Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

19.3.21

ΣΑΠΦΩ 21 Μαρτίου 2021 Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Η επιλογή έγινε από την Εμανουέλα.

 Σαπφώ «Ύμνος στην Αφροδίτη»


Αθάνατη Αφροδίτη, που κάθεσαι σε πλουμιστό θρόνο,
κόρη του Δία πολυμήχανη, σε παρακαλώ: δέσποινα,
μη βασανίζεις με έγνοιες και στεναχώριες την καρδιά μου!

Αλλά έλα κοντά μου, αν κάποτε άλλοτε άκουσες
τη φωνή μου από μακριά και εισάκουσες την
προσευχή μου. Τότε άφησες το χρυσό παλάτι του
πατέρα σου και ήρθες ζεύοντας την άμαξά σου.
Όμορφα σπουργίτια σε φέρανε γρήγορα κάτω
στη μαύρη γη.

Χτυπώντας γοργά τα φτερά τους και διασχίζοντας τον
αιθέρα ήρθαν από τον ουρανό. Γρήγορα φτάσανε· κι εσύ,
μακαρισμένη, με γελαστό το αθάνατό σου πρόσωπο,
με ρωτούσες τι έπαθα πάλι, γιατί σε κάλεσα πάλι,
τι επιθυμεί πιο πολύ η τρελή καρδιά μου. «Ποιο αγαπημένο
πρόσωπο πρέπει η πειθώ να φέρει τώρα στην αγάπη σου;
Πες μου, Σαπφώ, ποιος σε αδικεί;

Σε αποφεύγει; Σύντομα θα σε κυνηγήσει η ίδια. Δε δέχεται
δώρα; Θα σου προσφέρει η ίδια. Δε σ’ αγαπά; Σύντομα θα
σ’ αγαπήσει, ακόμη και παρά τη θέλησή της.» Έλα και τώρα
και λύτρωσέ με από το βαρύ μαράζι. Εκπλήρωσε αυτό που
η καρδιά μου ποθεί να γίνει και γίνε σύμμαχός μου.


Προς άμουση ποιήτρια

Νεκρή, θα κείτεσαι στο χώμα. Μνήμη
δική σου ο μέλλοντας καιρός δεν θα φυλάξει.
Στης Πιερίας τα ρόδα εσύ μερίδιο δεν έχεις.
Ανώνυμη θα τριγυρνάς και μες στον Άδη,
σαν θα πετάξεις στις αχνές σκιές των πεθαμένων.

Επιθαλάμιο

Έτσι και το γλυκόμηλο που ροδοκοκκινίζει
στην άκρη-άκρη το κλωνί, στο πιο ψηλό κλαράκι,
κι οι τρυγητές το ξέχασαν — όχι, δεν το ξεχάσαν:
μόνο που δεν μπορούσανε τόσο ψηλά να φτάσουν.

Άλλο επιθαλάμιο

Καλέ γαμπρέ, με τι να πω σωστά πως μοιάζεις;
Με λυγερό, θα πω, κλαδί προπάντων μοιάζεις.

Ερωτική αντιζηλία

Μου φαίνεται ίσος με θεό πως είναι
κείνος ο άντρας που απέναντί σου
κάθεται, και που τη γλυκιά φωνή σου
σκύβει ν’ ακούσει

κι αυτό το γέλιο σου που ανάβει πόθους. Μα εμένα
μέσα στα στήθια σπαρταρά η καρδιά μου: λίγο
μονάχα αν σε κοιτάξω, τότε αμέσως 
σβήνει η φωνή μου,

βουβαίνεται η γλώσσα τσακισμένη· νιώθω
κάτω απ’ το δέρμα μου μια σιγανή να τρέχει
φλόγα· τα μάτια μου δεν βλέπουν· 
βουίζουνε τ’ αφτιά μου·

με περιλούζει κρύος ιδρώτας· με κυριεύει
ολόκληρη ένα τρέμουλο· στην όψη
γίνομαι πιο χλωρή κι απ’ το χορτάρι· λίγο ακόμα
και θα μου βγει η ψυχή, νομίζω.

Μα όλα πρέπει να τ’ αντέξω. . .

Μοναξιά

Το φεγγαράκι έγειρε 
κι η Πούλια. Mεσονύχτι.
Περνά η ώρα. Μα εγώ
κοιμάμαι μοναχή μου.
Πηγή: https://www.hartismag.gr/

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ 3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ 21 Μαρτίου 2021 Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Η επιλογή έγινε από την Σεμέλη.

 Γιώργος Σεφέρης «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου»


― Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;

χρόνια ξενιτεμένος ήρθες
με εικόνες που έχεις αναθρέψει
κάτω από ξένους ουρανούς
μακριά απ' τον τόπο το δικό σου.

― Γυρεύω τον παλιό μου κήπο·
τα δέντρα μού έρχουνται ώς τη μέση
κι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλια
κι όμως σαν ήμουνα παιδί
έπαιζα πάνω στο χορτάρι
κάτω από τους μεγάλους ίσκιους
κι έτρεχα πάνω σε πλαγιές
ώρα πολλή λαχανιασμένος.

― Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγά-σιγά θα συνηθίσεις·
θ' ανηφορίσουμε μαζί
στα γνώριμά σου μονοπάτια
θα ξαποστάσουμε μαζί
κάτω απ' το θόλο των πλατάνων
σιγά-σιγά θα 'ρθούν κοντά σου
το περιβόλι κι οι πλαγιές σου.

― Γυρεύω το παλιό μου σπίτι
με τ' αψηλά τα παραθύρια
σκοτεινιασμένα απ' τον κισσό
γυρεύω την αρχαία κολόνα
που κοίταζε ο θαλασσινός.
Πώς θες να μπώ σ' αυτή τη στάνη;
οι στέγες μού έρχουνται ώς τους ώμους
κι όσο μακριά και να κοιτάξω
βλέπω γονατιστούς ανθρώπους
λες κάνουνε την προσευχή τους.

― Παλιέ μου φίλε δε μ' ακούς;
σιγά-σιγά θα συνηθίσεις
το σπίτι σου είναι αυτό που βλέπεις
κι αυτή την πόρτα θα χτυπήσουν
σε λίγο οι φίλοι κι οι δικοί σου
γλυκά να σε καλωσορίσουν.

― Γιατί είναι απόμακρη η φωνή σου;
σήκωσε λίγο το κεφάλι
να καταλάβω τί μου λες
όσο μιλάς τ' ανάστημά σου
ολοένα πάει και λιγοστεύει
λες και βυθίζεσαι στο χώμα.

― Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγά-σιγά θα συνηθίσεις 
η νοσταλγία σού έχει πλάσει
μια χώρα ανύπαρχτη με νόμους
έξω απ' τη γης κι απ' τους ανθρώπους.

― Πια δεν ακούω τσιμουδιά
βούλιαξε κι ο στερνός μου φίλος
παράξενο πώς χαμηλώνουν
όλα τριγύρω κάθε τόσο
εδώ διαβαίνουν και θερίζουν
χιλιάδες άρματα δρεπανηφόρα.

Γιώργος Σεφέρης [Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές]

Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές
υπάρχει μια δίψα υπάρχει μια αγάπη
υπάρχει μια έκσταση,
όλα σκληρά σαν τα κοχύλια
μπορείς να τα κρατήσεις στην παλάμη σου.

Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές
μέρες ολόκληρες σε κοίταζα στα μάτια
και δε σε γνώριζα μήτε με γνώριζες.


«Περιγιάλι το κρυφό».

Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.


Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβύστηκε η γραφή.

Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ. [Η επιλογή έγινε από την Μίε και τον Μάκο.]

 Κική Δημουλά «Όλο μαζί τίποτα δε χάνεται»


Θυμάσαι τη μικρή κανάτα του κρασιού
ζωγραφισμένη με ανθάκια μπλε στεφάνι
στο οινοχόο χείλος της;
- από την Αλσατία μου την πήρες ανόρεχτος
τι τη θες εμείς δεν πίνουμε ποτέ
που ξέρεις, επέμεινα, κάποτε ίσως χρειαστεί
θολά να γνωριστούμε.

Έσπασε το χεράκι της άνευ λόγου εκτός
από ένα ράγισμα βαθύ που είχε η αφή μου.

Τώρα από το χέρι το δικό σου την κρατώ
με το δικό σου χέρι στέρεα την κρατά
και οίνον τη γεμίζει θολωμένη
η αλκοολική εφεύρεσή μου.

ΤΑ ΔΕΜΕΝΑ

Η θάλασσα του Σκαραμαγκά είναι δεμένη,
πηχτή. Από τα πετρελαιοφόρα
βγαίνει μαύρος καπνός ακινησίας.
Ας πούμε πως υπάρχεις.
Η διαδρομή ξεχειλώνει κρεμασμένη στο βλέμμα.
Λερώνει τους απάνω δρόμους ένα βρώμικο σύννεφο,
η καθαρή ψυχή κάτω αναβάλλεται πάλι.
Ας πούμε πως υπάρχεις.
Το άλογο θα μείνει δεμένο στο δέντρο.
Στο μυαλό μου πολλοί τέτοιοι κόμποι,
πολλά τέτοια δεσίματα.
Ας πούμε πως υπάρχεις.
Στου αυτοκινήτου τον καθρέφτη
κοιτάζεται ένα ξεροπήγαδο.
Στη γη εδώ – εκεί κάτι φρεσκοσκαμμένο.
Η ίδια φροντίδα
για τους νεκρούς και για τους σπόρους.
Η γη αναρριγεί.
Ας πούμε πως υπάρχεις.

ΦΥΛΛΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ

Ένα κίτρινο φύλλο σου,
φθινόπωρο,
σ’ έναν άνεμο ράθυμο κάθησε
και μ’ ακολούθησε επίμονα.
Το πήρα
και το κρατώ
σαν κάτι συμβολικό από μέρους σου,
σαν φιλικό αντίγραφο,
ίσως σαν ένα «ευχαριστώ»
που διόλου μέρος δεν έλαβα
στο καλοκαίρι τούτο...
Το πήρα
κι εξιχνιάζω
τις φετεινές προθέσεις σου
απέναντί μου.

Κική Δημουλά «Το Πλησιέστερο»


Κάτι πρωτόβγαλτα ως φαίνεται
στον κόσμο και στους νόμους του πουλάκια
κι εντούτοις ήδη κουρασμένα
γιατί δεν είναι τα φτερά
άπτωτη εύνοια και προνόμιο,
ρωτούν εμένα, ποιον, εμένα,
που είν’ το πλησιέστερο κλαδί
για ν’ ακουμπήσουν.

Δεν είμαστε καλά. Αν ήξερα εγώ
που είν’ το Πλησιέστερο
ότι έχει και βαθμό συγκριτικό
το ανύπαρκτο Πλησίον,
θα ‘τρεχα να το πιάσω πρώτη εγώ,
όλο κι απαραχώρητο,
κι ας ψόφαγαν πουλάκια
δίκια και προτεραιότητες
- κλαδιά σπασμένα το αλληλέγγυο.
Ας πάνε τα πουλάκια
τη μεγάλη Πείρα να ρωτήσουν
ν’ ακούσουν ό,τι είπε και σ’ εμένα
όταν ξεθεωμένη από κούραση άφτερη
τη ρώτησα που είναι ν’ ακουμπήσω
το πλησιέστερο κλαδί.
Δεν είμαστε καλά είχε καγχάσει
η μεγάλη Πείρα: αν ήξερα εγώ
που είν’ το Πλησιέστερο
θα ‘τρεχα να το πιάσω πρώτη,
όλο κι απαραχώρητο,
κι ας ψόφαγες εσύ
γιατί το πλησιέστερο κλαδί
είναι ο θάνατός σου η ζωή μου.

Κική Δημουλά «Τα πάθη της βροχής»

Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον νικημένο πάντα ήχο
σί, σί, σί.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός κανονικής βροχής

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού ‘μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σέ γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία πού τσουγκρίζουν
και μουρμουρμίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σα μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά ‘ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.

Κική Δημουλά «Σημείο Αναγνωρίσεως»

Σημείο Αναγνωρίσεως
άγαλμα γυναίκας με δεμένα χέρια

Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,
εγώ σε πρσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.

Στολίζεις κάποιο πάρκο.
Από μακριά εξαπατάς.
Θαρρεί κανείς πώς έχεις ελαφρά ανακαθήσει
να θυμηθείς ένα ωραίο όνειρο πού είδες,
πώς παίρνεις φόρα να το ζήσεις.
Από κοντά ξεκαθαρίζει το όνειρο:
δεμένα είναι πισθάγκωνα τα χέρια σου
μ’ ένα σκοινί μαρμάρινο
κι η στάση σου είναι η θέλησή σου
κάτι να σε βοηθήσει να ξεφύγεις
την αγωνία του αιχμάλωτου.
Έτσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη:
αιχμάλωτη.
Δεν μπορείς
ούτε μια βροχή να ζυγίσεις στο χέρι σου,
ούτε μια ελαφριά μαργαρίτα.
Δεμένα είναι τα χέρια σου.
Και δεν είν’ το μάρμαρο μόνο ο Άργος.
Αν κάτι πήγαινε ν’ αλλάξει
στην πορεία των μαρμάρων,
αν άρχιζαν τ’ αγάλματα αγώνες
για ελευθερίες και ισότητες,
όπως οι δούλοι,
οι νεκροί
και το αίσθημά μας,
εσύ θα πορευόσουνα
μες στην κοσμογονία των μαρμάρων
με δεμένα πάλι τα χέρια, αιχμάλωτη.

Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,
εγώ σε λέω γυναίκα αμέσως.
Όχι γιατί γυναίκα σε παρέδωσε
στο μάρμαρο ο γλύπτης
κι υπόσχονται οι γοφοί σου
ευγονία αγαλμάτων,
καλή σοδειά ακινησίας.
Για τα δεμένα χέρια σου, πού έχεις
όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω,
σε λέω γυναίκα.

Σε λέω γυναίκα
γιατ’ είσ’ αιχμάλωτη.

 Κική Δημουλά «Πέρασα» 


(απόσπασμα του ποιήματος)


Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από δω, πήγα κι από κει...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από δω, έχασα κι από κει.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος. Πες πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
απ’ το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιαν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημίας.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου ‘λειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή με ακόνισε.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Όσο μπόρεσα έφερ’ αντίσταση σ’ αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.

Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.


Κική Δημουλά « Πληθυντικός ριθμός»

 ρωτας,
νομα οσιαστικόν,
πολύ οσιαστικόν,
νικο ριθμο,
γένους οτε θηλυκο οτε ρσενικο,
γένους νυπεράσπιστου.
Πληθυντικός ριθμός
ο νυπεράσπιστοι ρωτες.

 φόβος,
νομα οσιαστικόν,
στήν ρχή νικός ριθμός
καί μετά πληθυντικός:
ο φόβοι.
Ο φόβοι
γιά λα πό δ καί πέρα.

 μνήμη,
κύριο νομα τν θλίψεων,
νικο ριθμο,
μόνον νικο ριθμο
καί κλιτη.
 μνήμη,  μνήμη,  μνήμη.

 νύχτα,
νομα οσιαστικόν,
γένους θηλυκο,
νικός ριθμός.
Πληθυντικός ριθμός
ο νύχτες.
Ο νύχτες πό δ καί πέρα.

19 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΥΠΝΟΥ.