Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

28.10.21

ΑΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1940 Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτούς που θυσιάστηκαν για την πατρίδα.

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1940 Τότε που οι Έλληνες δεν έλεγαν ΝΑΙ σε όλα!!

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συνφιλέλληνες!!!!!!!! σας καλημερίζω και εύχομαι σε όσους το αξίζουν Χρόνια Καλά, Καλή Μνήμη, και καλή επάνοδο στην Ελλάδα σε όσους το επιθυμούν και νοσταλγούν την πατρίδα. Ο νομπελίστας ποιητής μας ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ είχε πει το εξής:  ''Όπου κι αν πάω η Ελλάδα με πληγώνει''. Ας μου επιτρέψει ο αείμνηστος ποιητής να  πω πως η φράση του δεν ήταν σωστή, το σωστό θα ήταν να έλεγε πως  ''Όπου κι αν πάω οι  Έλληνες με πληγώνουν'' η Ελλάδα γιατί να σας πληγώνει αείμνηστε Γιώργο Σεφέρη; Εκτός και αν αυτό εννοούσατε. Ψάχνοντας σήμερα στο διαδίκτυο βρήκα αυτή τη συγκλονιστική ιστορία, παρακαλώ κάντε τον κόπο και διαβάστε το πιο κάτω κείμενο. Υ.Γ. Στην κ. Διοικητού της Π.Υ. που σήμερα 28/10/21 έχει τα γενέθλιά της της εύχομαι ολόψυχα καλή αποστρατεία. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Ἕνα συγκινητικὸ ἡμερολόγιο ἀπὸ τὸ μέτωπο καὶ μιὰ φωτογραφία ποὺ ἀναζητεῖ τρία πρόσωπα

Πιστέψτε με. Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα σχετικά με το Επος του '40 που μπορούν να με συγκινήσουν. Εχω διαβάσει αρκετά κι έχω ακούσει άλλα τόσα, όπως οι περισσότεροι εξ υμών άλλωστε, τα περισσότερα συγκινητικά. Εχω θαυμάσει τις αντοχές του ανθρώπου αλλά και τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων, έχω συμπονέσει τους ηττημένους και σε μερικές περιπτώσεις τους νικητές.
Εχω αμφισβητήσει, όπως είναι του συρμού τελευταία, τη σκοπιμότητα του μεγάλου εκείνου πολέμου. Και έχω επιστρέψει με την ταπεινότητα του απλού αναγνώστη ξανά στις πρωτογενείς μαρτυρίες και στις λεπτομέρειες που συνθέτουν -ψηφίδες αυτές- έναν πίνακα με τόσα πρόσωπα όσα η ίδια η ιστορία βάφει με τα ανεξίτηλα χρώματα της μνήμης. Νόμιζα όμως ότι δεν θα ξαναβρώ την αθώα ματιά των 18 χρόνων, που όλα τα διαβάζει, όλα τα πιστεύει, όλα τα θαυμάζει. Πριν από δύο εβδομάδες επέστη η ώρα να αναθεωρήσω.

Οταν έφτασε στα χέρια μου το βιβλίο "Ημερολόγιο από το Μέτωπο" του Μιλτιάδη Νικολάου το πρώτο σημείο που πρόσεξα είναι η σεμνή και επιμελημένη έκδοση από τον γνωστό εκδοτικό οίκο Κασταλία.
Ομως η αποκάλυψη ήρθε όταν άρχισα να το διαβάζω. Διότι δεν πρόκειται για μια ηρωική αφήγηση, για ένα ακόμη χρονικό κατορθωμάτων ενός πολεμιστή στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Είναι μόνο η πορεία της ψυχής του Μιλτιάδη Νικολάου από το Δίστομο στην Αλβανία και πάλι στο Δίστομο. Είναι τα όνειρα ενός 32χρονου νέου, είναι η ανάσα της ίδιας της ζωής όπως προσαρμόζεται στη δίνη του πολέμου και στη σκιά του θανάτου. Είναι όλες οι αξίες του ανθρώπου σε λίγες γραμμές, όλες οι δοκιμασίες του πνεύματος και του σώματος σε λίγες σελίδες, είναι η μορφή και το σχήμα του θαύματος που συντηρεί στην κόψη του το άτομο από τη μια και την κοινωνία από την άλλη.

Η γλώσσα στην οποία γράφει ο Μιλτιάδης Νικολάου είναι άμεση και περιεκτική. Λαϊκή και λόγια μαζί, αισθαντική, τρυφερή και σκληρή ταυτόχρονα, δυνατή, λιτή και όμως πλήρης πληροφοριών σε κάνει να νοσταλγείς την εποχή που η δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα παρήγαγε τέτοιους τεχνίτες/διανοούμενους.
Η αφήγηση είναι στρωτή και πολύ ενδιαφέρουσα. Είναι εντυπωσιακό και συνάμα διδακτικό πόσο ο απλός λόγος παράγει τέτοιο αποτέλεσμα όταν προέρχεται από ένα πλούσιο ψυχικό κόσμο. Δεν θα συνεχίσω με μια κριτική στο αφήγημα που του είναι βέβαια και παντελώς άχρηστη, καθώς το κείμενο μιλάει από μόνο του.

Μερικά όμως βιογραφικά στοιχεία για τον Μιλτιάδη Νικολάου, το τραγικό αυτό πρόσωπο, είναι απαραίτητα.

Ο Μιλτιάδης Ν. Νικολάου γεννήθηκε στο Δίστομο το 1907. Μετά το Δημοτικό παρακολούθησε το Σχολαρχείο (το Λύκειο της εποχής). Το επάγγελμά του ήταν τσαγκάρης, υποδηματοποιός. Οταν έφυγε για το μέτωπο επίστρατος στις 28 Οκτωβρίου του 1940 σε ηλικία 32 ετών, ήταν ήδη παντρεμένος με την Κονδυλία Καίλη και πατέρας δύο κοριτσιών ενώ η γυναίκα του ήταν έγκυος σε ένα τρίτο.

Ο Μιλτιάδης Ν. Νικολάου επέστρεψε από την Αλβανία στο Δίστομο στις 3 του Μάη του 1941. Ομως η άγρια, η τραγική του μοίρα δεν είχε ημερώσει. "Στις 10 Ιουνίου του 1944 σφάζεται από τους Γερμανούς μαζί µε την αγαπηµένη του σύντροφο, τις δύο λατρευτές θυγα­τέρες του, και σώζεται η Νίτσα µέσα στον άγριο Εσπερινό της σφαγής του Διστόµου. Η Νίτσα πεντάρφανη επιβιώνει, παντρεύεται, γεννάει δύο γιους, ο πρώτος πήρε το όνοµα του, Μιλτιάδης Σφουντούρης, τώρα δικηγό­ρος, όπως και ο µικρότερος γιος ο Κώστας, µα κυρίως αποστάγµατα και οι δύο του βαθιόριζου και πολύτιµου ανθρωπισµού του παππού Μιλτιάδη", όπως αναφέρει ο Ευστάθιος Σταθάς στο επίλογο του βιβλίου.

Αυτή ήταν η μοίρα του Μιλτιάδη Νικολάου που βρέθηκε ανάμεσα στις μυλόπετρες της ιστορίας. Εκείνος και εκατομμύρια άλλοι αυτούς τους μαύρους καιρούς. Κι αν δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για τη χαμένη ζωή του, κάνουν ό,τι μπορούν για τη μνήμη του η μοναδική επιζήσασα κόρη του Νίτσα Σφουντούρη και οι εγγονοί του με την έκδοση αυτού του βιβλίου. Δεν είναι το ίδιο αλλά είναι κάτι. Για την ακρίβεια είναι κάτι πολύ μεγάλο και σπουδαίο...

Μια φωτογραφία αναζητεί τρία πρόσωπα

 Αυτή η φωτογραφία είναι συλλεκτική καθώς για πρώτη φορά δημοσιεύεται στο δίκτυο. Ο Μιλτιάδης Νικολάου είναι ο πρώτος από αριστερά. Οι υπόλοιποι τρεις είναι άγνωστοι στην οικογένεια του Μ. Νικολάου. Αν κάποιος γνωρίζει ποιοι εικονίζονται ή άλλες σχετικές πληροφορίες μπορεί να απευθύνεται στη viotia.
Ανιχνευτής Ενδυμίων.

23.10.21

23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1925 --- 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021 96 χρόνια από την γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι. Ευχαριστούμε Μάνο Χατζιδάκι για την κληρονομιά που μας άφησες.

 

23/10/1925 23/10/2021 ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ 96 χρόνια μετά... Μα που πήγαν οι Έλληνες; Μα που είναι κρυμμένοι οι λεγόμενοι άνθρωποι του πνεύματος;

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, ξανά σήμερα ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ το αφιέρωμα συνεχίζεται γι' αυτόν τον υπέροχο Έλληνα, αξίζει τον κόπο να διαβάσετε τα σταράτα λόγια ενός ακόμα υπέροχου Έλληνα και καταπληκτικού μουσικού, του ΓΙΏΡΓΟΥ ΖΑΜΠΕΤΑ για τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ σκεφτόμουν σήμερα που είναι η επέτειος των 96 χρόνων από τη γέννηση του 23/10/1925 λόγω του αφιερώματος του δεύτερου προγράμματος της ΕΡΤ μήπως ο πρόεδρός τής ΕΡΤ θα έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη από τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ  εκ μέρους των τότε υπαλλήλων της ΕΡΤ που χλεύαζαν αυτόν τον κορυφαίο συνθέτη επειδή τόλμησε να ξεβρομίσει τον κόπρο του Αυγέα, καλές οι τιμές σήμερα αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τη λάσπη που είχαν ρίξει τότε, μιλάω για την εποχή του ΤΡΙΤΟΥ επίσης μήπως επιτέλους κάποιος φορέας θα έπρεπε να αναλάβει τη διοργάνωση ενός πανελληνίου ετήσιου φεστιβάλ, -στα πρότυπα του εξωτερικού- για να τιμούμε τη μνήμη του ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ; Αυτό το φεστιβάλ μπορεί να συμπεριλάβει αρκετές πόλεις της Ελλάδας και κάθε φορά να ανακαλύπτουμε έναν καινούριο ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ μέσα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις των εκάστοτε καλλιτεχνών. Τί θα έλεγε γι' αυτή την πρόταση ας πούμε ο τραγουδοποιός Αλκίνοος Ιωαννίδης; εννοώ στο να γινόταν αυτός που θα άναβε και θα συντηρούσε τη φλόγα αυτής της πρωτοβουλίας. 

Για τη σημερινή επέτειο του Μάνου Χατζιδάκι διαβάστε παρακαλώ
ένα συγκινητικό διήγημα του σκηνοθέτη Λάκη Παπαστάθη.

Από τον ΑΝΤΩΝΗ ΜΠΟΣΚΟΪΤΗ
Την όπερα του Μότσαρτ τότε τη λέγαμε Μαγεμένο Αυλό και όχι Μαγικό όπως σωστά λέγεται σήμερα. Γι' αυτό και το εστιατόριο όπου σύχναζαν διανοούμενοι, καλλιτέχνες και φιλότεχνοι όλοι το ήξεραν σαν Μαγεμένο Αυλό. Ήταν πασίγνωστο στην Αθήνα για το καλό φαγητό του, αλλά κυρίως γιατί τις βραδινές ώρες σύχναζε εκείνος. Έτρωγε συνήθως τορνεντό σωτέ και μετά έπινε τον εσπρέσσο του ρίχνοντας μέσα κάτι σαν ζαχαρίνη. Δεν ήταν ποτέ μόνος. Κατέφταναν σιγά - σιγά φίλοι και συνεργάτες που έκαναν έναν κύκλο γύρω του. Συνήθως μόνο άντρες. Μουσικοί, ποιητές, ζωγράφοι, ηθοποιοί, σκηνοθέτες γέμιζαν τις καρέκλες και τις έσερναν κοντά του. Ανάμεσα τους πού και πού και κάποιος νέος άγνωστος, λαϊκό παιδί, που δεν μιλούσε καθόλου. Αυτός καθόταν πάντα δίπλα του και έφευγε μαζί του. Άκουγε τις συζητήσεις χωρίς να πολυκαταλαβαίνει γιατί τα θέματα σχετίζονταν με την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Εκείνος κυριαρχούσε, όλοι κρέμονταν από τα χείλη του. Σαν να ήταν πρύτανης ενός προφορικού πανεπιστημίου του καφενείου, που λειτουργούσε μόνο τις βραδινές ώρες και είχε επιλεγμένους ακροατές. Χωρίς να στο λέει, καταλάβαινες αν ήσουν ευπρόσδεκτος ή όχι. Αν δηλαδή τις δυο-τρεις πρώτες φορές φαινόταν πως ταίριαζες, πως κολλούσες, γινόσουν τακτικός θαμώνας. Σαν να περνούσες από εξετάσεις. Έλεγε αστεία - τρανταζόταν πάντα από το γέλιο μόλις τα τελείωνε, έστω κι αν τα είχε πει δεκάδες φορές - αλλά και πολύ γοητευτικές ιστορίες για τη ζωή του στο θέατρο, τον κινηματογράφο και τη μουσική. Αξιολογούσε και την πνευματική ζωή μ' έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Δεν ήταν μόνο οι θαμώνες αλλά και οι περαστικοί που για λίγο στα όρθια έλεγαν δυο κουβέντες μαζί του και χάνονταν. Αυτές οι συζητήσεις, κάτω από την ψωραλέα ακακία, στο μισοσκόταδο, σαν να είχαν κάτι από τα αρχαία συμπόσια. Ακουγόταν λόγος προφορικός και ελεύθερος που δεν στερεωνόταν με τη γραφή. Εκείνος δεν μιλούσε σαν δοκιμιογράφος, ούτε σαν σοφός, αλλά σαν μουσικός και ποιητής. Οι σκέψεις του είχαν πάντα κάτι ρευστό, συγκινητικό και ερωτικό. Όταν τον άκουγες, ενεργοποιούσες το είναι σου για να επωφεληθείς από τα λεγόμενα του. Κάθε Σάββατο, αργά το βράδυ, ένα γκαρσόνι του έφερνε το λογαριασμό της εβδομάδας μέσα σε κλειστό φάκελο. Αυτός τον άνοιγε, κοιτούσε το νούμερο και ξεσπούσε σε γέλια. Μετά άνοιγε το τσαντάκι του, έπαιρνε το μπλοκ επιταγών, έγραφε το νούμερο και υπέγραφε. Επειδή το στυλό του ήταν με μελάνι, κουνούσε την επιταγή να αερίζεται για να στεγνώσει. Κάποιοι γνώριζαν πως πλήρωνε μια μικρή περιουσία κάθε εβδομάδα γιατί δεν άφηνε ποτέ κανέναν από την παρέα να πληρώσει ούτε μια δραχμή. Επιπλέον η φροντίδα του για τα γκαρσόνια ήταν πάντα διακριτική και γενναιόδωρη. Γνώριζε την οικογενειακή κατάσταση του καθενός και τους φώναζε πάντα με τα μικρά τους ονόματα. Δεν ήταν μόνο οι θαμώνες αλλά και οι περαστικοί που για λίγο στα όρθια έλεγαν δυο κουβέντες μαζί του και χάνονταν. Ο δρόμος μπροστά στον Μαγεμένο Αυλό δεν ήταν πολυσύχναστος κι εύκολα μπορούσες να ξεχωρίσεις τον κάθε περαστικό. Όπως το μηχανάκι με τους δυο καβάλα που σήμερα πηγαινοέρχονταν και κοίταζαν επίμονα. Η παρέα σκορπούσε τρεις - τέσσερις ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Εκείνος πήγαινε με τα πόδια στο σπίτι του που ήταν κοντά. Ένα βράδυ, όταν ξεκλείδωσε και άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος, δημιουργήθηκε ρεύμα και ο αέρας τον χτύπησε στο πρόσωπο. Άκουσε και το παράθυρο να κλείνει με θόρυβο. Μόλις άναψε το φως τα είδε όλα στο πάτωμα. Τους δίσκους, τα βιβλία, τα συρτάρια του. Από το ράφι έλειπαν το πικάπ και το μαγνητόφωνο. Πλησίασε στο ανοιχτό παράθυρο. Είδε τρεις να απομακρύνονται. Δεν ήταν εύκολη η φυγή τους. Ισορροπούσαν δύσκολα, φορτωμένοι τα λάφυρα, στο στενό περβάζι του διπλανού σπιτιού μεταξύ δευτέρου και τρίτου ορόφου. Με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο και με μικρά πλάγια βηματάκια προσπαθούσαν να απομακρυνθούν. Κινδύνευαν να πέσουν γιατί δεν είχαν από που να πιαστούν. Δεν καλόβλεπε τα πρόσωπα τους, αλλά η μία φιγούρα κάτι του θύμιζε. Το μόνο που ένιωθε ήταν αγωνία μην πάθουν τίποτα. Πώς να τους βοηθήσει; Η φωνή του βγήκε πνιχτά: - Προσέξτε...σιγά - σιγά, μη φοβάστε... Οι δύο κατάφεραν να περάσουν στη διπλανή ταράτσα και να εξαφανιστούν. Ο τρίτος δεν μπόρεσε να συνεχίσει και έπεσε. Τηλεφώνησε αλαφιασμένος να έρθει ασθενοφόρο. Μετά βγήκε τρέχοντας. Κατέβηκε τις σκάλες στα σκοτεινά, κινδυνεύοντας να τσακιστεί. Έφτασε στο φωταγωγό. Τον είδε και πλησίασε. Σφάδαζε, δε μπορούσε να κουνηθεί. Τον αναγνώρισε... - Παντελή... - Με συγχωρείτε, ντρέπομαι. Εγώ τους έφερα, ήξερα πως είστε στον Μαγεμένο Αυλό. - Κουράγιο, θά'ρθει το ασθενοφόρο σε λίγο. Πάω στην πόρτα να τους περιμένω μη χαθούν. Δεν θα ξέρουν πού να χτυπήσουν. Πού να μας βρουν στο φωταγωγό...Όλα θα πάνε καλά. Το ασθενοφόρο ήρθε γρήγορα γιατί διανυκτέρευε ο Ευαγγελισμός που ήταν κοντά. Δύο νοσοκόμοι τον έβαλαν στο φορείο προσεκτικά. Μπήκε κι αυτός μέσα στο αυτοκίνητο και κάθισε δίπλα του. Στο νοσοκομείο τον πήγαν για ακτινογραφίες. Διαπιστώθηκε κάταγμα στο δεξί του πόδι. Το έβαλαν στο γύψο. Μετά τον μετέφεραν σ' ένα δωμάτιο με τέσσερα κρεβάτια - οι άλλοι τρεις ασθενείς ροχάλιζαν. Οι γιατροί και οι νοσοκόμοι έκπληκτοι τον αναγνώρισαν και του μίλησαν με μεγάλο σεβασμό. - Είναι συγγενής σας; - Φίλος. - Τι ασφάλεια έχει; ΤΕΒΕ ή ΙΚΑ; Κοίταξε τον Παντελή που τώρα ένιωθε κάπως καλύτερα. - Έχω στο σπίτι το βιβλιάριο του ΙΚΑ. Στο Σκαραμαγκά δουλεύω. Θα τηλεφωνήσω στην αδελφή μου να το φέρει. Άρχισε σιγά - σιγά να ξημερώνει. Κοιτάζονταν για ώρα. - Η αστυνομία θά'ρθει; Θα χάσω τη δουλειά μου. Αυτός κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. - Ησύχασε. - Θα πω στους άλλους να φέρουν πίσω το μαγνητόφωνο και το πικάπ. Σταμάτησαν να μιλάνε για λίγο γιατί στο δωμάτιο μπαινόβγαιναν νοσοκόμες που μετέφεραν κάποιον με καροτσάκι. - Δεν θα σε ξαναδώ στο νοσοκομείο. Σε λίγες ώρες θα φύγεις. Έχεις λεφτά για το ταξί; Ο Παντελής κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. - Να μου τηλεφωνήσεις, ο αριθμός δεν άλλαξε. Του χάιδεψε βιαστικά τα μαλλιά και βγήκε. Πρωινή Αθήνα. Άναψε τσιγάρο χωρίς να χρησιμοποιήσει τη μικρή πίπα που συνήθιζε. Βαθιές ρουφηξιές. Έξω από τον Ευαγγελισμό η ζωή ξυπνούσε. Πολλοί περίμεναν ν' ανοίξουν οι πόρτες για το επισκεπτήριο ψωνίζοντας κουλούρια, γλυκά και λουλούδια. Άγνωστες εικόνες γι' αυτόν σε μια ώρα που συνήθως κοιμόταν. Έφτασε στο Χίλτον. Στάθηκε απέναντι απ' τη μεγάλη προμετωπίδα που χάραξε πριν χρόνια ο φίλος του. Αυτή την ώρα, με αυτό το φως, τα χαράγματα του έμοιαζαν με αρχαϊκά. Κατηφόρισε τη Βασιλέως Κωνσταντίνου. Σκέφτηκε να στρίψει για καφέ στο Μαγεμένο Αυλό, που σχεδόν δεν έκλεινε ποτέ. Το καφενείο όμως με το πρωινό φως ήταν ένα άλλο καφενείο, άγνωστο σ' αυτόν. Μπαίνοντας στο σπίτι κάθισε στο πιάνο. Άρχισε να παίζει. Αργά στην αρχή, πολύ έντονα μετά. Αυτοσχεδίαζε για πολλή ώρα. Ο ίδιος ήταν απολύτως προσηλωμένος, σαν να εκτελούσε με ακρίβεια ένα συγκεκριμένο μουσικό έργο που το είχε μελετήσει για μήνες. Κι ας μην το γνώριζε, κι ας μην τό'χε ξανακούσει. Ήταν σίγουρος πως δεν θα μπορούσε να το ξαναπαίξει, πως αναδύθηκε ξαφνικά από μέσα του κι εξαφανίστηκε. Όταν τελείωσε αναρωτήθηκε, όπως όταν ήταν μικρός, από που έρχεται η μουσική; Και μετά, αφού την ακούσουμε, πού πάει; Μετά το λαχάνιασμα και την ένταση έπαιξε κάτι αργό, μια δική του σύνθεση, το Βαλς των Χαμένων Ονείρων. Το είχε γράψει πριν από δεκαετίες για μια ελληνική ταινία της σειράς. Την ταινία τη ξέχασε, τη μουσική όμως την έπαιζε συχνά, τον συγκινούσε πάντα, παρ'όλο που δεν είχε χορέψει ποτέ στη ζωή του βαλς. Είχε ζητήσει να ταφεί μακριά από την Αθήνα. Όσο γινόταν πιο απλά. Όταν έφυγε απ' τη ζωή συνόδευσαν τη σορό του μόνο φίλοι και γνωστοί. Παρά την πανελλήνια συγκίνηση, ο κόσμος σεβάστηκε την επιθυμία του. Όλη η παρέα του Μαγεμένου Αυλού έδωσε το παρόν. Στο τέλος, ένας σαραντάρης με γκρίζους κροτάφους έμεινε μόνος πάνω απ' τον τάφο με τα λουλούδια δακρυσμένος. Δύο συνομήλικοι που στέκονταν παραδίπλα τού φώναξαν: ''Έλα, Παντελή, πάμε...''
Πηγή: www.lifo.gr

23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ αν όχι ο κορυφαίος, ένας από τους τρεις κορυφαίους Έλληνες συνθέτες.


ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ Ευχαριστούμε Μάνο Χατζιδάκι.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές της σιωπής και της αντοχής καλημέρα κ.ο.μ. Ξανά σήμερα στο filomatheia blogspot. gr MANOS XATZIDAKIS ευχαριστώ θερμά τις φίλες και τους φίλους για τα καλά τους λόγια σχετικά με τις αναρτήσεις για τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ συνεχίζουμε λοιπόν το αφιέρωμα σ' αυτόν τον υπέροχο Έλληνα, σ' αυτόν τον καταπληκτικό δημιουργό, Αριάδνη έχεις απόλυτα δίκιο, και, για μένα  ''Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΡΩΤΙΚΟΣ'' είναι το αριστούργημά του, είναι η πεμπτουσία των έργων του, φοβερή μουσική, ανεπανάληπτες ερμηνείες. Σας εύχομαι ξανά καλή ακρόαση και καλή ανάρρωση σε όσους το έχουν ανάγκη. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Τα ευθύβολα λόγια του. Μια μικρή επιλογή από ρήσεις του Μάνου Χατζιδάκι 
AΠΟ ΤΗ ΧΡΥΣΑ ΓΙΑΜΟΥΡΙΔΟΥ
Για τον Έρωτα «Αν ξαναρχόμουνα στον κόσμο θα ήταν για να κάνω έρωτα και για το μόνο που θα λυπηθώ όταν θα φύγω, θα ΄ναι για τον έρωτα που θα χάσω.»
Για την Εξουσία «H εξουσία είναι μια εγωπαθής και ανεγκέφαλη κυρία που αγαπάει τους εραστές της και καταδιώκει όσους την αντιπαθούν και την εχθρεύονται.»
Για τη δόξα, το τραγούδι και τους «δήθεν» «Αδιαφορώ για την δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη κι όχι εγώ. Πιστεύω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων, κι όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθέντες συνήθειές μας. Περιφρονώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα.»
Για τον Θάνατο «Η ιδέα του θανάτου οδηγεί τον αληθινά ελεύθερο άνθρωπο στο να αντιληφθεί βαθιά μέσα του, πως η ύπαρξή Του έχει ημερομηνία λήξεως. Ο Άνθρωπος οφείλει να συμφιλιωθεί με την ιδέα αυτή κι όχι να αγκιστρώνεται από τη ζωή σε σημείο που να μη θέλει να φύγει-πράγμα που όλες οι θρησκείες εκμεταλλεύονται υποσχόμενες μελλοντική κι ατέλειωτη ζωή. Κι όμως είναι τόσο απλό, γι' αυτό και τόσο δύσκολο.»
Για κάθε λογής φασισμό «Βιώνουμε μέρα με την ημέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας που ή φοβάται ή δε σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος "αρχηγός" που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν'αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς - όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλλο. Είμαστε εμείς, εσείς και τα παιδιά σας.» 
Πηγή: www.lifo.gr

O Μάνος Χατζιδάκις μιλά στον Στ. Τσαγκαρουσιάνο
"Σήμερα δεν τολμάς πια να δοθείς. Αναγκάζεσαι διαρκώς να αλώνεσαι".Υπήρξε μια εποχή σ' αυτή την πόλη, που περπατώντας «πολλές φορές τη νύκτα» άκουγα τις αναπνοές των ανθρώπων απ' τ' ανοιχτά παράθυρα. Άκουγα τις ερωτικές τους συνομιλίες, τους ψιθυρισμούς τους, τις αγωνίες τους για τις ασήμαντες ή σπουδαίες υποθέσεις. Κι όσο απομακρυνόμουνα στις συνοικίες, τόσο πιο πολύ έμπαινα στη διαφάνεια του κόσμου τους. Τότε η παρουσία του ανθρώπου στις γειτονιές και τα περίχωρα ήταν παντοδύναμη. Όπως και η παρουσία του έρωτα. Ενός έρωτα που κυκλοφορούσε στον δρόμο και μετουσίωνε την πόλη ολόκληρη σ' ένα ερωτικό εργαστήρι. Σήμερα δεν υπάρχουν δρόμοι, δεν υπάρχουν ούτε νέοι για να αισθανθούν τον έρωτα και να τον ενσαρκώσουν. Η επικινδυνότητα του έρωτα -το πιο σπουδαίο ίσως συστατικό του- είναι στο δόσιμο, στον χαμό. Επικινδυνότητα δεν είναι το να βρεθείς σφαγμένος ένα πρωί αλλά το να διαλύσεις τα όρια του εγωισμού σου, χωρίς να ξέρεις το σημείο που θα φτάσεις. Δεν έχει αυτό σχέση με το αν κινδυνεύεις σε ύποπτες συνοικίες. Νοσταλγώ μόνο δύο περιόδους στη ζωή μου: όταν ήμουν και στις δύο περιπτώσεις ένα άγνωστο πρόσωπο και το στοιχείο της εξαφάνισής μου ήταν εντελώς ισοβαρές με την παρουσία μου. Η απανθρωπιά αυτής της πόλης είναι συνυφασμένη με τις μεγάλες της κλίμακες. Σήμερα δεν τολμάς πια να δοθείς. Αναγκάζεσαι διαρκώς να αλώνεσαι. Έχει διαμορφωθεί, δυστυχώς, μια άλλη ψυχολογία που πριμοδοτεί τον τυχοδιωκτισμό - ένα καθεστώς πια οριστικό. Η μεγάλη κλίμακα φέρνει την αθλιότητα, γιατί κάνει διάφανες και σκληρές τις οικονομικές αντιθέσεις, προκαλώντας την εγκληματικότητα ως απάντηση αυτού του φαινομένου. 

Ο υπερπληθυσμός των Αθηνών, σε μια πόλη ανάρχως οικοδομημένη, οδήγησε στην αρχιτεκτονική των εργολάβων, που ρίχνει τους ανθρώπους στη λάσπη και μπορεί να γεννήσει μόνον εγκληματίες. Τα δυόμισι εκατομμύρια αυτής της πόλης είναι τυχοδιώκτες της επαρχιακής Ελλάδας που έφερναν βία και ανασφάλεια. Υπάρχει μια κακή εκτίμηση των προοπτικών που θεωρεί την Αθήνα χρυσοφόρα γη. Ή υπάρχει μια χυδαία άποψη περί της επιτυχίας. Τώρα οι πλούσιοι τροφοδοτούν τα σκυλάδικα. Έχουν εξαφανιστεί οι ευγενικές μορφές. Αυτό δεν είναι ανεξάρτητο από την επικράτηση του κιτς. Αρκεί να ρίξετε μια ματιά στις κοσμικές στήλες των εφημερίδων: γκρανγκινιολική κατάσταση, κακοτυπωμένες -πλην έγχρωμες- φωτογραφίες με μάτια κόκκινα, σαν γιοι του Φρανκενστάιν. Δέστε τις φυσιογνωμίες. Δεν εκπέμπουν καμία ευγένεια, μόρφωση ή ήθος. Εξέλιπεν η αρχοντιά και η καλή παιδεία που εξομάλυνε κάπως τις διαφορές των πληβείων και των αρχόντων. Υπάρχουν, όμως, κάθε τόσο ευγενικές μορφές χαμένες στο πλήθος. Τις συναντώ καμιά φορά στις συναυλίες μου, σε διαλέξεις ή παραστάσεις. Είναι, όμως, αυτά πρόσωπα που έχουν οικειοθελώς αποχωρήσει ή ακόμα βάναυσα παραγκωνιστεί, χωρίς να παίζουν κανέναν ρόλο στη ζωή του τόπου. Πώς μπορεί να διορθωθεί αυτή η πόλη; Μόνο με τις σούπερ λουξ συνοικίες, σαν την Πλάκα της Μελίνας, που στην ουσία παραμένει απάνθρωπη και άξενη: ξαναφτιάχνονται για να γίνουν συνοικίες ορισμένων προνομιούχων, για να εντείνουν ακόμη περισσότερο τον διχασμό των στρωμάτων, για να διαλύσουν οριστικά την παλιά, λειτουργική διαταξική δομή της αθηναϊκής συνοικίας. Όταν ήμουν εγώ νεαρός φοιτητής, η Πλάκα ήταν το καταφύγιό μας για τις ωραίες, απλές στιγμές. Και φτηνές. Τότε δεν τρώγαμε στα ακριβά ρεστοράν, προτιμούσαμε την Πλάκα, όπου πίναμε και μιλούσαμε σε χώρους κατεξοχήν συνομιλιών. Η Πλάκα που γνώρισα δεν έχει να κάνει μ' αυτό το απαστράπτον λουξ. Κατά κανέναν τρόπο δεν θα δεχτώ τη μουσική κρίση ενός ζωώδους νέου, κι ας με ελκύει σεξουαλικά. Οι νέοι που μ' ενδιαφέρουν είναι αυτοί που με ανακαλύπτουν. Όπως κι εγώ, νεαρός, μες στην αγέλη της ηλικίας μου, ανακάλυπτα τους δασκάλους μου, έτσι θα 'θελα να με βρουν οι νέοι σήμερα. 

Μόνο μέσα από μια τέτοια παιδευτική σχέση, ανάμεσα στους παλιούς και τους νέους επίλεκτους, προχωρεί η ποίηση μέσα σ' αυτή την πόλη. Ο έρωτας σήμερα δεν είναι για μένα αποκλειστικά σεξουαλικός μηχανισμός. Με έλκουν οι νέοι που πρωτίστως νογάνε, αυτοί που θα εκπροσωπήσουν τη γενιά τους αύριο. Όπως η γέννηση ενός παιδιού είναι ένα διαβατήριο για τη μελλοντική γενιά (όταν δεν αποτελεί δημογραφικό στόχο, αλλά φυσική συνέπεια του έρωτα), έτσι κι αυτή η έλξη μου για τους επίλεκτους νέους διεκδικεί ένα διαβατήριο ποιητικής συνέχειας. Όμως υπάρχει αυτό το τίμημα της σεξουαλικής γνώσης: έχει χαθεί ο έρωτας ανάμεσα στους νέους. Υπάρχουν καλές κατασκευές, πολλές φορές μια ωραιότατη πράξη - έχει χαθεί η αδεξιότητα των παλαιοτέρων. Αλλά μαζί μ' αυτή έχει χαθεί και η ένταση μιας ερωτικής μυθολογίας, αφού όλοι «ερώνται» με εξαλλοσύνη μέσα από ασφαλιστικές δικλείδες. Παλιότερα οι άνθρωποι χάνονταν στον έρωτα, παραδινόντουσαν. Έχετε δει εσείς σήμερα να χάνεται κανείς από το πάθος; Ο κάθε έρωτας πρέπει να 'χει την υποψία ενός μεγάλου. Είμαι εξαίρετα μόνος προκειμένου να καταναλίσκομαι. Τη μοναξιά, έτσι όπως τη χρησιμοποιείτε, τη συνάντησα για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη - παλιότερα στην Ελλάδα δεν τη είχα ακούσει. Δέχομαι την ένστασή σας ότι άκουγα τότε τη λέξη «πείνα» και «επιβίωση». Αλλά σκεφτείτε ότι αυτό ήταν υγιέστερη κατάσταση. Στην Κατοχή το Δημόσιο Ψυχιατρείο είχε κλείσει και η έννοια των καρδιακών νοσημάτων ήταν σχεδόν άγνωστη. Θέριζε, βέβαια, η φθίση, που έγινε θρυλική με τη Μαργαρίτα Γκωτιέ. 

Νοσταλγώ μόνο δύο περιόδους στη ζωή μου: όταν ήμουν και στις δύο περιπτώσεις ένα άγνωστο πρόσωπο και το στοιχείο της εξαφανισής μου ήταν εντελώς ισοβαρές με την παρουσία μου. Την πρώτη, ακριβώς μετά τον Πόλεμο, όταν οι μεγάλες ομάδες ξεχυνόντουσαν στους δρόμους κι εγώ ήμουν μια απίθανη μονάδα όλως ανυποψίαστη. Και άλλη μια φορά, στην Καλιφόρνια, το 1968. Απορείτε που νοσταλγώ την ανωνυμία και όχι έναν έρωτα; Δεν συμφιλιώθηκα ποτέ με τη διασημότητα. Όταν είμαι με κόσμο, είμαι αμήχανος. Κάθε φορά νιώθω έναν μικρό πανικό, που απλώς έχω τη δύναμη να μεταμφιέζω. Δεν υπερβάλλω που σας λέω πως μόνο αυτές οι δύο περίοδοι (η «Εποχή της Μελισσάνθης» και η εποχή της «Δεύτερης Μυθολογίας») ήταν οι κορυφώσεις της ζωής μου... Θυμάμαι ακόμα τη λεωφόρο Κάνυον, τότε το '68, που έδενε τα βουνά του Χόλιγουντ, γεμάτα σπίτια νέων που συζούσαν, που το βράδυ έπαιζαν μουσική, μοίραζαν free press, ενταγμένοι στο νεανικό κίνημα με την πρώτη πολιτική συνείδηση. Έγινα τότε φίλος με το συγκρότημα Jefferson Airplane κι έφυγα μαζί τους, χάθηκα για 6 μήνες μες στο Λος Άντζελες, το πνιγμένο στα ινδικά αρώματα. Για όλα αυτά τα παιδιά ήμουν απλώς ένας περίεργος Έλληνας που τους ακολουθεί. Αλλά εγώ, βλέπετε, ήμουν πολύ ρωμιός, πολύ αττικός για να χαθώ. Έτσι γύρισα στη Νέα Υόρκη. Όμως αυτές οι εποχές είναι οι μόνες που μπορώ να νοσταλγήσω - όλες τις άλλες σας τις χαρίζω. Συνέντευξη στο Στάθη Τσαγκαρουσιάνο το 1985.
Πηγή: www.lifo.gr
Aνιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

22.10.21

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ ένα ποίημα του ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ αφιερωμένο στις δασκάλες και τους δασκάλους που άγγιξαν τις ψυχές μας και μας έκαναν ν' αλλάξουμε πορεία στη ζωή μας, που μας έκαναν να βγάλουμε φτερά και να πετάξουμε .

 Στον Δάσκαλο


Ποίηση: ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Μουσική:ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ
Ερμηνεία: ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΙΖΟΥ

Σµίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές! 
Κι ότι σ' απόµεινε ακόµη στη ζωή σου, 
Μην τ' αρνηθείς! Θυσίασέ το ως τη στερνή πνοή σου! 
Χτίσ' το παλάτι, δάσκαλε σοφέ! 

Κι αν λίγη δύναµη µεσ' το κορµί σου µένει, 
Μην κουρασθείς. Είν' η ψυχή σου ατσαλωµένη. 
Θέµελα βάλε τώρα πιο βαθειά, 
Ο πόλεµος να µη µπορεί να τα γκρεµίσει. 

Σκάψε βαθειά. Τι κι' αν πολλοί σ’ έχουνε λησµονήσει; 
Θα θυµηθούνε κάποτε κι αυτοί 
Τα βάρη που κρατάς σαν Άτλαντας στην πλάτη, 
Υποµονή! Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι ...


Πηγές: https://www.youtube.com
&
 https://el.wikipedia.org  
https://ennepe-moussa.gr/

13.10.21

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΤΑΚΟΥΛΑΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ - ΒΥΡΩΝΑ. Καλό Παράδεισο!! Ο πιο αγαθός - καλός χαρακτήρας πέθανε χθες και ήδη ταξιδεύει προς τη χώρα των Μακάρων. Αντίο κύριε ''καθηγητά''.

Μαγευτικό και λυπημένο Γοργογύρι 13 Οκτωβρίου 2021, φίλες και φίλοι αγαπητοί Γοργογυραίοι, και όχι μόνο σας χαιρετώ, θα μου επιτρέψετε σήμερα να σας μιλήσω για τον Αριστοτέλη Ντακούλα της Ελένης και του Θανάση - Βύρωνα. Όταν οι γονείς βρίσκονται στην τραγική θέση που βρέθηκαν σήμερα η Ελένη και ο Θανάσης - Βύρωνας να κηδεύουν το παιδί τους τι να γράψεις και τι να πεις;

Επειδή αυτό το παιδί το γνώριζα από την ημέρα που γεννήθηκε θα μου επιτρέψετε να πω λίγα λόγια γι' αυτό το άτυχο αλλά αγαθό και άκακο πλάσμα. Πριν 45 χρόνια περίπου η Ελένη σύζυγος του Θανάση - Βύρωνα έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι, η φύση εισάκουσε την παράκληση του πατέρα που ήθελε αγόρι και σε λίγους μήνες αυτό το μικρό αγοράκι το βάπτισαν και του έδωσαν το όνομα  Αριστοτέλης!! ο νεότερος, το όνομα του μέγιστου Έλληνα φιλόσοφου της αρχαιότητας και φυσικά του παππού του. Ο μικρός Αριστοτέλης απολάμβανε τη στοργή και την αγάπη των γονιών και των παππούδων του, θα έλεγα όμως πως η αγάπη των γονιών ξεπερνούσε τα όρια της ισορροπίας και άγγιζε τα όρια του υπερπροστατευτισμού, είμαι σίγουρος πως αυτοί που γνωρίζουν το ζευγάρι δεν θα διαφωνήσουν μαζί μου. Θα έλεγα μάλιστα πως αρκετοί γονείς πράττουμε το ίδιο και έχει αποδεχθεί πως αυτό είναι μέγα λάθος μας. Ας επανέλθω όμως στον Τελάκο, έτσι τον φωνάζαμε χαϊδευτικά, ο Αριστοτέλης λοιπόν πήγε στο δημοτικό σχολείο του Νέου Κόσμου και ήταν ένας αρκετά καλός μαθητής του δημοτικού. Στη συνέχεια στην ίδια περιοχή του Νέου Κόσμου συνέχισε στο γυμνάσιο και στο λύκειο.


Οι καθηγητές έλεγαν πως ήταν ένας αρκετά καλός μαθητής. Στη συνέχεια στις πανελλαδικές εξετάσεις, δέσμες τις έλεγαν τότε, δεν κατάφερε να περάσει ώστε να κάνει το όνειρο του πραγματικότητα, ήθελε να γίνει καθηγητής, από τότε του έμεινε ο τίτλος του καθηγητή, έτσι τον προσφωνούσαμε, κύριε καθηγητά!! Και ο ίδιος το απολάμβανε. Όταν δε ασχολήθηκε με τους υπολογιστές και απέκτησε ειδικές γνώσεις πήρε τον τίτλο του καθηγητή με όλες τις τιμές γιατί όσες φορές είχαμε κάποιο πρόβλημα στους υπολογιστές μας τον καλούσαμε για βοήθεια. Αυτόν λοιπόν τον "καθηγητή" κηδέψαμε σήμερα στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι.

Η αιτία του θανάτου ήταν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη πριν δύο μήνες, ίσως κάποιοι αναρωτηθούν, μα εγκεφαλικό στα 48; Κι όμως το ζήσαμε και αυτό δυστυχώς.

Στην πιο πάνω φωτογραφία είναι ο πατέρας του Τελάκου σε παλαιότερες στιγμές ευτυχίας που τώρα πια χάθηκαν για πάντα, που να την βάλουν τόση πίκρα η μάνα και ο πατέρας; Ποιο νόημα θα έχει πια η ζωή τους; Αυτές οι εξισώσεις είναι οι πιο δύσκολες για το ανθρώπινο γένος και δυστυχώς δεν υπάρχει λύση, ό,τι και να πούμε μία είναι η πραγματικότητα: στον πόνο και στον θάνατο πορευόμαστε μόνοι μας.....

ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ!!!

Ο μακαρίτης!! Αν είναι δυνατόν να λέω μακαρίτη τον Τελάκο. ο Τελάκος ήταν μία αγαθή ψυχή, αμφιβάλλω αν αυτό το πλάσμα είχε βλάψει στη ζωή του έστω και ένα κουνούπι.

Αν με ρωτήσει κάποιος για το αν άφησε κάτι θετικό ο χαμός του Αριστοτέλη όσο παράξενο και αν σας φανεί θα σας πω Ναι!!

Είναι η υπόσχεση που δώσαμε  οι: Μαριλένα, η Φωτούλα, η Αλκυόνη, ο σύζυγος της Μαριλένας, ο Γιάννης, η Σοφία (Φωφώ), ο Επικούρειος Πέπος και η γιαγιά Νίκη πως το ερχόμενο καλοκαίρι θεού θέλοντας να κάνουμε μια μάζωξη στον κήπο του Επίκουρου την οποία θα την ονομάσουμε "Συνάντηση συγγενών" γιατί είναι τραγικό να βρισκόμαστε μόνο σε κηδείες, και λέω μόνο σε κηδείες γιατί και οι γάμοι έχουν γίνει πια είδος προς εξαφάνιση. 

Στην πιο πάνω φωτογραφία είναι ο τραγικός πατέρας με τις τρεις αδερφές του, την Καλλιόπη, την Αντιγόνη και την Ανδρονίκη!!! τι ωραία Ελληνικά ονόματα που έχουν και οι τρεις αδερφές!!! Λείπει από την παρέα ο πιο μικρός αδερφός, ο Βασίλης που μας αποχαιρέτησε κι αυτός πολύ πρόωρα. Θέλω εδώ να σας εξομολογηθώ το εξής, η μητέρα των εικονιζομένων ήταν που βοήθησε την μητέρα μου να με ξεγεννήσει, ήταν αυτό που λέμε σήμερα Μαία, στα χέρια της μητέρας τους ένιωσα την πρώτη γήινη ανάσα μου. Αγαπημένα πρόσωπα σε μένα όλα τ' αδέρφια και τα παιδιά τους.

Χάρηκα που είδα μετά από πολύ καιρό αγαπημένα πρόσωπα όπως η Αλκυόνη, η Φωτούλα, και η γιαγιά Νίκη γιατί τους υπόλοιπους τους είχα δει προ διμήνου.

Φίλες και φίλοι σας εύχομαι να έχετε τύχη αγαθή και σας παρακαλώ να φροντίζετε για την υγεία σας. Κύριε "καθηγητά" παρακαλώ, όταν φθάσετε στην χώρα των Μακάρων στείλτε μου ένα μήνυμα στο Viber αν αληθεύουν αυτά που μας λένε για τον παράδεισο και την κόλαση γιατί σε όσους το έχω πει, εννοώ αυτούς που έχουν προηγηθεί από σένα, δεν έχω λάβει κανένα μήνυμα και αναρωτιέμαι γιατί; Είναι δυνατόν να μην υπάρχουν εκεί Facebook, Instagram και Viber; Εκτός και αν όλα αυτά είναι παραμύθια. 

ΥΓ. Μάνα άμα δεις μπροστά σου τον Τελάκο μην τρομάξεις, απλά τον στείλαμε για να συλλέξει πληροφορίες και να επιστρέψει.

Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ.

Όλο το κείμενο της πιο πάνω ανάρτησης το διάβασα στους γονείς του Τελάκου και έλαβα την έγκρισή τους, το μόνο που ζήτησαν ήταν να προσθέσω την πρώτη φωτογραφία, το αναφέρω αυτό για ειδικούς λόγους. Ο Νοών Νοείτω.

11.9.21

Χατζιδάκις vs Θεοδωράκης: Δύο μουσικοί μύθοι σε μία σχέση απώθησης και ταύτισης. Το άρθρο έγραψε ο Ηλίας Γιαννακόπουλος.

 «Από την Κρήτη πήρε την επική μεγαλοστομία και την λεβεντιά που σφραγίζει τους ρυθμούς του. Από τα νησιά του Αιγαίου πήρε της χάρη τους και τη λεπτεπίλεπτη δεξιοτεχνία του… Από τη Βόρεια Ελλάδα τους βαθείς αναστεναγμούς της μουσικής του… Η επανάσταση χωρίς ταλέντο είναι για να κοιμάσαι ασφαλώς και όχι για να λιθοβολείς…» (Μάνος Χατζιδάκις)

Κάπως έτσι παρουσίασε τον Μίκη θεοδωράκη στο Γ΄ πρόγραμμα ο «άσπονδος» φίλος του Μάνος Χατζιδάκις. Μία παρουσίαση που ίσως ανατρέπει τον μύθο για την αντιπαλότητα που χαρακτήριζε τις σχέσεις των δύο κορυφαίων μουσικών. Οι μύθοι πάντοτε εμπεριέχουν μία αλήθεια απλοϊκή και σχηματοποιημένη. Μεταφράζουν και προβάλλουν τη διαφορά ως αντιπαλότητα, ακραίο ανταγωνισμό ή εχθρότητα. Κάπως έτσι βίωνε ο Έλληνας τις σχέσεις του λυρικού Χατζιδάκι και του εκρηκτικού Θεοδωράκη.

Σε όλα τα παραπάνω προστέθηκαν και τα διάφορα επίθετα που βάθαιναν τις διαφορές και το «χάσμα» των δύο τιτάνων της νεοελληνικής μουσικής. Ο λυρικός και μελωδικός Χατζιδάκις ενάντια στον πομπώδηεπικό και εκρηκτικό Θεοδωράκη. Ο δεξιός Χατζιδάκις και ο αριστερός Θεοδωράκης. Ο αριστοκράτης και εκφραστής της αστικής τάξης Χατζιδάκις και ο λαϊκός Θεοδωράκης. Ίσως η «μουσική σύγκρουση» των δύο ανδρών για τη μουσική απόδοση του ποιήματος του Γ. Ρίτσου, του «Επιταφίου» (1960) να επέτεινε ή να εκκόλαψε τους παραπάνω χαρακτηρισμούς.

Φαίνεται, όμως, πως ο Έλληνας αρέσκεται σε τέτοιου είδους διαχωρισμούς γιατί βαθιά νιώθει την ανάγκη να αποκτήσει μία ταυτότητα με την ένταξη ή ταύτισή του με έναν από αυτούς. Είναι ο εύκολος δρόμος της δόμησης μιας ταυτότητας. Γνωστοί είναι αυτοί οι διαχωρισμοί και οι διαζεύξεις και ανιχνεύονται σε πολλά επίπεδα: Όπως Δεξιός – Αριστερός ή Συντηρητικός – Προοδευτικός στην πολιτική, Παναθηναϊκοί – Ολυμπιακοί στο ποδόσφαιρο, Πατριώτες (εθνικόφρονες) – Προδότες (ανθέλληνες) σε θέματα εθνικά, Βουνίσιοι (στεριανοί) – Θαλασσινοί (νησιώτες) και πολλά άλλα. Όλες αυτές οι διαζεύξεις βρήκαν έκφραση και στις μουσικές προτιμήσεις και διευκόλυναν το μύθο της αντιπαλότητας μεταξύ των δύο μουσικών μας, του Χατζιδάκη και του Θεοδωράκη.

Χατζηδάκια μ’, Θεοδωράκια μ’…

Ο Νιόνιος, ο γνωστός Διονύσης Σαββόπουλος, με το στίχο αυτό θέλησε κάπως να ειρωνευτεί αυτόν τον ανταγωνισμό όχι μόνον των δύο μουσικών αλλά και των θαυμαστών τους. Υπόρρητα καυτηρίαζε – αν και τους θαύμαζε και τους δύο – τον μουσικό ηγεμονισμό των Χατζιδάκι και Θεοδωράκη.

Ωστόσο αυτός ο ανταγωνισμός των δύο πυλώνων της νεοελληνικής μουσικής δεν «γέννησε» τέρατα κακοτεχνίας ούτε δίχασε την νεοελληνική κοινωνία. Απεναντίας παρήγαγε μουσικά αριστουργήματα που συνόδεψαν και θα συνοδεύουν τα μουσικά ακούσματα όλων μας και στο μέλλον. Αυτός ο ανταγωνισμός ήταν και ο μουσικός μας πλούτος. Από διαφορετική ιδεολογική αφετηρία και με διαφορετική μουσική αρματωσιά ο καθένας βάδισε το δικό του μουσικό δρόμο και δημιούργησαν έργο που απάλυνε τις ψυχές μας αλλά και ενεργοποίησε την κρυμμένη επαναστατικότητά μας.

Την δεκαετία του 1960 η Αθήνα ευτύχησε να παρακολουθεί δύο μουσικά έργα σε θέατρα της πρωτεύουσας με μουσικούς πρωταγωνιστές τους δύο «δίδυμους πύργους» της μουσικής μας. Πρόκειται για την «Όμορφη Πόλη» του Θεοδωράκη και την «Οδό Ονείρων» του Χατζιδάκι. Οι συγκρίσεις με σημερινές θεατρικές και μουσικές παραστάσεις μόνο με μελαγχολία μάς πλημμυρίζουν. Δίκαια πολλοί παραπονούνται κραυγάζοντας το «Πώς φτωχύναμε έτσι;». Το παράπονο γίνεται πιο ηχηρό έως σπαρακτικό όταν σκεφτεί κανείς πως και οι δύο αποθανόντες μουσικοί μελοποίησαν έργα μεγάλων ποιητών μας (Ελύτης, Ρίτσος, Σεφέρης, Αναγνωστάκης, Γκάτσος, Λειβαδίτης…).

Το διονυσιακό στοιχείο…

Ωστόσο η «Η Μαγική Πόλις» ένωσε τους δύο μουσικούς και αυτή η μουσική συνεργασία – συνάντηση θεωρείται ιστορική, αφού υπάρχουν έργα που όλοι τραγουδήσαμε, όπως: «Είμαι αητός χωρίς φτερά» (Χατζιδάκις) και το «Γελαστό Παιδί» (Θεοδωράκης). Αυτή η «συνάντηση» μπορεί να αποδυνάμωσε το μύθο περί αντιπαλότητας των δύο μουσικών, ωστόσο οι Έλληνες εξακολουθούσαν να ζουν με το μύθο αυτό γιατί τους βοηθούσε να ερμηνεύουν και να αντιλαμβάνονται ευκολότερα κάποια πράγματα.

Το βαθύτερο περιεχόμενο, όμως, των σχέσεων των δύο μουσικών και της μουσικής τους ταυτότητας ανέδειξε η συμμετοχή – συμπαρουσία τους σε μία συναυλία στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης στις 5 Αυγούστου 1984. Στο πρόγραμμα προηγήθηκε ο Χατζιδάκις και τα δημοσιεύματα της εποχής αναφέρουν πως ο λυρικός μουσικός απαίτησε από το κοινό άκρατη ησυχία. Το κοινό υπάκουσε και εξακολούθησε να είναι σιωπηλό ακόμη και όταν στη σκηνή ανέβηκε ο Θεοδωράκης.

Τότε, σύμφωνα πάντα με τα δημοσιεύματα, ο εκρηκτικός Μίκης βλέποντας το κοινό ήσυχο πήρε το μικρόφωνο και είπε: «Τώρα θα περάσουμε στο διονυσιακό μέρος…». Το κοινό άρχισε να εκδηλώνεται με ενθουσιασμό που έγινε ακόμη μεγαλύτερος όταν στο τέλος της συναυλίας οι δύο μουσικοί βγήκαν μαζί και χαιρέτισαν το κοινό.

Έτσι σύμφωνα και με τα συμφραζόμενα του Θεοδωράκη οι δύο μουσικοί ήταν οι εκφραστές του δίπολου: Απολλώνειο πνεύμα (Χατζιδάκης) – Διονυσιακό πνεύμα (Θεοδωράκης). Εξάλλου η ίδια η ζωή εμπεριέχει το σχήμα αυτό σύμφωνα και με τη βασική θέση του Ηράκλειτου «Παλίντονος αρμονία». Οι αντιθέσεις κτίζουν την πρόοδο και ενεργοποιούν τις δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου.

In memoriam

Αποκαλυπτική, ωστόσο, είναι η γνώμη που έτρεφε ο Θεοδωράκης για τον μεγάλο του «αντίπαλο» Μάνο Χατζιδάκι. Οι επιφανειακές έριδες – όπως θέλουν οι μύθοι – δεν έσβηναν την αλληλοεκτίμηση των δύο μουσικών. Ειδικότερα, ο Θεοδωράκης είχε πει για τον Χατζιδάκι:

«Σε όλη τη διάρκεια της συνύπαρξής μας υπήρχε ταυτόχρονα απώθηση και ταύτιση, απαξίωση (απόρριψη, κριτική) και εκτίμηση, σκεπτικισμός και θαυμασμός, πολεμική και συνεργασία. Στο βάθος δεν φταίγαμε εμείς, αλλά τα γονίδιά μας, που είχαν μεταξύ τους τόσο βαθιές αντιθέσεις και ταυτόχρονα μιας ανεξήγητη αμοιβαία έλξη. Τουλάχιστον εγώ σπάνια αρνήθηκα τόσο πολύ, αλλά και θαύμασα ακόμα πιο πολύ έναν άνθρωπο», (Πηγή iefimerida).

Η Ελλάδα ορφάνεψε κι από τους δύο. Τώρα παρέα και οι δύο στον άλλο κόσμο μπορούν να τα ξαναπούν. Εμείς θα ζούμε με τα τραγούδια τους. Οι λίγοι ας ασχοληθούν με το μύθο της αντιπαλότητάς τους.

 Πηγή.

2.9.21

Μίκη σε ευχαριστούμε. Ηλίας Γιαννακόπουλος Φιλόλογος - Συγγραφέας. [Πηγή κειμένου ΙΔΕΟπολις] https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/

 

Μίκη σε ευχαριστούμε.

«Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο. Τον κοιτάζω και δεν φοβούμαι. Όμως και ποτέ, ποτέ δεν λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν υπογράφω!»

(Ν. Καζαντζάκης)

Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο δικός μας Μίκης, έκανε πράξη την ομολογία – προτροπή – διδαχή του συντοπίτη του. Έζησε περίπου έναν αιώνα. Αντιστάθηκε στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου, αλλά στο τέλος υπέκυψε στο αναπότρεπτο «Θανέειν πέπρωται άπασι», (Πυθαγόρας).

Αλλά πεθαίνουν οι μύθοι, οι θρύλοι,τα σύμβολα, τα πνευματικά ύψη; Όχι… Οι φυσικοί νόμοι με το θάνατο παίρνουν το μερτικό τους, ό,τι τους ανήκει. Τα άλλα – και είναι πολλά αυτά που είχε ως άνθρωπος ο Μίκης – μένουν ζωντανά, φωλιάζουν πεισματικά στη μνήμη και στην καρδιά μας.

Είναι αυτά που εγγράφονται στο συλλογικό μας ασυνείδητο και γίνονται οι οδοδείκτες της ζωής μας και οι πυροκροτητές κάθε γενναίας πράξης μας. Είναι αυτά που μάς συντροφεύουν στην ανηφόρα και στον αγώνα μας να κατακτήσουμε την κορυφή. Είναι αυτά που διασώζουν την ατομικότητά μας και μάς απελευθερώνουν από το γήινο πάθος να αναζητούμε την ελευθερία μας στην ασφάλεια της αγέλης

Μίκη σε ευχαριστούμε…

  *** Για τους θεσπέσιους ήχους και τις υπέροχες μελωδίες.

*** Για τον πολιτισμό που δίδαξες μέσα από τις νότες και τους στίχους των τραγουδιών σου.

***  Για την «μουσική διδασκαλία» της ποίησής μας.


*** Για την αξία να μένεις πιστός στην γνήσια παράδοση όταν οι άλλοι την χλευάζουν ως συντηρητισμό.

*** Για το θάρρος να αντιστέκεσαι μόνος σου όταν όλοι οι άλλοι επιλέγουν τη φυγή ως λύση.

*** Για την προβολή της Ελληνικότητας όταν κάποιοι την λοιδορούν ως φθηνό και παρωχημένο εθνικισμό.

*** Για το θάρρος να κοινοποιείς τις σκέψεις και τις αντιρρήσεις σου όταν κάποιοι «επώνυμοι» και «πνευματικοί άνθρωποι» σιτίζονται στο βασίλειο της σιωπής.

*** Για την αξία να αγωνίζεσαι ενάντια σε όλες τις φοβίες σου και στους εχθρούς κι ας γνωρίζεις ότι στο τέλος θα ηττηθείς.

*** Για το bulling που άσκησες στον φθηνό πατριωτισμό μας και στις πολιτικές και κομματικές μας αγκυλώσεις.

*** Για τον ρυθμό που μάς χάριζες στον βηματισμό μας στις πολυπληθείς πορείες της μεταπολίτευσης για ελευθερία και δημοκρατία.

Μίκη σε ευγνωμονούμε…

για το «Άξιον εστί», τον «Επιτάφιο», για τα «Επιφάνεια Αβέρωφ», τον Ζορμπά, την «Όμορφη Πόλη», την «Δραπετσώνα», το «Μαουτχάουζεν», τη «Φαίδρα»… και το «Γελαστό παιδί»

Μίκη σε παρακαλούμε…

Να μην μάς ξεχάσεις εκεί ψηλά που θα είσαι «στον άλλο κόσμο που θα πας/ κοίτα μην γίνεις σύννεφο». Να προσεύχεσαι για μάς και την πατρίδα μας. Μία πατρίδα που τόσο αγάπησες και δόξασες κι ας σε πλήγωσε κάποιες φορές, όταν την προκάλεσες με την αντισυμβατική πολιτική συμπεριφορά και επιλογές σου. Παρακάλεσε τον Ήλιο και τις συμπαντικές δυνάμεις (Δικαιοσύνη, Ηθική…) να μην λησμονήσουν την Ελλάδα μας.

«Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ/ και μυρσίνη συ δοξαστική/ μη παρακαλώ σας μη/ λησμονάτε τη χώρα μου!»

Μίκη μη μας αφήσεις μόνους…

Ως άνθρωποι και ως χώρα ελπίζουμε κάτι καλύτερο. Πολλές φορές υποτιμούμε ή υπερεκτιμούμε τις δυνάμεις μας. Γκρινιάζουμε, μεμψιμοιρούμε και διαμαρτυρόμαστε γιατί μείναμε μόνοι μας. Μόνοι από δικούς μας και από ξένους εχθρούς. Η εθνική μας μοναξιά αλλά και η συνειδητοποίηση της τραγικής προσωπικής ανθρώπινης μοναχικότητας. Στοχεύουμε την κορυφή, διεκδικούμε το απόλυτο, αλλά φαίνεται πως οι δυνάμεις και ο χώρος μας είναι μικρός.

Λένε, Μίκη, πως τα μεγάλα έργα, τις μεγάλες κατακτήσεις αλλά και τις οδυνηρές αποτυχίες τις «ευνοούν» και τις τρέφουν η εσωτερική μοναξιά. Εξάλλου αυτό μάς το δίδαξες μέσα από τους στίχους του αδελφού σου Γιάννη Θεοδωράκη:

«Χάθηκα…/ Γιατ’ είχα όνειρα πολλά/ και το λιμάνι είναι μικρό/ Γιατ’ ήμουν πάντα μόνος/ και θα ‘μια πάντα μόνος»

Δεν μπορούμε, Μίκη, να ξέρουμε αν κάποια στιγμή ή πάντοτε ένιωθες μόνος μπροστά στην ασχήμια της ζωής, στην υποκρισία των συνανθρώπων σου και στην ευτέλεια της καθημερινότητας. Μπορεί το «λίγο ακόμα να σηκωθούμε ψηλότερα» να έγινε ο εφηβικός μας ύμνος και ο επίλογος των μαθητικών εκθέσεων, αλλά πολλές φορές κι εμείς νιώθουμε ανθρώπινα και εθνικά μόνοι.


Μίκη Θεοδωράκη σε ευχαριστούμε…

που με τις μουσικές σου μάς έδωσες την ευκαιρία να τραγουδήσουμε, να κλάψουμε, να χαρούμε, και να μυηθούμε στην ποίηση χάρη στις δικές σου μελοποιήσεις των ποιημάτων. Ταξίδεψες τις ψυχές μας, μάς έκανες να βγάλουμε φτερά και να πετάξουμε πάνω από ξέφωτα και κοιλάδες...

Μίκη σε ευχαριστούμε…

για τον μουσικό ακτιβισμό σου και για πολλά άλλα…

Ήσουν ωραίος ως Έλληνας…

«Παγκόσμιος Έλληνας»

«Άξιος ει»