Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

20.3.21

ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ. Η επιλογή έγινε από την Αντίκλεια.

 ΕΡΩΤΙΚΟ ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ

Καημός αλήθεια να περνώ
του έρωτα πάλι το στενό,
ώσπου να πέσει η σκοτεινιά
μια μέρα του θανάτου…

Στενό βαθύ και θλιβερό,
που θα θυμάμαι για καιρό,
– τι μου στοιχίζει στην καρδιά
το ξαναπέρασμά του;

Ας είναι, ωστόσο, – τι ωφελεί;
Γυρεύω πάντα το φιλί,
στερνό φιλί, πρώτο φιλί
και με λαχτάρα πόση!

Γυρεύω πάντα το φιλί
που μου το τάξανε πολλοί,
κι όμως δεν μπόρεσε κανείς
ποτέ να μου το δώσει…

Ίσως μια μέρα, όταν χαθώ,
γυρνώντας πάλι στο βυθό
και με τη νύχτα μυστικά,
γίνουμε πάλι ταίρι,

αυτό το ανεύρετο φιλί,
που το λαχτάρησα πολύ,
– σα μια παλιά της οφειλή
– να μου το ξαναφέρει…

ΨΥΧΗ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

Παίζει το φως με το νερό, στην άκρη του γιαλού,
μα γω είμαι μόνος και μακριά – κι είναι η ψυχή μου αλλού·
κι ενώ στα γύρω φαίνεται χαμένη και δοσμένη,
με διπλωμένα τα φτερά, το δειλινό προσμένει.

γιατί, η ψυχή μου, όσο το φως απλώνεται, δε ζει,
είν’ αδερφή των σκοταδιών και χάνεται μαζί
κι ανίσως, τώρα, μες στο φως, έτσι μακριά μου μοιάζει
πάλι θα ζήσουμε μαζί τις ώρες που βραδιάζει…

ΚΙ ΕΤΣΙ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΥ ΜΙΑ ΨΥΧΗ

Κι έτσι, είναι κάπου μια ψυχή κι ανίδεη και καλή,
που την ποθώ και με ποθεί, και πού με περιμένει,
—μα πέφτει η νύχτα τι νωρίς, κι οι δρόμοι είναι θολοί,
κι όλοι τραβάμε βιαστικοί, σαν αργοπορημένοι…

Το βράδι πέφτει, κι είν’ άργά, κι oι δρόμοι είναι θολοί,
κι ούτε πιο γνώριμα—με τι;—μπορούμε να ντυθούμε.
Κι ένα παρόμοιο δειλινό, θλιμμένοι πιο πολύ,
δίπλα θ’ αντιπεράσουμε και δε θ’ απαντηθούμε…

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ

Ένα φεγγάρι πράσινο μεγάλο
που λάμπει μες τη νύχτα,
τίποτ’ άλλο

Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο,
στα βάθη του μυαλού μου,
τίποτ’ άλλο

Μια φωνή που γροικιέται μες στο σάλο
και που σε λίγο παύει,
τίποτ’ άλλο

Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο,
στα βάθη του μυαλού μου,
τίποτ’ άλλο

Πέρα μακριά κάποιο στερνό σινιάλο
του βαποριού που φεύγει,
τίποτ’ άλλο

Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο,
στα βάθη του μυαλού μου,
τίποτ’ άλλο.

ΣΑΝ ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΤΟΥ ΚΥΚΝΟΥ

Σαν τα φτερά του κύκνου ο ποιητής
ολόλευκος φτερούγισε την πλάση.
Τα πάθη και τα μίση της ζωής
δε γνώρισε γιατί είχε μόνος πλάσει,

ονειρεμένο κόσμο της στοργής
που ο πόνος κι η αγάπη είχε φωλιάσει,
κι έψαλλε μες στον κόσμο της ζωής
ό,τι ο θλιμμένος νους του είχε αγκαλιάσει.

Πήρε απ’ το δάκρυ φλόγα και δροσιά
κι εστάλαξε στον πονεμένο στίχο
σαν έβγαινε με πόθο απ’ την καρδιά.

Πήρε του κρίνου την αγνή ευωδιά
κι εσκόρπισε την αρμονία στον ήχο
ενώ η ψυχή του σπάραξε κρυφά.

ΣΑΝ ΑΕΡΑΚΙ

Χρυσή μου αγάπη, αν ήξερες
τι μέλι είσαι για μένα...
Τα μπουμπουκάκια τα όμορφα,
τα μοσχομυρισμένα.
Και τα αγεράκια που φυσούν
Σα λιποθυμισμένα,
δεν έχουνε το βάλσαμο
που `χεις εσύ για μένα...

Της λίμνης τ’ αφρολούλουδο
και του γιαλού η γαλήνη.
Η σμύρνα, το ροδόσταμο
που αργοσταλάει και σβήνει.
Κι οι ροδωνιές, κι η ολόδροση
του κήπου ανθόπλημμύρα,
των δυο χειλιών σου των γλυκών
δεν στάζουνε τα μύρα...!!!

Πάω στην τρισέρημη αμμουδιά
και μόνη τι να κάμω;
Χαράζω κύκλους απαλούς
Στο μουσκεμένον άμμο...
Σαν αγεράκι χάνονται στο κύμα
Απάνω απάνω
Και απόμεινα στην ερημιά
Μονάχη... Τι να κάμω!!!

Τώρα το ετοιμοθάνατο
βαλσαμωμένο αγέρι,
γλυκά τραγούδια θλιβερά
ν’ αναστενάξει ξέρει...
Αλήθεια! Ξέρει πιο γλυκά
να τραγουδάει από μένα!
Εγώ δεν ξέρω πιο γλυκά
μα ξέρω πιο θλιμμένα...

ΠΡΟΣΜΕΝΩ ΠΑΛΙ

Θυμᾶμαι, νύχτα ἦταν βαθειά,
μὰ ἡ μέρα κόντευε νὰ φτάσει,
καθὼς κινήσαμε μαζί,
γιὰ νὰ χαθοῦμε μὲς στὴν πλάση...

Και σ᾿ ὅσα πέσαμε κακά,
παγίδες, λάθη, πλάνες, πάθη,
κανένας μας δὲ μπορεῖ πιὰ
μήτε νὰ δεῖ μήτε νὰ μάθει...

Πόσο παλέψαμε κι οἱ δυὸ
καὶ κυλιστήκαμε στὸ χῶμα,
ζητώντας καὶ τὰ πιὸ μικρά,
-δὲ θὰ τὸ πεῖ κανένα στόμα...

Κι ἐπειδὴς εἴχαμε δεχτεῖ,
καθένας τὴ δική του μοῖρα,
πῆρες τὸν ἕνα δρόμο ἐσύ,
κι ἐγὼ τὸν ἄλλο δρόμο πῆρα.

Κι ἀφοῦ χαθήκαμε καιρὸ
καὶ πλανηθήκαμε στὴν τύχη,
(κι ὡς τώρα, μόνος μας δεσμὸς
δὲν ἦταν παρὰ κάποιοι στίχοι),

τώρα, ποὺ τ᾿ ὄνειρο γιὰ μᾶς
τὰ φῶτα σβήνει τὰ στερνά του,
-προσμένω, πάλι, νὰ σὲ βρῶ,
μὲς στὴ γαλήνη τοῦ θανάτου..
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: