Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

23.3.21

ΛΑΤΙΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΣ, ΑΛΦΟΝΣΙΝΑ ΣΤΟΡΝΙ, ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ, ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 παγκόσμια ημέρα ποίησησ.

''ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ'' ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ

 

Μετά από λίγο μαθαίνεις

την ανεπαίσθητη διαφορά

ανάμεσα στο να κρατάς το χέρι

και να αλυσοδένεις μια ψυχή.


Και μαθαίνεις πως Αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι

Και συντροφικότητα δε σημαίνει ασφάλεια


Και αρχίζεις να μαθαίνεις

πως τα φιλιά δεν είναι συμβόλαια

Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις


Και αρχίζεις να δέχεσαι τις ήττες σου

με το κεφάλι ψηλά και τα μάτια ορθάνοιχτα

Με τη χάρη μιας γυναίκας

και όχι με τη θλίψη ενός παιδιού


Και μαθαίνεις να φτιάχνεις

όλους τους δρόμους σου στο Σήμερα,

γιατί το έδαφος του Αύριο

είναι πολύ ανασφαλές για σχέδια

…και τα όνειρα πάντα βρίσκουν τον τρόπο

να γκρεμίζονται στη μέση της διαδρομής.


Μετά από λίγο καιρό μαθαίνεις…

Πως ακόμα κι η ζέστη του ήλιου

μπορεί να σου κάνει κακό.


Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ

Αντί να περιμένεις κάποιον

να σου φέρει λουλούδια


Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια, μπορείς να αντέξεις

Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη

Και ότι, αλήθεια, αξίζεις

Και μαθαίνεις… μαθαίνεις

…με κάθε αντίο μαθαίνεις.

------------------------------------------------------

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ  Μ' ΑΡΕΣΕΙΣ ΑΜΑ ΣΩΠΑΙΝΕΙΣ

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία

κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,

η φωνή μου εμένα δεν σε φτάνει.

Μου φαίνεται ακόμα ότι τα μάτια μου σε σκεπάζουν πετώντας

κι ότι ένα φιλί, μου φαίνεται,

στα χείλη σου τη σφραγίδα του βάνει.


Κι όπως τα πράγματα όλα ποτισμένα είναι από την ψυχή μου,

έτσι αναδύεσαι κι εσύ μες απ’ τα πράγματα,

ποτισμένη απ’ τη δική μου ψυχή.

Του ονείρου πεταλούδα, της ψυχής μου εσύ της μοιάζεις έτσι,

σαν όπως μοιάζεις και στη λέξη μελαγχολία, καθώς ηχεί.


Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν ξενιτιά.

Κι άμα κλαις μου αρέσεις,

απ’ την κούνια σου πεταλούδα μικρή μου εσύ.

Κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,

η φωνή μου εμένα δεν μπορεί να σ’ αγγίξει:

Άσε με τώρα να βυθιστώ κι εγώ σωπαίνοντας

μες τη δική σου σιωπή.


Άσε με τώρα να σου μιλήσω κι εγώ με τη σιωπή

τη δικιά σου

που είναι απέριττη σα δαχτυλίδι αρραβώνων

και που λάμπει σαν αστραπή.

Είσαι όμοια με την νύχτα, αγάπη μου,

η νύχτα που κατηφορίζει έναστρη.

Απόμακρη και τόση δα και απ’ τα αστέρια φτιαγμένη

είναι η δικιά σου σιωπή.


Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία.

Μακρινή κι απαρηγόρητη, σα να σε σκέπασε χώμα.

Μια λέξη μόνο αν πεις, ένα χαμόγελο – μου αρκεί

για να πανηγυρίσω που είσαι εδώ κοντά μου ακόμα.

-----------------------------------------------------------

ΑΛΦΟΝΣΙΝΑ ΣΤΟΡΝΙ ''ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ''

ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ


Τη νύχτα ετούτη δυο λέξεις συνηθισμένες

μου ψιθύρισες στ΄ αυτί… Δυο λέξεις, κουρασμένες

επειδή ειπώθηκαν. Λέξεις που γίνηκαν

στην παλαιότητά τους ολοκαίνουργιες.


Δυο τόσο γλυκές λέξεις που καθώς η σελήνη

γλιστρούσε μέσα απ’ τα κλαδιά

στο στόμα μου σταμάτησε. Τόσο γλυκές λέξεις

που πασχίζω να μείνω ακίνητη, μη γκρεμιστεί

ένα μυρμήγκι που κάνει βόλτες στον λαιμό μου.


Δυο τόσες γλυκές λέξεις -που χωρίς να θέλω λέω:

ω, τι όμορφη η ζωή!

Τόσο γλυκές και τόσο καθησυχαστικές

που αρωματικά έλαια στο κορμί μου απλώνονται.


Τόσο γλυκές και τόσο όμορφες

που νευρικά, τα δάχτυλα μου

πάνε προς τα ουράνια όμοια με ψαλίδια.

Αχ, τα δάχτυλα μου θα ήθελαν

να κόψουνε αστέρια!

*Από το βιβλίο “Αλφονσίνα Στόρνι, Ποιήματα”, Εκδόσεις Θράκα. Μετάφραση: Στέργιος Ντέρτσας.

----------------------------------------------------------------

ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΣ ''ΑΨΙΔΕΣ''

«Ποιος τραγουδά στις όχθες του χαρτιού»;

Γερμένος, ακουμπώντας πάνω απ ΄ το ποτάμι

Εικόνες, βλέπω, αργοπορώντας μόνος,

τον εαυτό μου ν ΄ αλαργαίνει: Γράμματα αρχαία,

Αστερισμοί από σημεία, χαράγματα

Πάνω στο σώμα του χρόνου, ω γραφή,

γραμμή επάνω στο νερό!


Κι εγώ ανάμεσα σε πράσινες

αγκάλες, σε καθρέφτες από νερό,

Ποτάμι που γλιστρά μένοντας ακίνητο

φεύγοντας μακριά απ ΄ τον εαυτό μου, σταματώ

Χωρίς από μιαν όχθη να κρατιέμαι κι

ακολουθώ, το χαμηλό

ποτάμι , ανάμεσα σε αψίδες από

Εικόνες αξεδιάλυτες, ποτάμι του στοχασμού.

Ακολουθώ, με την ελπίδα ν ΄ ανταμώσω την ζωή μου,

Ποτάμι ευτυχισμένο που δένει και ξηλώνει

Ένα λεπτό του ήλιου ανάμεσα στις λεύκες,

Στην πέτρα τη γυαλιστερή αργοπορεί,

Λύνεται ξανακυλώντας κάτω για να βρει την ύπαρξή του.

-------------------------------------------------------------

ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΣ Πριν απ ΄ την αρχή

Ακατάληπτοι ήχοι, διαύγεια αβέβαιη

Άλλη μια μέρα αρχίζει.

Σκοτεινό δωμάτιο

Δυο σώματα πλαγιασμένα

Εγώ χάνομαι σε μια

΄Αγονη πεδιάδα

Κι οι ώρες ακονίζουν τους σουγιάδες τους.

Εσύ όμως αναπνέεις δίπλα μου ∙

Αγαπημένη και απόμακρη

Ρέεις αλλά δεν κινείσαι.

Απρόσιτη όταν σε σκέφτομαι,

Με τα μάτια σε ψαύω,

Σε κοιτάζω με τα χέρια.

Μας χωρίζουν τα όνειρα

Μας ενώνει το αίμα:

΄Ενα ποτάμι από κτύπους της καρδιάς.

Κάτω από τα βλέφαρά σου ωριμάζει

Ο σπόρος του ήλιου.

Ο κόσμος

Δεν είναι ατόφιος όμως,

Ο χρόνος αμφιβάλλει:

Το μόνο σίγουρο

Η θαλπωρή απ ΄ το δέρμα σου.

Στην ανάσα σου αφουγκράζομαι

Την παλίρροια της ύπαρξης,

Την ξεχασμένη συλλαβή της Αρχής.

ΚΑΝΤΖΑ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 ΗΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΙΚΑΣ ''ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ'' 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ. Ένα μικρό αφιέρωμα σε έναν νέο ''εργάτη΄' της ποίησης.

 Δημήτρης Γκίκας.

Ποίηση είναι οι φωνές των συναισθημάτων σε λέξεις.

Ποίηση είναι τα φωνές των παιδιών, των ουρανών, των πουλιών, των θαλασσών, των θεών ,των γυναικών των ποιητών και των θαυμάτων.

Ποίηση είναι η πανάρχαια αληθινή προφητεία.

Ποίηση είναι ο Γολγοθάς γεμάτος αίματα , που ποτίζει πασχαλιές.

Ποίηση είναι η πιο λογική και  παράλογη ποιητική σκέψη του ανθρώπου.

Ποίηση είναι το ανεκπλήρωτο όνειρο του ποιητή και ο δεύτερος εαυτός που κρύβει μέσα του.

Ποίηση είναι όσα δεν μπορούν να πουν οι λέξεις, αλλά ο ποιητής.

Ποίηση είναι η εξομολόγηση της αλφαβήτου.

Ποίηση είναι ένα μείγμα μπαχαρικών που το κάθε ένα έχει το δικό του άρωμα.

Ποίηση είναι ο πανηγυρικός εσπερινός του ανθρώπου.

Η ποίηση εκθέτει το ποίημα.

Κανένα ποίημα δεν είναι τέλειο, όπως και ο άνθρωπος.

Ποίηση είναι η αρχιτεκτονική καλαισθησία της ψυχής.

Ποίηση είναι η νοητική σκέψη σε άλλη διάσταση.

Η ποίηση θα' ναι πάντα μπρος απ' τον άνθρωπο , όπως η ζωή με την επιστήμη.

Ποίηση είναι η μετάγγιση συναισθημάτων.

Ποίηση είναι η ζωή, πριν τη ζωή , μετά τη ζωή και χωρίς τη ζωή.

Ποίηση είναι η μορφή της γυναίκας, το δάκρυ, το φιλί ,το κορμί, η ανάσα , το άρωμα , η υψηλή αισθητική της.

ΚΟΡΩΠΙ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

''ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ''

Στα βράδια μου τα ευαίσθητα

ποιήματα γράφω καλαίσθητα.

Παρηγοριά να γράφω λέξεις

νύχτες πλήρεις από σκέψεις.

Εμπνέεται η ρίμα απ' ένα δάκρυ

στολίζει το νόημα και τη φράση.

Στο σκοτάδι προφητεύω στίχους

να σπάσω κατεστημένο από τοίχους.

Απ' έχω απ' τον κόσμο που κατέχω 

σε αμύητο να ζήσω πιο ακμαίο.

Το αύριο μοιάζει ν' αλλάζει

το πρώτο ποίημα με μεταλλάσσει.

Κι' ύστερα ξεπροβάλλει αχνό φως

κι η καρδιά μου γίνεται αμνός.

Η παλιά επιθυμία με σκέπτεται ξανά

εντός μου φωνάζει με ουρλιαχτά.

Σακατεμένος απ' την λογική

η ζωή η καθημερινή.

Μα νικά η αίσθησης η ποιητική

αλλάζει ο ντουνιάς και εγώ μαζί.

-----------------------------------------------

Φίλες και φίλοι σας στέλνω την σημερινή μου καλημέρα με ένα ποίημα του Δημήτρη Γκίκα, για μία φορά ακόμα. Θυμηθείτε αυτό το όνομα, προσεχώς θα είναι μια ευχάριστη έκπληξη στα ποιητικά δρώμενα. Μακάρι να συνεχίσει να αντλεί από τις θαλασσοσπηλιές της ψυχής τους όμορφες λέξεις και να μας τις παρουσιάζει με ποιητικό λόγο.

"Ο Πραματευτής και ο Ποιητής."

Βρήκα στα μέρη μου 

άνθρωπο χαρισματικό,/

μέρα Παρασκευή του Μάη,/

με κρίνους μες στην ψυχή 

και καρδιά που ξεχωράει./

Μύριζε η φύση αμπελόφυλλο

κι όλα ήταν μυρωμένα/

θύμιζε πασχαλιά το μαγαζί

με βιβλία ανθισμένα./

Σαν άσπρο μαγικό λουλούδι

με καρδιά εκλεκτή/

έλαμψε την άστατη ζωή μου

ακριβέ πραματευτή./

Με πλούσια ακριβή πραμάτεια/

ήρθες απ' τα άλλα μέρη

τι διαλεχτά στεφάνια!/

Τι  χιλιοκεντητά !

φτιαγμένα με το χέρι./ 

Κείνη την μέρα θυμάμαι

και κάθε μέρα την βιώνω/

Σε έναν κόσμο άγονο

παράλληλα να μεγαλώνω.

Τι και αν ο κόσμος άλλαξε

άνθρωπε ποιητή/

εσύ ζωγραφίζεις την καρδιά μου/

Χαίρε! Ω χαίρε! ακριβέ πραματευτή!!

Αγαπητέ Δημήτρη δέξου σε παρακαλώ τα συγχαρητήρια μου. 

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΣΙΛΕΡ ''ΩΔΗ ΣΤΗ ΧΑΡΑ'' 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ Η επιλογή έγινε από την Λαμπρινή - Λόλα - Δολέντσια.

 Ποίημα: "Ωδή στη Χαρά", του Φρίντριχ Σίλερ.

Κόρη εσύ των Ηλυσίων,

ω Χαρά, σπίθα πανέμορφη, Θεϊκή,

ένα πύρινο μεθύσι

στο δικό σου το ναό μας οδηγεί.

Η κακιά ό,τι σκόρπισε συνήθεια

να τα μάγια σου το δένουνε ξανά,

όλοι οι άνθρωποι, ω θεά, αδερφώνονται, όπου

η φτερούγα η απαλή σου τριγυρνά.

🎷🎷🎷

Όλα τα έθνη αγκαλιαστείτε! Σε όλον, τον κόσμο στέλνω εγώ τούτο το φιλί.

Έναν έχουμε πατέρα, αδέρφια, εκεί

απ' των άστρων πιο ψηλά το θόλο.

🎹🎹🎹

Όποιος ενός φίλου ο φίλος είναι,

όποιος πέτυχε τέτοια έξοχη ζαριά,

όποιος βρήκε μια καλή γυναίκα, ας σμίξει

τη φωνή του στα χαρούμενα βουητά.

Φτάνει μόνο μια ψυχή στον κόσμο τούτον

να μπορεί κανείς δικιά του να την πει.

Αλλ' αυτός που δεν το πέτυχε ποτέ του,

κλαίοντας έξω από τον κύκλο ας τραβηχτεί.

Τη συμπάθεια να τιμά και να λατρεύει

όποιος ζει σ' αυτή τη γη.

Προς τ' αστέρια αυτή οδηγεί

όπου του Άγνωστου είν' ο θρόνος κι αφεντεύει.

🎨🎨🎨

Όλα τα όντα από τα στήθια της μεγάλης

Φύσης τη χαρά ρουφούν,

και οι καλοί μα και κακοί τα ρόδινά της

ίχνη πάντα ακολουθούν.

τα φιλιά και τα σταφύλια αυτή μας δίνει,

ένα φίλο, κι ως το θάνατο πιστό.

Ηδονή και το σκουλήκι ακόμα νιώθει,

στέκει ορθό το Χερουβείμ μπρος στο Θεό.

Έθνη, εσείς χάμω θα πέσετε, εσείς μόνο;

Πες! Τον πλάστη τον μαντεύεις, κόσμε εσύ;

Θα τον βρεις πάνω απ' των άστρων τη σκηνή.

Πάνω απ' τ' άστρα το μεγάλο του έχει θρόνο.

🎻🎻🎻

Η φτερούγα η δυνατή στην αιώνια φύση

ονομάζεται χαρά.

Τους τροχούς μες στο τρανό ρολόϊ του κόσμου

η χαρά τους σπρώχνει πάντοτε μπροστά.

Απ' τα ουράνια, στης χαράς το κάλεσμα ήλιοι

ξεπετιούνται, κι απ' τα σπέρματα οι ανθοί.

🎷🎷🎷

Η χαρά μέσα στο χάος γυρίζει σφαίρες

που αστρονόμου δεν τις γνώρισε γυαλί.

Όπως οι ήλιοι αναγαλλιάζοντας πετάνε

στην ουράνια, την υπέρλαμπρη απλωσιά,

μπρος!, αδέλφια, με χαρούμενη καρδιά,

όμοιοι με ήρωες που γραμμή στη νίκη πάνε.

📚📚📚

Απ' τον πέτρινο καθρέφτη της αλήθειας

στον ερευνητή χαμογελά.

Στην τραχιά της αρετής κορφή ανεβάζει

τον που σηκώνει ένα φορτίο και δεν βογκά.

οι σημαίες της κυματίζουνε στης πίστης

το βουνό το φωτερό.

σπάει το φέρετρο και μέσα απ' τις ραγάδες

λάμπει εκείνη στων αγγέλων το χορό.

Λαοί, θάρρος! η αντοχή να μη σας λείψει,

και για ανώτερο έναν κόσμο υπομονή!

Πάνω εκεί, περ' απ' των άστρων τη σκηνή,

ένας θεός στέκει τρανός, και θ' ανταμείψει.


Με τους θεούς πώς να τα βάλεις; Είν' ωραίο

να τους μοιάσεις. τούτο αρκεί.

Ας σιμώσουν οι φτωχοί κι οι πονεμένοι

να χαρούν με τους χαρούμενους κι αυτοί.

Όχι εκδίκηση και μίση. ας ξεχαστούνε.

στον θανάσιμον οχτρό συγγνώμη πια.

ας μην πιέζουνε τα μάτια του τα δάκρυα,

κι άλλο τύψη ας μην του τρώει πια την καρδιά.

Μας χρωστούν; Όλ' ας σκιστούνε τα τεφτέρια!

Συμφιλίωση γενική!

Όπως κρίναμε, αδελφοί,

έτσι κρίνει κι ο Θεός ψηλά απ' τ' αστέρια.


Η χαρά σπιθοβολάει μες στα ποτήρια.

μέσα στο αίμα το χρυσό του σταφυλιού

ηρωισμού ρουφούν ορμή οι απελπισμένοι,

κι οι κανίβαλοι γαλήνεμα του νου.

Το ποτήρι όταν το γύρο του θα κάνει,

απ' τις θέσεις σας αδέρφια μου, όλοι ορθοί!

Ως ψηλά τον ουρανό οι αφροί ας ραντίσουν

προς το πνεύμα του Αγαθού τούτη η σπονδή!

Που γι αυτόν χορός αγγέλων ύμνους ψάλλει

και των άστρων τον δοξάζουν οι χοροί.

Προς το πνεύμα του Αγαθού τούτη η σπονδή

περ' απ' τ' άστρα, μες στου απείρου την αγκάλη.


Αντοχή στα πικρά βάσανα, βοήθεια

όπου ένας αθώος θρηνεί,

σταθερότητα στον όρκο, την αλήθεια

και σ' οχτρούς μα και σε φίλους αντικρύ.

μπος σε θρόνους ρηγικούς αντρείκια στάση,

κι αν, αδέλφια μου, στοιχίσει ή αίμα ή βιός,

το βραβείο να πάει σ' αυτόν που δούλεψε άξια,

και στις γέννες της ψευτιάς ξολοθρεμός!

Πιο σφιχτά στον άγιο κύκλο αυτόν πιαστείτε,

όρκο δώστε στο σπιθάτο αυτό κρασί

πως θα μείνετε στο τάξιμο πιστοί.

Στον ουράνιο δικαστή μας ορκιστείτε.

Μετ. Θρασύβουλου Σταύρου

Ο Φρίντριχ Σίλερ (Friedrich Schiller, Μάρμπαχ, 10 Νοεμβρίου 1759 – Βαϊμάρη, 9 Μαΐου 1805) ήταν Γερμανός θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και ιστορικός. Τα έργα του μεταφράστηκαν και παίχτηκαν στην Ελλάδα από πολλά θέατρα. Εδώ και χρόνια κυκλοφορεί στο διαδίκτυο ένα υποτιθέμενο ποίημα του με τίτλο “Καταραμένε Έλληνα”. Είναι πράγματι δικό του;

Το συγκεκριμένο ποίημα που του αποδίδεται από κάποιους,, είναι το παρακάτω (στα ελληνικά και τα γερμανικά) :

Καταραμένε Έλληνα…
Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου, όπου και να στρέψω τη ψυχή μου, μπροστά μου σε βρίσκω.
Τέχνη λαχταρώ, ποίηση, θέατρο, αρχιτεκτονική, εσύ μπροστά μου, πρώτος κι αξεπέραστος.
Επιστήμη αναζητώ, μαθηματικά, φιλοσοφία, ιατρική, κορυφαίος και ανυπέρβλητος.
Για δημοκρατία διψώ, ισονομία και ισοπαλία, εσύ μπροστά μου, ασυναγώνιστος κι ανεπισκίαστος.
Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση…
Γιατί να σ’ αγγίξω;
Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, ασήμαντος, μηδαμινός;
Γιατί δεν μ’ αφήνεις στη δυστυχία μου και στην ανεμελιά μου;

Verdammter Grieche
Wohin ich mein Denken drehe, wohin ich meine Seele wende sehe ich dich, finde ich dich,
sehne ich mich nach Kunst, Poesie, Theater, Architektur, bist du davor,erster, unübertroffen.
Suche ich nach Wissenschaft, Mathematik, Philosophie, Medizin, bist du fuehrend und unüberwindbar.
Durste ich nach Demokratie Fairness und Gleichheit, bist du vor mir, unnachahmbar konkurrenzlos.
Verfluchter Grieche…Verfluchtes Wissen
Warum soll ich dich Berühren ?
Um zu spüren, wie klein ich bin, unwichtig, unbedeutend?
Warum lassen Sie mich nicht in mein Elend und in meine Sorglosigkeit?

Το δαχτυλίδι του Πολυκράτη.

 Στο ξώστεγο στεκόταν του σπιτιού του και τη Σάμο, που τύραννός της ήταν, την κοίταε με καμάρι και χαρά. «Όλα όσα βλέπεις, όλα εγώ τα ορίζω, παραδέξου πως είμαι ευτυχισμένος». Έτσι λέει στον Αιγύπτιο βασιλιά. «Σ’ ευνόησαν οι θεοί· ναι, αυτό είν’ αλήθεια· εκείνους που ίσοι πρώτα ήταν μ’ εσένα το σκήπτρο σου τους πιέζει δυνατό. Αλλά ένας ζει που εκδίκηση διψάει· όσο αγρυπνά του οχτρού σου αυτού το μάτι, καλότυχο πώς θέλεις να σε πω;» Ακόμα ο λόγος έστεκε του ρήγα και να, σταλμένος απ’ τη Μίλητο, ένας μαντατοφόρος φτάνει βιαστικά. «Αφέντη», λέει στον τύραννο, «έλα βάλε δάφνης χλωρό στεφάνι στο κεφάλι και της θυσίας η κνίσα ας πάει ψηλά. Ο οχτρός σου πάει, τον βρήκε το κοντάρι· ο Πολύδωρος, ο άξιος στρατηγός σου, με στέλνει εδώ, το νέο να φέρω αυτό...» Και βγάζει από μια μαύρη ευθύς λεκάνη ένα κεφάλι, ματωμένο ακόμα, πολύ γνωστό, που τρόμαξαν κι οι δυο. Με φρίκη κάνει πίσω ο ξένος ρήγας, με ανήσυχη ματιά, και λέει: «Ωστόσο στην τύχη μη βασίζεσαι πολύ. Με αβέβαιη τύχη ο στόλος σου αρμενίζει στ’ άπιστο κύμα· τι εύκολα, στοχάσου, τα πλοία τα σπάει μιας τρικυμίας οργή!» Το λόγο δεν προφταίνει ν’ αποσώσει· χαράς φωνές κι αλαλαγμοί τον κόβουν, που απ’ το λιμάνι φτάνουν ως εδώ. Βαριά με ξένα πλούτια φορτωμένος των πλοίων ο πολυκάταρτος ο λόγγος στης πατρίδας γυρίζει το γιαλό. Τ’ ακούει ο ξένος ρήγας και σαστίζει. «Σήμερα η τύχη σου είναι στα καλά της, μα η τύχη παίζει, έχε το νου σου εσύ. Οι Κρητικοί, πρωτοτεχνίτες στα όπλα, πολέμου σκιάχτρα αντίκρυ σου έχουν στήσει κι είναι κοντά σε τούτο το νησί». Το ’πε δεν το ’πε, κι απ’ τα πλοία τα πλήθη χυμούν, φωνή χιλιόστομη αλαλάζει: «Νίκη! Δε μας φοβίζουνε οι οχτροί· ο πόλεμος πια τέλειωσε και πάει, τα κρητικά που αρμένιζαν καράβια τα σκόρπισε η φουρτούνα εδώ κι εκεί!» Τ’ ακούει κι ανατριχιάζει ο ξένος φίλος: «Σε κρίνω — πώς αλλιώς; — ευτυχισμένον, μα τρέμω αν θα μπορέσεις να σωθείς. Οι θεοί φθονούν, κι αυτό ’ναι που φοβούμαι· ανόθευτη χαρά απ’ αυτούς στον κόσμο ποτέ θνητός δεν έλαβε κανείς. Κι εμένα σε καλό μου βγήκαν όλα, σ’ όλες τις πράξεις που έκαμα ως μονάρχης οι θεοί μ’ ευνόησαν, μα έναν ακριβό, που ο κληρονόμος μου ήταν, μου τον πήραν, τον είδα, ωιμέ, νεκρό· στην ευτυχία το φόρο μου τον πλέρωσα κι εγώ. Από κακό να φυλαχτείς αν θέλεις, να δέεσαι στους αόρατους, και πόνο να σου δίνουν μαζί με τη χαρά. Δεν ξέρω εγώ θνητό που να του δώσαν τα δώρα τους οι ουράνιοι απλόχερα όλα και να ’χει φτάσει σε καλά στερνά. Οι θεοί αν αυτή τη χάρη δε σου κάνουν, τη συμφορά προκάλεσέ την ο ίδιος· άκου με που σα φίλος σου μιλώ· κι απ’ τ’ αγαθά σου αυτό που το ’χεις πρώτο και την καρδιά σου πιότερο σου ευφραίνει πάρ’ το και ρίχ’ το ο ίδιος στο γιαλό». Τρομάζει αυτός. «Απ’ όλους του νησιού μου τους θησαυρούς το δαχτυλίδι τούτο είναι ό,τι εγώ λογιάζω πιο ακριβό. Στις Ερινύες το δίνω κι ας σχωρέσουν οι θεές την ευτυχία μου». Και πετάει στη θάλασσα τ’ ωραίο διαμαντικό. Πρωί πρωί την άλλη μέρα κιόλας ένας ψαράς στον τύραννο πηγαίνει τον Πολυκράτη με όψη γελαστή: «Δέξου από μένα. αφέντη, αυτό το δώρο· είν’ ένα ψάρι που έπιασα· άλλο τέτοιο ποτέ σε δίχτυ δεν έχει πιαστεί». Κι ο μάγερας, σαν άνοιξε το ψάρι, έρχεται βιαστικός και σαστισμένος και φωνάζει με βλέμμα εκστατικό: «Αφέντη, μέσ’ στο ψάρι, στην κοιλιά του, βρήκα το δαχτυλίδι σου, δεν έχει σύνορα το καλό σου ριζικό». Ο ξένος ρήγας τότε ανατριχιάζει. «Στο σπίτι σου άλλο δεν μπορώ να μείνω και φίλος μου πια να ’σαι δεν μπορείς. Οι αθάνατοι ποθούνε το χαμό σου. Φεύγω να μη χαθώ κι εγώ μαζί σου». Έτσι είπε και στο πλοίο του μπήκε ευθύς. μτφρ. Θρασύβουλος Σταύρου.

22.3.21

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΌΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ Η επιλογή έγινε από τον Στρατή.

ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΝΗΣΙ

Δεν ήταν νησί

ήταν θεριό που κείτουνταν στη θάλασσα
Ήταν η γοργόνα
η αδερφή του ΜέγαΑλέξανδρου
που θρηνούσε
και φουρτούνιαζε το πέλαγο

Άμα λευτερωθεί η Κρήτη
θα λευτερωθεί κι εμένα η καρδιά μου
Άμα λευτερωθεί η Κρήτη
θα γελάσω.

ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ

Χίμα η ψυχή να μπει μεσ’ το όνειρο της
Κι ασκώθη ορθός πονώντας τον αχό της
Ο φλογερός της αμμουδιάς πολέμαρχος
Ο μέγας ασκητής ο Δον Κιχώτης

"Σώπα ψυχή" της κράζει ο γέρος άρχος
Κι ότι άφηκε άτελο ο Θεός στη μέση
Εγώ θα το τελέψω, εγώ ο πολέμαρχος.

Τούτο ‘ναι το ρηγάτο της ιδέας
Φίδια φαρμακερά ‘ναι τα αγαθά του
Κι ένας μονάχα ανθός σγουρός της νέας
Ανύπαρκτης μας αγαπώς
Ανύπαρκτης μας αγαπώς
Η ανάρια, κρυφή, πολύ ευωδιά της Δουλτσινέας

Συνάστερο το μέγα μεσονύχτι
Θρηνιέται και μαδάει κατακορφής του
Μα αυτός, βουβός, τον μαύρο σπιρουνίζει
Κι αγάλια ξεπνεμένος της ψυχής του
Το ανέλπιδο ανηφόρι ανηφορίζει

"Σώπα ψυχή" της κράζει ο γέρος άρχος
Κι ότι άφηκε άτελο ο Θεός στη μέση
Εγώ θα το τελέψω, εγώ ο πολέμαρχος.

ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ

Με τ’ άκουρα του γένια της τρομάρας
Τα στενοσόκακα περνάει διαλάλης
Μιας σκοτεινής αμίλητης λαχτάρας
Ο μέγα γιος ο Καπετάν Μιχάλης

Μίλα και ξεχειλίζει ο νους του αντάρες
Καπνίζουν του στηθιού του οι πυρομάχοι
Κι ως κέρατα στριφτά μες τις Μαδάρες
Φυτρώνουν διακλαδίζονται οι λαχτάρες

Στραβά φοράει το φέσι, στην ανήλια,
Φοβέρα της Τουρκίας, το μόσχο χύνει
Κι αργά, βουβά, με του ματιού τ’ αρπάγια
Τα βενετσιάνικα κουνάει μουράγια

Με τ’ άκουρα του γένια της τρομάρας
Τα στενοσόκακα περνάει διαλάλης
Μιας σκοτεινής αμίλητης λαχτάρας
Ο μέγα γιος ο Καπετάν Μιχάλης

Σουρνει κρυφά το λάζο και βαθιά του
Στο μπράτσο του το μπήγει να ‘λαφρώσει
Αίμα πηδά ζεστή πηγή θανάτου
Μα δεν μπορεί τον πόνο να μερώσει

Αϊτόχαρη ψυχή μου θυγατέρα
Νάχεν η γης χειρολαβές κερκέλια
Μαζί μου ν’ ανέβει στον μπλαβό αιθέρα
Στου νου μου κρεμασμένη τα τσιγκέλια

ΚΥΡΑ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΙΩΝ

Κυρά μου αμπελιώτισσα,
κυρά μου αφέντρα του κρασιού
και της χαράς σ’ αφήνω γεια,
τσιμπούσι έχει ο καπετάν Μιχάλης.

Βοήθα με να βαστάξω Παρθένα μου
φώτισε, τ’ ανήμερο θεριό να ξεθυμάνει,
γρήγορα να πάω στο σπιτάκι μου.

Κυρά μου αμπελιώτισσα,
κυρά μου αφέντρα του κρασιού
και της χαράς σ’ αφήνω γεια,
τσιμπούσι έχει ο καπετάν Μιχάλης.

ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ

Βραδιά ανοιξιάτα, ανάλαφρο μελτέμι
Κι ορθάνοιχτο στο πέλαο παραθύρι
Αχνό το πρώτο πρώτο αστέρι τρέμει
Μέσ’ του ουρανού το δροσερό ζαφείρι

Ξυπόλυτη, ξεχτένιστη, ευωδάτη
Σαν αγαπώ που δε χαλάει χατίρι
Στον κόρφο μας η νύχτα πέφτει αφράτη
Και τ’ άστρα της αντιδονούν σαν ζίλια
Και κρέμεται η ψυχή μας πια χορτάτη
Στου βραδινού αγαθού θεού τα χείλια

Στου τραγουδιού τον άγριο πεντοζάλη
Στου στοχασμού τα πιο ψηλά μπουρίνια
Στημόνι ο νους και φάδι τ’ όνειρό σου
Και στο νησί του ύπνου μοναχός σου
Πλάθεις ψυχές και τις περνάς γιορτάνι
Κι αχούν και κλαίν και τρέμουν στο λαιμό σου

Βραδιά ανοιξιάτα, ανάλαφρο μελτέμι
Κι ορθάνοιχτο στο πέλαο παραθύρι
Αχνό το πρώτο πρώτο αστέρι τρέμει
Μέσ’ του ουρανού το δροσερό ζαφείρι

Σα στήθια απάρθενα οι μελίγγοι τρίζουν
Γένηκαν παπαρούνες τα σπαρμένα
Γελάει το δειλινό κι αντιφεγγίζουν
Στ’ άδεια νερά του ανθρώπου τα γραμμένα
Σα στήθια απάρθενα οι μελίγγοι τρίζουν
Γενήκαν παπαρούνες τα σπαρμένα

Σα δάσος ελατώμησες τον ύπνο
Κι όλα γένηκαν μπλάβοι αχνοί και πάνε
Καλεστικοί στου φεγγαριού το δείπνο
Άντρες. Θεοί, Κοπέλες ροβολάνε
Κι όλα γένηκαν μπλάβοι αχνοί και πάνε
Καλεστικοί στου φεγγαριού το δείπνο
Άντρες. Θεοί, Κοπέλες ροβολάνε
Καλεστικοί στου φεγγαριού το δείπνο

ΚΑΝΤΖΑ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 ΗΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ

ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ. Η επιλογή έγινε από την Σάννα.

 Πρώτη μέρα στὸ σχολειό

«Τόση βιάση καὶ σπουδή;
Γιὰ ποῦ πᾶς, καλὸ παιδί;
Κίνησες νωρὶς-νωρὶς
καὶ τρεχάτος προχωρεῖς;

Στάσου δὰ νὰ διασκεδάσεις
μὲ τὶς ὀμορφιὲς τῆς Πλάσης!
Κόψε ἀπ᾿ τὰ περβόλια πάλι
τοῦ χινόπωρου τὰ κάλλη!»

«Νὰ σταθῶ; Δὲν εὐκαιρῶ,
γιατὶ πάω στὸ φτερό.
Καὶ ποῦ πάω, νὰ στὸ πῶ;
Στὸ σχολειό μου π᾿ ἀγαπῶ!

Ἄνοιξε γιὰ πρώτη μέρα.
Βλέπεις τὰ παιδιὰ ἐκεῖ πέρα;
Ἔχουν μόνα τους ταιριάξει
χωριστὰ κάθε μιὰ τάξη».

«Εἶσαι, βλέπω, μαθητής.
Μὰ στὸν ὦμο τὶ κρατεῖς,
ποὺ μὲ τὴ ματιὰ τὴν πρώτη
σ᾿ ἔκαμα γιὰ στρατιώτη;»

«Εἶναι τ᾿ ἄρματά μου αὐτά,
τ᾿ ἀκριβά τ᾿ ἀγαπητά:
Τὸ κοντύλι μου κι ἡ πλάκα,
τὸ βιβλίο μου στὴ σάκα.

Κι ἔλα πιὰ νὰ σὲ χαρῶ,
μὲ ρωτᾶς κι ἀργοπορῶ...
Εἶναι ἡ ὥρα περασμένη,
ἄκου, ὁ κώδωνας σημαίνει.

Φεγγαράκι

Φεγγαράκι ἀληθινὸ
βγαίνει πίσω ἀπ᾿ τὸ βουνό.
Μιὰ φωνὴ τραγουδιστὴ
στὰ σοκάκια κελαηδεῖ,
κάποιο ἀγόρι περπατεῖ,
καὶ γλυκὰ τὸ τραγουδεῖ.
«Φεγγαράκι μου λαμπρό,
φέγγε μου νὰ περπατῶ.
Φεγγαράκι μου καλό,
χαϊδεμένο κι ἁπαλὸ
φέγγε μέσα στὴν αὐλή,
φέγγε στ᾿ ἄσπρα μας σκαλιά,
τοῦ τζαμιοῦ μας τὸ γυαλί,
στοῦ παπποῦ τ᾿ ἄσπρα μαλλιά,
φεγγαράκι μου λαμπρό,
χαρωπό, λυπητερό».
Φεγγαράκι ἀληθινό,
συργιανᾶ στὸν οὐρανό.
Τὸ τραγούδι τὸ γλυκὸ
σβήνει μὲς τὴ γειτονιά.
Τὸ παιδί, περαστικό,
θἄχει στρίψει ἀπ᾿ τὴ γωνιά.
Φεγγαράκι μου λαμπρό,
σ᾿ ἀγαπῶ σὰ θησαυρό.

Τριαντάφυλλα μιανῆς μέρας

Τριαντάφυλλα μιανῆς ἡμέρας τ᾿ Ἅη Γιωργιοῦ,
στὰ κοριτσίστικα τὰ χέρια ἑνὸς παιδιοῦ,
τριαντάφυλλα δικά σου καὶ νὰ τὰ κρατεῖς,
σὰν ἀναπάντεχο καλὸ μεσοστρατίς!

Τὰ πολυδουλεμένα, τριπλοσκαλιστά,
πολύδιπλα, πολύφυλλα, ἀνοιχτά!
τ᾿ ἀγέρι τὰ συγκρούει, τ᾿ ἀγέρι τὸ ψιλό,
καὶ γιὰ ξεφύλλισμα τ᾿ ἀνοίγει ἀπατηλό...

Ἄνοιξη ἡ γειτονιὰ κι ἡ μέρα ζωγραφιά!
Πολὺ ἦταν ν᾿ ἀξιωθῶ παρόμοιαν ὀμορφιά,
-τριαντάφυλλο τὸ στόμα μου τριανταφυλλὶ
τ᾿ ἄνθια τ᾿ ἁμαρτωλὰ στὸ στόμα νὰ φιλεῖ.

(Γίνεται νὰ χωρεῖς τριαντάφυλλο, χωρὶς
τριαντάφυλλο καὶ σὺ στὸ στόμα νὰ φορεῖς;
Κι ἂν γεύτηκες ποτὲ πιοτὸ δροσιστικό,
γιὰ στόμα εἶχες κι ἐσὺ τριαντάφυλλο γλυκό).

Ποτὲς τὰ μάτια μου στὰ μάτια σου μπροστὰ
δὲ μὲ μαρτύρησαν ὅσο στὰ ρόδα αὐτά,
-γιατί ἤσουν ἕνα ἐσύ, μ᾿ αὐτά, κι ἐσὺ μαζί,
καὶ γιατί ἀπάνω τους μεγάλωνες κι ἐσύ.

Γιατὶ τὸ μάντεψα ποιὰν εἶχαν ἀφορμὴ
στὸ δρόμο οἱ πηγαιμοί, στὸ δρόμο κι οἱ ἐρχομοί,
τὰ εὔκαιρα γόνατα-γιὰ τρέξιμο γοργά-
τὰ εὔκαιρα ποὺ ἔπαιζαν τὰ γόνατα ζυγά,
στὸ δρόμο ἢ σ᾿ ἀψηλὸ μπαλκόνι ἀντικρυνό-
-ὢ ἀγάπη τῶν δεκάξι μου χρονῶ.

ΚΑΝΤΖΑ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 ΗΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ.

Οι μεγάλες συγκρούσεις: Πλάτων vs Αριστοτέλης. Ηλίας Γιαννακόπουλος συγγραφέας - φιλόλογος.

 1.    «Τας ιδέας νοείσθαι μεν, οράσθαι δ’ ου»1

(Πλάτων)

2.  «Άνευ αιτίου ουδέν έστιν»2

(Αριστοτέλης)

Στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο κόσμο όπου οι νόμοι και το δίκαιο της «αγοράς» τείνουν να αυτονομηθούν οι οικονομολόγοι με την ανοχή, αν όχι την αρωγή, των κοινωνιολόγων φιλοδοξούν να αναδείξουν την «οικονομία» ως το πρώτο κινούν του ανθρώπινου πολιτισμού. Στην αντίπερα όχθη οι επιστήμονες και ιδιαίτερα οι φυσικοί και αστρονόμοι αποκωδικοποιούν τα μυστικά του σύμπαντος και φιλοδοξούν να δώσουν μια πειστική απάντηση για το σημείο μηδέν της αρχής του κόσμου.

Τα τελευταία ευρήματα – σωματίδιο του Θεού και τα βαρυτικά κύματα – φαίνεται να δικαιώνουν τις προσπάθειές τους. Αυτή η αφανής διαπάλη των οικονομολόγων και φυσικών επιστημόνων είναι μια από τις πολλές εκφράσεις των μεγάλων πνευματικών συγκρούσεων του παρελθόντος που καθόρισαν απόλυτα τη μορφή του σύγχρονου (υλικού – πνευματικού) κόσμου.  

Πρωτεργάτες αυτών των «μεγάλων συγκρούσεων» υπήρξαν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι. Κοινό, ωστόσο, σημείο όλων αυτών ήταν η προσπάθειά τους να αποδεσμευτούν από τα θεολογικά δεσμά του παρελθόντος και να δομήσουν ένα σύστημα ερμηνείας της πραγματικότητας πάνω στη βάση της ανθρώπινης λογικής. Η επιστήμη – στα πρώτα της βήματα – συγκρούστηκε με τα στερεότυπα των θεολογικών – κοσμογονικών μύθων.

Ο Ξενοφάνης, ο Ηράκλειτος, ο Αναξαγόρας και ο Πρωταγόρας με περισσότερη τόλμη από όλους αμφισβήτησαν την ύπαρξη των θεών και το ρόλο τους στη διαμόρφωση της πραγματικότητας. Η σύγκρουση αυτή προκάλεσε την εξορία κάποιων ή το κάψιμο των βιβλίων τους. Η δεύτερη σύγκρουση για τη φύση του «όντος» δίχασε τους Ίωνες φιλοσόφους (Ηράκλειτος..) και τους Ελεάτες (Παρμενίδης). Ο Εμπεδοκλής και ο Δημόκριτος προσπάθησαν να συνθέσουν τις διαφορές Ιώνων και Ελεατών προωθώντας έτσι το διάλογο αλλά και τα λογικά αδιέξοδα. Συνεχιστές της φιλοσοφικής πορείας ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης που η σκέψη τους σημάδεψε ανεξίτηλα την επιστήμη και το υπόβαθρο του σύγχρονου κόσμου.

Ο Πλάτων και ο κόσμος των «Ιδεών»

«Το αεί ον, αθάνατον και ωσαύτως έχον»3

Ο Πλάτωνας θητεύοντας στην «αυλή» του Σωκράτη και καταγράφοντας τη διδασκαλία του προσπάθησε να δώσει απαντήσεις αλλά και να βγει από τα αδιέξοδά της Ιωνικής και Ελεατικής σχολής (Ηράκλειτος vs  Παρμενίδης). Ειδικότερα, ο Πλάτων βρίσκεται πιο κοντά στις θέσεις του Παρμενίδη και προσπάθησε με τα έργα του («Τίμαιος») να λύσει το πρόβλημα της σχέσης Ιδέας και Πραγματικότητας. Η θεωρία της «μέθεξης» δίνει προβάδισμα στην αιώνια, ακίνητη και αμετάβλητη ιδέα που κάνει τον αισθητό κόσμο ωχρή απομίμηση. Το «Όν» του Παρμενίδη αποτέλεσε το υπόβαθρο της θεωρίας των Ιδεών του Πλάτωνα. Όπως το Παρμενίδειο ον, έτσι και οι Ιδέες έχουν αυθεντική ύπαρξη, συλλαμβάνονται με τη νόηση, είναι αιώνιες, αγέννητες κι άφθαρτες, ακίνητες και αμετάβλητες. Η διαφορά των Πλατωνικών Ιδεών με το ον του Παρμενίδη είναι ότι αυτές είναι πολλές.

 

 

Για τον Πλάτωνα τα «όντως όντα», τα αληθινά όντα, δηλαδή οι ιδέες είναι μόνο τα αρχέτυπα των αισθητών όντων. Οι ιδέες είναι αιώνιες οντότητες – οι κατοπινοί τις ταύτισαν με τις έννοιες – με πραγματική υπόσταση, έξω από κάθε σωματικότητα και ανεξάρτητες από την ανθρώπινη σκέψη. Οι ιδέες είναι ακίνητες˙ εκείνο που αλλάζει είναι ο αισθητός κόσμος που συνιστά το «απείκασμα» των ιδεών.

Έτσι, ο Πλάτωνας βρήκε τη διέξοδο από τη διαπάλη του Ηράκλειτου (κίνηση – μεταβολή) και του Παρμενίδη (το αγέννητον και ακίνητο ον). Στο θέμα της κατανόησης του κόσμου και των ιδεών ο Πλάτωνας βρέθηκε πιο κοντά στον Παρμενίδη, αφού θεωρεί πως αυτές δεν κατανοούνται με τις αισθήσεις αλλά μόνο με τη βοήθεια της σκέψης. Το λευκό χρώμα ενός αντικειμένου το αντιλαμβανόμαστε έτσι, γιατί «μετέχει» στην ιδέα της «λευκότητας».

  Αυτός ο δυϊσμός του κόσμου του Πλάτωνα – οι αιώνιες Ιδέες και ο κίβδηλος αισθητός κόσμος – αποτέλεσε το βάθρο πάνω στο οποίο τέθηκαν οι βασικές παράμετροι της γνωσιολογίας. Ο αισθητός κόσμος (υλική πραγματικότητα) είναι ο κόσμος της αίσθησης και της ανθρώπινης «δόξας» - γνώμης. Αντίθετα, ο κόσμος των Ιδεών είναι ο κόσμος της νόησης και της αλήθειας (α + λήθη). Ο μύθος του σπηλαίου καταγράφει με γλαφυρότητα και πρωτότυπο τρόπο τόσο την πλάνη των ανθρώπινων αισθήσεων όσο και τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει τον πραγματικό κόσμος, τις Ιδέες.  

Για πολλούς μελετητές του Πλάτωνα «οι πλατωνικές Ιδέες προέκυψαν από την ανάγκη να δοθεί μια ικανοποιητική απάντηση στον ηθικό σχετικισμό των σοφιστών….Ο Πλάτων προτίμησε να διχοτομήσει την πραγματικότητα σε δυο ανεξάρτητα βασίλεια, παρά να αφήσει να πλανάται η σύγχυση φιλοσοφίας και σοφιστών», (Β. Κάλφας – Γ. Ζωγραφίδης).

Ο Αριστοτέλης και η Εντελέχεια

«Διότι μερικά από τα μη όντα υπάρχουν δυνάμει∙ δεν υπάρχουν πραγματικά, επειδή δεν υπάρχουν εντελεχεία»

Ωστόσο, τα δυο αυτά ανεξάρτητα βασίλεια (αισθητός κόσμος – ιδέες) απέρριψε ο Αριστοτέλης που με τις θεωρίες του προχώρησε σε μια sui generis «πατροκτονία», αφού ο Πλάτωνας υπήρξε δάσκαλός του. Για τον Αριστοτέλη, η ουσία της πραγματικότητας, η αληθινή πραγματικότητα δεν βρίσκεται έξω και πάνω από τον αισθητό κόσμο αλλά είναι ενσωματωμένη σε αυτόν. Ο άκρατος Ιδεαλισμός του Πλάτωνα δεν έγινε δεκτός από τον Αριστοτέλη, που ως εκπρόσωπος της τυπικής λογικής φάνηκε περισσότερο πραγματιστής. Γι’ αυτό πρόβαλε με έμφαση τη θέση πως οι μόνες αυθύπαρκτες οντότητες, οι μόνες ουσίες, είναι τα ατομικά, αισθητά πρόσωπα και πράγματα. Γι’ αυτόν οι Πλατωνικές Ιδέες δεν αποτελούν ξεχωριστό βασίλειο του «Όντος, αλλά απλώς ιδιότητες των πραγμάτων».

 

 

  Ο Αριστοτέλης με μεθοδικότητα και με αρωγό την εμπειρία προσπάθησε να οριοθετήσει την «ουσία» του όντος. Σύμφωνα με τη θεωρία του η ουσία ενός αντικειμένου έγκειται στη μορφή του και όχι στην «ύλη» από την οποία αποτελείται. Η ουσία, δηλαδή, δεν είναι τα υλικά, συστατικά στοιχεία. Στον Αριστοτέλη η Πλατωνική Ιδέα μετασχηματίζεται σε «μορφή». Κάθε ατομική ουσία είναι σύνθεση «μορφής» και «ύλης». Το τραπέζι, π.χ. πρώτα είναι μορφή και μετά ή λιγότερο από το υλικό στοιχείο με το οποίο είναι κατασκευασμένο (ξύλινο, σιδερένιο, πλαστικό…). Αυτή η σύνθεση – συνδυασμός Ύλης και Μορφής υπακούουν σε ένα γενικό νόμο της φύσης, ένα σκοπό. Η τελολογική αντίληψη για τον κόσμο σε συνδυασμό με την «Εντελέχεια» αποτελούν τους βασικούς πυλώνες για την ερμηνεία της ουσίας του Αριστοτελικού όντος.

  Η επίδραση του Αριστοτέλη στους αιώνες που ακολούθησαν ήταν καταλυτική και για τη φιλοσοφία των Νέων Χρόνων. Για αιώνες ήταν η αναμφισβήτητη αυθεντία. Αυτό, ίσως, νάρκωσε τις νέες ιδέες κι εμπόδισε κάπως την πρόοδο της επιστήμης. Ωστόσο, η προσφορά του στη Λογική ήταν σημαντική, στοιχείο που ανάγκασε κάποιον νεότερο Ευρωπαίο διανοούμενο να πει πως «η Ελλάδα δεν χρωστά τίποτε σε κανέναν˙ κάθε φορά που στο λόγο μας χρησιμοποιούμε το «άρα» θα πρέπει να πληρώνουμε πνευματικά δικαιώματα στη χώρα που γέννησε τον Αριστοτέλη».

Επιμύθιο

Με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη τελειώνει η δεύτερη μεγάλη σύγκρουση δυο γιγάντων της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας, όπως ανάγλυφα εικονοποιήθηκε στον πίνακα η «Σχολή των Αθηνών». Η διαφορετική φορά των χεριών του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη δεν αποκάλυπτε μόνο τη συγκεκριμένη διαφωνία για τον αληθινό κόσμο αλλά και τη γενικότερη πάλη δυο αντίστοιχων κόσμων.

 

 

«Φίλος μεν Πλάτων, Φιλτάτη δε αλήθεια»

(Αριστοτέλης)

  Ωστόσο, οι «μυθικές»μορφές του Ηράκλειτου και του Παρμενίδη αλλά και του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη  δώσαν το περίγραμμα μιας σύγκρουσης για το «ον»και την κίνηση. Η ασταμάτητη αλλαγή (Ηράκλειτος), το Παρμενίδειο «ον»οι πλατωνικές Ιδέες και οι θέσεις του Αριστοτέλη για την «ουσία» των όντων συνθέτουν μέσα από τη διαφορετικότητά τους τη γέννηση και την ωρίμανση της φιλοσοφικής σκέψης.

 

***ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

­1«Τις ιδέες μπορούμε να τις σκεφτούμε, αλλά όχι να τις δούμε».

­2«Δεν υπάρχει τίποτα, χωρίς αιτία».

­3«Ιδέες είναι αυτό που πάντοτε υπάρχει, που είναι αθάνατο, που βρίσκεται στην ίδια κατάσταση».