«Το πιο σημαντικό στην επικοινωνία είναι να ακούς αυτό που δε λέγεται» (Peter Drucker)
Εδώ και δυο αιώνες μια παρατεταμένη επανάσταση ξεκίνησε από τη Δύση, πιο καθολική κι από τη Γαλλική (1789), πιο ριζοσπαστική από τη Ρωσική (1917) και πιο μακρόπνοη από τη βιομηχανική (18ος αιών): Η επανάσταση της επικοινωνίας. Αυτή συνοδεύτηκε από θετικά γεγονότα, όπως την υπερνίκηση των αποστάσεων στο χώρο και το χρόνο και την υπέρβαση των γεωγραφικών, εθνικών και φυλετικών ορίων. Δεν έλειψαν, βέβαια, και τα αρνητικά με κορυφαία αυτά της χειραγώγησης, της προπαγάνδας, του εθισμού και της μοναξιάς.
Στις μέρες μας έκφραση αυτής της επικοινωνίας είναι και η κινητή τηλεφωνία. Η επικοινωνία μέσω μηνυμάτων διχάζει τους επικοινωνιολόγους και ανησυχεί τους ψυχολόγους και γλωσσολόγους για τα θετικά και αρνητικά που ελλοχεύουν σε αυτήν. Μια γενική καταγραφή αυτών θα μάς απελευθερώσει από τους άγονους μανιχαϊσμούς και θα μάς βοηθήσει να επιλέξουμε τον καλύτερο τρόπο χρήσης της «κινητής επικοινωνίας».
Η θετική πλευρά
Σε ένα πρώτο επίπεδο η θετική παρουσία των ηλεκτρονικών μηνυμάτων διαφαίνεται στο χώρο της επικοινωνίας και ενημέρωσης μεταξύ των ανθρώπων και ιδιαίτερα των νέων. Κι αυτό γιατί τα μηνύματα μέσω κινητών αναβαθμίζουν τις πληροφοριακές δυνατότητες του χρήστη αφού του προσφέρουν ένα μεγάλο πλήθος εξυπηρετήσεων σε ποικίλους τομείς (ψυχαγωγία, οικονομία, εργασία….). Επιπρόσθετα, η επικοινωνία με τη βοήθεια των μηνυμάτων υπερβαίνοντας τις δεσμεύσεις του χώρου και του χρόνου αποκτά ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, στοιχεία που εκλαμβάνονται ως σύγχρονες αξίες. Έτσι το μήνυμα, ως νέος τρόπος επικοινωνίας αλλάζει τους παραδοσιακούς όρους επικοινωνίας και δημιουργεί ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο εξασφαλίζεται η αμεσότητα και η ιδιωτικότητα.
Το δεύτερο επίπεδο αφορά την ψυχολογική ασφάλεια που παρέχει στους χρήστες η επικοινωνία με μηνύματα. Αυτό επιβεβαιώνεται στο βαθμό που ο πομπός διακατέχεται από ένα αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς, αφού μπορεί να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με πρόσωπα οικεία. Ανάλογα συναισθήματα βιώνει ο άνθρωπος και ως δέκτης όταν διαβλέπει πως οι «άλλοι» τον θυμούνται και τον υπολογίζουν. Είναι μια μορφή κοινωνικής αποδοχής που ενισχύει το αίσθημα της αυτοεπιβεβαίωσης.
Στο τρίτο επίπεδο ανιχνεύονται τα οφέλη στον οικονομικό τομέα. Ειδικότερα τα οικονομικά μεγέθη αυτού του είδους είναι μικρότερα έναντι των συμβατικών μορφών επικοινωνίας (τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, επιστολές….). Εξάλλου το μήνυμα παρέχει τη δυνατότητα στο χρήστη να επικοινωνεί και ταυτόχρονα να εργάζεται χωρίς να σπαταλά ιδιαίτερο χρόνο και χρήμα. Μπορεί να συντονίζει, να διατάζει, να ενθαρρύνει, να διδάσκει, να επιλύει προβλήματα ή ακόμα και να θεραπεύει (ιατρικές συμβουλές) ή να κατευνάζει πάθη.
Το τέταρτο επίπεδο συμπυκνώνει το αίσθημα της ελευθερίας που βιώνει ο χρήστης κατά το χρόνο της επικοινωνίας. Η οθόνη και το πληκτρολόγιο εξασφαλίζουν μια sui generis ελευθερία, αφού ο χρήστης διασώζει τόσο την ιδιωτικότητά του όσο και την αβίαστη έκφραση και κοινοποίηση των σκέψεων και συναισθημάτων του. Ασκείται σε ένα νέου είδους γλωσσικό κώδικα που δεν υπολείπεται κατ’ ανάγκην του παραδοσιακού. Ο συνδυασμός ήχου και εικόνας καθιστά αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας πιο ενδιαφέροντα και ίσως πιο απαιτητικό.
Στον κατάλογο των θετικών στοιχείων που συνοδεύουν την επικοινωνία μέσω μηνυμάτων θα μπορούσαν να προστεθούν κι άλλα, όπως: η διευκόλυνση των διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων, η έκφραση της κοινωνικότητας και ίσως – ίσως η διάδοση σκέψεων και ιδεών που θα μπορούσαν να γονιμοποιήσουν θετικά άτομα και κοινωνίες (πλανητική συνείδηση…..).
Η αρνητική όψη
Ωστόσο δεν λείπουν και οι αιτιάσεις για τα αρνητικά παρεπόμενα των ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αισθητοποιούνται σε πολλαπλά επίπεδα. Αρνητικά που ανιχνεύονται τόσο στις διάφορες υποστάσεις του χρήστη (πνευματική, κοινωνική, συναισθηματική..) όσο και σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων και κοινωνικών συμπεριφορών – διεργασιών.
Πρωτίστως η αρνητική παρουσία των μηνυμάτων διαφαίνεται στο επίπεδο της ίδιας της επικοινωνίας. Η αμεσότητα αυτής υποκαθίσταται από τη «μηχανική επικοινωνία» που τη χαρακτηρίζει ο απρόσωπος χαρακτήρας. Η οικειότητα και η ζωντάνια της «πρόσωπο με πρόσωπο» επικοινωνίας απουσιάζουν, αφού το πρόσωπο κρύβεται πίσω από το μήνυμα. Η κοινωνική προσέγγιση υποχωρεί, οι γόνιμες αλληλεπιδράσεις χάνονται και αντί αυτών επιβάλλεται η αποπροσωποποίηση και μια υποκριτική ευγένεια. Ο γνήσιος διάλογος εκλείπει και αντικαθίσταται από παράλληλους γραπτούς μονολόγους. Η επικοινωνία διεξάγεται σε ένα φασματικό περιβάλλον και μοιραία χάνεται ο αυθορμητισμός και η αυθεντικότητα των συνομιλητών. Άτυπα επωάζεται ένας ιδιόμορφος «αυτισμός» εγωκεντρικών ατόμων.
Ωστόσο η αρνητική λειτουργία των μηνυμάτων ως οργάνου επικοινωνίας αισθητοποιείται και στο ψυχολογικό επίπεδο. Αυτό συμβαίνει γιατί τα άτομα που εθίζονται σε αυτήν τη μορφή επικοινωνίας καθίστανται εσωστρεφή και αγοραφοβικά. Βιώνουν μια περίεργη «μοναξιά» που τους εμποδίζει να ωριμάσουν ψυχολογικά. Επωάζεται, δηλαδή, μια συναισθηματική ρηχότητα ή ατροφία στο βαθμό που αποφεύγεται η «τριβή» της άμεσης επικοινωνίας. Τρέφεται, έτσι, ένα εγωκεντρικό και «φοβικό» Εγώ, που αρέσκεται στην υπερβολή της πληκτρολόγησης και της πολυλογίας των μηνυμάτων. Μια γλωσσική φλυαρία χωρίς περιεχόμενο που φανερώνει την εσωτερική κενότητα και την ανάγκη για αυτοεπιβεβαίωση.
Κίνδυνοι, επίσης, διαφαίνονται και στη γλωσσική αρτιότητα των χρηστών. Η σύντμηση των λέξεων, τα greeklish και η συνθηματική χρήση του λόγου προλειαίνει το έδαφος της γλωσσικής ένδειας. Σε αυτό το πλαίσιο επικοινωνίας ανθοφορεί και η αργκώ, όπως και οι ξένες λέξεις που εξοστρακίζουν όρους και έννοιες της μητρικής γλώσσας. Έτσι οι χρήστες και ιδιαίτερα οι νέοι εθίζονται σε μια γλώσσα επίπεδη και νοηματικά φτωχή. Κυριαρχεί ένας γλωσσικός ομοιομορφισμός που ισοπεδώνει τις ατομικές ιδιαιτερότητες και καθηλώνει το άτομο σε έναν ιδιόμορφο πνευματικό «νανισμό». Απόρροια όλων των παραπάνω η ανάδυση μιας ατροφικής σκέψης.
Η δαιμονοποίηση και η άλλη πρόταση
Η καταγραφή των αρνητικών σκέψεων των «κινητών μηνυμάτων» δεν στοχεύει στη δαιμονοποίηση της σχέσης των ανθρώπων με το συγκεκριμένο κώδικα επικοινωνίας αλλά μάς παρακινεί να ανιχνεύσουμε σωστούς τρόπους χρήσης μέσα από μια πραγματικότητα.
«Τα τρία τέταρτα των Αμερικανών είναι κάτοχοι κινητού τηλεφώνου. Το 2018, αυτά τα 253 εκατομμύρια Αμερικανών ξόδεψαν 1380 δολάρια και 1460 ώρες στα κινητά τους τηλέφωνα και τις υπόλοιπες φορητές συσκευές τους. Αυτό σημαίνει ότι δαπάνησαν 91 μέρες χωρίς ύπνο. Αυτό σημαίνει επίσης ότι έμειναν 370 δις ώρες ξύπνιοι και σπατάλησαν 349 δις δολάρια…. Τα 1380 δολάρια που δαπανάτε στο κινητό σας, μπορούν να σας αγοράσουν μια έκταση δυο στρεμμάτων, όπου θα μπορούσατε να φυτέψετε 150 δέντρα. Κάθε δέντρο αιχμαλωτίζει 24 κιλά άνθρακα το χρόνο… Άρα κάθε Αμερικανός κάτοχος κινητού θα μπορούσε αιχμαλωτίζοντας 886 εκατομμύρια τόνους άνθρακα ετησίως να εξουδετερώσει το 10% των ετήσιων εκπομπών άνθρακα των ΗΠΑ….» (New York Times) (Η αποθέωση του «επιχειρήματος της Ολισθηρής Πλαγιάς»).
Η παραπάνω πρόταση μπορεί να κινείται στο επίπεδο του ιδεατού αλλά μάς αναγκάζει να δεχτούμε πως «τίποτα δεν μπορεί να είναι φορέας του απόλυτου καλού ή κακού». Επαφίεται στο χρήστη και στον τρόπο χρήσης, αν θα κυριαρχήσουν τα θετικά ή αρνητικά στοιχεία. Τα κινητά και τα μηνύματα, ως νέος τρόπος επικοινωνίας είναι τα εργαλεία μας… Ας μη γίνουν, όμως, οι δυνάστες μας.
Μπορούμε να βρούμε την ισορροπία ανάμεσα στην πραγματική και στην εικονική ζωή. «Η πλειονότητα των εφήβων δεν σκέφτεται να υποκαταστήσει την πραγματική ζωή με την εικονική. Αντίθετα η εικονική πραγματικότητα τους βοηθά να αποκτήσουν γνώση και αυτοπεποίθηση για να αντιμετωπίσουν τον πραγματικό κόσμο» (Ματέο Λαντσίνι, δρ. Ψυχολογίας).