως, όταν ο Λίνκολν διακήρυξε την ελευθερία των αφρο-αμερικανών δούλων, ο Γκαριμπάλντι ήταν από τους πρώτους που μετατράπηκε σε παθιασμένο υποστηρικτή του.

Το 1870, η πτώση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε νέα Γαλλική Δημοκρατία και ο Γκαριμπάλντι, παρά το γεγονός ότι πολεμούσε για τόσο καιρό τα αυτοκρατορικά στρατεύματα των Γάλλων, συντάχθηκε αμέσως στο πλευρό της εύθραυστης δημοκρατίας: «Χθες σας έλεγα: πόλεμος μέχρι θανάτου στον Βοναπάρτη. Σήμερα σας λέω: σώστε τη Γαλλική Δημοκρατία με κάθε τρόπο». Και βέβαια δεν έκατσε με τα χέρια σταυρωμένα, αλλά πήγε αμέσως στη Γαλλία για να αναλάβει τη διοίκηση στρατιάς δημοκρατών εθελοντών.
Το 1879 ίδρυσε τη «Λίγκα της Δημοκρατίας» ώστε να προαχθούν οι ιδέες του για δικαίωμα ψήφου σε όλους, γυναικεία ισότητα, διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους (και κατάργηση της εκκλησιαστικής περιουσίας) αλλά και ίδρυση πολιτοφυλακής ως εγγυήτρια της εθνικής ενότητας. Επίσης, ήταν σφοδρός υποστηρικτής μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, στην οποία έβλεπε επικεφαλής μια μεγάλη Γερμανία που θα εγγυούνταν την ενότητα της Ευρώπης.

Αρνούμενος κάθε δόξα και τιμή για τα κατορθώματά του και την κολοσσιαία συμβολή του στην ανεξαρτησία και την ενότητα της Ιταλίας, ο μεγάλος αυτός δημοκράτης άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Ιουνίου 1882, σε ηλικία 75 ετών, έχοντας ήδη αποσυρθεί στη φάρμα του στη νότια Ιταλία. Είχε παντρευτεί τρεις φορές, αν και παιδιά απέκτησε μόνο από την πρώτη σύζυγό του, την Ανίτα.

Στην Ελλάδα Γαριβαλδινοί ονομάστηκαν οι ιταλοί εθελοντές που πολέμησαν στον πλευρό των Ελλήνων στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπό τον Ριτσότι Γκαριμπάλντι, γιο του Τζουζέπε, καθώς και οι Ερυθροχίτωνες εθελοντές του Α' Βαλκανικού Πολέμου…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr
Πηγή: http://www.newsbeast.gr
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ

Ο Σωκράτης πίστευε πως το καλό συμπίπτει με το αγαθό, ενώ και τα δύο συμπίπτουν με το ωφέλιμο. Μ’άλλα λόγια για τον Σωκράτη η αισθητική – το καλό – και η ηθική – το αγαθό – είναι η δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: της ωφελιμότητας.
Αυτή η σωκρατική άποψη είναι συζητήσιμη ως προς το δεύτερο σκέλος της, της ωφελιμότητας τόσο του καλού όσο και του αγαθού, όμως ως προς το πρώτο σκέλος, της σύμπτωσης του καλού και του αγαθού, δλδ της αισθητικής και της ηθικής, ο Σωκράτης γίνεται ο μακρινός πρόγονος του Νίτσε, που πρεσβεύει πως η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος.

Αντίθετα από τον δάσκαλό του, ο Πλάτων όχι μόνο δεν υπολήπτεται την τέχνη και τους καλλιτέχνες, αλλά τους εξορίζει κιόλας από την Πολιτεία του. Και τούτο διότι η τέχνη δεν πραγματώνει τις Ιδέες, τα υπεραισθητά αρχέτυπα απ’τα οποία εκρέει ο κόσμος, και που συνιστούν τη μόνη αλήθεια, αλλά αναπαριστά φυσικά ή τεχνητά αντικείμενα, που είναι μια εξασθενημένη ανάκλαση των Ιδεών. Συνεπώς το έργο τέχνης είναι μίμηση μιμήσεως: μίμηση πραγμάτων τα οποία με τη σειρά τους είναι μίμηση ιδεών.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η τέχνη κατά τον Πλάτωνα δεν μετέχει στην ανώτερη ιδιότητα της ψυχής, το λογικόν, δηλαδή τη διάνοια. Και ως εκ τούτου διαφθείρει το λογιστικόν, τον νου.
Παρά ταύτα ο Πλάτων δεν περιφρονεί την τέχνη. Απλώς δεν θέλει να τη βάλει μπροστά απ΄τη φιλοσοφική σκέψη. Και μάλλον έχει δίκιο.
Με αυτή τη προϋπόθεση, ότι δηλαδή η τέχνη είναι κατώτερη της φιλοσοφίας ως μίμηση μιμήσεως, τη μελετάει με προσοχή και αποφαίνεται πως το καλόν, η τέχνη όπως θα λέγαμε εμείς, αποχτά την πλήρη του σημασία όταν συνάπτεται με τη σκέψη. Ο Πλάτων βέβαια δεν θα μπορούσε να ξέρει πως το στοχαστικό μυθιστόρημα θα ήταν εκείνο που θα πραγμάτωνε τελικά τις αποδεκτές απο αυτόν απόψεις περί τέχνης. Διότι το στοχαστικό μυθιστόρημα ελάχιστα απέχει απο την «καθαρή» φιλοσοφική σκέψη. Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να ξέραμε την άποψη του Πλάτωνα για τον Δρ Φάουστους του Τόμας Μαν, τους Υπνοβάτες του Χέρμαν Μπρόχ, το Σε αναζήτηση του χαμένου χρόνου του Μαρσέλ Προύστ, τον Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς.
Ωστόσο ο Πλάτων κάπου έχει δίκιο. Υπάρχει κάτι το αποβλακωτικό στην αστόχαστη τέχνη, κάτι που επιτείνει και δυναμώνει την προϋπάρχουσα βλακεία. Ένα σαχλό τραγουδάκι δεν προσθέτει τίποτα ούτε στην ευαισθησία μας ούτε στη νόησή μας, και τα στιχάκια αυτού που προτείνει εαυτόν για ποιητή, διότι έτσι θέλει, κάνουν καλό μόνο στον ίδιο.

Πλωτίνος
Κατά τον Πλωτίνο (204-269 μ.Χ.), τον εξ Αιγύπτου φιλόσοφο που έγινε η γέφυρα για το πέρασμα απο τον πλατωνισμό στον χριστιανισμό και που είναι ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του νεοπλατωνισμού, καλό (με την αισθητική έννοια) είναι αυτό που έχει σχήμα και κακό αυτό που δεν έχει σχήμα.
Κατά τον Πλωτίνο, το κάλλος ενός μαρμάρινου αγάλματος δεν προέρχεται απ’το ότι είναι μάρμαρο κατ’ουσίαν, αλλά απο τη μορφή που έδωσε σ’αυτό το μάρμαρο ο γλύπτης. Κυρίως, όμως, καλό (πάντα με την αισθητική έννοια) είναι κατά τον Πλωτίνο αυτό που επικοινωνεί με το θείον. Ο Φειδίας δεν έπλασε τη μορφή του Δία διότι τον είδε αλλά διότι επικοινώνησε μυστικά μαζί του και τον παρέστησε σα να είχε αποκαλυφθεί, τούτος ο αθάνατος, στα θνητά του μάτια.
Βέβαια, κατά τον Πλωτίνο η φύση μιμείται την Ιδέα. Αλλά η τέχνη δεν είναι μίμηση μιμήσεως, όπως λέει ο Πλάτων. Διότι, εκτός απ’το να μιμείται τη φύση που είναι μίμηση της Ιδέας, το έργο τέχνης επικοινωνεί απ’ευθείας με την Ιδέα λόγω της ικανότητας του καλλιτέχνη να επικοινωνεί απ’ευθείας με την ιδέα της θεότητας.
Στις ιδεαλιστικές περί τέχνης απόψεις δεν έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα απο την εποχή του Πλωτίνου. Και σήμερα ο καλλιτέχνης φαντάζει λιγάκι σα μάγος. Και σήμερα ο αγιογράφος πιστεύει πως δεν ζωγραφίζει με το χέρι του, αλλά ότι ο Θεός χρησιμοποιεί το χέρι του για να κάνει δι’αυτού ορατή την παρουσία του στην εικόνα. Γι’αυτό άλλωστε η αγιογραφία ονομάζεται «αχειροποίητος». Οι χριστιανοί πιστεύουν πως πρόκειται για εικόνα που δεν την κατασκεύασε ανθρώπινο χέρι. Αυτή την πονηριά σοφίστηκαν οι εικονολάτρες για να αποστομώσουν τους εικονοκλάστες και να δικαιολογήσουν την ειδωλολατρεία τους.
Κατά τον Πλωτίνο λοιπόν, που δεν είναι Έλληνας αλλά που είχε επηρεαστεί απόλυτα απ’το ελληνικό πνεύμα, κυρίως απ’τον Πλάτωνα, ο Θεός είναι μια προέκταση στο άπειρο του Είναι και του Νοείν, απ’όπου δι’εκροής δημιουργείται το σύνολο των όντων. Ο άνθρωπος, πριν ακόμα πεθάνει, μπορεί να φύγει απο το σώμα του με την έκσταση – τη στάση εκτός δηλαδή του υλικού σώματος και συνεπώς του υλικού κόσμου – κι έτσι να πλησιάσει τη θεότητα.

Ο Πλάτων θα τραβούσε τα μαλλιά του αν άκουγε τον Πλωτίνο να μιλάει έτσι. Ο νεοπλατωνισμός του Πλωτίνου δεν είναι πλατωνισμός. Γιατί π πλατωνισμός δε δέχεται τούτα τα σούρτα φέρτα ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο. Πάντως, η συγγένεια του νεοπλατωνισμού με τον χριστιανισμό είναι προφανής. Άλλωστε, την εποχή του Πλωτίνου ο χριστιανισμός ελιχε ήδη ηλικία δύο αιώνων. Προσθέστε εδώ και τον παραδοσιακό αιγυπτιακό μυστικισμό του αιγύπτιου Πλωτίνου και θα καταλάβετε καλύτερα τη σύγχρονη περί τέχνης ιδεαλιστική άποψη, που αντιλαμβάνεται τον καλλιτέχνη κάπως σαν ιερέα.
Ετικέτες: ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ,
Πηγή: http://philipposphilios.com
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος. 

ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ

1) Το να εξαναγκάζεις ένα άτομο με υψηλά και σπάνια χαρίσματα να εξασκήσει ένα επάγγελμα απλώς χρήσιμο, είναι σαν να χρησιμοποιείς ένα πολύτιμο βάζο, διακοσμημένο με την ωραιότερη ζωγραφική, σαν κανάτα για την κουζίνα.

2) Οι φίλοι υποστηρίζουν ότι είναι ειλικρινείς, αλλά στην πραγματικότητα ειλικρινείς είναι οι εχθροί.
3) Η ζωή είναι μια συνεχής μάχη για την επιβίωση, με τη σιγουριά της τελικής ήττας.
4) Ο χρόνος είναι αυτό, χάρη στο οποίο, καθετί σε οποιαδήποτε στιγμή μετατρέπεται σε τίποτα, οπότε χάνει κάθε αληθινή αξία.
5) Η πίστη είναι όπως ο έρωτας, δεν μπορείς να την αποκτήσεις με τη βία.

6) Ο άνθρωπος είναι αδύνατο να ζήσει ευτυχισμένη ζωή. Το καλύτερο που μπορεί να κατορθώσει είναι να ζήσει μια ηρωική ζωή.
7) Η μεγαλύτερη σοφία είναι να κάνεις υπέρτατο στόχο της ζωής την απόλαυση του παρόντος, γιατί αυτή είναι η μόνη πραγματικότητα, ενώ όλα τα άλλα είναι παιχνίδια του νου.
8) Η αίσθηση δύο φίλων που συναντιούνται έπειτα από μια ολόκληρη γενιά απουσίας είναι μια αίσθηση μεγάλης απογοήτευσης για τη ζωή στο σύνολό της.
9) Όταν, στο τέλος της ζωής τους, οι περισσότεροι άνθρωποι κοιτάζουν προς τα πίσω, ανακαλύπτουν ότι έζησαν όλη τους τη ζωή εν αναμονή. Με έκπληξη θα συνειδητοποιήσουν ότι αυτό που άφησαν να τους διαφύγει, χωρίς να το εκτιμήσουν και να το απολαύσουν, δεν ήταν άλλο από τη ζωή τους. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος, ξεγελασμένος από την ελπίδα, χορεύει προς την αγκαλιά του θανάτου.

10) Μόνο η αρσενική διάνοια, συσκοτισμένη από τη σεξουαλική ορμή, θα μπορούσε να ονομάσει το μικροκαμωμένο φύλο, με τους στενούς ώμους, τους φαρδείς γοφούς και τα κοντά πόδια, ωραίο φύλο.
11) Αν μπορούσαμε να δούμε το μέλλον, υπάρχουν φορές που τα παιδιά θα έμοιαζαν με αθώους φυλακισμένους, καταδικασμένους όχι σε θάνατο, αλλά στη ζωή, και προς το παρόν εντελώς ανίδεους για το τι σημαίνει η ποινή τους.
12) Η ευθυμία και η ελαφράδα της νεότητάς μας οφείλονται εν μέρει στο γεγονός ότι ανηφορίζουμε το βουνό της ζωής και δε βλέπουμε το θάνατο που βρίσκεται στη βάση της άλλης μεριάς.
13) Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που μπορεί μια για πάντα να αποφεύγει να έχει παρτίδες με μεγάλο αριθμό συγγενικών του όντων.
14) Δεν υπάρχει τριαντάφυλλο χωρίς αγκάθια. Πολλά αγκάθια όμως είναι χωρίς τριαντάφυλλο.
15) Αν σωπάσω για το μυστικό μου, το κρατώ φυλακισμένο. Αν το αφήσω να ξεφύγει από τη γλώσσα μου, με κρατά εκείνο. Στο δέντρο της σιωπής κρέμονται οι καρποί της γαλήνης.
16) Το ταλέντο είναι σαν ένα σκοπευτή που χτυπάει ένα στόχο, τον οποίο οι άλλοι δεν μπορούν να πετύχουν. Η μεγαλοφυία είναι σαν τον σκοπευτή που χτυπάει ένα στόχο, τον οποίο οι άλλοι δεν μπορούν καν να δουν.

17) Η θρησκεία έχει τα πάντα με το μέρος της: την αποκάλυψη, τις προφητείες, την προστασία των κυβερνήσεων, τα υψηλώτερα αξιώματα και διακρίσεις  και πάνω από όλα αυτά, το ανεκτίμητο προνόμιο να της επιτρέπεται να εντυπώνει στο νου των ανθρώπων τα δόγματά της από την τρυφερή παιδική ηλικία, ώστε να μετατρέπονται σχεδόν σε έμφυτες ιδέες.
18) Στο άπειρο σύμπαν αμέτρητες φωτεινές σφαίρες, που γύρω τους περιστρέφονται καμιά δεκαριά μικρότερες ετερόφωτες, θερμές στο κέντρο και καλυμμένες με μια κρύα σκληρή κρούστα, όπου μια μεμβράνη μούχλας δημιούργησε όντα που ζουν και γνωρίζουν – να τι είναι η πραγματικότητα, να τι είναι ο κόσμος.
19) Είναι αξιοσημείωτο και εντυπωσιακό να βλέπει κανείς πως ο άνθρωπος, εκτός από τη χειροπιαστή ζωή του, ζει πάντα μια δεύτερη, αφηρημένη ζωή. Στη σφαίρα του ήρεμου συλλογισμού, ό,τι προηγουμένως τον κατείχε ολοκληρωτικά και τον διακινούσε με ένταση μεγάλη, το παρατηρεί ως θεατής και παρατηρητής  και του φαίνεται ψυχρό, άχρωμο και μακρινό.
20) Οι μεγάλες δυστυχίες δεν επιτρέπουν στις μικρότερες να γίνουν αισθητές και, αντιστρόφως, ελλείψει κάποιας μεγάλης δυστυχίας, η παραμικρή στεναχώρια κι ενόχληση μας βασανίζει.

21) Εάν αυτός ο κόσμος δημιουργήθηκε από ένα Θεό δεν θα ήθελα να είμαι αυτός ο Θεός. Η δυστυχία αυτού του κόσμου θα μου ράγιζε την καρδιά.
22) Κάθε έθνος ξεφτιλίζει άλλα έθνη και όλα έχουν δίκιο.
23) Η έκσταση στην πράξη του ζευγαρώματος. Αυτό είναι! Αυτή είναι η αληθινή ουσία και ο πυρήνας των πάντων, ο στόχος κι ο σκοπός κάθε ύπαρξης.
24) Πρέπει κανένας να γεράσει για να πεισθεί πόσο λιγόχρονη είναι η ζωή.
25) Πρέπει να σέβεσαι κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από το πόσο εξαθλιωμένος ή γελοίος είναι. Να θυμάσαι ότι μέσα σε κάθε άνθρωπο ζει το ίδιο πνεύμα που ζει και σε σένα.
26) Σε κάθε περίσταση χρειάζεται για τον καθένα κάποια ποσότητα από φροντίδες, δυστυχήματα ή αθλιότητες, όπως στο πλοίο χρειάζεται το έρμα για να κρατιέται σε ισορροπία και να προχωρεί κανονικά.

27) Το να έχουμε σταθερές αρχές και να τις ακολουθούμε παρά τις αντίθετες ορμές και τους πειρασμούς, αυτό είναι ακριβώς εκείνο που ονομάζεται εγκράτεια.
28) Από τα μικροπράγματα καταλαβαίνουμε καλύτερα τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Γιατί στα πιο μεγάλα δείχνεται πιο προσεκτικός και κρύβεται.
29) Γενικά, οι γυναίκες πολύ λίγο επηρεάζονται απ' την ωραιότητα, και ιδίως του προσώπου. Εκείνο που συντελεί στην κατάκτησή τους είναι η σωματική ρώμη και το θάρρος του άντρα.
30) Η έμφυτη ικανότητα μπορεί πολλές φορές ν' αναπληρώσει την έλλειψη μόρφωσης, αλλά καμιά πνευματική μόρφωση δεν μπορεί ν' αναπληρώσει την έλλειψη έμφυτης ικανότητας.
31) Η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένας αγώνας για την ύπαρξη, με τη βεβαιότητα ότι στο τέλος θα νικηθούμε.
32) Η λεπτότητα στη γυναίκα είναι δύναμη.
33) Η όμορφη γυναίκα είναι στολίδι και η καλή θησαυρός.
34) Κάθε ερωτικό αίσθημα, οποιαδήποτε αιθεριότητα κι αν περιβάλλεται, όλες τις ρίζες του τις έχει στο φυσικό γενετήσιο ένστικτο.

35) Και μόνη η εμφάνιση της γυναίκας δείχνει ότι δεν είναι προορισμένη για τα μεγάλα έργα, ούτε τα πνευματικά, ούτε τα χειρονακτικά. Η γυναίκα ξοφλάει το χρέος της στη ζωή, όχι με τη δράση, αλλά με την οδύνη, με τους πόνους του τοκετού και με τις αναρίθμητες φροντίδες για το παιδί.
36) Λίγοι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να λάμπουν σε μια παρέα, αλλά πάρα πολλοί διαθέτουν τη δύναμη να είναι ευχάριστοι.
37) Με προσοχή να εκφέρεις κρίση, ακόμα και όταν η υπόθεση είναι καλή. Γιατί είναι εύκολο να πληγώσει κανείς ανθρώπους, αλλά αδύνατο να τους διορθώσει.
38) Ο άνθρωπος κάνει σίγουρα εκείνο που θέλει, όμως είναι δύσκολο ν' αποφασίσει τι είναι αυτό που θέλει.
39) Ο εγωισμός είναι τόσο μεγάλους, που η υφήλιος ολόκληρη δεν μπορεί να τον χωρέσει. Γιατί αν έμπαινε σε καθέναν το δίλημμα να εκλέξει ανάμεσα στην εκμηδένιση του σύμπαντος και στη δική του προσωπική καταστροφή, δεν είναι ανάγκη να πω εγώ ποια θα ήταν η απάντηση.
40) Ο θάνατος είναι το δαιμόνιο που εμπνέει, ο μουσηγέτης της φιλοσοφίας. Χωρίς αυτός, δύσκολα θα μπορούσε να φιλοσοφήσει ο άνθρωπος.

41) Οι γυναίκες ενδόμυχα σκέπτονται ότι οι άντρες δημιουργήθηκαν για να κερδίζουν χρήματα και αυτές για να ξοδεύουν.
42) Κάθε κοινωνική συναναστροφή απαιτεί αμοιβαία προσαρμογή και διάθεση, γι’ αυτό όσο πιο μεγάλη τόσο και πιο ανούσια. Εντελώς ο εαυτός του μπορεί να είναι κανείς μόνο εφόσον μένει μόνος του. Μόνο τότε είναι ελεύθερος.
43) Εκείνο που οι άνθρωποι ονομάζουν μοίρα, στην ουσία είναι ένα σύνολο ανοησιών που έκαναν.
44) Οι παλιάνθρωποι είναι πάντοτε κοινωνικοί και μάλιστα όταν ένας άνθρωπος έχει μέσα του μια στάλα ευγένεια, δεν βρίσκει μεγάλη ευχαρίστηση στη συντροφιά των άλλων.
45) Ο γιατρός βλέπει τον άνθρωπο σε όλη του την αδυναμία· ο δικηγόρος σε όλη του την κακία· και ο θεολόγος σε όλη του τη βλακεία.
46) Κάθε αλήθεια περνάει από τρία στάδια. Πρώτα γελοιοποιείται. Μετά βρίσκει σφοδρή αντίθεση. Και στο τέλος θεωρείται αυτονόητη.
47) Τιμή είναι η εξωτερική συνείδηση. Συνείδηση είναι η εσωτερική τιμή.
48) Η έγνοια της μετριότητας είναι πώς θα σκοτώσει τον χρόνο. Ο σοφός προσπαθεί να εκμεταλλευτεί κάθε δευτερόλεπτο.
49) Το γενικότερο δίδαγμα της ιστορίας είναι: τα ίδια, με διαφορετικό τρόπο. Όποιος έχει διαβάσει Ηρόδοτο έχει διαβάσει σχεδόν όλη την ιστορία.
50) Κάθε άνθρωπος θεωρεί τα όρια του δικού του οπτικού πεδίου σαν τα όρια του κόσμου.

51) Οι άνθρωποι χρειάζονται κάποια εξωτερική απασχόληση, επειδή είναι αδρανείς εσωτερικά.
52) Δύο είναι οι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας: πόνος και ανία.
53) Ο κόσμος είναι μια δική μου ιδέα.
54) Το μίσος πηγάζει από την καρδιά, η περιφρόνηση, από το κεφάλι.
55) Η μεγαλοφυΐα στην καθημερινή ζωή είναι τόσο χρήσιμη όσο ένα αστρονομικό τηλεσκόπιο στο θέατρο.
56) Η ζωή είναι άθλιο πράγμα. Αποφάσισα να περάσω τη ζωή μου σκεπτόμενος αυτό ακριβώς.
57) Όσο πιο περιορισμένος είναι ο ορίζοντας και ο κύκλος της δραστηριότητας και των επαφών μας, τόσο πιο ευτυχισμένοι είμαστε. Γιατί με το άνοιγμα του ορίζοντα πολλαπλασιάζονται και μεγεθύνονται οι έγνοιες, οι επιθυμίες, ο τρόμος.
58) Η ζωή είναι ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ πόνου και απελπισίας.
59) Οι δημοσιογράφοι είναι σαν τα σκυλιά. Οποτεδήποτε κάτι κινείται, αρχίζουν να γαβγίζουν.
60) Για να μπορέσει κανείς να πορευτεί στη ζωή, καλό είναι να εφοδιαστεί με μεγάλα αποθέματα προνοητικότητας και επιείκειας. Με τα πρώτα θα φυλαχτεί από ζημιές και απώλειες και με τα δεύτερα από τσακωμούς και προστριβές.

61) Η ζωή είναι ένα τεράστιο θέατρο, όπου παίζεται η ίδια τραγωδία με διαφορετικούς τίτλους.
62) Οι θρησκείες είναι σαν τις πυγολαμπίδες. Για να λάμψουν πρέπει να υπάρχει σκοτάδι.
63) Είτε πρόκειται για μουσική είτε για φιλοσοφία είτε για ζωγραφική ή ποίηση, το έργο μιας μεγαλοφυΐας δεν είναι κάτι προς χρήση. Ο χαρακτηρισμός του ανώφελου σημαδεύει τα έργα της μεγαλοφυΐας.
64) Ό,τι είναι εξαιρετικό ωριμάζει αργά.
65) Η μη-ύπαρξη μετά το θάνατο δεν μπορεί να είναι διαφορετική από αυτήν πριν τη γέννηση.
66) Το πρωινό είναι η νεότητα της ημέρας. Είναι χαρούμενο, φρέσκο και εύκολο. Μην το χαραμίζετε ξυπνώντας αργά.
67) Με τα γνωμικά επιδεικνύει κανείς την παιδεία του θυσιάζοντας την πρωτοτυπία του.
68) Αν ο νόμος του υλισμού ήταν ο αληθινός νόμος, όλα θα ήταν ξεκάθαρα. Το «γιατί» των φαινομένων θα μειωνόταν στο «πώς».
69) Η ζωή μοιάζει με παιδικό ρούχο – είναι μικρή και χεσμένη.
70) Η ζωή δεν είναι ποτέ ωραία, μόνο κάποιες εικόνες της ζωής είναι όμορφες.

Ετικέτες: ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ, ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ, ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ
Πηγή: http://philipposphilios.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος. 

ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

1) Σε κάθε ατυχία, σε κάθε βάσανο, τη μεγαλύτερη παρηγοριά τη βρίσκουμε, παρατηρώντας την κατάσταση εκείνων πού είναι περισσότερο από μας δυστυχισμένοι.

2) Ή ανθρωπότητα μπορεί να συγκριθεί μ ένα κοπάδι, πού παίζει ήσυχο στο λιβάδι, ενώ o χασάπης διαλέγει με το μάτι μέσα απ το κοπάδι τα ζωντανά πού θα σφάξει. Τις μέρες της ευτυχίας μας, εμείς ούτε υποπτευόμαστε καν ποια συφορά κείνη την ίδια ώρα μας ετοιμάζει ή τύχη — αρρώστια, καταδίωξη, καταστροφή, ακρωτηριασμό, τύφλωση, τρέλα, θάνατο, ή ό,τι άλλο.

3) Σε κάθε τι πού θέλουμε να κάνουμε δικό μας, βρίσκουμε αντίσταση κι αντίδραση. 'Όλα έχουν μια δική τους θέληση εχθρική πού πρέπει να τη δαμάσουμε. Στη ζωή των λαών ή ιστορία δε σημειώνει παρά πολέμους και ταραχές. Τα χρόνια της γαλήνης φαίνονται σχεδόν ανάπαυλες σύντομες, διαλείμματα, τυχαία συμβάντα. Κατά τον ίδιο τρόπο ή ζωή των ατόμων είναι μια αδιάκοπη πάλη, κι όχι μόνον ενάντια σ’ αφηρημένα κακά, όπως ή φτώχεια και η πλήξη αλλά και πάλη ενός ανθρώπου εναντίον ενός άλλου. Σε κάθε περίσταση βρισκόμαστε απέναντι σ’ έναν αντίπαλο, κι όλη ή ζωή είναι ένας πόλεμος αδιάκοπος, πού σ’ αυτόν υποκύ­πτουμε κρατώντας ακόμη σφιχτά στα χέρια τα όπλα.

4) Στα βάσανα της ύπαρξής μας προσθέτεται ακόμα και το τρέξιμο τού χρόνου, πού μάς σπρώχνει χωρίς ν’ αφήνει να πάρουμε αναπνοή, χτυπώντας τον καθένα στις πλάτες με το βούρδουλα του τυράννου. Εκείνοι μόνο πού έχουν δοθεί στην πλήξη σώζονται απ’ την καταδίωξή του.

5) Ενώ ως τη μέση του δρόμου της ή ζωή είναι ένας αχόρταγος πόθος για την ευτυχία, από κει και πέρα απεναντίας είναι πάντα κυριευμένη από ένα καταθλιπτικό αί­σθημα αγωνίας, γιατί από κείνη την ώρα όλοι, ποιος λίγο και ποιος πολύ, αρχίζουν να βλέπουν καθαρά πώς ή ευτυχία είναι μια μάταιη χίμαιρα, και μονάχα ό πόνος είναι αληθινός. Για αυτό, οι άνθρωποι πού έχουν κρίση, ζη­τάνε ν αποφεύγουν να υποφέρουν μάλλον παρά να νιώθουν έντονες απολαύσεις, και να δημιουργήσουν κατά ένα κάποιο τρόπο μια κατάσταση πού τίποτα να μη τούς λαβώνει.

6) Κατά την παιδική μου ηλικία δε μπορούσα ν’ ακούσω το κουδούνι του σπιτιού να χτυπά χωρίς να αισθανθώ μια ξαφνική χαρά κι’ έλεγα από μέσα μου: «Πόσο ωραία, μα την αλήθεια! Κάτι νέο θάναι!» Με το πέρασμα τού και­ρού όμως, διδαγμένος απ’ την πείρα της ζωής, όταν άκουγα τον ίδιο θόρυβο, έμπαινα σ’ ανησυχία, τόσο πού συλλο­γιζόμουν: «Ωιμέ! Τί νέο τάχα να συμβαίνει;»

7) Στη γεροντική ηλικία, πάθη και πόθοι σβήνουν το ένα έπειτα απ’ το άλλο, όσο τα αντικείμενα τους χάνουν τη σημασία πούχαν άλλοτε. Ή ευαισθησία μετριάζεται, ή δύναμη της φαντασίας γίνεται ολοένα πιο αδύνατη, οι εικόνες ξεθωριά­ζουν, οι εντυπώσεις δεν αποτυπώνονται πια στη συνείδηση μόνο διαλύονται χωρίς ν’ αφήνουν κανένα σημάδι τους, οι μέρες κυλούν ή μια πάνω στην άλλη, τίποτα πια δεν προκαλεί ενδιαφέρον, όλα στη ζωή χάνουνε το χρώμα τους. Κάτω απ’ το βάρος των χρόνων, ό άνθρωπος δεν περπατά παρά τρικλί­ζοντας ή μαζεύεται σε μια γωνιά για ν’ αναπαυτεί, καταντών­τας ίσκιος του εαυτού του, το φάντασμα σχεδόν εκείνου πού ήταν άλλοτε, ώσπου έρχεται κι ό θάνατος. Τί του μένει να σκοτώσει; Μια μέρα ή αποκάρωση μεταβάλλεται σε στερνό ύπνο, και τα όνειρα του...

8) A! να το πρόβλημα που πάνω σ’ αυτό βασανίστηκε ο Άμλετ στον περίφημο μονόλογο. Εγώ λέω πώς από τώρα ονειρευόμαστε.

9) Όποιος βγήκε απ’ την πλάνη των πρώτων νεανικών ονείρων του, αν θησαύρισε τη δική του και την ξένη πείρα, αν μελέτησε την ιστορία των περασμένων ή είναι ενήμερος των συμβάντων της εποχής του, αν δεν έχει το νου του θο­λωμένο από ριζωμένες προλήψεις, πρέπει να φτάσει σ’ αυτό το συμπέρασμα: πώς ο ανθρώπινος κόσμος είναι παραδομένος στην τύχη και στην πλάνη, κι απ’ αυτές, δίχως να γίνεται λόγος καν για αίσθημα συμπόνιας, κυριαρχείται και διευθύνεται τυχαία, ενώ ή τρέλα και ή μοχθηρία βοηθούν με το αδιάκοπο στριφογύρισμα του βούρδουλα τους.

10) Μ’ αυτόν τον τρόπο, εκείνο το λίγο καλό πού μπορεί να γεννηθεί μέσα στους ανθρώπους μπορεί να έρθει στο φως μόνο υστέρα από αμέτρητους πόνους. Αν υπάρχει μια ευγενι­κή και φρόνιμη ιδέα, με μεγάλο κόπο θα βρει τρόπο να γίνει γνωστή, να κατανοηθεί, να πραγματοποιηθεί, ενώ το παρά­δοξο και το ψεύτικο μέσα στη σφαίρα των ιδεών, ή αισχρότη­τα κι η χυδαιότητα στην τέχνη, η μοχθηρία κι η πονηριά στην πρακτική ζωή, απολαύουν απόλυτο κι αδιάκοπο θρίαμβο.

11) Μια ψηλή σκέψη, ένα υπέρτερο έργο φαίνονται σαν εξαί­ρεση, σαν απρόβλεπτο γεγονός, παράξενο, ανήκουστο, μεμο­νωμένο παράδειγμα, σαν αερόλιθος, δημιούργημα άλλης τάξης πραγμάτων από κείνη πού μάς κυβερνά. Αν έπειτα κοιτάξουμε την τύχη των ατόμων, βλέπουμε πώς ή ιστορία κάθε ζωής είναι πάντα ή ιστορία ενός βασανιστηρίου, γιατί, οποιοδήποτε δρόμο κι αν διαλέξει κανείς, δε θα χει παρά μια αδιάκοπη σειρά από αποτυχίες κι ατυχίες, πού καθένας κρύβει με προσοχή, γιατί ξέρει ότι, αντί να εμπνεύσει στους άλλους συμπάθεια ή συμπόνια, θα τούς έδινε την ευχαρί­στηση εκείνη πού νιώθουν όλοι σαν συλλογίζονται τις ατυχίες των άλλων, απ’ τις όποιες εκείνη τη στιγμή αυτοί δεν υποφέρουν.

12) Συνεπώς είναι πολύ δύσκολο να βρει κανείς έναν άνθρωπο, πού φτασμένος στο τέλος της ζωής του, αν θέλει νάναι συγχρόνως ειλικρινής και φρόνιμος, να εύχεται να ξαναρχίσει απ την αρχή, και να μην προτιμά απεναντίας να πέσει στο μηδέν της ανυπαρξίας.

13) Δεν υπάρχει κάτι σταθερό στην ασταθή ζωή· ούτε ατέλειω­τος πόνος, ούτε αιώνια ευχαρίστηση, ούτε εντύπωση πού ν’ αντέχει, ούτε ενθουσιασμός πού να μην ξεθυμαίνει, ούτε ψηλή ιδέα πού να στέκει ακλόνητη σαν κανόνας σ’ ολόκληρη την ύ­παρξη. Όλα διαλύονται στο χείμαρρο των χρόνων. Τα λε­πτά της ώρας, τα αναρίθμητα άτομα των μικρών πραγμάτων, θρύψαλα κάθε ενέργειας μας, είναι οι σκώροι πού τρώνε κάθε ευγενική και τολμηρή επιχείρηση. Τίποτα δεν παρουσιάζεται το σοβαρό στη ζωή. Ό βούρκος δεν αξίζει τον κόπο. Πρέπει να θεωρούμε τη ζωή σαν ένα αδιάκοπο ψέμα, στα μικρά όσο και στα σημαντικά πράματα-Υποσχέθηκε; Δε θα κρατή­σει την υπόσχεση, εκτός αν θέλει να δείξει πόσο λίγο ποθη­τό ήταν εκείνο πού ποθούσαμε. Πότε η ελπίδα παίζει με μας, και πότε το ελπιζόμενο πράμα. Μάς έδωσε κάτι; Αυτό το έκανε μόνο για να μπορέσει να μάς το ξαναπάρει. Ή απόσταση, σα με μαγική τέχνη, μάς κάνει να φανταστούμε παράδεισους. Αλλά να πού διαλύονται σαν οπτασίες μόλις αφήσουμε να κυριευτούμε απ’ τη γοητεία τους.

14) Ή ευτυχία είναι λοιπόν πάντα ή στο μέλλον ή στο πα­ρελθόν, ενώ το παρόν μοιάζει μ’ αλαφρό συννεφάκι, πού ό αγέρας το σεργιανίζει πάνω απ’ τον ηλιοφώτιστο κάμπο. Μπροστά του, πίσω του, γύρω του, όλα λάμπουν στον ήλιο. Αυτό μόνο ρίχνει παντού άπ’ όπου περνά, έναν ίσκιο.
*Σκέψεις και αποσπάσματα, Άρθουρ Σόπεναουερ, Εκδόσεις Γκοβοστή

Ετικέτες: ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ, ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ, ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ
Πηγή: http://philipposphilios.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος. 

ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Ιδού η Μουσική στο κρεβάτι της.
1) Η μουσική εκφράζει τη εσώτερη ουσία των φαινομένων, το πράγμα καθαυτό που υπάρχει πίσω από κάθε φαινόμενο, δηλαδή αυτή καθαυτή την θέληση. Έτσι λοιπόν δεν εκφράζει μια ειδική και συγκεκριμένη χαρά, μια ορισμένη θλίψη ή οργή ή ευχαρίστηση ή κατάσταση πνευματικής γαλήνης, αλλά εκφράζει τη χαρά, τη λύπη, τον τρόμο, την παραφορά, την ευχαρίστηση, τη γαλήνη και άλλες πολλές παρόμοιες καταστάσεις, χωριστά παρμένες αυτές καθαυτές, αφηρημένα στη γενική ουσία τους, ξέχωρα από κάθε ειδική αφορμή η περίσταση. Εν τούτοις παρ' όλο ότι αυτό το αιθέριο είναι αφηρημένο μπορούμε να το νιώθουμε στην εντέλεια.

2) Το να βρίσκει κανείς τη μελωδία, φανερώνει την ορμή και την ψυχική του ευαισθησία. Ο μουσικοσυνθέτης μας φανερώνει την πιο ενδόμυχη ουσία του κόσμου και εκφράζει τη βαθύτερη σοφία με γλώσσα που το ανθρώπινο λογικό δεν μπορεί να τη νιώσει. Όμοια δηλαδή όπως ένα μέντιουμ δίνει φωτισμένες απαντήσεις για πράγματα που όταν είναι ξύπνιο δεν τα ξέρει καθόλου.

3) Το εσώτερο, το ανεξήγητο νόημα της μουσικής, εκείνο που μας γεννάει μια σύντομη και παροδική οπτασία κάποιου παραδείσου που μας είναι γνώριμος αλλά απρόσιτος συγχρόνως, εκείνο που νιώθουμε στο άκουσμα μιας μελωδίας μα δεν μπορούμε να εξηγήσουμε οφείλεται στην ικανότητα που έχει η μουσική να δίνει φωνή στα πιο βαθιά κι απόκρυφα σκιρτήματα της υπόστασης μας, πέρα από κάθε πραγματικότητα και συνεπώς χωρίς οδύνη.

4) Όπως υπάρχουν μέσα μας δύο θεμελιώδεις συναισθηματικές καταστάσεις, μια της χαράς ή τουλάχιστον της φαιδρότητας και μια της θλίψης ή τουλάχιστον της μελαγχολίας, έτσι έχει και η μουσική δύο αντίστοιχους γενικούς τρόπους τονικότητας, το μείζονα τρόπο και τον ελάσσονα τρόπο, και σχεδόν πάντοτε μια σύνθεση βασίζεται στον ένα ή τον άλλο. Δεν είναι όμως παράξενο αλήθεια, να υπάρχει ένα μουσικό σημείο, η ελάσσονα, που ενώ δεν είναι θλιβερό ούτε στην ουσία του ούτε κατά συνθήκην, εν τούτοις να έχει τέτοια εκφραστικότητα ώστε κανείς να μην μπορεί να ξεγελαστεί; Απ' αυτό μπορεί κανείς εύκολα να συμπεράνει πόσο βαθιά εισχωρεί και φτάνει η μουσική μέσα στην εσώτερη φύση του ανθρώπου και των πραγμάτων.

5) Το allegro σε ελάσσων κλίμακα συνηθίζεται πολύ στη γαλλική μουσική και είναι χαρακτηριστικό: δίνει την εντύπωση ανθρώπου που χορεύει με παπούτσια που τον στενεύουν.

6) Οι σύντομες και ευδιάκριτες φράσεις της μουσικής ενός ζωηρού χορού με γρήγορα βήματα μαρτυρούν πως το θέμα τους δεν είναι άλλο από μια συνηθισμένη ευτυχία που αποκτιέται πολύ εύκολα. Απεναντίας το allegro maestoso, με τις μεγάλες φράσεις του, τα πλατιά περάσματα και τις δαιδαλώδεις περιστροφές του εκφράζει ένα μεγάλο κι ευγενικό αγώνα για κάποιον απομακρυσμένο σκοπό που τελικά επιτυγχάνεται. Το adagio μας μιλάει για τους πόνους κάποιου επίσης μεγάλου κι ευγενικού αγώνα που περιφρονεί κάθε ταπεινή απόλαυση. Απ' όλα όμως, την πιο καταπληκτική εντύπωση την προξενεί η διαφορά ανάμεσα στη δίεση και την ύφεση. Δεν είναι τάχα αξιοθαύμαστο πως μια παραλλαγή του τρόπου κατά ένα ημιτόνιο, η εισαγωγή μιας ελάσσονος διαστήματος τρίτης αντί μείζονος διαστήματος, δίνει αμέσως και δίχως άλλο την εντύπωση πόνου και δυστυχίας και αρκεί μια δίεση για να μας διώξει αυτό το καταθλιπτικό συναίσθημα; Ο αργός ρυθμός σε ελάσσονα (adagio bemol) φτάνει ως έκφραση του ψηλότερου πόνου, είναι ένας θρήνος σπαραχτικός. Στη μουσική του Μπετόβεν, σε οποιαδήποτε συμφωνία του, διακρίνουμε κάτω από τη φαινομενική αταξία και σύγχυση που επικρατεί μια αξιοθαύμαστη τάξη. Πρόκειται για μια μανιασμένη μάχη που καταλήγει τελικά στην πιο ωραία συνδιαλλαγή. Έχουμε κι εδώ το rerum cocncordia discors, μια πιστή και πανοραματική εικόνα της ουσίας του κόσμου, που κυλάει μέσα στο διάστημα δίχως βιασύνη μα και δίχως ανάπαυση, μέσα σ' έναν αφάνταστο κυκεώνα από αναρίθμητες μορφές και που ωστόσο χάρη σ' αυτόν ακριβώς το σάλο και τον κλυδωνισμό της μάζας του μπορεί κι ακολουθεί την κανονική τροχιά του. Ταυτόχρονα όμως μέσα στη συμφωνία εκφράζονται όλα τα ανθρώπινα πάθη και συναισθήματα: χαρά, λύπη, έρωτας, μίσος, τρόμος, ελπίδα και παρουσιάζονται σε άπειρες αποχρώσεις και παραλλαγές, ωστόσο πάντοτε in abstracto (αφηρημένα), χωρίς τίποτε να μπορεί χαρακτηριστικά να τις ξεχωρίσει τη μια απ' την άλλη. Πρόκειται για την καθάρια μορφή, την άυλη που μοιάζει με τον κόσμο των αγγέλων που πλανιούνται μέσα στο διάστημα δίχως κορμιά.

7) Ύστερα από πολλή σκέψη πάνω στην ουσία της μουσικής μπορώ να σας συστήσω να την απολαμβάνετε αυτή την τέχνη όσο περισσότερο μπορείτε, γιατί είναι η πιο εξαιρετική και υπέροχη απ' όλες τις τέχνες. Δεν υπάρχει άλλη τέχνη που να μας επηρεάζει περισσότερο, που να μας εγγίζει βαθύτερα και να επενεργεί πάνω μας πιο άμεσα απ' τη μουσική. Κι αυτό γιατί η μουσική μας φανερώνει πιο άμεσα και πιο καθαρά την αληθινή ουσία του κόσμου. Όταν ακούμε υπέροχες και ωραίες αρμονίες είναι σαν να παίρνουμε ένα πνευματικό λουτρό. Μας καθαρίζουν από κάθε βρωμιά, από κάθε κακία κι από κάθε προστυχιά. Η μουσική ανυψώνει τον άνθρωπο σε αιθέρια ύψη και τον συντονίζει με τις πιο ευγενικές σκέψεις που μπορεί να περάσουν απ' το υλιστικό μυαλό του. Κι αισθάνεται τότε ο άνθρωπος τι αξίζει ή μάλλον τι θα μπορούσε να αξίζει.

8) Συχνά, όταν ακούω μουσική, παίζει η φαντασία μου με τη σκέψη, πως η ζωή όλων των ανθρώπων, κι η δική μου ακόμα, δεν είναι άλλο τίποτε από ονειροπολήσεις κάποιου αιώνιου πνεύματος, ονειροπολήσεις και καλές και κακές που κάθε θάνατός τους είναι κι ένα ξύπνημα.
Ετικέτες: ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ: ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ, ΑΡΘΟΥΡ ΣΟΠΕΝΑΟΥΕΡ, ΜΟΥΣΙΚΗ, ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.