Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

12.9.16

ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΡΓΟΓΥΡΙ.

Εξάψεις Ευτυχίας

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα από το ποιητικό!! Γοργογύρι. γιατί ποιητικό; Έχουμε και λέμε, Χρυσοβαλάντης Αργυρίου, Ηλίας Στεριόπουλος, Πράσινος, Δήμητρα-Αντιόπη Ζωγράφου, Κωνσταντίνα Ντακούλα και πιθανόν και κάποια άλλα άτομα που εγώ δεν γνωρίζω. Ας μείνω στους προαναφερθέντες, 5 ποιητές σ'ένα μικρό χωριό δεν είναι και λίγοι!!!!! Σήμερα όμως θα σας παρουσιάσω τον νέο ποιητή, και νέος στην ηλικία, είναι μόλις 19!
Χθες που γινόταν η παρουσίαση δεν μπόρεσα να παρευρεθώ λόγω ''Κ''ακής συγκυρίας. Σήμερα που έμαθα το όνομα του ποιητή στεναχωρήθηκα που δεν ήμουν εκεί γιατί ο Βαλάντης, ανήκει σ' εκείνη την ομάδα των παιδιών, 10 τον αριθμό, που το 2009 τους είχα χαρίσει κάπου 250 βιβλία. Ως φαίνεται αυτά που είχα χαρίσει στον Βαλάντη έπιασαν τόπο. Σήμερα θα παραμείνω σ' αυτά τα ολίγα, αύριo σκοπεύω να σας παρουσιάσω κάποια ποιήματά του. Στις 23 Σεπτεμβρίου, ελπίζω έως τότε να έχω επιστρέψει, θα γίνει η παρουσίαση στην Αθήνα ΓΕΡΑΝΙΩΝ 41παρακαλώ όσοι από σας αγαπάτε την ποίηση φροντίστε να παρευρεθείτε σ' αυτή την εκδήλωση. Όσο για τους Γοργογυραίους ελπίζω να τιμήσουν τον συγχωριανό τους με την παρουσία τους. Αγαπητέ Βαλάντη σου εύχομαι καλές και πολλές επισκέψεις των Μουσών, ελπίζω στο μέλλον να συνεχίζεις να μας εκπλήττεις ευχάριστα. Υ.Γ. Αν αφιέρωνες ένα ποίημα σε μία από της συμμαθήτριες στο δημοτικό ποια θα ήταν αυτή; Επίσης όταν βρεθούμε σου έχω και μία ωραία έκπληξη από την έκτη δημοτικού. Εδώ σταματώ εγώ, ο Επικούρειος Πέπος και συνεχίζει ο Χρυσοβαλάντης. Αλήθεια τι όνομα κι αυτό!!!

Εκεί που επιθυμώ να καταλήξω και να επιμείνω είναι στο γεγονός, και ενίοτε συνάμα πρόβλημα, ότι η ποίηση, και γενικότερα η τέχνη, ήταν και είναι πάντα ο “Προμηθέας” του αύριο. Δηλαδή απλοϊκά θα λέγαμε ότι μέσα από την ποίηση/τέχνη του σήμερα πλάθουμε την κοινωνία του αύριο. Και λέγω ότι αυτό ενίοτε είναι πρόβλημα καθώς τα τελευταία χρόνια με μεγάλη μου θλίψη παρατηρώ μια ποίηση να παραπέει και να αυτοεγκλωβίζεται σε εμπορικά και παρωχημένα κάστρα απάθιας, αμάθιας, ασέβειας, ρηχότητας και, εν τέλει τέλεια στο κλίμα της εποχής της, εφημερότητας.
Η παρούσα ποιητική συλλογή αποσκοπεί (ή θέλω να πιστεύω ότι αποσκοπεί) στην αποικοδόμιση αυτών των κάστρων και μέσα από την αμφισβήτηση και την αναθεώρηση παραδεδηγμένων, κατά τ’άλλα, αληθειών στον επαναπροσδιορισμό της υπαρξιακής μας ταυτότητας. Ένας επαναπροσδιορισμός ο οποίος δεν θα μας χαρίσει ένα καλύτερο αύριο, αλλά το ίδιο το αύριο που κινδυνεύουμε με τις σημερινές, ιδεατές και υλικές εκφάνσεις των δομών των εννοιών μας να χάσουμε. Και αυτήν είναι η απάντηση μου!

Ο Χρυσοβαλάντης Αργυρίου γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου του 1997 στα Τρίκαλα, Θεσσαλίας. Τα παιδικά του χρόνια έζησε στο Ντόρτμουντ της Γερμανίας . Το 2009 μαζί με την οικογένεια του αποφασίζουν να επαναπατρισθούν και να εγκατασταθούν στην γενέτειρα τους, στο πατρικό σπίτι του πατέρα του, Βασίλειο Αργυρίου, στο χωριό Γοργογύρι.
Μετά τις Πανελλήνιες του Χρυσοβαλάντη η οικογένεια μετακομίζει, εκ νέου, στο κέντρο των Τρικάλων όπου ζει μέχρι και σήμερα. Ο ίδιος ο Χρυσοβαλάντης ωστόσο, τους τελευταίους μήνες ζει στην Θεσσαλονίκη καθώς σπουδάζει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στην Φιλοσοφική σχολή, στο τμήμα της Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας.
Η πρώτη αναγνώριση του ποιητικού του έργου έγινε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) όταν στον πανελλήνιο μαθητικό διαγωνισμό της του απονεμήθηκε το τρίτο βραβείο για το ποίημα “Χουάρες, η πόλη των νεκρών γυναικών”.
Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλες βραβεύσεις σε πανελλήνιο επίπεδο. Παράλληλα με την ποίηση ο Χρυσοβαλάντης ασχολείται με το σχέδιο αλλά και με την μετάφραση κειμένων στην γερμανική γλώσσα.
Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

''Ουδείς εκών κακός'' Από τον Επικούρειο Πέπο τον ανιχνευτή κειμένων.

Μια ανάποδη ωδή στον ανθρωπισμό Από την ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ.
Σαν τον άντρα του Πολεμικού που αρμενίζει στις θάλασσες είναι κι αυτή η γη που αρμενίζει στον αέρα. Εμείς οι θνητοί είμαστε όλοι πάνω σε μια γρήγορη φρεγάτα, έναν κόσμο που δεν βουλιάζει ποτέ, κι ο Θεός είναι ο ναυπηγός της: και δεν είναι παρά ένα πλοίο στον στόλο του Γαλαξία, που έχει τον Θεό για Λόρδο Αρχιναύαρχό του.

Το λιμάνι απ' όπου αποπλεύσαμε βρίσκεται παντοτινά στην πρύμνη μας. Και παρόλο που είμαστε μακριά από τη στεριά κι αρμενίζουμε αιώνες ολόκληρους, με σφραγισμένες εντολές, ο τελικός προορισμός μας παραμένει άγνωστος και για μας, και για τους αξιωματικούς μας: κι όμως, το τελευταίο λιμάνι μας ήταν προκαθορισμένο από τότε που γλιστρήσαμε από τα σκαριά της Δημιουργίας». Κι αν κάποιος είχε καταλάβει καλύτερα από τον καθένα τη συμβολική βαρύτητα που φέρει για την εσωτερική ζωή το επίπονο ταξίδι, αυτός ήταν αναμφίβολα ο σπουδαίος Χέρμαν Μέλβιλ. Με αυτά τα λόγια ορίζει ο κορυφαίος μυθιστοριογράφος της Αμερικής, ο Χέρμαν Μέλβιλ, στον Ασπροφόρη του τον συμβολικό κόσμο που μας κληροδότησε σαν πολύτιμο μυστικό: έναν κόσμο ανάμεσα στη γη και στη θάλασσα, ένα φανταστικό λιμάνι όπου οι αξίες θα έχουν παντοτινή ισχύ και όπου κανένας αδυσώπητος ρεαλισμός δεν θα μπορεί να μετατρέψει τις χρυσές καρδιές σε χωμάτινη σκόνη. Το πλέον συγκινητικό με τον Μέλβιλ είναι ότι ο ίδιος δεν σταμάτησε, όσα κι αν πέρασε κι όσο κι αν ταλαιπωρήθηκε στην πολύπαθη ζωή του –είδε τα δυο παιδιά του να πεθαίνουν, έζησε με τους κανίβαλους, ταξίδεψε στα άκρα του κόσμου και πάλευε μονίμως με τη φτώχεια–, να πιστεύει ότι τα ανθρώπινα είναι αλλιώς φτιαγμένα, αδιασάλευτα δεμένα με τη δικαιοσύνη. 

Στην αιώνια μάχη που έδινε ο εκάστοτε πρωταγωνιστής του, είτε ως καπετάνιος Άχαμπ είτε ως ο αδικημένος Ασπροφόρης, αυτό που προείχε ήταν η νίκη του άγραφου νόμου που θα αναδείκνυε ως αποκλειστικό νικητή το καλό – και πρωταγωνιστή τον άνθρωπο. Ακόμη κι αν ήξερε ότι κάτι τέτοιο δεν υφίσταται στην ψυχογραφική οικονομία των βασανισμένων, οι οποίοι πάντοτε θα ακολουθήσουν το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και τις αρχές του ρεβανσισμού αντί της δικαιοσύνης, πρέσβευε ότι το «ουδείς εκών κακός» κάποια στιγμή θα δικαιωθεί, έστω και συμβολικά, από τις περίτεχνες σελίδες του. Καταρχάς, την άνιση αυτή μάχη με τον συμβολισμό του καλού ο Μέλβιλ την έδωσε με τους αναγνώστες του, γράφοντας αλληγορικά μυθιστορήματα, όπως το Μάρντι, για το πώς μπορεί κανείς να νικήσει στη διεκδίκηση της ανθρωπιάς. Το πρόσφορο υλικό όμως δεν έτυχε της μαζικής αποδοχής που έχουν πάντα οι κυριολεκτικές ιστορίες, κι έτσι, με όπλο τα βιώματα και τις ανέκδοτες καταστάσεις από την πραγματική του ζωή ως ναυτικού και κυρίως τη θητεία του ως ναύτη στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1843 και το 1844, ο Μέλβιλ εξέδωσε το 1850 το Γουάιτ-Τζάκετ, Ασπροφόρης ή Ο κόσμος σε ένα πολεμικό πλοίο, ένα κλασικό αριστούργημα που κυκλοφορεί στα ελληνικά στη σειρά Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg, σε περίτεχνη απόδοση από την Έφη Καλλιφατίδη. 

Ο ασπροφόρης ή Ο κόσμος σε ένα πολεμικό πλοίο, Μτφρ.: Έφη Καλλιφατίδη, Εκδόσεις Guttenberg, Σελίδες: 570 Εδώ ο συγγραφέας, έχοντας αρχικά σκοπό να διασκεδάσει τον αναγνώστη με διάφορα ευτράπελα, ακόμα και την ώρα του τραγικού, ουσιαστικά μεταφέρει στο χαρτί τις πιο άδηλες σκέψεις για τον τρόπο που λειτουργεί πραγματικά η κοινωνία. Έτσι, οι ανέκδοτες ιστορίες του σαλεμένου πληρώματος ενός πολεμικού που ουσιαστικά συνιστούν τα επιμέρους κεφάλαια του Ασπροφόρη έφτασαν να συμβολίζουν τους πολλαπλούς τρόπους κοινωνικής οργάνωσης, την καταπίεση των ισχυρών και τη βεβαιότητα ότι η ανθρώπινη καρδιά οφείλει να υπερνικά τη βαρβαρότητα με τα ίδια της τα μέσα. Με όπλο τη φαντασία και με τη δύναμη που αντλεί από τις ανεξάντλητες κοιτίδες των εκφραστικών του μέσων, ο άνθρωπος καλείται να βρει την υπέρτατη θέση που τον οδηγεί κοντά στο Αγαθό. Δεν έχει σημασία τι υφίσταται, αρκεί να μην απομακρύνεται από τα συμβολικά του όπλα: ο υπότιτλος του βιβλίου, Ο κόσμος σε ένα πολεμικό πλοίο, είναι δηλωτικός της αλληγορικής διάστασης που αποκτά η φασματική εικόνα ενός πλοίου πέρα από τη θάλασσα, σε μια άλλη διάσταση, ένα πλοίο των τρελών με πολιτικές συμπαραδηλώσεις. Προγραμματικά σχεδόν αυτή η μυθοπλαστική πανδαισία καταστάσεων και χαρακτήρων θα βρει την πρώτη ύλη της στις καρδιές των ηττημένων της ζωής, των απόκληρων, των δειλών, των ξεκομμένων από τον κόσμο, οι οποίοι, όπως ο «Ασπροφόρης», βάλθηκαν να παλεύουν με την ίδια τους τη μοίρα. Ακόμα, όμως, κι αν υπήρξαν δακτυλοδεικτούμενοι –το άσπρο παλτό που φοράει ο πρωταγωνιστής, απ' όπου αφορμάται και το παρατσούκλι του, τον κάνει αναγκαστικά να ξεχωρίζει–, ακόμα κι αν δέχονται τα μύρια βασανιστήρια, τελικά μετατρέπουν τα στραπάτσα τους σε ιστορίες, τις ιστορίες σε φως. 

Άλλος χρησιμοποιεί την ποίηση, άλλος την εμμονή του με το διάβασμα, άλλος την ευγένειά του (όπως ο πραγματικά καλός ήρωας του βιβλίου Τζακ Τσέιζ) στον δικό του παράδοξο «ανθρωπιστικό» αγώνα. Ουσιαστικά, όμως, αυτό που μετατρέπει την πιο οδυνηρή και εφιαλτική πραγματικότητα σε παρηγορητική φαντασία είναι η σουρεαλιστική και διαβρωτική ισχύς της ίδιας της αφήγησης: χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου όλοι γίνονται σκνίπα, πίνοντας τόνους κολόνιας και σκορπώντας ένα μεθυστικό άρωμα σε ολόκληρο το πλοίο. Ο σουρεαλισμός είναι γοητευτικά αδόκητος, μέχρι και σε στιγμές που πρωταγωνιστoύν ο πόνος και ο τρόμος. Συγκλονιστικό είναι το το κεφάλαιο όπου ο Παρανυχίδας, ο Επιγονατίδας και ο Δόκτωρ Επίδεσμος μετατρέπονται σε αυτόκλητους χειρουργούς μιας αποτυχημένης επέμβασης που απλώς δίνει ψεύτικες ελπίδες στον καταδικασμένο ήδη σε θάνατο τραυματία. Το σουρεαλιστικό αυτό κεφάλαιο, ένα τρομακτικό ποίημα που παραπέμπει σε αντίστοιχες στιγμές από Μπουκόφσκι και Τιμ Μπάρτον, είναι η απόδειξη ότι η φαντασία θα γλιτώνει για πάντα τον άνθρωπο, ακόμα και την πλέον αποτρόπαια στιγμή του θανάτου. Όσο ο άνθρωπος θα ζει, θα είναι ταυτισμένος με κάποιο είδος δημιουργίας: μια αλλόκοτη σκέψη, ένα αυτοσχέδιο έργο που θα έχει ως πρωταγωνιστή τον ίδιο (υπέροχη είναι επίσης η σκηνή με το αυτοσχέδιο θεατρικό που στήνουν οι ετερόκλητοι ναύτες του πολεμικού). Ακόμη κι αν του στερήσεις τα πάντα, ακόμη κι αν του βγάλεις τα όργανα, ο άνθρωπος θα μετατρέπει, όπως θα ήθελε κι ο ποιητής, σε οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου. 

 Η ασπαίρουσα φαντασία είναι επομένως αυτή που δίνει στον Ασπροφόρη και στον κάθε επιβαίνοντα του πλοίου το δικαίωμα του άνω θρώσκοντα, παρά το ότι υποχρεούται να παρίσταται ως μάρτυρας αλλά και να υφίσταται τα πιο σκληρά βασανιστήρια, να γίνεται ανήθικος και να ξοδεύει τα μύχια της ψυχής του στα λιμάνια. Διεξερχόμενος τα ποικίλα στάδια της οδύνης, μαθαίνοντας ουσιαστικά να διακρίνει το ιερό από το ανίερο και τη βαρβαρότητα από τη δικαιοσύνη, γίνεται ουσιαστικός ήρωας της λογοτεχνίας και της ζωής του. Ο τύραννος, εν τέλει, πάντα προδίδεται σε σχέση με τον άνθρωπο, κοινοποιεί επώδυνα την ψυχή του στον αναγνώστη και ορίζει ποιες είναι οι πράξεις που πρέπει να υπομείνει κανείς για να βρει την εσωτερική γαλήνη. Μέσα από τη συντριβή και όχι μέσα από τη λύτρωση. Κι αν κάποιος είχε καταλάβει καλύτερα από τον καθένα τη συμβολική βαρύτητα που φέρει για την εσωτερική ζωή το επίπονο ταξίδι, αυτός ήταν αναμφίβολα ο σπουδαίος Χέρμαν Μέλβιλ. Πηγή: www.lifo.gr

11.9.16

Μνήμες, Μνήμες, Μνήμες και όχι Μνημοσύνη. μέρος έβδομο. Γοργογύρι και Γοργογυραίοι

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα απο το ΜκΠ.Γ. Συνεχίζω την παρουσίαση παλιών φωτογραφιών και σειρά τώρα έχει η οικογένεια του κ. Φώτη Ντάκουλα. Σήμερα γινόταν κάποια παρουσίαση βιβλίου στα Τρίκαλα, και μάλιστα ήταν βιβλίο ποίησης, δυστυχώς όμως λόγω πολλών αντιξοοτήτων -συνήθως έτσι λέμε όταν για κάποιους λόγους δεν επιθυμούμε να πάμε κάπου- δεν πήγα. Είναι αυτό που λέμε καμιά φορά μόνος μου ούτε στον παράδεισο!!! Πάλι λόγω της''Α.Φ.'' θα σας παρουσιάσω κάποιο ποίημα του Καβάφη.Το ποίημα έχει τον τίτλο ''Ένας Γέρος''. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Ένας Γέρος.
 Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο τραπέζι κάθετ’ ένας γέρος·
με μιαν εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.
Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια
σκέπτεται πόσο λίγο χάρηκε τα χρόνια
που είχε και δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.
Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα·
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό.»
Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
.... Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι. 

Ο Κωστάκης ίδιος με τον Θωμά της Γιούλας.

Μελισσάνθη και Κωστάκης.
Θεόφραστος και Βύρωνας παίζουν χαρτιά.
Ιστορική φωτογραφία στην Αρεοπαγίτου 18

Κωστάκης, Φωτης, Νικόλας.
Βασιλική, Κωστάκης, Τσιγαρίδας.
Παναγιώτα και Χριστίνα.
Σε πρώτο πλάνο η γιαγιά Στυλιανή.
Φώτης και Βασιλική ζουν τον ερωτά τους.
Το τερούλι στη ΥΑΜΑΗΑ του μπαμπά.
Το τερούλι έχει στην αγκαλιά της τον Πανούλη.
Γιώργος, Λαμπρακιάς, Γκέλιας; Κώστας, Κυριάκος; και;
Θεόφραστος, Παύλος, Μιχάλης, Στυλιανή και;
Αυγένα, Βαγγελή, Βασιλική.
Τρια άτομα της φωτογραφίας έχουν ήδη αναχωρήσει.
Ένας μάγκας της παλιάς εποχής.
Προετοιμασία για καρκατζάλια.


Ο Κωστάκης και ο Λούης συνοδεύουν τη νύφη.
ΟΙ ΣΥΜΜΑΘΗΤΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ


Μνήμες, Μνήμες, μνήμες και όχι Μνημοσύνη. μέρος έκτο. Γοργογύρι και Γοργογυραίοι.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συλλέκτες των φθινοπωρινών φύλλων προχωρώ σήμερα στη δεύτερη ανάρτηση της ημέρας και λόγω πάλι της ''Α.Φ.'' σας παρουσιάζω ξανά ένα ποίημα του Καβάφη με τίτλο ''Γκρίζα''. Σας χαιρετώ και σας εύχομαι καλό ταξίδι στο παρελθόν. Υ.Γ. Για όσους δεν το γνωρίζουν τον Πανούλη τον αποκάλεσε πριν αρκετά χρόνια κάποιος, Γιούλη!!!!!!! Κοιτάζοντας τώρα τις παλιές φωτογραφίες κατάλαβα το γιατί, έμοιαζε με τον Γιουλ Μπρύνερ!!! Άρα είχαν δίκιο οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι που έλεγαν ''αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις''. Αγαπητέ Θεόφραστε αυτή είναι η πραγματική ιστορία του νέου ονόματος του Πανούλη. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Γκρίζα.
Κυττάζοντας ένα οπάλλιο μισό γκρίζο
θυμήθηκα δυο ωραία γκρίζα μάτια
που είδα· θάναι είκοσι χρόνια πρίν ....
Για έναν μήνα αγαπηθήκαμε.
Έπειτα έφυγε, θαρρώ στην Σμύρνη,
για να εργασθεί εκεί, και πια δεν ιδωθήκαμε.
Θ’ ασχήμισαν — αν ζει — τα γκρίζα μάτια·
θα χάλασε τ’ ωραίο πρόσωπο.
Μνήμη μου, φύλαξέ τα συ ως ήσαν.
Και, μνήμη, ό,τι μπορείς από τον έρωτά μου αυτόν,
ό,τι μπορείς φέρε με πίσω απόψι. 

Ο Γιούλ Μπρύνερ στη Θέση του Γιούλη.
Ο Γιούλης στο Στρατό ως έφεδρος αξιωματικός.
Νίκος και Γιούλης.
Ο Γιούλης στις Ειδικές Δυνάμεις.
Ο Γιούλης με το Παπάκι του.
Κώστας και Ηλίας σε μεγάλα κέφια.
Κώστας και Ελένη.
Λαμπρακιάς και Ελένη.
Ο ντροπαλός Κωστής λέει το ποίημά του.
Σ' αυτή τη φωτογραφία ο Γιούλης μου θυμίζει τον πατέρα του.
Ανδρονίκη, Κωνσταντίνος, και Χρυσούλα, απόντες και οι τρεις.

Μνήμες, Μνήμες, Μνήμες και όχι Μνημοσύνη. μέρος πέμπτο. Γοργογύρι και Γοργογυραίοι.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί επισκέπτες αυτού του ιστολογίου σας καλημερίζω από το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι με τα πολλά νερά και όχι μόνο. Συνεχίζω σήμερα την παρουσίαση παλιών φωτογραφιών και λόγω της ''Α.Φ.'' σας παρουσιάζω και το ποίημα του Καβάφη με τίτλο ''Κεριά''. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος. 
ΥΓ.Στην πρώτη φωτογραφία είναι οι απόφοιτοι του κολεγίου που υπήρχε τότε στο χωριό. Σήμερα είναι όλοι τους πετυχημένοι γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, ναυπηγοί, λογιστές, συμβολαιογράφοι, και κάποιοι διαπρέπουν στο εξωτερικό ως επιχειρηματίες. Αυτή η φουρνιά ήταν τα πιο αξιόλογα στελέχη.

Κεριά.
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.


Μαθητές του κολεγίου.
Σάννα και Ηγέτης.
Βαρελάς-Χρήστος και Επικούρειος Πέπος.
Καρλάυτης-Νίκος και Επικούρειος Πέπος.
Βασίλης και Καραβίδας.
Βασιλική, Αλεξάνδρα, Βασίλης, Βαγγελή, και ο μικρός Αλέξανδος.
Βασιλική, Νικόλας, Αλέξανδρος, και Καραβίδας.
Καραβίδας και Αλέξανδρος ο μικρός.
Θεόφραστος και Επικούρειος Πέπος.








Μίχος, Πανούλης, Μελισσάνθη, Σάννα.
Έλενα και Επικούρειος Πέπος.


Μαντέψτε ποιων κοριτσιών είναι τα αυτά τα οπίσθια, είναι τρόπον τινά Γοργογυραίϊσες και οι δυο.